«Όταν όλες οι δύο επόμενες βδομάδες ήταν κρίσιμες».
Αναφέρεται στην «ιστορία» του 2020 και εμμέσως πλην σαφώς σε όλους όσοι έσπευσαν να το κατευοδόσουν με την ελπίδα ότι δεν θα επαναλαμβανόταν το 2021.
Τίποτα, ωστόσο, δεν φαίνεται προσώρας να αποκλείει τον κίνδυνο η πλάκα να επαναλειφθεί στο τέλος του 2021 υπό τον τίτλο «η χρονιά κατά την οποία όλοι οι δυο, αν όχι οι τρεις, επόμενοι μήνες ήταν κρίσιμοι»...
Όχι γιατί με τον μαζικό εμβολιασμό κατά του COVID 19 δεν θα αρχίσουν να μεταβάλλονται τα επιδημιολογικά δεδομένα. Αλλά διότι, πρώτον, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί πριν παρέλθουν αρκετοί μήνες και, δεύτερον, μέχρι τότε άλλα, πολιτικά και κοινωνικά κρισιμότερα, δεδομένα θα έχουν δημιουργηθεί παρατείνοντας επ' αόριστον την καταλυτική για την διαμόρφωση της κοινής γνώμης αβεβαιότητα.
Από τη διαχείριση της αβεβαιότητας είναι που πρωτίστως θα κριθούν οι εξελίξεις συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αφορούν στην τροπή που θα πάρουν τα πράγματα στο πεδίο του κομματικού ανταγωνισμού.
Όχι διότι υφίσταται προς το παρόν κίνδυνος απρόσμενων(;) ανατροπών σαν κι αυτές που το 2012 αποσταθεροποίησαν το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Κανένας αυτή τη φορά δεν θα μπορεί, κατ' αρχήν, να χρεώσει σε κανέναν την ευθύνη για την επιδείνωση της κατάστασης και δη της οικονομικής. Και κανένας, όσο ο «εχθρός» παραμένει τόσο αόρατος όσο είναι αυτός που προκάλεσε την υγειονομική κρίση, από την οποία όλα ξεκίνησαν, δεν θα μπορεί κατ' αρχήν να κουνήσει το δάχτυλο σε κανέναν. Ποιο κίνημα «αγανακτισμένων» θα στραφεί εναντίον του κορονοϊού;
Αλλά γιατί υφίσταται πάντα ο κίνδυνος να διαταραχθεί η πολύ λεπτή «ισορροπία του τρόμου» που σήμερα θέτει σε στάση αναμονής την πλειοψηφία των πολιτών που αντιλαμβάνονται ότι μεταξύ της ανάγκης να προστατευθεί η δημόσια υγεία και της ανάγκης να συνεχιστεί ομαλά η οικονομική δραστηριότητα δεν υπάρχει ανώδυνη επιλογή.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι υπάρχει και ανεξάντλητη υπομονή. Ιδιαίτερα όταν την όποια υπομονή εξαντλούν πολύ γρήγορα και αχρείαστα αδέξιοι και αψυχολόγητοι επικοινωνιακοί χειρισμοί όπως αυτοί, για παράδειγμα, που έγιναν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αρχικά με τις μάσκες και τώρα με τον προγραμματισμό των εμβολιασμών υπονομεύοντας την αξιοπιστία των ιθυνόντων και δίνοντας λαβές στην καχυποψία που τρέφει την συνωμοσιολογία.
Αντί να προσπαθούν με αυτούς αρμόδιοι και αναρμόδιοι να κερδίσουν χρόνο δημιουργώντας σύγχυση και καλλιεργώντας την προσδοκία περί επικείμενης επιστροφής στην κανονικότητα, είναι απείρως προτιμότερο οι κυβερνώντες να αναλάβουν τις παιδαγωγικές τους ευθύνες προετοιμάζοντας την κοινή γνώμη για την επόμενη ημέρα της οποίας η κανονικότητα δεν πρόκειται να θυμίζει σε τίποτα αυτήν που γνωρίσαμε προ της πανδημίας.
Καλώς ή κακώς η πανδημία σήμανε «τέλος εποχής». Χάραξε μια τομή στον πολιτικό χρόνο. Εισήγαγε σε μια αγνώστου διαρκείας μεταβατική περίοδο από αυτές της Ιστορίας στη διάρκεια των οποίων «το παλιό που δεν έχει ακόμα πεθάνει παλεύει με το νέο που δεν έχει ακόμα γεννηθεί».
Η κοινή γνώμη το διαισθάνεται. Εξ ου και ταλαντεύεται ανάμεσα σε μια εύλογη δυσφορία για τα αναγκαστικά περιοριστικά μέτρα και στη βαθιά περισυλλογή που επιβάλει σε κρίσιμα τμήματά της η συναίσθηση του γεγονότος ότι καλούνται στην πραγματικότητα να πάρουν αποφάσεις υπαρξιακού σε τελική ανάλυση χαρακτήρα.
Δεν ξέρουν καν αν θα πρέπει να τις λάβουν σαν να μην υπάρχει αύριο ή αν θα πρέπει να τις αναβάλουν επ' αόριστο για να μη διαπράξουν στο μεταξύ κάποιο μη επανορθώσιμο και μοιραίο για την επιβίωσή τους λάθος.
Σε μια τέτοια θέση βρίσκονται για παράδειγμα οι ουκ ολίγοι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που θα πρέπει να απαντήσουν άμεσα ίσως στο δίλημμα να «κλείσουν οριστικά ή να περιμένουν μήπως κάτι ξαναγυρίσει».
Και ήταν, βέβαια, άλλο να καλείσαι να πάρεις μια τέτοια απόφαση ενόψει μιας οικονομικής κρίσης σαν κι αυτή του 2010, που όλοι έλπιζαν ότι κάποια στιγμή θα παρερχόταν. Και είναι εντελώς διαφορετικό να έχεις να την πάρεις τώρα που βλέπεις ότι «τίποτα δεν θα είναι πια όπως ήταν πριν».
Αντί, λοιπόν, το πολιτικό προσωπικό να αναλώνεται εκλογολογώντας και ξεφυλλίζοντας άλμπουμ με φωτογραφίες της στιγμής ( αλλοιώς δημοσκοπήσεις ), είναι απείρως χρησιμότερο να συνδράμει στη διάσωση της κοινωνίας από την αβεβαιότητα αρχίζοντας από τις στρατηγικές αποφάσεις που αφορούν στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και της απασχόλησης.
Πολύ δε περισσότερο που είναι συλλογική ευθύνη και κατεξοχήν δουλειά των ευρωπαϊκών πολιτικών ηγεσιών να αποφασίσουν ποιες θα είναι οι επιχειρήσεις με τις οποίες θα ανοίξουν τους δρόμους του μέλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα τώρα που οι εξελίξεις στην Αμερική της δίνουν την τελευταία ευκαιρία να αναλάβει έναν νέο παγκόσμιο ηγετικό ρόλο.
Ειδάλλως ο κίνδυνος η νεότερη γενιά της να εκτονώνεται σπάζοντας στο ξύλο σταθμάρχες του μετρό θα πολλαπλασιασθεί πριν καν τον πάρουν χαμπάρι οι κυβερνήσεις της.
Τίποτα, ωστόσο, δεν φαίνεται προσώρας να αποκλείει τον κίνδυνο η πλάκα να επαναλειφθεί στο τέλος του 2021 υπό τον τίτλο «η χρονιά κατά την οποία όλοι οι δυο, αν όχι οι τρεις, επόμενοι μήνες ήταν κρίσιμοι»...
Όχι γιατί με τον μαζικό εμβολιασμό κατά του COVID 19 δεν θα αρχίσουν να μεταβάλλονται τα επιδημιολογικά δεδομένα. Αλλά διότι, πρώτον, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί πριν παρέλθουν αρκετοί μήνες και, δεύτερον, μέχρι τότε άλλα, πολιτικά και κοινωνικά κρισιμότερα, δεδομένα θα έχουν δημιουργηθεί παρατείνοντας επ' αόριστον την καταλυτική για την διαμόρφωση της κοινής γνώμης αβεβαιότητα.
Από τη διαχείριση της αβεβαιότητας είναι που πρωτίστως θα κριθούν οι εξελίξεις συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αφορούν στην τροπή που θα πάρουν τα πράγματα στο πεδίο του κομματικού ανταγωνισμού.
Όχι διότι υφίσταται προς το παρόν κίνδυνος απρόσμενων(;) ανατροπών σαν κι αυτές που το 2012 αποσταθεροποίησαν το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Κανένας αυτή τη φορά δεν θα μπορεί, κατ' αρχήν, να χρεώσει σε κανέναν την ευθύνη για την επιδείνωση της κατάστασης και δη της οικονομικής. Και κανένας, όσο ο «εχθρός» παραμένει τόσο αόρατος όσο είναι αυτός που προκάλεσε την υγειονομική κρίση, από την οποία όλα ξεκίνησαν, δεν θα μπορεί κατ' αρχήν να κουνήσει το δάχτυλο σε κανέναν. Ποιο κίνημα «αγανακτισμένων» θα στραφεί εναντίον του κορονοϊού;
Αλλά γιατί υφίσταται πάντα ο κίνδυνος να διαταραχθεί η πολύ λεπτή «ισορροπία του τρόμου» που σήμερα θέτει σε στάση αναμονής την πλειοψηφία των πολιτών που αντιλαμβάνονται ότι μεταξύ της ανάγκης να προστατευθεί η δημόσια υγεία και της ανάγκης να συνεχιστεί ομαλά η οικονομική δραστηριότητα δεν υπάρχει ανώδυνη επιλογή.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι υπάρχει και ανεξάντλητη υπομονή. Ιδιαίτερα όταν την όποια υπομονή εξαντλούν πολύ γρήγορα και αχρείαστα αδέξιοι και αψυχολόγητοι επικοινωνιακοί χειρισμοί όπως αυτοί, για παράδειγμα, που έγιναν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αρχικά με τις μάσκες και τώρα με τον προγραμματισμό των εμβολιασμών υπονομεύοντας την αξιοπιστία των ιθυνόντων και δίνοντας λαβές στην καχυποψία που τρέφει την συνωμοσιολογία.
Αντί να προσπαθούν με αυτούς αρμόδιοι και αναρμόδιοι να κερδίσουν χρόνο δημιουργώντας σύγχυση και καλλιεργώντας την προσδοκία περί επικείμενης επιστροφής στην κανονικότητα, είναι απείρως προτιμότερο οι κυβερνώντες να αναλάβουν τις παιδαγωγικές τους ευθύνες προετοιμάζοντας την κοινή γνώμη για την επόμενη ημέρα της οποίας η κανονικότητα δεν πρόκειται να θυμίζει σε τίποτα αυτήν που γνωρίσαμε προ της πανδημίας.
Καλώς ή κακώς η πανδημία σήμανε «τέλος εποχής». Χάραξε μια τομή στον πολιτικό χρόνο. Εισήγαγε σε μια αγνώστου διαρκείας μεταβατική περίοδο από αυτές της Ιστορίας στη διάρκεια των οποίων «το παλιό που δεν έχει ακόμα πεθάνει παλεύει με το νέο που δεν έχει ακόμα γεννηθεί».
Η κοινή γνώμη το διαισθάνεται. Εξ ου και ταλαντεύεται ανάμεσα σε μια εύλογη δυσφορία για τα αναγκαστικά περιοριστικά μέτρα και στη βαθιά περισυλλογή που επιβάλει σε κρίσιμα τμήματά της η συναίσθηση του γεγονότος ότι καλούνται στην πραγματικότητα να πάρουν αποφάσεις υπαρξιακού σε τελική ανάλυση χαρακτήρα.
Δεν ξέρουν καν αν θα πρέπει να τις λάβουν σαν να μην υπάρχει αύριο ή αν θα πρέπει να τις αναβάλουν επ' αόριστο για να μη διαπράξουν στο μεταξύ κάποιο μη επανορθώσιμο και μοιραίο για την επιβίωσή τους λάθος.
Σε μια τέτοια θέση βρίσκονται για παράδειγμα οι ουκ ολίγοι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που θα πρέπει να απαντήσουν άμεσα ίσως στο δίλημμα να «κλείσουν οριστικά ή να περιμένουν μήπως κάτι ξαναγυρίσει».
Και ήταν, βέβαια, άλλο να καλείσαι να πάρεις μια τέτοια απόφαση ενόψει μιας οικονομικής κρίσης σαν κι αυτή του 2010, που όλοι έλπιζαν ότι κάποια στιγμή θα παρερχόταν. Και είναι εντελώς διαφορετικό να έχεις να την πάρεις τώρα που βλέπεις ότι «τίποτα δεν θα είναι πια όπως ήταν πριν».
Αντί, λοιπόν, το πολιτικό προσωπικό να αναλώνεται εκλογολογώντας και ξεφυλλίζοντας άλμπουμ με φωτογραφίες της στιγμής ( αλλοιώς δημοσκοπήσεις ), είναι απείρως χρησιμότερο να συνδράμει στη διάσωση της κοινωνίας από την αβεβαιότητα αρχίζοντας από τις στρατηγικές αποφάσεις που αφορούν στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και της απασχόλησης.
Πολύ δε περισσότερο που είναι συλλογική ευθύνη και κατεξοχήν δουλειά των ευρωπαϊκών πολιτικών ηγεσιών να αποφασίσουν ποιες θα είναι οι επιχειρήσεις με τις οποίες θα ανοίξουν τους δρόμους του μέλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα τώρα που οι εξελίξεις στην Αμερική της δίνουν την τελευταία ευκαιρία να αναλάβει έναν νέο παγκόσμιο ηγετικό ρόλο.
Ειδάλλως ο κίνδυνος η νεότερη γενιά της να εκτονώνεται σπάζοντας στο ξύλο σταθμάρχες του μετρό θα πολλαπλασιασθεί πριν καν τον πάρουν χαμπάρι οι κυβερνήσεις της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου