Ένα κλασικό αιγυπτιακό παραμύθι έχει ως σκηνικό ένα ποτάμι ανάμεσα σε δύο μοναστήρια, το ένα στη μία όχθη και το άλλο στην απέναντι. Και τα δύο τα επισκεπτόταν τακτικά ένα σκυλί, που είχε κερδίσει την αγάπη των μοναχών.
Με τον ήχο της καμπάνας που ανάγγειλε την ώρα του φαγητού, το σκυλί έτρεχε για να φάει.
Μια φορά που το σκυλί είχε βουτήξει στο ποτάμι να δροσιστεί, άκουσε να χτυπάει η καμπάνα του ενός μοναστηριού, και όπως γινόταν συνήθως, άρχισε να κατευθύνεται προς τα εκεί που θα το τάιζαν.
Ξαφνικά άρχισε να χτυπάει και η καμπάνα του μοναστηριού που βρισκόταν στην αντίπερα όχθη.
Το σκυλί μη μπορώντας να αποφασίσει σε ποια όχθη να κατευθυνθεί, αποπροσανατολισμένο και κουρασμένο από το πηγαινέλα, έχασε...
τις δυνάμεις του και πνίγηκε στη μέση του ποταμού.
Το μοιραίο τέλος του οφειλόταν στην αναποφασιστικότητα, στην αδυναμία του να ορίσει την κατεύθυνση που έπρεπε να πάρει.
Κάτι τέτοιο κάνει και η εύθραυστη κυβέρνηση. Συμπεριφέρεται σαν το πεινασμένο σκυλί του παραμυθιού, θέλοντας να φάει και από τα δύο «μοναστήρια». Αλλά σίγουρα θα καταλήξει στον πάτο του ποταμού χωρίς να έχει φάει σε κανένα.
Προφανώς η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων εξαντλήθηκε οικονομικά και δεν έχει να δώσει άλλα χρήματα σε φόρους. Άγνωστος, πλέον, ο αριθμός – λίγες ημέρες πριν μπει το 2014 – των ανθρώπων χωρίς δουλειά, χωρίς ελπίδα για δουλειά στο μέλλον, των ανθρώπων που τυπικά εργάζονται αλλά έχουν να πληρωθούν μήνες, που πληρώνονται για 8ωρο ή 10ωρο με μισθό 4ωρου, ανασφάλιστοι, ή αμειβόμενοι στα όρια του εξευτελισμού για τα προσόντα, την οικογενειακή τους κατάσταση και την ηλικία τους, των ηλικιωμένων που αργοσβήνουν με ημερομηνία λήξης καθώς οι πενιχρές συντάξεις δεν επαρκούν για επιβίωση και όλων των Ελλήνων που μέχρι σήμερα είχαν μια αποταμίευση στην τράπεζα για τη δύσκολη ώρα, αλλά κι αυτά τα χρήματα τελείωσαν.
Σε αυτό το ζοφερό τοπίο ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας εξακολουθεί να πιστεύει συνειδητά ότι οι έλληνες δεν υπερφορολογούνται και «παίρνει κι άλλο».
Και αντί να ζητεί λογικούς φόρους που μπορούν να εισπραχθούν έστω και με δόσεις, επιβάλλει παράλογες και απάνθρωπες πολιτικές που δεν έχουν αντίκρισμα.
Κι αντί να «πιάσει τους μεγάλους» να το πούμε απλά όπως στην καφετέρια, τους προστατεύει. Και δεν μιλάμε κατ’ ανάγκην για επιχειρηματίες που «φαίνονται», αλλά για τη μεγάλη «βρύση» της φοροδιαφυγής.
Μεγαλογιατρούς, μεγαλοδικηγόρους, μεγαλοβουλευτές, μεγαλοδημοσιογράφους, μεγαλοϊδιοκτήτες μπουζουκιών, μεγαλοτραγουδιστές, μεγαλοποδοσφαιριστές, μεγαλοϊδιοκτήτες ακινήτων, μεγαλοηλεκτρολόγους και μεγαλοϋδραυλικούς και ό,τι «μεγάλο» κινείται αθόρυβα δίπλα μας.
Σε αυτό το εφιαλτικό σκηνικό, που κάθε μέρα περίπου χίλιοι άνθρωποι χάνουν τη δουλειά τους στον ιδιωτικό τομέα, είτε απολύονται λόγω περικοπών, είτε γιατί «γέρασαν» γιατί είναι 50αρηδες, είτε κλείνουν οι επιχειρήσεις που εργάζονταν, η κυβέρνηση εξακολουθεί να συζητά για 4.000 απολύσεις επίορκων, άχρηστων και διορισμένων με πλαστά χαρτιά.
Ακόμη και σήμερα δεν έχει απολυθεί ούτε ένας επίορκος.
Την ώρα που η κρατική γραφειοκρατία, οι χωρίς αντικείμενο δημόσιοι οργανισμοί που συντηρούνται από τους αιματηρούς φόρους των πολιτών για ψηφοθηρικούς λόγους, τα μαϊμού επιδόματα ασθενείας και συντάξεις, η μη εφαρμογή (ακόμη!) του ενιαίου μισθολογίου στο δημόσιο, οι τρομακτικές σπατάλες σε καύσιμα, τηλέφωνα και ηλεκτρική ενέργεια στο δημόσιο κοστίζουν στο κράτος δισεκατομμύρια ευρώ, κάποιοι αθώοι άνθρωποι υποφέρουν. Δεν βάζουν θέρμανση, δεν τρώνε επαρκώς, δεν μπορούν να πάρουν ένα δώρο στα παιδιά τους, δυσκολεύονται να πληρώσουν το ενοίκιό τους.
Για να μην το ξεχάσω μια ερώτηση που ήθελα να διατυπώσω εδώ και μήνες.
Γιατί να πληρώνω τη βενζίνη των αξιωματικών του στρατού από τους φόρους μου, δηλαδή από τη δουλειά μου;
Εγώ και κάθε απλός πολίτης γιατί μετακινούμαι με τη μοτοσικλέτα μου και δεν μου παρέχει το κράτος αυτοκίνητο και οδηγό; Ο στρατηγός τι είναι και θέλει αυτοκίνητο του κράτους; Γιατί δεν πηγαίνει στη δουλειά του (γιατί δουλειά είναι) με το αυτοκίνητό του; Και, τελικά, γιατί χρειάζονται τόσοι στρατηγοί;
Η Ελλάδα που «δημιουργείται» εδώ και πέντε – έξι χρόνια, αύριο δεν θα υπάρχει αν συνεχιστεί η ίδια κυβερνητική τακτική. Και το γράφει αυτός ένας άνθρωπος που δεν έχει απολύτως καμία σχέση ούτε με την κυβέρνηση ούτε με την αξιωματική αντιπολίτευση. Που έχασα αδελφικό φίλο μετά από 35 χρόνια φιλίας επειδή έγραψα πριν από τρείς μήνες ότι προσωπικά ο Σαμαράς κάνει ό,τι μπορεί αν και με μαθηματική ακρίβεια στο τέλος θα χάσει γιατί η παλιά Ελλάδα αρνείται να πεθάνει για να σωθούν τα παιδιά του αύριο.
Η παλιά Ελλάδα μας έφτασε στο σημείο μηδέν με τις άθλιες πολιτικές και τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, της φοροκλοπής-μαμούθ και του τέρατος του δημοσίου. Με στραβοκοιτάνε συγγενείς μου θεωρώντας αυτή την απίστευτη αηδιαστική λέξη «μνημονιακό».
Που ξέρουν και ο πρώην φίλος μου και οι συγγενείς μου την Οδύσσεια της ζωής μου.
Που ξέρουν ότι λίγοι άνθρωποι, ανάμεσά τους κι εγώ σε αυτή τη χώρα, περνάνε τέτοια περιπέτεια επιβίωσης χωρίς να φταίνε, λόγω της άθλιας πολιτικής όλων των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης.
Κάποιος, όμως, πρέπει να λέει την αλήθεια με οποιοδήποτε κόστος. Σε λίγα χρόνια η χώρα θα κατοικείται από εξαθλιωμένους άνεργους, υποαπασχολούμενους, ημιζωντανούς εργαζόμενους των 500 ευρώ με πλήρες ωράριο, γέροντες, συνταξιούχους που απλώς θα αναπνέουν. Σε μια κοινωνία του ενός τετάρτου, δηλαδή.
Η κυβέρνηση σαν το σκυλί του παραμυθιού θέλει να «φάει» και από τα δύο «μοναστήρια». Και από τις σάρκες των πολιτών και από τα χρήματα της δανειακής σύμβασης. Αυτό δεν γίνεται πλέον. Και γι αυτό θα καταρρεύσει κάποια στιγμή. Και τότε θα έρθει μια άλλη κυβέρνηση, πιθανότατα ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με κάποιο άλλο κόμμα ή κόμματα που και αυτός, πιθανότατ,α θα εξακολουθήσει την ίδια ή παρόμοια πολιτική.
Η λύση είναι μία. Η κοινή λογική. Μια κυβέρνηση ικανών και αποφασισμένων ανθρώπων να αποδώσουν δικαιοσύνη.
Με πραγματικά δημοκρατική νοοτροπία και επίκεντρο τον άνθρωπο.
Με δίκαιη κατανομή φόρων, με αξιοπρεπείς συντάξεις, με άμεσες και πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές στο δημόσιο μέσω αξιοκρατίας και έντιμης αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, θέσπιση νέων μορφών εργασίας με επίκεντρο την ύπαιθρο, τη γεωργική παραγωγή και τις κοινωνικές υποδομές ώστε να υπάρχει εργασία για όλους, κυριολεκτικά για όλους τους Έλληνες και κατάργηση των σκανδαλωδών προνομίων των συντεχνιών και των κομματικών στρατών, όπως η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων για παράδειγμα.
Η λύση είναι μια νέα προοπτική από συμμαχία μοντέρνων, προοδευτικών ανθρώπων που γνωρίζουν τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτή τη χώρα. Και να θυσιαστούν, γιατί περί θυσίας πρόκειται, ώστε οι επόμενες γενιές να ζήσουν σε μία ανθρώπινη χώρα.
Δυστυχώς, τότε δεν θα ζω για να δω αυτό το θαύμα. Αν γίνει. Αλλά είναι αυτό που έχει πει ο Ισπανός σκηνοθέτης Λουίς Μπουνιουέλ σαρκάζοντας το θάνατο. «Καλά να έχω πεθάνει, αλλά να μπορούσα να βγαίνω από τον τάφο μου, να πηγαίνω να παίρνω καμιά εφημερίδα να βλέπω τι έγινε μετά». Αυτό είναι που με τρομάζει. Δεν θα μπορώ να βλέπω τι γίνεται στην πατρίδα μου, αν κάποτε θα υπάρξει ομορφιά. Αν κάποτε φύγει αυτή η ασχήμια που βιώνω καθημερινά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου