Η Ν.Δ βρίσκεται με ποσοστό 37.5% – 39% κατά μέσο όρο πρώτη και σε μια τεράστια απόσταση της τάξης του 20% και άνω του δεύτερου πια ΠΑΣΟΚ, ενώ ο Κ. Μητσοτάκης επιλέγεται με 42% από εξαπλάσιο ποσοστό απ΄ ότι ο Σ. Κασσελάκης και ο Ν. Ανδρουλάκης ως πιο κατάλληλος Πρωθυπουργός. Πρόκειται για μια ακόμα απόδειξη της κυριαρχίας τους.
Από τον δικομματισμό πήγαμε μετά το 2019 στον εναμισοκομματισμό και τώρα στην κυριαρχία ενός κόμματος και στην ύπαρξη μιας αντιπολίτευσης από τα αριστερά και κεντροαριστερά και από τα πιο δεξιά έως και ακροδεξιά τμήματα του πολιτικού φάσματος που αδυνατεί να πείσει, να δημιουργήσει νέους συσχετισμούς...
Από τον δικομματισμό πήγαμε μετά το 2019 στον εναμισοκομματισμό και τώρα στην κυριαρχία ενός κόμματος και στην ύπαρξη μιας αντιπολίτευσης από τα αριστερά και κεντροαριστερά και από τα πιο δεξιά έως και ακροδεξιά τμήματα του πολιτικού φάσματος που αδυνατεί να πείσει, να δημιουργήσει νέους συσχετισμούς...
Η επίκληση δε της κυριαρχίας της Ν.Δ ως επικίνδυνης για την Δημοκρατία και του Κράτους Δικαίου μόνο ως ομολογία αποτυχίας και αδυναμίας μπορεί να ακουστεί, αφού ποτέ Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ την εποχή που κέρδιζαν σε εκλογές με ποσοστά γύρω στο 45% δεν τόλμησαν να πουν. Τέτοιους ισχυρισμούς δεν πρόβαλε ποτέ ούτε καν το Κ.Κ.Ε την εποχή του παντοδύναμου δικομματισμού. Είναι ανιστόρητες δε οι αναφορές στην ανάγκη «δημοκρατικών» ή «προοδευτικών» μετώπων απέναντι στην Ν.Δ μετά τις Ευρωεκλογές (μέχρι τότε οι δυνάμεις που τα προτείνουν θα σκοτώνονται για την δεύτερη θέση ή για την επιβίωσή τους). Δημοκρατικές είναι όλες οι βασικές δυνάμεις, το ποιος δε είναι προοδευτικός στα αλήθεια, αποτελεί ένα μεγάλο ζήτημα για συζήτηση που τα αποτελέσματά της θα ήταν πολύ δυσάρεστα για όσους θεωρούν ιδιοκτησία τους αυτόν τον αυτοκαθορισμό, μιλώντας με ορολογίες και διαχωρισμούς περασμένων δεκαετιών που δεν συγκινούν και πολλούς.
Η Ν.Δ έχει ένα και μόνο αντίπαλο: Τα προβλήματα και το αν θα πείσει ότι κάνει ότι μπορεί καλύτερο για να τα επιλύσει.
Η Ν.Δ έχει ένα και μόνο αντίπαλο: Τα προβλήματα και το αν θα πείσει ότι κάνει ότι μπορεί καλύτερο για να τα επιλύσει.
Το πρώτο και πιο επικίνδυνο είναι η ακρίβεια, οι συνεχείς ανατιμήσεις που οδηγούν ευρύτατα κοινωνικά στρώματα σε δυσκολίες και τροφοδοτούν δυσφορία. Αναφερόμαστε για ένα παρατεταμένο φαινόμενο που κρατάει δύο χρόνια από την εισβολή της Ρωσίας και μετά, την ενεργειακή κρίση που ακολούθησε μέχρι σήμερα. Στην πρώτη φάση η Κυβέρνηση είχε ένα συγκεκριμένο πρόβλημα: Την αιφνιδιαστική άνοδο των τιμολογίων ενέργειας που για ένα δίμηνο σόκαραν. Ανακοίνωσε ένα γενναίο πακέτο επιδότησης και το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε ενώ ταυτόχρονα υπήρχε και ορατή η εξήγηση της διεθνούς συγκυρίας. Τώρα και ιδιαίτερα από το καλοκαίρι και μετά οι τιμές στο ράφι ανεβαίνουν, τα ενοίκια έχουν εκτοξευτεί και το πρόβλημα γίνεται πιο περίπλοκο, άρα και πιο δύσκολο. Εδώ βρίσκεται το πρόβλημα των προβλημάτων αφού συνδυάζεται με χαμηλά επίπεδα μισθών, λόγω και της δύσκολης δεκαετίας που περάσαμε μετά την χρεοκοπία. Από τους χειρισμούς θα εξαρτηθούν πολλά, αφού κοινωνική και πολιτική κινητικότητα μπορεί να ενταθεί από ένα σημείο και μετά. Ας ληφθεί δε υπόψη ότι οι έρευνες δείχνουν ότι η εξήγηση ότι φταίει η εισαγόμενη ακρίβεια έχει χάσει έδαφος σε όσους απαντούν και επομένως όλες οι ευθύνες πέφτουν στην Κυβέρνηση. Έχω την αίσθηση ότι δεν βρισκόμαστε μακριά από αυτό, όσο και αν δεν φαίνεται ακόμα στις έρευνες για τους πολιτικούς συσχετισμούς. Πολύ περισσότερο που η ικανοποίηση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας δεν ξεπερνά το 21% – 22% (έρευνες Δεκεμβρίου και Ιανουαρίου της OPINION POLL), δείκτης που επηρεάζει την εικόνα και τον βαθμό ικανοποίησης συνολικά του κυβερνητικού έργου τραβώντας την προς τα κάτω.
Μαζί μ΄ αυτά προβλήματα όπως η εγκληματικότητα/παραβατικότητα, η κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας κ.ά συνλειτουργούν ως παράγοντες που μπορεί να τροφοδοτήσουν ένα ρεύμα δυσφορίας και αμφισβήτησης της ικανότητας της Κυβέρνησης. Σημειώνεται δε, πως όταν δημιουργείται ένα τέτοιο ρεύμα, τότε μια σειρά παράγοντες μπορεί να διαδραματίσουν κι αυτοί πρόβλημα.
Μαζί μ΄ αυτά προβλήματα όπως η εγκληματικότητα/παραβατικότητα, η κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας κ.ά συνλειτουργούν ως παράγοντες που μπορεί να τροφοδοτήσουν ένα ρεύμα δυσφορίας και αμφισβήτησης της ικανότητας της Κυβέρνησης. Σημειώνεται δε, πως όταν δημιουργείται ένα τέτοιο ρεύμα, τότε μια σειρά παράγοντες μπορεί να διαδραματίσουν κι αυτοί πρόβλημα.
Για παράδειγμα το θέμα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών δεν δείχνει να οδηγεί σε πολιτικές μετατοπίσεις, ενώ αυξάνει το ποσοστό των πολιτών που τον δέχονται. Ωστόσο, τίποτα δεν αποκλείει να παίξει ρόλο αν δημιουργηθεί ένα ρεύμα αντί. Στο θέμα των μη Κρατικών Πανεπιστημίων το 57% – 60% τάσσεται υπέρ. Όμως το οπισθοδρομικό, συντηρητικό στην ουσία του «κίνημα των καταλήψεων» από ένα ανύπαρκτο κατ΄ ουσίαν φοιτητικό κίνημα μπορεί να δημιουργεί δυσαρέσκεια σε υποστηρικτικά για την Κυβέρνηση ακροατήρια, όσο δεν αντιμετωπίζεται αποφασιστικά . Σ΄ αυτά ας προσθέσουμε τους αγρότες, το πιθανό κλείσιμο και ότι άλλο μπορεί να συμβεί.
Έτσι ένας κίνδυνος που υπάρχει είναι η Κυβέρνηση να βρεθεί μπροστά σε ένα κοκτέιλ προβλημάτων. Εδώ είναι που θα κριθεί η διαχειριστική ικανότητά της, η δυνατότητα να αξιοποιεί την ιδεολογική και πολιτική κυριαρχία της, με τον ρόλο του Κ. Μητσοτάκη ως εγγυητή σταθερότητας και ανόδου της χώρας να είναι καθοριστικός.
Τα παραπάνω προβλήματα θα διαδραματίσουν σοβαρό ρόλο στα αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών.
Τα παραπάνω προβλήματα θα διαδραματίσουν σοβαρό ρόλο στα αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών.
Η παράδοση δείχνει ότι είναι εκλογές πιο χαλαρής ψήφου, έκφρασης δυσαρέσκειας, ενίσχυσης μικρών σχημάτων. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στις Ευρωεκλογές η ανερχόμενη Ν.Δ στη πορεία της να κερδίσει στις Εθνικές και να γίνει Κυβέρνηση πήρε 33.11% και σε δύο μήνες στις Βουλευτικές εκλογές 39.85%, με το ΣΥΡΙΖΑ να παίρνει αντίστοιχα 23.76% και στην συνέχεια 31.53% . Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι το σύνολο των κομμάτων που δεν εξέλεξαν αντιπρόσωπο ήταν 21% στις Ευρωεκλογές και 8.1% στις Βουλευτικές εκλογές. Είναι φανερό επομένως τι μπορεί να δούμε και για τα ποσοστά της Ν.Δ. αλλά και άλλων κομμάτων που από την δεύτερη μέχρι την πέμπτη θέση κανείς δεν μπορεί να αισθάνεται σίγουρος. Αυτό βλέπουμε ήδη στα αποτελέσματα ερευνών για τις Ευρωεκλογές που δίνουν την Ν.Δ. 1% – 2.5% κάτω από τις επιδόσεις της στο ερώτημα για το τι θα ψηφίσουν στις Βουλευτικές, με την γκρίζα ζώνη να ανεβαίνει κοντά στο 20%.
Ασφαλώς οι Ευρωεκλογές θα αποτελέσουν ένα crash test και για την Κυβέρνηση, αλλά και για όλα τα κόμματα.
Ασφαλώς οι Ευρωεκλογές θα αποτελέσουν ένα crash test και για την Κυβέρνηση, αλλά και για όλα τα κόμματα.
Ειδικά για την Κυβέρνηση η ακρίβεια, η εγκληματικότητα, τα θέματα του Συστήματος Υγείας σε συνδυασμό και με άλλα προβλήματα και βέβαια την χαλαρότητα της ψήφου θα καθορίσουν πολλά.
Όπλα της είναι η υπεροχή της, το πολιτικό κεφάλαιο του Κ. Μητσοτάκη και η μεταρρυθμιστική ατζέντα που δημιουργεί ζάλη στην Αντιπολίτευση.
Ωστόσο, «η τσέπη» και το βιοτικό επίπεδο , μαζί με την σιγουριά για το ατομικό και συλλογικό μέλλον θα καθορίσουν εν πολλοίς το αποτέλεσμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου