Λες και ήταν ο λαός που δέχτηκε στις 3 τα ξημερώματα τον Ιταλό πρεσβευτή Εμανουέλε Γκράτσι στην οικία του στην Κηφισιά.
Λες και ο Γκράτσι επέδωσε σε πανελλήνια λαϊκή συνέλευση το τελεσίγραφο με το οποίο ζητούσε την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού και την κατάληξη στρατηγικών σημείων της χώρας.
Λες και ο λαός απάντησε με μυριόστομη φωνή στα γαλλικά (όχι ακριβώς το «Όχι», αλλά): «Λοιπόν έχουμε πόλεμο». Σήμαινε Όχι βέβαια αλλά η λέξη... έγινε σύνθημα δύο μέρες μετά από πρωτοσέλιδο εφημερίδας
Ο λαός φυσικά απάντησε με μυριόστομη φωνή και με «το χαμόγελο στα χείλη», με ενθουσιασμό και πάθος, σε συνθήκες γιορτής, από το πρωινό της ίδιας μέρας και στη συνέχεια με κακουχίες και θυσίες, έγραψε την εποποιία του 40.
Ο λαός φυσικά απάντησε με μυριόστομη φωνή και με «το χαμόγελο στα χείλη», με ενθουσιασμό και πάθος, σε συνθήκες γιορτής, από το πρωινό της ίδιας μέρας και στη συνέχεια με κακουχίες και θυσίες, έγραψε την εποποιία του 40.
Και αναρωτιέσαι τι προσφέρει το τεχνητό δίλημμα για το ποιος απάντησε, αφού πολιτική, στρατιωτική ηγεσία και ο λαός απάντησαν ενωμένοι – παρά το ότι ο λαός μισούσε την πολιτική ηγεσία, δηλαδή τον Μεταξά; Τίποτα. Απλώς το «σιδέρωμα» της ιστορίας από κεκτημένη ταχύτητα υπακούει αταβιστικά σε τακτικές προπαγάνδας από τον καιρό που οι κομισάριοι σε μυστικές συναντήσεις σε σπίτια, περνούσαν την κομματική γραμμή η οποία δεν επιδεχόταν αντίρρηση (κατανοητό για την τότε εποχή).
Τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της δήθεν αμφισβήτησης, της επέλασης της πολιτικής ορθότητας και του δυτικότροπου θαυμασμού, ξεπήδησε άλλο ερώτημα, από τάσεις των ιδίων χώρων (δεν τους αναφέρουμε γιατί οι απόψεις έχουν σημασία όχι οι χώροι): Γιατί όλες οι χώρες της Ευρώπης γιορτάζουν τη λήξη του πολέμου, και είμαστε η μοναδική που γιορτάζει την έναρξή του; Μήπως στέλνουμε μιλιταριστικά μηνύματα στους πολίτες και συγκροτούμε μια μιλιταριστική κοινωνία;
Έχουν περί πολλού βλέπεις τα «εξελιγμένα» ευρωπαϊκά θέσφατα και όχι την παράδοση της χώρα τους. Ου μην και των ιδεολογικών προγόνων τους. Γιατί πριν καθιερωθεί από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου ως επίσημη επέτειος το 1944, την είχε καθιερώσει ο λαός. Το 1941 η επέτειος γιορτάστηκε παράνομα στο πανεπιστήμιο Αθηνών αλλά και με αυθόρμητη προσέλευση των Αθηναίων στο Σύνταγμα και το μνημείο του αγνώστου Στρατιώτη. Στην προσέλευση παραινούσε και το νεοϊδρυθέν ΕΑΜ. Το 1942 ο εορτασμός έγινε στο Σύνταγμα με αυθόρμητη παρουσία του κόσμου, αλλά και με πρωτοβουλία των αντιθέτων παρατάξεων ΠΕΑΝ και ΕΠΟΝ. Το 43 γιορτάστηκε στην πλατεία Κοτζιά, και έγιναν συλλήψεις πολιτών από τους Γερμανούς, που είχαν αναλάβει και την αστυνόμευση.
Και ενώ εμείς ακκιζόμαστε σχετικά με το ποιος είπε το Όχι, για το πότε έπρεπε να γιορτάζουμε την επέτειο, και αν η παρέλαση των μαθητών… στρατιωτικοποιεί τη νεολαία (η οποία περισσότερο ως γιορτή και χαβαλέ το βλέπει, ενώ οι γονείς βλέπουν περηφάνια τα καμάρια τους), ένας άλλος λαός ζει το δικό του «Όχι» και γράφει εποποιία σε συνθήκες φρίκης. Ο Ουκρανικός.
Οι Ουκρανοί σαφώς έκαναν τα λάθη τους. Αθέτησαν π.χ. σε ένα ποσοστό τις συμφωνίες του Μινσκ (2014-15) ενώ το υπόλοιπο ποσοστό υπονόμευσής των συμφωνιών ανήκει στη Ρωσία. Παράλληλα φλέρταραν και με το ΝΑΤΟ που ο Πούτιν το θεωρούσε ως «μαχαιριά» στο μαλακό υπογάστριο της χώρας του. Ωστόσο αυτά που υφίστανται ξεπερνούν τα ανωτέρω. Και επουδενί τα δικαιολογούν.
Πολεμούν για την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Για τη δημοκρατία που δομούσαν σκοντάφτοντας φυσικά, γιατί ποτέ δεν είχαν δημοκρατία ώστε να γνωρίζουν πως θα τη συγκροτήσουν. Από τον κληρονομικό μεσαιωνισμό των Τσάρων έπεσαν στον ολοκληρωτισμό των κόκκινων Τσάρων.
Αλλά η δημοκρατία τους στέριωνε σιγά-σιγά. Είναι η μάχη μιας άγουρης δημοκρατίας ενάντια στον επανακάμψαντα τσαρικό μεγαλοϊδεατισμό. Και οι νεκροί, οι απάνθρωπα βασανισμένοι, τα φρικιαστικά σφαγεία των άοπλων της Μπούτσα, της Μαριούπολης και των άλλων πόλεων, οι βιασμένες γυναίκες, τα απαχθέντα παιδιά, όλος ο λαός που θα υποστεί την κακουχία του άγριου χειμώνα καθώς ο Πούτιν καταστρέφει τις υποδομές του, δικαιούνται τουλάχιστον τον σεβασμό μας. Είναι προσβολή γι’ αυτόν τον αγρίως βασανιζόμενο λαό, κάποιοι πολίτες της «εκλεπτυσμένης» Δύσης, να αντιμετωπίζουν τη σφαγή του με «υψωμένο φρύδι», μιλώντας για «πόλεμο δι’ αντιπροσώπων».
Ναι, οι ΗΠΑ βαρύνονται με δικές τους επεμβάσεις στον πλανήτη. Και βοηθούν τους Ουκρανούς όχι γατί τους αγάπησαν ή από δημοκρατικό καθήκον, αλλά για τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα, όπως η αποδυνάμωσης της Ρωσίας και η περεταίρω επικυριαρχία τους στην Ευρώπη.
Τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της δήθεν αμφισβήτησης, της επέλασης της πολιτικής ορθότητας και του δυτικότροπου θαυμασμού, ξεπήδησε άλλο ερώτημα, από τάσεις των ιδίων χώρων (δεν τους αναφέρουμε γιατί οι απόψεις έχουν σημασία όχι οι χώροι): Γιατί όλες οι χώρες της Ευρώπης γιορτάζουν τη λήξη του πολέμου, και είμαστε η μοναδική που γιορτάζει την έναρξή του; Μήπως στέλνουμε μιλιταριστικά μηνύματα στους πολίτες και συγκροτούμε μια μιλιταριστική κοινωνία;
Έχουν περί πολλού βλέπεις τα «εξελιγμένα» ευρωπαϊκά θέσφατα και όχι την παράδοση της χώρα τους. Ου μην και των ιδεολογικών προγόνων τους. Γιατί πριν καθιερωθεί από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου ως επίσημη επέτειος το 1944, την είχε καθιερώσει ο λαός. Το 1941 η επέτειος γιορτάστηκε παράνομα στο πανεπιστήμιο Αθηνών αλλά και με αυθόρμητη προσέλευση των Αθηναίων στο Σύνταγμα και το μνημείο του αγνώστου Στρατιώτη. Στην προσέλευση παραινούσε και το νεοϊδρυθέν ΕΑΜ. Το 1942 ο εορτασμός έγινε στο Σύνταγμα με αυθόρμητη παρουσία του κόσμου, αλλά και με πρωτοβουλία των αντιθέτων παρατάξεων ΠΕΑΝ και ΕΠΟΝ. Το 43 γιορτάστηκε στην πλατεία Κοτζιά, και έγιναν συλλήψεις πολιτών από τους Γερμανούς, που είχαν αναλάβει και την αστυνόμευση.
Και ενώ εμείς ακκιζόμαστε σχετικά με το ποιος είπε το Όχι, για το πότε έπρεπε να γιορτάζουμε την επέτειο, και αν η παρέλαση των μαθητών… στρατιωτικοποιεί τη νεολαία (η οποία περισσότερο ως γιορτή και χαβαλέ το βλέπει, ενώ οι γονείς βλέπουν περηφάνια τα καμάρια τους), ένας άλλος λαός ζει το δικό του «Όχι» και γράφει εποποιία σε συνθήκες φρίκης. Ο Ουκρανικός.
Οι Ουκρανοί σαφώς έκαναν τα λάθη τους. Αθέτησαν π.χ. σε ένα ποσοστό τις συμφωνίες του Μινσκ (2014-15) ενώ το υπόλοιπο ποσοστό υπονόμευσής των συμφωνιών ανήκει στη Ρωσία. Παράλληλα φλέρταραν και με το ΝΑΤΟ που ο Πούτιν το θεωρούσε ως «μαχαιριά» στο μαλακό υπογάστριο της χώρας του. Ωστόσο αυτά που υφίστανται ξεπερνούν τα ανωτέρω. Και επουδενί τα δικαιολογούν.
Πολεμούν για την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Για τη δημοκρατία που δομούσαν σκοντάφτοντας φυσικά, γιατί ποτέ δεν είχαν δημοκρατία ώστε να γνωρίζουν πως θα τη συγκροτήσουν. Από τον κληρονομικό μεσαιωνισμό των Τσάρων έπεσαν στον ολοκληρωτισμό των κόκκινων Τσάρων.
Αλλά η δημοκρατία τους στέριωνε σιγά-σιγά. Είναι η μάχη μιας άγουρης δημοκρατίας ενάντια στον επανακάμψαντα τσαρικό μεγαλοϊδεατισμό. Και οι νεκροί, οι απάνθρωπα βασανισμένοι, τα φρικιαστικά σφαγεία των άοπλων της Μπούτσα, της Μαριούπολης και των άλλων πόλεων, οι βιασμένες γυναίκες, τα απαχθέντα παιδιά, όλος ο λαός που θα υποστεί την κακουχία του άγριου χειμώνα καθώς ο Πούτιν καταστρέφει τις υποδομές του, δικαιούνται τουλάχιστον τον σεβασμό μας. Είναι προσβολή γι’ αυτόν τον αγρίως βασανιζόμενο λαό, κάποιοι πολίτες της «εκλεπτυσμένης» Δύσης, να αντιμετωπίζουν τη σφαγή του με «υψωμένο φρύδι», μιλώντας για «πόλεμο δι’ αντιπροσώπων».
Ναι, οι ΗΠΑ βαρύνονται με δικές τους επεμβάσεις στον πλανήτη. Και βοηθούν τους Ουκρανούς όχι γατί τους αγάπησαν ή από δημοκρατικό καθήκον, αλλά για τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα, όπως η αποδυνάμωσης της Ρωσίας και η περεταίρω επικυριαρχία τους στην Ευρώπη.
Αλλά τους Ουκρανούς δεν τους έβαλαν οι ΗΠΑ να σκοτωθούν ως αντιπροσώπους τους. Υπέστησαν εισβολή και σκοτώνονται για τη χώρα τους, την ελευθερία τους και τη δημοκρατία τους. Γράφουν ήδη μια απαράμιλλη εποποιία, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος.
Γιάννης Σιδέρης
Γιάννης Σιδέρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου