Οι αλλαγές που παρατηρούνται σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά στην αγορά εργασίας λόγω της πανδημίας είναι ριζικές. Ωστόσο, η εμπειρία της παγκόσμιας ιστορίας από προηγούμενες επιδημικές κρίσεις μπορεί να διαφωτίσει σχετικά με το τι επέρχεται καθώς και ποιες πολιτικές δύνανται να περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις.
Σε άρθρο τους, οι Òscar Jordà, Sanjar Singh και Alan Taylor, καθηγητές οικονομικών στο πανεπιστήμιο του UC Davis, αναλύουν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες παρελθόντων επιδημιών λαμβάνοντας μία μακροοικονομική οπτική... και χρησιμοποιώντας σύγχρονα εργαλεία οικονομετρικής ανάλυσης. Τα ιστορικά δεδομένα που χρησιμοποιούν διατρέχουν την Ευρωπαϊκή επιδημική ιστορία ξεκινώντας από την επιδημία της Μαύρης Πανώλης (1331-1353) η οποία αποτελεί και την πιο θανατηφόρα και φτάνουν μέχρι την πανδημία της γρίπης (2009).
Οι συγγραφείς καταλήγουν πως οι πανδημίες ακολουθούνται από μετριασμένα επενδυτικά κίνητρα - καθώς λόγω απωλειών σε ανθρώπινες ζωές - το κατά κεφαλήν κεφάλαιο ανά εργαζόμενο είναι υψηλό και τα αποταμιευτικά κίνητρα στον πληθυσμό είναι ισχυρά.
Επισημαίνουν επίσης πως τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας των επιδημιών οδηγούν σε έλλειψη εργατικού δυναμικού και επακόλουθη μείωση του λόγου εργασίας προς κεφάλαιο.
Το αριθμητικά αποδυναμωμένο εργατικό δυναμικό μειώνει την προσφορά εργασίας μετά το πέρας των επιδημιών οδηγώντας σε μία στατιστικά σημαντική αύξηση των μισθών.
Σαφώς και η σύγκριση της παρούσας κατάστασης με την Ευρώπη των προηγούμενων αιώνων μπορεί να χαρακτηριστεί σε πολλά σημεία της ανεδαφική. Πρώτοι οι ίδιοι οι συγγραφείς αναφέρουν μία σειρά λόγων για τους οποίους δεν θα παρατηρηθούν τα ίδια φαινόμενα την επαύριο της COVID-19.
Σε πρώτο επίπεδο, οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές ως ποσοστό του γενικού πληθυσμού είναι αισθητά μικρότερες συγκριτικά με τις επιδημίες του παρελθόντος. Σε δεύτερο επίπεδο, η COVID-19 κυρίως χτύπησε μεγάλες ηλικίες επηρεάζοντας σε μικρότερο βαθμό τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό.
Τέλος, οι κρατικές ενισχύσεις τόσο σε εργαζομένους όσο και σε επιχειρήσεις ενίσχυσαν σημαντικά πληττόμενες επιχειρήσεις, γεγονός που σε συνδυασμό με το δεύτερο σημείο δύναται να συντηρήσει τα κίνητρα επενδύσεων σε υψηλό βαθμό με το πέρας της πανδημίας.
Ωστόσο, η σημερινή εμπειρία μοιράζεται και πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις επιδημίες του παρελθόντος.
Σε ανάλυση της, η Bank for International Settlements (BIS) αναλύει το εργασιακό τοπίο κατά το άνοιγμα των οικονομιών μετά τα συνεχή lockdowns.
Ήδη παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο αυξητική τάση των μισθολογικών αμοιβών - αν και χαμηλότερη από ό,τι προβλεπόταν σύμφωνα με τα προ πανδημίας δεδομένα.
Σε σύγκριση με τα αποτελέσματα των Jordà, Singh και Taylor η αύξηση των μισθών σήμερα δεν οφείλεται αποκλειστικά στον περιορισμό της προσφοράς εργασίας, αλλά είναι αποτέλεσμα μεταβολών τόσο στην προσφορά όσο και στη ζήτηση αυτής.
Αναλύοντας την πορεία των μισθών ανά κλάδο, διαφαίνεται πως τομείς όπως η πληροφορική παρουσίασαν την υψηλότερη αύξηση στις μισθολογικές αμοιβές. Αυτό είναι ξεκάθαρα ένα αποτέλεσμα προερχόμενο από την αυξημένη ζήτηση εργασίας στον συγκεκριμένο τομέα.
Αντίθετα, κλάδοι όπως η ψυχαγωγία (υψηλού συγχρωτισμού και επομένως υψηλότερου ρίσκου νόσησης) παρουσίασαν επίσης υψηλούς ρυθμούς αύξησης μισθών ως αποτέλεσμα μειωμένης προσφοράς, καθώς οι εργαζόμενοι αναλογιζόμενοι το ρίσκο προτιμούν εναλλακτικές θέσεις εργασίας.
Ένα δεύτερο σημείο στο οποίο εστιάζει η ανάλυση της BIS είναι οι αυξημένες κενές θέσεις εργασίας που παρουσιάζουν ιστορικά υψηλά σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, Καναδάς και Αυστραλία.
Ως κύρια αιτία για το φαινόμενο αυτό αναφέρεται η επανέναρξη της οικονομικής δραστηριότητας και αυξημένη ζήτηση εργασίας ώστε να ανταποκριθούν οι επιχειρήσεις στην ισχυρή ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών.
Ο συνδυασμός των προαναφερθέντων αιτιών οδήγησε σε μία μαζική έξοδο των εργαζομένων από την αγορά εργασίας.
Το φαινόμενο αυτό στις ΗΠΑ ονομάστηκε "η μεγάλη παραίτηση” από τον καθηγητή Antony Klotz στο πανεπιστήμιο Texas A&M ο οποίος και το προέβλεψε τον Μάιο του 2021.
Χαρακτηριστικά στις ΗΠΑ 4,3 εκατ. εργαζόμενοι υπέβαλαν την παραίτησή τους τον Αύγουστο του 2021, ενώ σύμφωνα με έρευνα στο ΗΒ, 1 στους 4 εργαζομένους σχεδιάζει να αφήσει την εργασία του μέσα στους επόμενους 3-6 μήνες.
Αναλυτές επισημαίνουν πως η πληθώρα κενών θέσεων εργασίας (περισσότερες από 10 εκατ. στις ΗΠΑ και ιστορικό ρεκόρ άνω του 1 εκατ. στο ΗΒ για τον μήνα Αύγουστο) σε συνδυασμό με την επαναξιολόγηση των προτεραιοτήτων εργασίας και προσωπικής ζωής, όπως και η ύπαρξη ενός εναλλακτικού μοντέλου υβριδικής εργασίας παρέχουν ισχυρά κίνητρα στους εργαζομένους να αναζητούν διαφορετικές συνθήκες οδηγώντας σε ένα κύμα παραιτήσεων.
Η αγορά εργασίας με το πέρας της πανδημίας βρίσκεται αντιμέτωπη με περιορισμένη προσφορά εργασίας - η οποία όμως δεν οφείλεται στην αποδεκάτιση του εργατικού δυναμικού όπως στην Ευρώπη του 14ου αιώνα - αλλά σε ένα μείγμα δομικών και συμπεριφορικών αιτιών, απότοκου της σύγχρονης εμπειρίας της. Το φαινόμενο όμως, καθώς και οι λόγοι της ανισορροπίας στην αγορά παραμένουν οι ίδιοι.
Το ερώτημα έγκειται στο εάν οι δυναμικές μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών έχουν μεταβληθεί με την ανάδειξη νέων μοντέλων υβριδικής εργασίας και πληθώρας εργασιακών ευκαιριών και ποιος ο ρόλος αυτών στον καθορισμό της νέας ισορροπίας στην αγορά εργασίας.
* Ο κ. Γιώργος Μανάλης είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής,Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη, Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου