Όλοι εμείς οι Καζαντζιδικοί παλιάς κοπής γουστάραμε τον Στελάρα μας για έναν και μοναδικό και αυθεντικό λόγο: για τη φωνή του. Τελεία, παύλα και πάω παρακάτω.
Διότι έτσι πρέπει να γίνεται με όλα τα έργα Τέχνης και η φωνή του Στέλιου αποτελεί έργο Τέχνης. Από τη στιγμή που φεύγουν από τα χέρια του δημιουργού τους παύουν να ανήκουν σε αυτόν και ανήκουν στην Οικουμένη. Αποκτούν μιαν υπερβατικότητα. Μιαν αυθύπαρκτη οντότητα και έτσι αρμόζει να αντιμετωπίζονται. Και η φωνή του Στέλιου όταν βγαίνει από το λαρύγγι του, φεύγει από τη δικαιοδοσία του, από τη ζώνη ευθύνης του, από στενά όρια της προσωπικότητάς του. Ανήκει σε όλους μας και στους επόμενους, διότι έχει ξεφύγει από τον εγκόσμιο χώρο της φθοράς.
Και για εμάς τους Καζαντζιδικούς παλιάς κοπής, η φωνή του συγκαταλέγεται μέσα στις τρεις καλύτερες φωνές ever και παγκοσμίως. Πείτε εσείς τις άλλες δύο φωνές -όποιες σας αρέσουν- κι εμείς πάντα θα συμπληρώνουμε τη φωνή του Στέλιου, χωρίς εμβριθείς αναλύσεις και χωρίς να αναζητούμε «κοινωνικά συνδηλούμενα».
Άλλωστε, τι «κοινωνικά συνδηλούμενα» να αναζητήσεις στη «Ζιγκουάλα» ή στον «Άπιστο φελάχο». Πήρα δύο τραγούδια τα οποία αν δεν τα τραγουδούσε ο Στέλιος ουδείς θα τα γνώριζε. Διότι αυτή είναι η δύναμη μιας μαγικής φωνής. Να κάνει επιτυχίες τραγούδια κατά τα άλλα ασήμαντα που θα περνούσαν απαρατήρητα. ‘Ή κάτι εξίσου σημαντικό: όταν τις επιτυχίες του Στέλιου επιχειρούν, σε δεύτερη εκτέλεση, να τις ερμηνεύσουν άλλοι καταξιωμένοι τραγουδιστές, εκεί βλέπεις τη διαφορά κλάσης. Και αρκετές φορές μιλάς και για «ιεροσυλία».
Κλείνω αυτό κείμενο μου με 5 λέξεις του Σταμάτη Κραουνάκη: «πέλαγο η φωνή του Καζαντζίδη». Και δεν είναι τυχαίος και ο τίτλος της ταινίας και του τραγουδιού, καθώς και το μεγάλο σουξέ και των δύο.
* Μετά τη Μεταπολίτευση οι Σειρήνες της κομματικοποίησης ήχησαν για τον Καζαντζίδη, αλλά τις προσπέρασε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου