Έχει ήδη ξεπεράσει τα 2,3 με 2,5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση ενώ το κόστος μήνα με τον μήνα γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο καθώς οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων συνεχίζονται (αυτό σημαίνει θετικός πληθωρισμός στον κλαδικό δείκτη) και λειτουργούν σωρευτικά.
Αυτό είναι το πρώτο δεδομένο.
Το δεύτερο είναι ότι η ζημιά στα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια είναι μεγαλύτερη από ότι είναι στα μεσαία και στα υψηλά εισοδηματικά κλιμάκια...
Αυτό συμβαίνει διότι τα φτωχότερα νοικοκυριά που ούτως ή άλλως διαθέτουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για να καλύψουν βασικές ανάγκες, αναγκάζονται να δώσουν ακόμη περισσότερα χρήματα περιορίζοντας προφανώς άλλες δαπάνες καθώς η δαπάνη των τροφίμων είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ανελαστική.
Τι θα κάνει το φτωχό νοικοκυριό; Θα κόψει… θερμίδες;
Η λύση προφανής για το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει -όποιο και αν είναι αυτό- μέχρι να υποχωρήσουν και πάλι οι τιμές: αξιοποίηση και του τελευταίου διαθέσιμου πόρου για να στηριχτούν οι πιο ευάλωτοι.
Πώς γίνεται αυτό; Με στοχευμένα μέτρα αλλά και με παρεμβάσεις στο σκέλος του εισοδήματος ώστε το φτωχότερο νοικοκυριό να μην φτάσει αποδυναμωμένο στο ταμείο του supermarket.
Να λοιπόν που αυτή η αυτονόητη επιλογή αντιμετώπισης ενός τόσο σοβαρού οικονομικού προβλήματος δεν είναι τόσο αυτονόητη για τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΠΑΣΟΚ.
Τι προτείνουν; Αντί μια στοχευμένη παρέμβαση όμως αυτή που εφάρμοσε η «δεξιά» κυβέρνηση (market pass και ταυτόχρονη αύξηση του κατώτατου μισθού, των συντάξεων και των αναπηρικών επιδομάτων) ένα οριζόντιο μέτρο το οποίο ευνοεί περισσότερο τους έχοντες τα μεγαλύτερα εισοδήματα. Γιατί;
Διότι όσο μεγαλύτερο είναι το ποσό που διαθέτει ένα νοικοκυριό για τα τρόφιμα, τόσο περισσότερο ωφελημένο μπορεί να βγει από την πολυσυζητημένη μείωση του ΦΠΑ. Αν φυσικά η μείωση αυτή φτάσει στο ράφι διότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ούτε μπορεί να διασφαλιστεί με… υπουργική απόφαση ή Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου.
Και να ήταν μόνο αυτός ο παραλογισμός: Η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα ευνοεί -θεωρητικά πάντοτε- όχι μόνο τον Έλληνα φορολογούμενο -πλούσιο και φτωχό αλλά και τον Γερμανό ή τον Βρετανό τουρίστα ο οποίος θα έρθει στην Ελλάδα το επόμενο χρονικό διάστημα. Ποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, λίγους μήνες πριν μπούμε και πάλι στην περίοδο της δημοσιονομικής σύσφιξης θα θυσίαζε δημοσιονομικό χώρο για να στηρίξει τους ξένους επισκέπτες.
Η αριθμητική τεκμηρίωση των παραπάνω συμπερασμάτων έρχεται μέσα από την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών.
Τεκμηρίωση πρώτη: Τα φτωχότερα νοικοκυριά διαθέτουν μεγαλύτερο κομμάτι του εισοδήματός για τα τρόφιμα. Τι δείχνει η έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών; Ότι τα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα έως 750 ευρώ, χρειαζόταν να διαθέσουν πριν την κρίση το 22% των αποδοχών τους για να καλύψουν διατροφικές ανάγκες. Αυτό το ποσοστό τώρα, έχει γίνει πάνω από 24%.
Αντίθετα, τα πλουσιότερα νοικοκυριά -αυτά με μηνιαίο εισόδημα άνω των 3.500 ευρώ χρειαζόταν να διαθέσουν το 12% του ετήσιου εισοδήματός τους και τώρα το ποσοστό αυτό έχει γίνει λίγο μικρότερο από 13%. Να γιατί είναι προτεραιότητα η στήριξη των φτωχότερων. Διότι η ακρίβεια στα τρόφιμα διευρύνει τις εισοδηματικές ανισότητες. Άρα, δεν πρέπει να εφαρμοστεί οριζόντιο μέτρο.
Τεκμηρίωση δεύτερη: Η μείωση του ΦΠΑ είναι αμφίβολο αν θα βοηθήσει τους φτωχότερους. Ακόμη και αν περάσει στη λιανική το σύνολο του οφέλους από τη μείωση του ΦΠΑ, το φτωχότερο νοικοκυριό δεν θα εξοικονομήσει πάνω από 22 ευρώ το μήνα. Γιατί; Βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, ο έχων εισόδημα 750 ευρώ, διέθετε πριν από τον κρίση περίπου 170 ευρώ τον μήνα για να καλύψει διατροφικές ανάγκες. Τώρα όμως χρειάζεται πάνω από 190-195 ευρώ και ο λογαριασμός ανεβαίνει.
Τι θα κέρδιζε στην καλύτερη περίπτωση με τη μείωση του ΦΠΑ; Περίπου 22 ευρώ τον μήνα. Όσα δηλαδή δίνει και το Market pass στον εργένη. Τι θα κέρδιζαν από την άλλη τα πιο εύπορα νοικοκυριά; Για εισόδημα από 2.200 ευρώ μέχρι 2.800 ευρώ, που η δαπάνη των τροφίμων έχει φτάσει πλέον κοντά στα 490 ευρώ, το μηνιαίο όφελος θα ήταν τουλάχιστον 56 ευρώ. Κοινωνική πολιτική που δίνει υπερδιπλάσια ενίσχυση σε αυτόν που έχει τρεις φορές μεγαλύτερο εισόδημα υποστηρίζεται από κόμματα της αριστεράς.
Τεκμηρίωση τρίτη: Η ετήσια δαπάνη για τρόφιμα, από τα περίπου 15-16 δισ. ευρώ που ήταν προ κρίσης, έχει ήδη ανέβει στα 17,5-18,5 δισ. ευρώ. Άρα μιλάμε για μια ετήσια επιβάρυνση που φτάνει ήδη στα 2,3 δισ. ευρώ. Αν μειώσεις τον ΦΠΑ, είναι βέβαιο ότι θα χαθεί δημοσιονομικός χώρος 1,5 δισ. ευρώ.
Το ερώτημα είναι: ποιο ποσοστό αυτού του ποσού θα φτάσει στην τελική τιμή λιανικής;
Είναι σίγουρο ότι η εφοδιαστική αλυσίδα δεν θα απορροφήσει έστω το ένα τρίτο (δηλαδή 500 εκατ. ευρώ).
Και από τα υπόλοιπα 1 δισ. ευρώ, τι ποσοστό θα φτάσει στα φτωχότερα νοικοκυριά;
Αν γίνει η κατανομή με βάση τη δαπάνη που κάνει η κάθε εισοδηματική κατηγορία (βάσει πάντοτε της έρευνας οικογενειακών προϋπολογισμών) θα συνέβαιναν τα εξής:
1. Από το ένα δισ. ευρώ, οι έχοντες εισόδημα έως 1.100 ευρώ τον μήνα θα κέρδιζαν 180 εκατ. ευρώ.2. Για εισόδημα από 1.100 έως 1.800 ευρώ τον μήνα, το όφελος θα ήταν 288 εκατ. ευρώ.3. Για εισοδήματα από 1.800 έως 2.800 ευρώ τον μήνα, το όφελος θα ήταν 334 εκατ. ευρώ και4. Για εισοδήματα από 2.800 ευρώ και πάνω σε μηνιαία βάση, το όφελος θα ήταν 270 εκατ. ευρώ.
Άρα, τα φτωχότερα 480.000 νοικοκυριά της χώρας, θα έπαιρναν μετά βίας το 18% από το 1 δισ. ευρώ ή το 12% από το συνολικό κόστος του μέτρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου