Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΑΔΑ ΔΡΑΜΑΣ

  
Αγαπητοί αναγνώστες,

Στό βιβλίο αυτό θά προσπαθήσωμεν νά περιγράψωμεν μιά σειρά θαυμαστών θεϊκών αποκαλύψεων πού είδε μέ οράματα ό Σωτήριος Τσεπίδης εδώ καί δεκαπέντε χρόνια γιά τήν περιοχήν “ΒΡΑΧΟΣ” τού χωριού Πρασινάδος Ν. Δράμας απ΄ όπου κατάγεται.  Στήν τοποθεσίαν αυτήν, σύμφωνα πάντα μέ τά οράματα τού Σωτήρη καί άλλες μαρτυρίες πού έρχονται στό φώς...
υπήρξε στήν περίοδον τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ή Ιερά Μονή τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος ή οποία καταστράφηκε ολοσχερώς στήν Δ΄ Στρατιωτικήν Ιταλικήν Αποστολήν.      

            Μέ μεγάλη χαρά καί συγκίνησι θά προσπαθήσωμεν νά εξιστορίσωμεν όσα αποκαλύφθηκαν μέ τά οράματα καί συμφωνούν μέ τές μετέπειτα μαρτυρίες διαφόρων άλλων ατόμων καί επιβεβαιώνονται από ευρήματα τής περιοχής καθώς καί θαύματα πού συνέβησαν πρίν από τήν αποκάλυψιν τής Ιεράς Μονής καί μετά από αυτήν καί έγιναν πιστευτά από τόν κόσμον, προκειμένου νά διαδοθή τό γεγονός, ότι δηλαδή ό τόπος αυτός είναι Αγιασμένος καί χρήζει τής προσοχής όλων μας καί ότι πρέπει νά τόν κάνωμεν όπως ήταν παλαιά στές δόξες του “ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ!”

            Μέ πίστιν στόν Χριστόν καί πεπεισμένοι γιά τήν ύπαρξιν τού Ιερού Μοναστηρίου, πήραμεν τήν άδειαν από τήν Ιεράν Μητρόπολιν Δράμας καί έχοντας τήν παραχώρησιν τής ιεράς τοποθεσίας από τόν πρόεδρον τής κοινότητος Πρασινάδος καί τού κοινοτικού του Συμβουλίου, αρχίσαμεν τές πρώτες προσπάθειες γιά ανοικοδόμησιν επί τών ερειπίων τού Μαρτυρικού Βυζαντινού Μοναστηρίου τής νέας Ιεράς Μονής.

            Ευχόμαστε μέ τήν βοήθειαν τού Θεού καί τές πρεσβείες τού Αγίου Ηγουμένου καί τής συνοδείας αυτού, νά βρεθούν θερμοί υποστηρικτές τής ιδέας μας γιά νά μπορέσωμεν νά φέρωμεν σέ πέρας τό όλο έργο τής δημιουργίας τών εγκαταστάσεων τής νέας Ιεράς Μονής τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος. 

            ΠΡΑΣΙΝΑΔΑ

            Ό συνοικισμός Πρασινάδος βρίσκεται βορειοανατολικά τού Ν. Δράμας, στό τρίγωνο τού Παρανεστίου καί είναι παραμεθόρια περιοχή χτισμένη στούς πρόποδες τού καταπράσινου βουνού Παγκάλου μέ 713 μέτρα υψόμετρο.  Οί κάτοικοί του είναι Πόντιοι στήν καταγωγήν, φεύγοντας μέ τόν ξεριζωμό από τό χωριό Λιβάδια τών Γαλιανών Τραπεζούντος φθάσανε στήν Ελλάδα καί στήν Θεσσαλονικήν αναγκάστηκαν νά χωριστούν σέ τρείς ομάδες γιά νά μπορέσουν ν’ αντιμετωπίσουν τές δύσκολες συνθήκες διαβιώσεως.  Ή πρώτη ομάδα εγκαταστάθηκε στό Ροδοχώρι τής Νάουσας, ή δευτέρα στήν Λεκάνην τής Καβάλας καί ή τρίτη στήν Πρασινάδα  Παρανεστίου Δράμας κατά τό 1924.  Οί αρχηγοί τών Ποντίων τής Πρασινάδος ήταν ό δημοδιδάσκαλος Ιάκωβος Παντελίδης καί ό ιερομόναχος Ιωάννης Ποικιλίδης πού είχε τήν μετάνοιά του στό Μοναστήρι τής Παναγίας Σουμελά στόν Πόντο.  Οί δύο αυτοί άνδρες μαζύ μέ τόν πρόεδρον τού χωριού Κωνσταντίνο Παντελίδη καί τήν μαμήν Σοφία Κελεσίδου, πρόσφεραν πολλά στούς Πρασιναδιώτες στόν αγώνα τους γιά επιβίωσιν στήν νέαν τους πατρίδα.  Παρά τές αντίδοξες συνθήκες ζωής στήν Πρασινάδα καί τήν εγκατάλειψιν τής πολιτείας, οί Πόντιοι πού εγκαταστάθηκαν εκεί κατόρθωσαν χάριν στήν θέλησιν τους γιά ζωήν καί τήν εργατικότητά τους νά προσαρμοστούν στά νέα δεδομένα καί σήμερον νά βρίσκωνται αισίως στήν τρίτην γενιάν τους.

            Σ’ αυτό τό σημείο θά πρέπει νά κάνωμεν λόγον διά τόν πολιτευτήν του Ν. Δράμας Κωνσταντίνο Ευροιμίδη χάριν στόν οποίον έγινε ασφαλτόστρωση στόν δρόμον Παρανεστίου-Πρασινάδος μέ αποτέλεσμα νά εξαλειφθή τό μεγαλύτερον εμπόδιο διά τήν προσέγγισιν τών συγγενών καί φίλων στήν Πρασινάδα δηλαδή ό κακοτράχαλος δρόμος.

            Σέ λίγο καιρό έχει ολοκληρωθεί ή ασφαλτόστρωση όλου τού δρόμου καί πολλοί Πρασιναδιώτες πού εγκατέλειψαν τό χωριό θά γυρίσουν πίσω είτε σάν συνταξιούχοι είτε σάν εργαζόμενοι στά διάφορα εργοτάσια τού βουνού καί στήν ξυλείαν.

            Επίσης θά έρχονται πολλοί νά παραθερίζουν στήν όμορφη Πρασινάδα πού βρίσκεται μέσα στά καταπράσινα βουνά καί στά γάργαρα νερά διά νά αναπνεύσουν καθαρόν αέρα μακρυά από τές πόλεις τών καυσαερίων. 

            Τέλος αυτό πού κάνει μοναδικήν τήν Πρασινάδα Παρανεστίου είναι ό ανεκτίμητος θησαυρός της ή Ιερά Μονή τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος πού αποκαλύφθηκε μέ ανασκαφήν πάνω στόν Βράχον πού δεσπόζει τού χωριού καί πού κάποια μέρα, πολύ σύντομα, μετά τήν ανοικοδόμησιν τής νέας Μονής πού θά γίνη στό ίδιο σημείον, θά αποτελέση τόν “Φάρο τής Ορθοδοξίας!”

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ 

ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ


            Ή αποκάλυψη τού Μοναστηριού μετά περίπου οκτώ αιώνες έγινε μέ θαυμαστόν τρόπον καί κατ’ οικονομία Θεού, χάριν στήν επιμονήν τών άξιων τέκνων τής Πρασινάδος Κωνσταντίνου Ευμοιρίδη, δικηγόρου, πολιτευτή καί τού Σωτηρίου Τσεπίδη Δημοσίου Υπαλλήλου οί οποίοι παραμερίζοντας τήν προσωπικήν καί οικογενειακήν τους ζωήν, πρόσφεραν τά πάντα διά τήν δημιουργίαν τής νέας Μονής πάνω στά θεμέλια τής παλαιάς Βυζαντινής.

            Όλα άρχισαν πρίν από χρόνια όταν ό Σωτήρης Τσεπίδης, σέ ηλικίαν δώδεκα ετών αρρώστησε βαρειά καί κινδύναψε νά πεθάνη.  Τρέις μήνες πάλαιψε μέ τόν χάρο καί σ’ αυτό τό διάστημα ή οικογένειά του έζησε μέρες αγωνίας καί στενοχωρίας βλέποντας τό παιδί τους μέρα μέ τήν μέραν ν’ απομακρύνεται από κοντά τους.  Έφθασε νά μήν γνωρίζη κανέναν.  Σ’ εκείνην τήν δύσκολην ώραν ή αδελφή του ή Αθηνά μέσα στήν απελπισίαν της παρακάλεσε τήν Παναγίαν νά τόν σώση καί έκανε τάμα μιά εικόνα στήν Χάριν της δοσμένη από τά χέρια τού ιδίου τού Σωτήρη.  Ή Μεγαλόχαρη έκανε τό θαύμα καί ύστερα από ταλαιπωρίαν καί απουσίαν ουσιαστικά από τήν ζωήν κάποιων μηνών, ό Σωτήρης έγινε καλά.  Επανήλθε καί στό σχολείο στό Παρανέστι όπου φοιτούσε καί διέκοψε λόγω τής αρρώστειας.

             Ό διδάσκαλός του ήταν ό Νικόλαος Ακριτίδης.  Τά χρόνια περνούσαν καί ό Σωτήρης δέν υλοποιούσε τό τάμα τής αδελφής του, ή οποία πάντα του τό υπενθύμιζε καί τόν συμβούλευε νά πάη τήν εικόνα στόν ναόν τής Παναγίας πού θά βρισκόταν στό Μεσοχώρι τού Παρανεστίου.  Όμως ό ίδιος πάντα θεοσεβούμενος, στές προσευχές του ευχαριστούσε τήν Παναγίαν  πού τόν έσωσε από βέβαιον θάνατον καί δέν ξεχνούσε ούτε στιγμήν τό τάμα.  Όταν έγινε 17 ετών, μαζεύοντας δραχμή-δραχμή τό ποσό πού χρειαζόταν γιά τήν αγοράν τής εικόνος, αγόρασε τελικά μιά εικόνα τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου καί οδηγούμενος από θείαν έμπνευσιν αντί νά τήν πάη στό ναό τής Παναγίας στό Μεσοχώρι σκέφτηκε νά κτίση ένα παρεκκλήσι σέ κάποια κεντρικήν διάβασιν τού χωριού καί εκεί μέσα νά τοποθετήση τήν εικόνα ώς ένδειξι ευγνωμοσύνης από μέρους του πρός τήν Μητέρα τού Σωτήρος τού οποίου τό όνομα είχε μόνον αυτός στήν Πρασινάδα.  Ή σκέψις αυτή έγινε έμμονη ιδέα καί τό μέρος πού τόν τραβούσε νά πάη νά στήση τό παρεκκλήσι ήταν ή κεντρική διάβαση πρός τόν Βράχον.  Πλήρωσε 80 δραχμές ημερομίσθιο στόν Αντώνη Ποιλικίδη κάτοικο τού χωριού καί μάζεψε τές πέτρες πού χρειαζόντουσαν γιά τό κτίσιμο.  Λόγω τής ανέχειας όμως πού επικρατούσε εκείνα τά χρόνια, ή προσπάθεια τού Σωτήρη έμεινε στήν μέσην γιατί δέν είχε τά ανάλογα χρήματα γιά ν’αρχίση τό κτίσιμο.  Έτσι ό Σωτήρης έμεινε μέ τό όνειρο πώς κάποια μέρα όταν θά ήταν σέ καλύτερη οικονομική κατάσταση θά ξεκινούσε τό έργον σ’αυτήν τήν τοποθεσίαν.  Τοποθέτησε τήν εικόνα προσωρινά στό τετράγωνο κτίσμα τής πέτρινης βρύσης 300 μέτρα βορειότερα, διαμορφώνοντάς το κατάλληλα.  Τό μέρος προσφερόταν γιατί ήταν πέρασμα καί στόν ίσκιο τής πέτρινης αυτής βρύσης τά καλοκαίρια ξεκουραζόντουσαν άνθρωποι καί ζώα.

            Στές 16 Ιουνίου, 1957 έκαναν τά εγκαίνια μέ τόν Αιδεσιμότατο τότε ιερέα Περικλή Αποστολίδη, τήν συγχωρεμένη πρεσβυτέρα του Σοφία, τόν ανεψιόν του Σωτήρη, Γεώργιον Π. Τσεπίδη καί τόν εξάδελφόν της πρεσβυτέρας Γεώργιον Παμπουξίδη ό οποίος έβγαλε καί μιά αναμνηστικήν φωτογραφίαν.

            Κάποια ημέρα, μετά από τρία χρόνια, τό 1960, ό ιεροψάλτης τού χωριού Αβραάμ Ευμοιρίδης διηγήθηκε στό Σωτήρη ένα παράξενο όνειρο.  Είδε ότι αυτός καί ό Σωτήρης μετά από σκάψιμο στά θεμέλια τής πέτρινης βρύσης, βρήκαν ότι τό προσκυνητάρι στηριζόταν τελικά πάνω στήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος ή οποία βγήκε στήν επιφάνειαν μαζύ μέ άλλα εκκλησιαστικά σκεύη από τό σκάψιμο τό δικό τους.  Τό όνειρό του ψάλτη ήταν σημαντικό όπως θά δούμεν στήν συνέχειαν.  Ποιός όμως μπορούσε νά φανταστή τά θαυματουργικά γεγονότα πού θ’ακολουθούσαν!

            Τά χρόνια περνούσαν καί ό Σωτήρης, σάν πολλούς άλλους, πρός αναζήτησιν καλύτερων συνθηκών τής ζωής του, τό 1965 κατέβηκε στήν Δράμα καί εγκαταστάθηκε στό συνοικισμό Αμπελόκηποι.  Ή φτώχεια όμως τόν ανάγκασε νά φύγη στήν Γερμανίαν μαζύ μέ τήν οικογένειάν του σάν μετανάστης, όπως έκαναν πολλοί Έλληνες εκείνη τήν εποχήν.

            Μέ τήν πρώτην άδειαν πού μπόρεσε νά πάρη από τήν δουλειάν του στήν Γερμανίαν, ήλθε στήν Ελλάδα τό 1972 καί ανέβηκε μέ λαχτάρα καί συγκίνησιν στήν Πρασινάδα ν’ ανάψη τό καντήλι στό παρεκκλήσι τής πέτρινης βρύσης.   Όμως τί απογοήτευσι ένοιωσε όταν αντίκρυσε τήν πέτρινην βρύσην χωρίς τό προσκυνητάρι του!

            Ή κοινότης τής Πρασινάδος χρειάστηκε τό νερό τής πέτρινης βρύσης γιά νά συμπληρώση τό νερό τού δικτύου υδρεύσεως τού χωριού καί έτσι διαμόρφωσε τήν πέτρινην βρύσην προκειμένου νά υλοποιήση τά σχέδιά της.  Τίς δέ εικόνες τού παρεκκλησίου τές άφησαν εκτεθειμένες σέ μιά ντουλάπα μέ τέσσερες πλάκες!

            Ό Σωτήρης, πού τότε τά οικονομικά του ήταν καλύτερα παρήγγειλε αμέσως ένα όμορφο ανοξείδωτο μεταλλικό προσκυνητάρι γιά τές εικόνες, μέ πρόθεση νά τό στήση στό λόφο τού Βράχου, εκεί πού αρχικά είχε μαζέψει τές πέτρες καί δέν είχε μπορέσει νά κτίση τό παρεκκλήσι πού ονειρεύτηκε.

            Όμως ή άδειά του τελείωσε καί δέν πρόλαβε νά προχωρήση  στό σχέδιό του.  Από τήν Γερμανίαν στέλνει γράμμα  στόν ιεροψάλτη τού χωριού Αβραάμ Ευροιμίδη νά τοποθετήση εκείνος στόν λόφον τό προσκυνητάρι μόλις κατασκευαστεί από τόν μάστορα.  Σ΄εκείνο τό γράμμα του ό Σωτήρης έγραψε στόν Αβραάμ τές σκέψεις του καί τό πώς ένιωθε γιά τόν λόφον ότι δηλαδή διαισθανόταν ότι κάποια μέρα θά συνέβαιναν μεγάλα θρησκευτικά γεγονότα πού δέν ήταν σέ θέση ό ίδιος νά εξηγήση.  Ό Αβραάμ Ευμοιρίδης πού είναι σήμερα ανάμεσά μας, μπορεί νά επιβεβαιώση σ’ όσους δυσπιστούν τό αληθές τού γεγονότος.

            Εκείνη τήν εποχήν ό ιεροψάλτης τής Πρασινάδος, όντας πολυάσχολος, δέν υλοποίησε τήν επιθυμίαν τού Σωτήρη γιά τό στήσιμο τού παρεκκλησίου.  Μετά από δύο χρόνια τόν Αύγουστον τού 1974 ό Σωτήρης, πάλιν μέ άδεια, ήλθε από τήν Γερμανίαν μέ τήν οικογένειά του καί ή πρώτη του ενέργεια ήταν νά πάη νά στήση τό προσκυνητάρι μέ τά ίδια του τά χέρια εκεί πού τό είχε ονειρευτεί.  Τά εγκαίνιά  του έγιναν στές 24 Αυγούστου από τόν αιδεσιμότατο ιερέα τού χωριού Αντώνιο Καζεπίδη παρευρισκομένων  πολλών κατοίκων.  Καί ό εξάδελφος τού Σωτήρη, Χρήστος Λαζαρίδης δώρισε ένα κατσικάκι τό οποίο τό έκαναν “κουρμπάν” (θυσίαν) τήν ώραν τών εγκαινίων.

            Πρίν γυρίσει στήν Γερμανίαν αυτός καί ή οικογένειά του πήγαν στό προσκυνητάρι γιά τελευταία φορά, άναψαν τό καντήλι καί προσευχήθηκαν στήν Παναγίαν νά τούς έχη καλά στήν ξενητειά καί δώσουν υπόσχεσι άν τούς αξιώσει ό Θεός καί γυρίσουν μέ τό καλό στήν πατρίδα στήν θέσην αυτήν, σάν τάμα μεγάλο τού Σωτήρη, νά κτίσουνε ένα όμορφο παρεκκλήσι 4 μέτρα χ 4 μέτρα  πού θά είναι περιφραγμένο μέ λουλούδια καί θά έχη δένδρα κάτω από τήν σκιάν τών οποίων θά βρίσκεται κτισμένη βρυσούλα μέ γάργαρο νερό καί θά δροσίζη τούς περαστικούς αφού από κεί περνάει ό κεντρικός δρόμος.

            Από τήν ημέραν εκείνην πού υποσχέθηκε τό “τάμα” ό Σωτήρης άρχισε νά ζή παράξενα καί ανεξήγητα, γεμάτος μέ οράματα, όνειρα καί σκέψεις γύρω από αυτό τό παρεκκλήσι.  Έβλεπε τακτικά στά όνειρά του ότι ανέβαινε στό λόφο τού Βράχου γιά νά προσκυνήση καί νά ανάψη κερί καί δέν εύρισκε τό προσκυνητάρι στήν θέσιν του.  Τό ένιωθε θαμένο στήν γήν κάτω από τά χώματα χωρίς νά μπορή νά εντοπίση τήν θέσιν του.  Τό ίδιο όνειρο πάντα καί δέν μπορούσε νά τό εξηγήση.  Τό διηγόταν σέ πολλούς, ακόμη καί σέ ιερείς αλλά κανένας δέν εύρισκε τήν σημασίαν του. 

Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ

Ό Σωτήρης γύρισε από τήν Γερμανίαν μέ τήν οικογένειάν του καί τελικά εγκαταστήθηκε στόν συνοικισμό Αμπελοκήπων Δράμας όπου έκτισε σπίτι, επανήλθε δέ στό Δημόσιο σάν εργαζόμενος.  Τό “τάμα” του τόν απασχολούσε συνέχεια κι’ άς βρισκόταν στήν Δράμαν, τό μυαλό καί ή σκέψις του βρισκόταν πάντα στόν δρόμον κάτω από τόν Βράχον τής Πρασινάδος.

            Σέ μιά επίσκεψη πού έκανε στόν Πατέρα Ισαάκ τής Φτελιάς, ό οποίος ήταν πνευματικό παιδί τού Γέροντος τών Ταξιαρχών, ό άγιος αυτός πατέρας του εξήγησε έν ολίγοις τό όνειρό του.  Τού είπε λοιπόν, ότι βλέπει τό παράξενο όνειρο διατί δέν φρόντισε νά βρή τήν πραγματικήν θέσιν πού πρέπει νά κτίση τό παρεκκλήσι.  Ή θέσις τού παρεκκλησίου κατά τόν πατέρα Ισαάκ δέν ήταν εκεί πού ήθελε νά τό στήση ό Σωτήρης!

            Ό Σωτήρης συνεχίζει νά βλέπη τό ίδιο όνειρο συχνά καί περίμενε μέ αγωνίαν νά τού φανερώση ό Θεός κάποιο σημάδι γιά τήν πιθανή νέα θέση πού θά έκτιζε τό παρεκκλήσι.  Μιά νύχτα είδε τό ίδιο όνειρο καί ενώ έψαχνε εκεί γύρω νά εντοπίση τό θαμένο προσκυνητάρι, βλέπει στά 100 μέτρα ψηλά στό Βράχο μιά φωτεινή εικόνα τού Χριστού μέ τό Ευαγγέλιο στό χέρι καί τήν επιγραφήν “ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ” καί ένα καντήλι νά καίη.  Όταν ξύπνησε προβληματίστηκε έκ νέου μέ τό όνειρο καί κατέληξε στό συμπέρασμα, έχοντας ύπ’ όψιν του καί τό παρόμοιο όνειρο τού ιεροψάλτη Αβραάμ Ευμοιρίδη πού είδε τό προσκυνητάρι νά στηρίζεται πάνω στήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, ότι θά έπρεπε νά προσθέση δίπλα στήν εικόνα τής Παναγίας μέσα στό προσκυνητάρι καί τήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος.

            Καί έτσι έκανε, αγόρασε τήν εικόνα καί τήν τοποθέτησε στό προσκυνητάρι γιά νά τήν προσκυνούν οί περαστικοί.  Όμως από τήν ημέραν εκείνην κάθε χρόνο τό παρεκκλήσι γιόρταζε τήν ημέραν τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος μαζεύοντας πλήθος κόσμου καί μάλιστα περισσότερο από αυτό πού ερχότανε όταν γιόρταζε ή Παναγία γιατί στήν Χάριν της ό κόσμος πήγαινε στό Παγγαίο.  Έξη χρόνια μετά από τήν υπόσχεσιν πού έδωσε ό Σωτήρης τό “τάμα” άρχισε νά υλοποιείται.

            Ό Σωτήρης έτρεξε σέ όλους όσους μπορούσαν νά βοηθήσουν γιά τήν πραγμάτωσιν τού “τάματος”, τήν ιεράν Μητρόπολιν τούς Πολιτευτάδες, Νομάρχες, τές Υπηρεσίες, τούς Εργολάβους καί τούς μαστόρους.  Έν τώ μεταξύ, πήγε ό ίδιος επί τόπου χάραξε τές διαστάσεις  πού ήθελε καί στές τέσσερες γωνίες έβαλε από μιά πέτρα γιά σημάδι θεμελίων.

            Στές 6 Αυγούστου, 1990, στήν γιορτήν τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, ό Σωτήρης μαζύ μέ τόν ιερέα Χρήστο Παπαδόπουλο καί τούς ψάλτες Σωκράτη Ηλιόπουλο καί Αβραάμ Ευμοιρίδη καί τούς κατοίκους τού χωριού ανέβηκαν στόν Λόφον τού Βράχου στό παρεκκλήσι γιά νά κάνουν Παράκλησιν, όπως εσυνηθίζετο τά τελευταία δύο χρόνια.  Τό ίδιο βράδυ στόν ύπνον του είδε επιτέλους ώ τού θαύματος τό όνειρο πού περίμενε!

            Παρουσιάστηκε μπροστά του ένας ιερωμένος μέ χρυσαφένια άμφια χωρίς καλυμαύχι πού έλαμπε τό πρόσωπό του από καλωσύνην καί αφού τόν ευλόγησε τού είπε: “Σωτήρη μήν ταράζεσαι καί μήν φοβάσαι, ήλθα νά σέ βοηθήσω.  Χρόνια σέ καθοδηγώ καί νοιώθω τήν αγωνίαν σου νά βρής τό θαμένο εκκλησάκι πού θέλεις νά τό ξανακτίσης, όμως τώρα ήρθε ή ώρα νά σού δείξω ποιά είναι ή θέση του.”  Γύρισε πρός ανατολάς καί τού έδειξε τόν τεράστιο Βράχο πού βρισκόταν στά 100 μέτρα από κεί καί τού είπε:  “Πάνω σ’ αυτόν τόν Βράχον είχε ένα Βυζαντινό Μοναστήρι τής Θείας Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τό οποίο έκτισαν δύο ασκητές καλόγεροι αδελφοί Πέτρος καί ό Παύλος τό 485 μ. χ. Καί επί αιώνες ήταν ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.  Τό Μοναστήρι αυτό είχε γίνει ξακουστό σ’ όλον τόν κόσμον.  Μέ τήν βοήθειαν τού Θεού άντεξε επί αιώνες στές επιδρομές τών απίστων πού εύκολα έκαναν τές επιθέσεις τούς σ’ αυτό λόγω τής ερημικής τοποθεσίας του.  Όμως κατά τά μέσα τού 1204 μ.. x. δέν άντεξε στήν ληστρικήν επιδρομήν τής 4ης Αποστολής τών Σταυροφόρων κατά τήν οποίαν καταστράφηκε ολοσχερώς καί οί δέκα καλόγεροι μέ τόν ηγούμενον πού κλείστηκαν μέσα κάηκαν μαζύ μέ τό Μοναστήρι.  Στόν αγιασμένον αυτόν τόπον βρίσκονται θαμένα τά λείψανα τών καλογέρων πού θά βεβαιώσουν τόν μαρτυρικόν θάνατόν τους.   Ή ιστορία είναι έτσι, πέρασαν τά χρόνια καί ήταν μοιραίο ν’ αρθής εσύ μέ τό ενδιαφέρον σου γιά τό εκκλησάκι νά φέρης τήν ζωήν σ’αυτόν τόν Άγιον Τόπον.  Εκεί ψηλά στό Βράχο θά ξεκινήσης τό κτίσιμο γιά τό εκκλησάκι πού ονειρεύτηκες.  Καί ή ιδέα σου θά ξαπλωθή παντού καί θά πάρη μεγάλες διαστάσεις καί πολλοί πιστοί καί δυνατοί από όλες τές κοινωνικές τάξεις θά σ’ ακολουθήσουν, θά συνεργαστούν μαζύ σου καί θά συντελέσουν στήν αξιοποίησιν αυτού τού τόπου όπου ό Θεός θά στείλη δικούς του ανθρώπους νά τόν κατοικήσουν».

            Στό σημείον αυτό ό Σωτήρης ερώτησε μέ δέος τόν Άγιον:  “Μά παππούλη ή επιφάνεια τού Βράχου είναι πολύ μεγάλη, πού θά βρώ τό μέρος πού βρισκόταν  κτισμένο τό παλαιό Μοναστήρι αφού δέν υπάρχει κάποιο σημάδι;”  “Θά στό υποδείξω” είπε ό Άγιος καί εξαφανίστηκε.  Ό Σωτήρης ξύπνησε ταραγμένος μέσα στόν ύπνον του καί σταυροκοπήθηκε μέ βουρκωμένα μάτια. Μόλις ξημέρωσε, χωρίς νά ξεχάση τίποτε από όσα είδε καί άκουσε στό όνειρο, έτρεξε στόν Βράχον.

            Γιά νά αναβής στόν Βράχον έπρεπε νά πάρης ένα παλαιό κατεστραμένο μονοπάτι στό οποίον δύσκολα σκαρφάλωσε καί βρέθηκε πάνω στόν Ιερόν Τόπον.  Μέ μεγάλην έκπληξιν εκεί επάνω βρήκε αμέσως σπασμένα κεραμίδια καί μάλιστα μεγάλου μεγέθους, χοντρά διαφορετικά από τά σημερινά.  Μάζεψε μερικά καί τά πήγε στόν διοικητήριον τών υπηρεσιών τής Δράμας όπου βρισκόταν αντιπρόσωπος τής αρχαιολογικής υπηρεσίας ό οποίος τόν βεβαίωσε ότι τά κεραμίδια ήταν Βυζαντινά.  

            Ή ιστορία τού Μοναστρηιού καί τής καταστροφής του ενισχύθηκε καί από ένα ακόμη γεγονός συνδυασμένο μέ κάποιο όνειρο τού Σωτήρη τού οποίου ή σκέψις καί ή ψυχή πλέον ανήκαν στόν Βράχον. 

            Από όνειρο σημαδιακό πού είδε κάποια νύχτα μέ τήν Αγίαν Ειρήνην καί τόν Άγιον Νεκτάριον πού τού είπαν ότι από τήν Θεσσαλονίκην κάποιος θά τού φέρη ένα βιβλίο καί σέ κάποια σελίδα του θά ‘ταν γραμμένο κάτι πού ενδιαφέρει τό Μοναστήρι, οδηγήθηκε στό πραγματικό γεγονός πού συνέβη μετά από μίαν εβδομάδα όταν ήλθε ό υιός του από τήν Θεσσαλονίκην καί τού έφερε ένα βιβλίο σχετικά μέ τόν αντίχριστον 666 νά τό διαβάση ολόκληρο μήπως καί ανακαλύψει κάτι από τές προφητείες τών Αγίων τού ονείρου του.  Συγκέντρωσε τήν προσοχήν του σέ κάποια γεγονότα πού έγραφε τό βιβλίο σχετικά μέ τά σχέδια τών Μασόνων καί τού εκάστοτε Πάπα τής Ρώμης πού πάντα είχαν σκοπόν νά κατασπαράξουν τήν Ορθοδοξίαν καί τούς Χριστιανούς.  Στά γεγονότα πού παρέθετε τό βιβλίο ήταν καί οί καταστροφές, τά εγκλήματα, οί ταπεινώσεις πού προκάλεσε ή αποστολή τής Τετάρτης Σταυροφορίας τής Καθολικής Εκκλησίας στές εκκλησίες καί τά μοναστήρια τής πατρίδος μας.  Όπου περνούσαν έκαιγαν καί ρήμαζαν.  Ό Σωτήρης θυμήθηκε αμέσως τήν απάντησιν πού τού έδωσε στό όνειρό του ό Άγιος Ιερωμένος όταν τόν ερώτησε άν ήταν Τούρκικος ό Στρατός πού έκαψε τό Μοναστήρι,  Είπε: «Όχι τέκνον μου, Ιταλικός Στρατός».

            Τότε σκέφτηκε μέ συγκίνησιν τό Μεγαλείον τού Θεού, τήν Σοφίαν Του καί τήν Δύναμίν Του.  Ή Αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου τού φανέρωσε πότε καί κάτω από ποιές συνθήκες κατατράφηκε τό Μοναστήρι καί μαρτύρισαν οί καλόγεροί του.  Μέγας είσαι Κύριε καί Θαυμαστά τά Έργα Σου!  Σωτήρα Χριστέ πάντα νά μάς φυλάς από τόν Πάπαν καί τούς ανόμους σκοπούς του!

            Ή πρώτη ενέργεια τού Σωτήρη μετά από όλες αυτές τές αποκαλύψεις ήταν νά πάη στόν πρόεδρον τής Πρασινάδος καί στό κοινοτικό συμβούλιον καί νά καταθέση μιά αναφορά μέ όλα όσα τού συνέβησαν γύρω από τόν Ιερόν Βράχον καί νά τούς ζητήση νά παραχωριθή ή κοινόχρηστη αυτή έκταση μέ σκοπόν νά κτισθή εκεί επάνω τό εκκλησάκι.  Ξανά ανέβηκε στόν Βράχον καί επειδή δέν μπορούσε νά εντοπίση κανένα ακόμη σημάδι γιά τά θαμένα από τόν καιρόν θεμέλια τού παλαιού Μοναστηριού, σκέφτηκε ότι τό καλύτερο μέρος γιά τό κτίσιμο θά ήταν πάνω στήν επιφάνειαν τού Βράχου πού ήταν καθαρή από χόρτα καί λοιπά στοιχεία.  Στήν συνέχειαν έτρεξε νά φροντίση γιά τήν μεταφοράν τών υλικών πάνω στό Βράχο.  Ή γυναίκα του ανυσηχούσε γιά τήν υγείαν του γιατί τόν έβλεπε  νά κουράζεται πολύ έχοντας κάνει σκοπό τής ζωής του τήν ιδέαν αυτήν τού Μοναστηριού καί βλέποντας τές διάφορες δυσκολίες πού εύρισκε μπροστά του.  Όμως ό ίδιος ένιωθε δυνατός, έτοιμος νά συνεχίση τόν αγώνα του σύμφωνα μέ όσα του μύνησε ό Θεός καί ή Θεία Πρόνοιά Του.

            Τό Πάσχα τού 1991 έφθασε καί ξημερώματα τής Πεντηκοστής βλέπει ένα ακόμη όνειρο ότι πάνω στό βορειοανατολικό τμήμα τού Βράχου ήταν κτισμένα ένα παλαιό Βυζαντινό Μοναστήρι καί μέσα σ’αυτό στήν θέσιν τού Παντοκράτορος υπήρχε ένα σύνολο από καλόγερους από τούς οποίους ένας ψηλός γύρισε καί είδε τόν Χριστόν.  Ενώ ήταν ντυμένος ίδια σάν τούς άλλους καλόγερους ή μορφή του ήταν τού Ζωοδότου Χριστού.  Τό όνειρο ήταν σημαδιακό γιά τόν Σωτήρη πού πίστεψε ότι ήταν ή υπόδειξη τού Αγίου Ιερωμένου αναφορικά μέ τήν θέσιν πού θά  έπρεπε νά κτίση τό εκκλησάκι.

            Μέ τήν πρώτην ευκαιρίαν πού βρέθηκε στήν Πρασινάδα, ανέβηκε στόν Βράχον καί άρχισε τό σκάψιμο στό μέρος πού τόν οδήγησαν τά όνειρά του.  Εκεί βρήκε τά παλαιά θεμέλια, τά καμμένα κεραμίδια καί τές πέτρες τού παλαιού Μοναστηριού καθώς καί τά Ιερά Λείψανα τών καλογέρων.  Συγκηνημένος γονάστισε καί μέ ευλάβεια καί μέ δέος προσκύνησε τόν Ιερόν Τόπον.  Όλα του τά όνειρα βγήκαν αληθινά!  Αποκαλύφθηκε μπροστά του ό Μαρτυρικός αυτός Τόπος πού θυσίασαν τήν ζωήν τους οί Άγιοι εκείνοι καλόγεροι γιά τήν Πίστιν τους στόν Χριστόν τόν Σωτήρα τής ανθρωπότητος.

            Κύμματα ρίγους διαπέρασαν όλον του τό σώμα.  Ή πίστις του τόν ωδήγησε ολοένα σέ καινούργια ευρήματα καί ή ιστορία τού Μοναστηριού σέ συνδυασμό πάντα μέ τά όνειρά του διαφαινόταν καθαρά μπροστά του.  

            Τά όνειρα συγχέονταν μέ τά οράματα καί ό Σωτήρης ζούσε μ’αυτά κάνοντά τα γνωστά σέ όλο καί περισσότερους πιστούς πού γινόντουσαν πλέον υποστηρικτές τής μεγάλης ιδέας του καί συμμετείχαν στόν αγώνα του.

            Εμφανίστηκε πάλιν στόν ύπνον του ό συμπαθέστατος Ιερωμένος μέ τό καλωσυνάτο πρόσωπο καί τού μίλησε περισσότερο.  Τό όνειρο ήταν ώς εξής: Είδε ότι κάποια μέρα οί συγχωριανοί του από τήν Πρασινάδα μαζεύτηκαν στό προαύλιο τής Εκκλησίας όπου μέσα υπήρχαν τέσσερες Μοναχοί, δύο αριστερά, δύο δεξιά γονατιστοί σέ στάσιν προσευχής μέ τά χέρια υψωμένα γύρω από τόν Άγιον Ιερωμένον  μέ τά χρυσά άμφια.  Ό Σωτήρης τότε τόν ερώτησε.  “Παππούλη πού θά βρούμε τήν εικόνα τού Μοναστηριού στόν Ιερόν Βράχον;»

            Ό Άγιος τού έγνεψε νά σιωπήση.  Ή απάντησή του ήταν νά μήν βιάζεται γιατί υπήρχε φόβος νά τήν χάσουν.  Τού υπέδειξε νά σκάψη ανατολικά καί κεί θά βρή τά Ιερά Λείψανα πού είχανε σάν κειμήλιον στόν Βυζαντινό Μοναστήρι. «Αυτά ανήκαν στόν Απόστολον πού μαρτύρισε πάνω στόν Σταυρόν πεθαίνοντας γιά τήν πίστιν του καί πρέπει νά δοθούν στόν Δεσπότην τής Δράμας ό οποίος ξέρει καί όταν θά έλθη ή ώρα θά τά τοποθετήση μέσα στόν Ναόν πού θά κτισθή.  Προηγουμένως πρέπει όμως νά παραμείνουν μέσα σέ κρασί τρείς μέρες καί μετά νά επικαλυφθούν μέ τριμένο θυμίαμα γιά νά ευωδιάζουν.  Από τό κρασί, μέσα στό οποίο θά παραμείνουν τά Ιερά Λείψανα, θά γίνη τό πρώτο μίγμα μέ τσιμέντο γιά νά στηριχθή ή Αγία Τράπεζα πού θά σταθή μέσα στήν Εκκλησίαν.  Ακόμη τό Μοναστήρι είχε καί Αγίασμα τό οποίο, είπε, θά ψάξεις μαζύ μέ άλλους νά βρής από τήν μεριά τής βαθείας χαράδρας μέ τό πολύ νερό.  Βγαίνει λίγο-λίγο καί είναι έκ Θεού καί κανένας μέχρι σήμερον δέν τό αντιλήφθηκε.  Θά τό μαζέψεις εσύ σέ δεξαμενή καί πάνω σ’ αυτήν θά στήσης ένα προσκυνητάρι μέ τήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος καί τό Αγίασμα αυτό θά είναι ή Σωτηρία τής ψυχής καί τού σώματος κάθε πιστού.  Στό σημείον αυτό θά φυτέψης τρείς ελιές, δύο άγριες καί μία ήμερη.  Έτσι τό θέλει ό Θεός!» 

            Τελειώνοντας ό Άγιος θύμησε στόν Σωτήρη ότι χάρη στές δεήσεις καί τές προσευχές αυτών τών καλογέρων πού μαρτύρησαν στόν Τόπον αυτόν, γλύτωσε τό χωριό τής Πρασινάδος από πολλά δεινά όταν ή περιοχή πέρναγε δύσκολες ημέρες.  
            
            Μ’ αυτά τά λόγια εξαφανίσθηκε ό Άγιος Ιερωμένος καί ό Σωτήρης ξύπνησε καί πάλιν γι’άλλην μίαν φοράν συγκινημένος μέ τές μνήμες νωπές στό μυαλό του από τά γεγονότα πού διαδραμματίστηκαν στήν περιοχήν όταν ή Βουλγαρία προσπάθησε νά μάς σκλαβώση μέ αποτελέσματα τραγικά γιά τόν τόπον σάν τού Πολυγέφυρου όπου έκλεισαν μέσα στό σχολείο 26 γυναικόπαιδα καί τά έκαψαν, τού Τραχωνίου πού είχαν πιάσει 25 άνδρες καί τούς σκότωσαν, τών Διποτάμων όπου έβαλαν φωτιά καί γενικά ό τρόμος καί ή αγωνία σερνόταν στήν Μακεδονίαν.  Μέσα σ’ αυτό τό κακό ή Πρασινάδα έμεινε άθικτη, θαρρείς καί κάποιο χέρι θεϊκό τήν προστάτευε! Σύμφωνα μέ διηγήσεις, αγότερα μετά τούς Βουλγάρους, κάποιες ένοπλες δυνάμεις είχαν στήσει τά πολυβόλα τους μπροστά στήν Εκκλησίαν τού χωριού γιά νά εκτελέσουν τούς κατοίκους του καί τήν τελευταίαν στιγμήν άλλαξαν τά φρονικά τους σχέδια καί έφυγαν χωρίς νά πειράξουν κανένα.  Ανάμεσα στούς μελλοθάνατους καί ό πατέρας τού Σωτήρη, Απόστολος Τσεπίδης, μέ τήν κατηγορίαν ότι είχε κρυμμένο όπλο.  Ή Θεία Πρόνοια κράτησε μακρυά τό κακό γιά άλλη μία φορά!

            Ό Σωτήρης ανέβηκε ξανά στόν Βράχον καί μέ πίστιν άρχισε τό σκάψιμο σύμφωνα μέ τές οδηγίες τού Αγίου Ιερωμένου.  Πράγματι θαμένα σέ βάθος ενός μέτρου βρέθηκαν τά Ιερά Λείψανα καί τέσσερα καρφιά σουβλερά 12 πόντων τό καθένα σέ σχήμα Γ μιάς άλλης εποχής!  Μέ ευλάβεια τά ασπάστηκε καί μέ προσοχήν τά πήρε μαζύ του.  Τό μέρος πού βρέθηκαν είχε χώμα σέ ξανθή απόχρωση ενώ τά γύρω χώματα είναι κατάμαυρα από τήν φωτιάν τών Σταυροφόρων.  Αυτό αποδεικνύει ότι τά Ιερά Λείψανα ήταν πράγματι μέσα σέ ξύλινη λειψανοθήκη ή οποία έλιωσε στό πέρασμα τών αιώνων καί άφησε γύρω τό χρώμα τού ξύλου.

            Ό Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δράμας κ.κ. Διονύσιος, στόν οποίον ό Σωτήρης παρέδωσε τά Ιερά Λείψανα, ευχαρίστησε τόν Σωτήρη καί μέ χαρά τά παρέλαβε.  Εκεί τόν πληροφόρησαν ότι ό Απόστολος Ανδρέας ό οποίος πέθανε μέ μαρτύρια στήν Πάτραν είχε καρφωθεί πάνω σέ σταυρόν μέ τέσσερα καρφιά χιαστή σάν αυτά πού βρήκε ό Σωτήρης μαζύ μέ τά Ιερά Λείψανα.

            Ό Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης εξεδήλωσε τήν επιθυμίαν νά ανεβή στόν Βράχον καί ό Σωτήρης το’ μαθε καί λίγες μέρες μετά από τό Πάσχα τού 1991 ειδοποιήθηκε καί βρέθηκε καί αυτός εκεί νά τόν προϋπαντήση.  Πρίν από τό γεγονός αυτό ό Σωτήρης είδε στόν όνειρόν του ότι ό Σεβασμιώτατος θά επισκεπτόταν τό προσκυνητάρι καί όπως καί έγινε κατά θαυμαστόν τρόπον καί πάλιν τό όνειρό του βγήκε αληθινό!

            Ό Σεβασμιώτατος θέλησε ν’ ανέβη καί στόν Βράχον επάνω αλλά τό μονοπάτι πού ήταν κατεστραμένο δέν τού τό επέτρεψε.  Δήλωσε όμως ότι θά είναι πάντα στό πλευρό αυτών πού θά προσπαθήσουν γιά τήν ανέγερσιν τού Μοναστηριού στόν Βράχον καί θά βοηθήση στό δύσκολο αυτό έργο μέ κάθε τρόπον γιατί τό νέο Μοναστήρι πάνω στά θεμέλια τού παλαιού Βυζαντινού θά δώση αίγλη στήν περιοχήν καί θά γίνη προσκύνημα τών πιστών τής Ορθοδοξίας.

            Άρχισε λοιπόν ό Σωτήρης μαζύ μέ άλλους πιστούς τό σκάψιμο πάνω στόν Βράχον γιά τήν θεμελίωσιν τού Μοναστηριού καί ανήμερα τού Λαζάρου τό 1992 βρήκαν καί τήν Ιεράν Λόγχην τού Μοναστηριού, τής οποίας τά θαύματα παραθέτονται παρακάτω στό τέλος τού βιβλίου καί δείχνουν τήν Θείαν δύναμιν πού διαθέτει.

            Σ’ όλα αυτά προστίθεται καί ένα γεγονός πού ενισχύει τήν ιστορίαν τού Μοναστηριού ακόμη περισσότερον.  Κάποιος κυνηγός από τήν Θεσσαλονίκην πού κυνηγούσε στά βουνά τής γύρω περιοχής έψαχνε τό σκυλί του στήν Πρασινάδα καί καθώς έπιασε βροχή μπήκε σέ μιά παράγκα τού Δασαρχείου στήν χαράδρα Νο. 14 (όπως είναι αριθμημένες από τό Δασαρχείο) γιά νά προστατευτή.

            Μέσα στήν μπαράγκα ήταν κι άλλοι πού δούλευαν στό βουνό καί βρέθηκε καί ό Μπάμπης Καλεπίδης κάτοικος Πρασινάδος.  Ό κυνηγός αυτός σέ δεδομένη συζήτησιν σχετικά μέ τόν Ιερόν Βράχον, είπε ότι ξέρει αυτός ότι υπάρχει ένα παμπάλαιο βιβλίο πού γράφει τήν ιστορίαν τού παλαιού Μοναστηριού πού είχε κτιστεί τήν εποχήν τού Βυζαντίου καί δέσποζε τής περιοχής καί ότι ό δρόμος πού περνούσε δίπλα από τόν Βράχον, όπου ήταν κτισμένο, ήταν ή μοναδική κύρια οδός πρός τήν Βουλγαρίαν από όπου περνούσαν τά καραβάνια κάνοντας μεταφορές.

            Τό βιβλίο αυτό τό είχε διαβάσει καί έλεγε λεπτομέρειες από αυτό τό γεγονός τής υπάρξεως πηγής επάνω στόν Βράχον τής οποίας τά νερά κυλούσαν σέ αυλάκι στό πλάϊ τού Βράχου γιά νά ποτίζονται γύρω γύρω οί κήποι τών μοναχών καί τά περιβόλια.  Έγραφε ακόμη ότι όταν πληροφορήθηκαν οί καλόγεροι ότι ανεβαίνει από τήν περιοχήν Παρανεστίου ό στρατός τών Σταυροφόρων, ό ηγούμενος πήρε τήν θαυματουργικήν εικόνα καί τά ιερά αντικείμενα καί τά έκρυψε σέ μιά κρύπτην μυστικήν τήν οποίαν σφράγισε.  Μετά όταν έφθασαν οί επιδρομείς έκαψαν, ρήμαξαν καί λεηλάτησαν τό Μοναστήρι καί έκαψαν μέσα τούς μοναχούς.
            Τό Αγίασμα πού έψαχνε, καθ’ υπόδειξη τού Αγίου, νά βρή ό Σωτήρης, τό βιβλίο αναφέρει, όπως έλεγε ό κυνηγός, ότι βρισκόταν κάπου στούς πρόποδες τού Βράχου.  Όταν ό Σωτήρης έμαθε όλα αυτά από τόν Μπάμπην Καλεπίδη λυπήθηκε πού δέν είχε τήν διεύθυνσιν κατοικίας τού κυνηγού στήν Θεσσαλονίκην γιά νά μπορέση ν’ αποκτήση τό βιβλίο αυτό γιατί ή δίψα του γιά περισσότερες λεπτομέρεις γύρω από τό παλαιό Μοναστήρι ήταν μεγάλη. 


ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΗΣΑΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΝ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ

            Πρίν νά δείξη τό ενδιαφέρον του ό Σωτήρης γιά τόν Ιερόν Βράχον, οί κάτοικοι τής Πρασινάδος αγνοούσαν τήν ύπαρξιν τού παλαιού Μοναστηριού καθώς καί τήν ιστορίαν του.  Συνέβαιναν όμως διάφορα παράξενα περιστατικά στόν Βράχον καί οί κάτοικοι τού χωριού δέν μπορούσαν νά τά εξηγήσουν μέ αποτέλεσμα νά τά χαρακτηρίζουν μέ τήν φράσιν “Ό Θεός έβαλε τό χέρι του!”  Δέν ήξεραν ότι ό Χριστός ήταν τόσον κοντά τους  καί ή Θεία Δύναμίς Του ήταν εγκαταστημένη πάνω στόν Βράχον καί τούς είχε κάτω από τό Βλέμμα Του!

            Μετά από αυτά  πού έζησε καί έμαθε ό Σωτήρης, μέσα σέ όνειρα καί οράματα γιά τό Μοναστήρι, επιχείρησε νά μαζέψη κάθε πληροφορία από τούς κατοίκους τής περιοχής οί οποίοι δέν γνώριζαν, όπως είπαμεν πειό πάνω τήν ύπαρξίν του, αλλά ήξεραν διάφορα γεγονότα από πάππου είς πάππον τά οποία ήταν συνδεδεμένα μέ τό Μοναστήρι καί τόν Άγιον αυτό Τόπον όπως π.χ. τά παρακάτω.
            Έβλεπαν πολλές φορές νά παρουσιάζεται ένα φώς καντηλιού στόν Βράχον καί επειδή δέν μπορούσαν νά τό εξηγήσουν θεωρούσαν τόν Βράχον διαβολεμένο μέ καλικαντζάρους πού κρατούσαν λάμπα καί γιά νά τούς διώξουν κάθε τών Θεοφανείων περνούσαν από κεί μέ τόν Αγιασμόν γιά νά πάνε νά φωτίσουν τά χωράφιά τους.

            Μάλιστα όταν είχε χιόνι πέταγαν χιονομπάλες βουτηγμένες στόν Αγιασμόν πάνω στόν Βράχον γιά νά αγιασθή ό Βράχος καί νά φύγουν τά δαιμόνια.  Δέν μπορούσαν νά καταλάβουν οί άνθρωποι ότι ό τόπος εκείνος ήταν από μόνος του Αγιασμένος καί τό Φώς πού έβλεπαν νά καίη πάνω στόν Βράχον ήταν ένα σημάδι τού Θεού γιά νά τούς οδηγήση νά μάθουν τήν αλήθειαν γύρω από τήν ιστορίαν τής ιερότητος τού τόπου καί μέσα από αυτήν νά ενισχύση τήν πίστιν τους πρός Αυτόν καί τόν Μονογενή Του!

            Ό πατέρας τού Σωτήρη διηγόταν πάντα τά εξής περιστατικό πού τού συνέβη μιά καλοκαιρινή νύχτα πού πέρναγε καβάλα στό άλογο δίπλα στήν πέτρινην βρύσην.  Άκουσε ύμνους καί ψαλμωδίες νά έρχονται από πάνω από τόν Βράχον καί παραξενεμένος συνδύασε τό γεγονός μέ τές ιστορίες πού κυκλοφορούσαν τότε στό χωριό γιά τήν ύπάρξιν δαιμόνων στόν Βράχον μέ αποτέλεσμα νά τόν καταλάβη μεγάλος φόβος καί νά φύγη τρέχοντας από εκεί.  Τήν ίδια σκηνή έζησε καί ο ξάδελφος τού Σωτήρη ό Παναγιώτης Τσεπίδης.

            Ένας κάτοικος τής Πρασινάδος ό Γεώργιος Ι. Κυριακίδης διηγόταν τί συνέβη σέ μιά θεία του πού είχε πεθάνει, τήν Ελένην Ευμοιρίδου, ένα βράδυ πού βρισκόταν στό χωράφι της σέ μιά τοποθεσία ονόματι Μάντρες ευθεία γραμμή αντικρυστά μέ τόν Ιερόν Βράχον σέ απόστασιν 400 μέτρα περίπου.  Ενώ φύλαγε στό χωράφι μέ τά καλαμπόκια προκειμένου νά τό προφυλάξη  από τυχόν επιδρομή αγριόχοιρων, άκουσε ψαλμωδίες καί ύμνους νά βγαίνουν από τήν μεριά τού Βράχου.  Φώναξε τόν άνδρα της νά ακούση καί αυτός τές ωραίες ψαλμωδίες αλλά δυστυχώς εκείνος, όπως καί οί άλλοι πού άκουσαν τό περιστατικό, δέν τήν πίστεψαν αποδίδοντα τά λεγόμενά της στό γεγονός ότι παράκουε.

            Όμως αυτή ή ίδια γυναίκα ομολογούσε ότι είχε δεί μιά νύχτα ένα Ουράνιο Φώς νά καταβαίνη σάν μιά τεράστια ομπρέλλα καί νά σκεπάζη τήν επιφάνειαν τού Ιερού Βράχου.!

            Πρίν 46 χρόνια στήν ίδιαν περιοχήν ό Παναγιώτης Παπαδόπουλος, αδελφός τού σημερινού ιερέα  τής Πρασινάδος, είχε δεί καί αυτός τό ίδιο Ουράνιο Φώς νά κατεβαίνη πάνω στόν Βράχον κάποιο βράδυ τά μεσάνυχτα πού βρέθηκε κοντά στήν μάντρα τού Ιωάννου Κελσίδη συγχωριανού του.  Ζούσε μέ τήν απορίαν γιά τό γεγονός εκείνο πού βίωσε στά 16 του χρόνια ό Παναγιώτης Παπαδόπουλος μέχρι σήμερον πού οί Αποκαλύψεις πού έγιναν γιά τόν Βράχον απέδειξαν στόν κόσμον τό Μεγαλείο τού Αγίου αυτού Τόπου!

            Ή Ελένη Σιαμίδου, γυναίκα τού πρώην Προέδρου τής Πρασινάδος, τού Ιακώβου Σιαμίδη, θυμάται ένα περιστατικό πού έζησε καί αυτή τό 1975 παρόμοιο μέ τούς προαναφερόμενους συντοπίτες της.  Μία Αυγουστιάστικη νύχτα τού 1975, ξεκίνησε μ’ ένα φακό νά πάη στήν μάνδρα τού Ιορδανίδη, όπου βρισκόταν καί ό άνδρας της μέ τά ζώα τους.  Όταν λοιπόν έφθασε στό περιβόλι τού Γιάννη Κελεσίδη, γύρισε τό κεφάλι της γιά νά ρίξη μιά ματιά από μακρυά στό σπίτι της όπου είχε αφήσει τά δύο κοριτσάκια της νά τήν παρακολουθήσουν στό παράθυρο.

            Εκείνη τήν στιγμήν είδε τόν Βράχον λουσμένο στό Φώς πού κατέβαινε από τόν Ουρανόν!  Φοβήθηκε τόσον πολύ πού τόβαλε στά πόδια καί τρέχοντας απομακρύνθηκε από εκεί.  Τό Άγιο Φώς τό είδαν καί τά κοριτσάκια καί επιβεβαιώνουν σήμερον τό γεγονός.  

            Γιά τά θαυμαστά αυτά φαινόμενα πολλοί Πρασιναδιώτες έχουν νά πούν πολλές μαρτυρίες από τές οποίες διαγράφεται ή κατά καιρούς φανέρωση τού Μεγαλείου τού Ιερού Αυτού Τόπου καί ή Αγιοσύνη του!

            Ή Μαρία Σιαμίδου από τήν Πρασινάδα, όταν απεβίωσε ό σύζυγός της τό 1972, είδε τό εξής όνειρο.  Βρισκόταν σ’ ένα μέρος απέναντι από τήν μάνδρα τού Κωνσταντίνου Λαζαρίδη στήν στροφήν τού δρόμου διά τήν μάνδρα  τού Ιωάννη Κελσίδη καί έκλαιγε γιά τόν χαμόν τού συζύγου της όταν παρουσιάστηκε μπροστά της ένας καβαλάρης αξιωματικός καί τής είπε: Μήν κλαίς τόν άνδρα σου, γιατί βρίσκεται ανάμεσά μας, εκεί πάνω σ’ ένα παλάτι πού έχομεν στά βράχια καί έδειξε πρός τήν μεριά τού Ιερού Βράχου.

            Ή χήρα τότε δέν μπόρεσε να΄ τόν εξηγήση τό όνειρο, όμως σήμερον πού τό συνδυάζει μ’ όλα αυτά πού ό Θεός φανέρωσε στόν κόσμον κατά καιρούς γιά νά καταλάβουν ότι ή Κατοικία Του βρίσκεται πάνω στόν Βράχον, σκύβει μέ δέος τό κεφάλι της καί πάντα κάνει τήν προσευχήν της όταν θυμάται τό όνειρό της.

            Παρακάτω θά παραθέσωμεν μερικά από τά θαύματα πού έγιναν πρό τής αποκαλύψεως τού Μοναστηριού, κατά χρονολογικήν σειράν γιά νά τά διαβάσουν οί πιστοί καί νά εφρανθή ή ψυχή τους νά γεμίση μέ Αγιασμό καί νάρθουν νά αφιερωθούν στόν Χριστόν σάν ευλαβείς προσκυνητές πάνω στόν Ιερόν Βράχον όπου αποκαλύφθηκε τό παλαιό Μοναστήρη!

            ΠΡΩΤΟΝ ΘΑΥΜΑ

            Πρίν από τό έτος 1940 οί κάτοικοι τής Πρασινάδος κατά τήν περίοδον τού καλοκαιριού ανέβαζαν τά κοπάδια τους τήν νύχτα πάνω στόν Βράχον γιά νά τά προφυλάξουν από τούς λύκους.  Ένα πρωϊ ενώ άρμεγαν τές κατσίκες του , ένας τράγος αγριομένος  κυνήγησε, κτύπησε κάι έσπρωξε στόν γκρεμό ένα παιδί τόν Νικόλαον Θεοδοσιάδη.  Τό παιδί ώς έκ θαύματος γαντζώθηκε στό χείλος τού γκρεμού καί σώθηκε προκαλώντας τόν θαυμασμόν καί τήν χαράν όλων.  Εκείνη τήν εποχήν βέβαια αγνοούσαν όλοι ότι ή Θεία Βοήθεια πού δόθηκε στό παιδί πηγάζει από τόν Ιερόν Βράχον πάνω στόν οποίον μαρτύρησαν οί  Άγιοι Καλόγεροι τού παλαιού Βυζαντίνου Μοναστηριού.

            Το 1990, πού αποκαλύφθηκε τό παλαιό Μοναστήρι, ό Νικόλαος Θεοδοσιάδης πρόεδρος τότε τού χωριού Πρασινάδος, κατά τό έτος αυτό, ανταποκρινόμενος στήν αίτησιν τού Σωτήρη Τσεπίδι παραχώρησε τήν κοινόχρηστη έκταση τού Ιερού Βράχου γιά τήν ανέγερσιν τού Νέου Μοναστηριού.  Ή πράξις του αυτή ήταν μία έκφρασις ευγνωμοσύνης από μέρους του στόν Θεόν μετά από πολλά χρόνια γιά τό θαύμα πού συντελέσθηκε στόν Ιερόν Βράχον καί σώθηκε ό ίδιος από βέβαιον θάνατον όταν ήταν μικρό παιδί.

Ό κύριος Σωτήρης Τσεπιδης γράφει παρακάτω άλλα θαύματα πού συνδέονται μέ τήν άποκάλυψιν τού Μοναστηρίου τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος σέ μίαν νέαν έκδοσιν τών θαυμάτων τού Μοναστηρίου.

ΓΙΑΤΡΕΎΕΤΑΙ ΣΠΑΜΕΝΟΣ ΓΟΦΟΣ ΗΛΙΚΙΩΜΈΝΗΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ

            Στόν Άμπελόκηπο Δράμας μία κυρία πού είναι στήν έπιτροπήν έράνου διά τήν άνέγερσιν τής Ίεράς Μονής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος είχε τήν μάναν της άρρωστην βαριά στό κρεββάτι μέ έγκεφαλικό έπεισόδιο καί μέ σπασμένο τό γοφό της άπό κτύπημα.  Στό νοσοκομείον οί ίατροί διαπίστωσαν μέ τές άκτίνες τό σπάσημο τού γοφού της άλλά έπειδή ήταν προχωρημένης ήλικίας δέν τήν έβαλαν στό γύψο παρά μόνον τήν έδεσαν καί τήν έστειλαν στό σπίτι με τήν διάγνωσιν ότι δέν μπορεί νά γίνη καλά.  Ή γιαγιά καθηλωμένη στό κρεββάτι ήταν σέ άφασίαν καί δέν είχε έπαφήν μέ τό περιβάλλον της. Ή κόρη της λοιπόν θυμήθηκε τήν Ίεράν Λόγχην.  Ήλθε τήν πήρε καί σταύρωσε μέ αύτήν τήν μητέρα της.  Όπως ή ίδια διηγείται άπό έκείνην τήν στιγμήν ή μάνα της άνοιξε τά μάτιά της, προσκύνησε τήν Ίεράν Λόγχην καί άπό τότε ή ύγεία της βελτιώθηκε, μήλησε, έφαγε, γνώρισε όλους γύρω της ένώ πρίν δέν συνέβαινε τίποτε άπό αύτά.  Μάλιστα έφεραν καί ένα πρακτικό διά νά δή τόν σπασμένον γοφόν άλλά αύτός είπε ότι δέν βρίσκει σπάσιμο.  Διά νά βεβαιωθούν έφεραν καί ίατρό ό όποίος είπε ότι δέν ύπάρχει σπάσιμο.  Έτσι ή ύγεία τής γιαγιά βελτιώθηκε διαψεύδοντας τές προγνώσεις τών ίατρών ότι δέν ύπάρχει θεραπεία.




Η ΠΡΩΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 800 ΧΡΟΝΙΑ

            Στές 6 Αύγούστου 1993 ήμέρα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τελέσθηκε Θεία Λειτουργία στό παρεκκλήσι τού Βράχου.  Ή πρώτη Θεία Λειτουργία μετά άπό 800 όλόκληρα χρόνια.  Ήμασταν όλοι πολύ συγκινημένοι καί χαρούμενοι πού μάς άξίωσε ό Θεός νά ζήσωμεν αύτήν τήν τόσον μεγάλην ήμέραν διά τό Μοναστήρι τού όποίου ή καμπάνα κρεμασμένη ταπεινά σέ ένα ψηλό δένδρον πρωτοαντηχούσε μετά άπό τόσους αίώνας.  Κοινώνησαν στό Ίερόν Βράχον έκείνη τήν ήμέραν έκαντοντάδες πιστοί Χριστιανοί.  Ό Θεόα οικονόμησε καί έγιναν δύο θαύματα στήν πρώτην αύτήν Θείαν Λειτουργίαν.    Μετά τό τέλος τής Θεία Λειτουργίας ό ίερέας Χρήστος Παπαδόπουλος σταύρωσε μέ τήν Ίεράν Λόγωην τόν κόσμον.  Άναμέσα σ’αύτούς πού σταυρώθηκαν ήταν καί ή Άλεξάνδρα Μακρή άπό τήν Καβάλαν.  Αύτή είχε δέκα χρόνια κατάκοιτη τήν μητέρα τρης.  Όλα αύτά τά χρόνια άπό τές πολλές φροντίδες πού πρόσφερε στήν μητέρα της, τά χέρια της έπαθαν παράλυσιν νεύρων καί δέν είχε τήν δύναμιν ούτε ένα ποτήρι νά σηκώση όπως μάς είπε.  Όλες τές δουλειές τού σπιτιού τές έκανε ή μικρή της κόρη ένώ ή ίδια είχε χάσει τήν αίσθησιν τής αφής.

            Μέσα σέ τρείς ήμέρες άφού σταυρώθηκε μέ τήν Ίεράν Λόγχην ή Άλεξάνδρα Μακρή έγινε καλά.  Μάλιστα σέ έκδρομήν—προσκύνημα πού πήγε τήν έπομένην άκριβώς έβδομ΄δα στόν Άγιον Ίωάννην τόν Ρώσον κουβαλούσε μέ μεγάλην εύκολίαν καί χαράν τές τσάντες τής έκδρομής προκαλώντας τόν θαυμασμόν τού κόσμου πού τήν ήξεραν.  Συγκινητικό έπίσης ήταν, όταν σέ κάποια άλλην έπίσκεψιν της στό Βράχο ή Άλεξάνδρα Μακρή έκανε τό σημείον τού Σταυρού μέ τά θεραπευμένα χέρια της διαλαλώντας σέ πλήθος κόσμου μέ δάκρυα στά μάτια τό θαύμα πού τής συνέβη.  

            Τήν ίδιαν ήμέραν τήν 6ην Αύγούστου 1993 σταυρώθηκε μέ τήν Λόγχην μίαν άκόμη κυρίαν άπό τήν Καβάλαν ή Μένια Παπαδοπούλου πού είχε ένα τεράστιο λίπωμα σάν καμπούρα κατά μήκος τής ώμοπλάτης πρός τήν μέσην.  Ύπέφερε πολύ άπό αύτό καί όπως μάς είπε έπαιρνε καί φάρμακα διατί πολλές φορές διογκωνόταν πολύ καί τήν πονούσε.  Τήν σταύρωσε ό ίερέας πρώτη φορά στό κάτω μέρος τού λιπώματος.  Μέ παρότρυνσιν ξαναπήγε νά σταυρωθή πάλιν λίγο πειό πάνω στήν μέσην.  Ύστερα ντράπηκε νά πάη τρίτην φοράν νά σταυρώση τό ύπόλοιπον μέρος τού λιπώματος.  Πάλιν μετά τρείς ήμέρες έξαφανίστηκε τό τεράστιο λίπωμα στά σημεία πού σταυρώθηκε ένώ έκεί πού δέν σταυρώθηκε τής έμεινε ένα μικρό καρουμπαλάκι.  Ούτε τά φάρμακ τής χρειάστηκε νά ξαναπάρη.  Ή κα Μένια Παπαδοπούλου δοξολογούσε καί εύχαρίστησε τόν Θεόν μέ δάκρυα στά μάτια.  

ΦΩΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΒΡΑΧΟΝ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΨΗΛΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ

            Στές 18 Αύγούστου 1993 διοργανώθηκε προσκυνηματικήν έκδρομήν μέ ένα λεωφορείον άπό τήν Δραμαν καί δύο άπό τήν Καβάλαν μέ σκοπόν νά τελεσθή παράκλησις στόν άγιαμένον αύτόν τόπον. Φτάσαμεν στόν Βράχον στές 6 Αύγούστου τό άπόγευμα.  Άνεβήκαμεν όλοι μαζί στήν κορυφήν τού Βράχου όπου βρέθηκαν τά θεμέλια τού παλαιού Βυζαντινού Μοναστηρίου καί άνάψαμεν τό κεράι μας.  Μετά κατεβήκαμεν νά κάνωμεν τήν παράκλησιν στόν έκκλησάκι τού Βράχου.  Κατά τήν ώραν τής παρακλήσεως μερικοί οί όποίοι δέν θέλουν νά άποκαλυφθούν τά όνόματά τους είδαν ούράνιες λάμψεις πάνω άπό τά κεφάλια τών ίερέων όπως έπίσης καί πάνω άπό τά κεφάλια τών γυναικών πού έψαλαν.  Οί προσκυνηταί άπό τήν Καβάλαν ανησυχούσαν καί ήθελαν νά φύγουν πρίν πέσει βαθύ σκοτάδι έπειδή τό μέρος είανι έρημικό καί φοβοντουσαν τήν έπιστροήν.

            Έτσι ξεκίνησαν τά λεωφορεία τής Καβάλας καί πήραν τόν δρόμον τού γυρισμού.  Στό μεταξύ χάλασε ή πόρτα τού λεωφορείου τής Δράμας καί καθυστέρησαν ώπου νύχτωσε διά τά καλά.  Ξαφνικά βλέπομεν σάν ένα άσπρο φώς νά έμφανίζεται πάνω άπό τό σημείον πού βρέθηκαν τά Άγια Λείψανα τών καλογέρων.  Όλοι ήσαν πολύ συγκινημένοι άπό τό μεγάλο αύτό θαύμα πού έβλεπαν μπροστά τους.  Ξαφνικά τό φώς αύτό χαμήλωσε καί έμεινε σταθερό καί έλαφρός φώτιζε όλο τό βράδυ τόν ίερόν αύτόν Βράχον όπως μάς είπαν κάτοικοι τού χωριού.  Πολλοί προσκυνηταί πού άνέβηκαν στόν Ίερόν Βράχον ένιωσαν τήν παρουσίαν τών Άγίων Μοναχών καί θά άναφέρω μερικά παραδείγματα.   Ό Χρήστος Χαραλαμπίδης μάς είπε ότι τήν ώραν πού αύτός βρισκόταν στήν κορυφήν τού Βράχου ένας καλόγερος ψηλός σάν λαμπάδα στεκόταν δίπλα μας μέ τό κεφάλι του σκυφτό.  Ή Είρήνη Μακέδου πέρνωντας τήν παλαιάν ξύλινην γερυρούλαν πού έβγαζε στό μονοπάτι τής Μονής μάς είπε ότι τήν προσπέρασε ένας καλόγερος μέ Άγιορείτικην μορφήν πολύ ψηλός καί πολύ βιαστικός καί μάλιστα τού έκανε μέρος διά νά περάση τόν όποίον δέν ξαναείδε μετά πουθενά.

κατευθύνθηκε πρός τήν σπηλιάν τού Βράχουτ είδε πάνω στό διόροφο νεόκτιστο κτίριο πού γινόταν τά κελιά τών μοναχών έναν ίερωμένον με μπέζ ράσα.  Ήταν δίπλα στούς έργάτας καί τής πέρασε άπό τό μυαλό ότι ήταν κάποιος παπά πού βοηθούσε τούς έργάτας.  Μετά όμως τόν άναζήτησε καί δέν τόν είδε πουθενά διατί οί παπάδες πού τέλεσαν έκείνον τό άπόγευμα τήν παράκλησιν ήταν μόνον δύο.  Ό παπά Χρήστος ίερέας τής Πρασινάδος καί παπά-Περικλής ό ίερέας τού Παρενεστρίου οί όποιοι σέ όλην τήν διάρκειαν παρέμειναν κάτω καί δέν άνέβηκαν στό βράχο λόγω προβλημάτων ύγεία πού είχαν.  Έπασχαν καί οί δύο άπό καρδιάν. 

ΝΥΧΤΑ ΦΩΤΕΙΝΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗΝ ΤΟΥ ΒΡΑΧΟΥ

            Ό άνεψιός μου, Γεώργιος Τσεπιδης πού μεγάλωσε στήν Πρασιναδα μού διηγήθηκε τό έξής: «Τό 1962 ήμουν παιδί 7 έτών μιά καλοκαιριάτικη νύκτα βρισκόμουν μέ τόν παππού καί τήν γιαγιάν μου στές καλοκαρινές κτηνοτροφικές μας έγκαταστάσεις στές Μάντρες δυτικά άπό τό Μοναστήρι ψηλά στήν κορυφήν Παγκάλου.  Μιά νύκτα ή γιαγιά Έλένη Τσεπίδη βγήκε άπό τήν καλύβα όπου μέναμεν διά νά πάη δίπλα στό μανδρί νά δή τά ζώα.  Ξαφνικά βλέπει στήν κορυφήν τού σημερινού Ίερού Βράχου ένα φωτεινό σταυρό.  Άπόστολε φωνάζει τό παππού μου: έλα νά δείς ένας φωτεινός Σταυρός στήν κορυφήν τού Βράχου.  Έκείνος τής έβαλε τές φωνές τί είναι αύτά πού μού λές νύκτα σκοτάδι πού τόν βλέπεις τόν Σταυρόν;  Ή γιαγιά όμως έμεινε έκεί άσάλευτη μέχρι πού τόν έχασε άπό τά μάιά της.  Σήμερον όντως στό σημείον αύτό ύπάρχει φωτεινός Σταυρός όλην τήν νύκτα καί προφανώς ή συγχωρεμένη μάνα μου Τσεπίδου Έλένη προείδε μέ τά μάτιά τής ψυχής της προτού 28 χρόνια πρίν τήν άποκάλυψην τού Μοναστηριού τόν φωτεινόν Σταυρόν στήν κορυφήν τού σημερινού Ίερού Βράχου πού φωτίζει γύρω του σάν Φάρος τής Όρθοδοξίας.

ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΆΣ

            Ή Μαριάνα Χαμαλίδου άπό τήν Ν. Άμισσό βρέθηκε στόν Ίερόν Βράχον διά προσκύνημα.  Σέ γενομένην συζήτησιν έρώτησε ποιός ήταν ό μοναχος πού συνόδευε τούς προσκυνητάς πού είχαν έλθει άπό τήν Καβάλαν.  Τής έξήγησε ποίοι ήσαν οί ίερείς έκείνην τήν ώραν καί ότι δέν ύπήρχει κανείς άλλος ρασοφόρος.  Άντελήφθει τότε ότι αύτόν πού είδε ήταν μοναχός τής παλαιάς Μονής τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος.  Πολλοι πάντως είδαν ίερωμένους πάνω στόν Βράχον.  Ένώ όπως προέγραψα οί ίερείς παρέμειναν κάτω.  Ό παπαΧρήστος είχε τήν καρδιάν του καί ό πάπα Περικλής άνήμπορος καί ήλικιωμένος πολύ.  Άπλά δέν μπόρεσε κανείς νά συνειδητοποιήσει τί βλέπει καθώς οί μέν Δραμινοί νόμιζαν ότι οί ρασοφόροι ήσαν προσκυνητάς μαζύ μέ τούς Καβαλιώτες ένώ οί Καβαλιώτες νόμιζαν όι οί ρασοφόροι ήλθαν μέ τούς Δραμινούς.  Άλλωστε ύπάρχει καί σχετικό βίντεο τών στιγμών πάνω στόν Βράχον όπου δέν φαίνεται κανείς ρασοφόρος.  Μετά κουβέντα στήν κουβέντα βγήκαν όλα αύτά στήν έπιφάνειαν.  Ή Αίκατερίνη Χριστοφορίδου πάνω στόν Βράχον κάποια στιγμή ένώ έκανε τόν σταυρόν της σήκωσε τά μάτιά της πρός τόν Σταυρόν πού βρίσκεται στήν κορυφήν τού Βράχου.  Είδε τότε τρείς μοναχούς πάνω έκεί νά κάνουν καί αύτοί τόν σταυρόν τους.  Τους είδε διά ένα δύο λεπτά καί μετά έξαφανίστηκαν.

ΛΥΝΕΤΑΙ Η ΑΝΟΜΒΡΙΑ

            Όπως θυμόμαστε τήν άνοιξην τού 1990 είχε μεγάλη άνομβρία καθώς στέρεψαν οί ούρανοί παραπάνω άπό τρείς μήνες.  Έτσι τόσον οί άνθρωποι όσον καί τά ζώα ύπέφεραν άπό αύτήν τήν κατάστασιν.  Στήν Πρασινάδα χωριό κυρίως κτηνοτροφικό δημιουργήθηκε μεγάλο πρόβλημα διατί ή γή ήτο ξερή.  Ό κόσμος έσπερνε καί δέν φύτρωνε τίποτε οί πηγές καί τά ρυάκια στέρεψαν μέ άπότέλεσμα τά ζώα έκτός άπό τροφήν νά στερούνται καί τό νερό.  Γιατί πρώτη φορά θυμάμαι τούς κατοίκους τής Πρασινάδος νά κουβαλούν νερό μέ τά αύτοκίνητα διά νά ποτίσουν τά ζωά τους μέσα στά βουνά πού είχαν τές σταυλικές τους έγκαταστάσεις.  

            Νερό δέν ύπήρχε πουθενά έκτός άπό τό ποτάμι τού χωριού πού κατάντησε καί αύτό ένα μικρό ρυάκι. Έτσι οί κάτοκοι έπεσσαν σέ μεγάλην στενοχώρια καί άπελπισίαν.  Πάνω σ’ αύτήν τήν άπελπισίαν ό ιέρεύς τού χωριού Χρήστος Παπαδόπουλος πρόστεξε τόν άγροφύλακα νά είδοποιήση τούς κατοίκους νά μαζευτούν όλοι καί νά άνέβουν στόν λόγον τού Βράχου διά νά κάνουν λιτανείαν όπως γινόταν σέ όλο τό νομό Δράμας.  Συγκεντρώθηκαν λοιπόν μπροστά στό προσκυνητάρι στόν λόγον τού Βράχου καί άρχισε μέ μεγάλην εύλάβειαν καί πίστιν ή λιτανεία  πρός τήν Παναγίαν καί τόν Ύιόν της τόν Σωτήρα τού κόσμου Χριστόν.  Μετά δύο ώρες, περίπου τέλειωσαν όλα καί ό κόσμος έπέστρεψε στό χωριό καί στές έργασίας του.  Ένώ ό καιρός ήταν αίθριος όπως πάντα καί δέν ύπήρχε κανένα σημάδι διά βροχήν σέ λίγο μαύρα σύννεφα φάνηκαν καί άρχισαν νά σκεπάζουν τόν ούρανόν.  Δέν άργησαν οί πρώτες ψιχάλες καί σέ λίγο άρχισε νά βρέχη σέ όλην τήν περιοχήν.  Ή βροχή κράτησε τρία μερόνυκτα καί χόρτασε ή γή νεράκι καί χάρισε έτσι τήν ζωήν σέ άνθρώπους καί ζώα.

ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΣΕ ΠΟΛΙΤΕΥΤΗ

            Ό Κωνσταντίνος Εύμοιρίδης ό σημερινός βουλευτής τού Έλληνικού κοινοβουλίου τού όποίου ό πατέρας προσφυγας άπό τήν Τραπεζούντα έγκαταστάθηκε στήν Πρασινάδα άπό τήν πρώτην στιγμήν πού έμαθε τήν όλην ίστορίαν τού Ίερού Βράχου έδειξε ένδιαφέρον.  Άρχές καλοκαιριού τού 1993 βρικσόταν στό χωριό καί κατά τάς 11 τό βράδυ άνέβηκε στόν Ίερόν Βράχον.  Ένώ ήταν όλόμόναχος στήν άκρην τού άνατολικού μέρους στό χώρο τού Ίερού τής παλαιάς Έκκλησίας βλέπει ξαφνικά έναν γεροδεμένο ίερωμένο χωρίς καλυμάφχη μετρίου άναστήματος μέ γρήγορο βηματισμό, νά έρχεται άπό τό νότιο μέρος άπό τό σημείον άπρόσμενο διατί έκεί είναι γκρεμός καί νά κατευθύνεται πρός τό μέρος τρου.  Τά έχασε. Προχώρησε πρός τό μέρος τού μοναχού διότι πρός τά έκεί ήταν καί ή μόνη διέξοδος διά νά κατέβη άπό τό Βράχο.  Μόλις πλησίασε περίπου στά πέντε μέτρα ό μοναχός έξαφανίστηκε.  Τό γεγονός αύτό συνέβη πρίν άρχισει ή άνέγερσις τής Ίεράς Μονής καί πρέπει νά σημειώσω ότι άπό τήν ήμέραν αύτήν ή προσφορά του είναι πολύ μεγάλη.  Άρκετό χρόνο του έκτός Βουλής τόν άξιοπεί βοηθώντας άκούραστα μέ όσους τρόπους μπορεί στήν ύλοποίησιν τού όράματος νά κτίσωμεν τό Μοναστήρι.  Στό πρόσωπό του έπαληθεύθηκε ή ύπόσχεσις τού ίερωμένου πώς «άνθρωποι ίσχυροί άπό όλες τές κοινωνικές τάξεις θά σέ στηρίξουν καί θά σέ βοηθήσουν ώστε θά άξιοποιηθή αύτός ό τόπος καί ό Θεό θά στείλη δικούς του άνθρώπους νά τόν κατοικήσουν.»

ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ—ΣΩΖΕΤΑΙ ΩΣ ΕΚ ΘΑΥΜΑΤΟΣ

            Ό Νικόλαος Σιαμίδης, κάτοικος Πρασινάδος είχε πρόβλημα μέ τό θυροειδή του.  Στές 23 Φεβρουαρίου, 1994 είσήχθη έπειγόντος στό νοσοκομείον ΑΧΕΠΑ διά έγχείρησιν.  Τήν νύκτα πρίν τήν έγχείρισιν είδε τό έξής όνειρο.  Τόν πλησίασε ένας μοναχός καί άνάμεσα τους ύπήρχε ένα μαύρο κουτί.  Πήρε ό μοναχός ένα μεγάλο μαύρο χαρτί καί τό έριξε μέσα στό κουτί.  Άκούσθηκε ένας θόρυβος καί άμέσως τό χαρτί βρέθηκε στό στήθος τού Νίκου καί τόν κτύπησε.  Τό κοίταξε, ήταν κάτασπρο καί μέ έκπληξη είδε πώς ύπήρχε άποτυπωμένη στό χαρτί ή είκόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος.  Τήν άσπασθηκε. Τό κουτί έγινε κάτασπρο καί ό μοναχός έξαφανίσθηκε.  Ξύπνησε άπό τό όνειρο καί δέν μπορεσε νά κοιμηθή μέχρι τό πρωί. Τόν πήγαν στό χειρουργείον.  Ή πιθανότητα έπιτυχίας ήτο πολύ μικρή, 5% έδιναν οί ίατροί νά ξυπνήση άπό τήν νάρκωσιν λόγω βρογχοάσθματος καί καρδίας πού είχε.  Είχε πιστέψει όμως ότι θά γίνη καλά΄παίρνοντας δύναμιν άπό τό όνειρο πού είδε.  Έτσι καί έγινε.  Τήν 11ην ήμέραν μετά τήν έγχείρισίν του άνέβηκε στό Μοναστήρι νά εύχαριστήση καί δοξολογήση τόν Σωτήρα Χριστόν πού τού χάρισε τήν ύγείαν του.  Άπό τότε έξακολουθεί νά προσφέρη όπως καί πρίν τές ύπηρεσίες του στό Μοναστήρι.  Άλλωστεδέν όνομάσθηκε τυχαία έπιστάτης τού Μοναστηριού καθώς έκτός άπό τήν έννοιαν καί τήν φροντίδα τού όλου χώρου.  Ήταν καί έπί τής ύποδοχής καί έξηγήσεως—ένημερώσεως τών έπισκεπτών διά όλα τά θέματα άλλά κυρίως διά τό όλο ίστορικό όταν έλειπα ή ήμουν άπαασχολημένος μέ έργασίας στήν Μονήν.  Μέ αύτό τόν τρόπον ό πιστός έμπαινε στό πνεύμα καί δέν έβλεπε άπλά κτίσματα.  

ΕΞΑΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΟΓΚΟΙ

            Ή Μ.Β. άπό τήν Καβάλαν πίστεψε άπό τήν πρώτην στιγμήν στήν ίερότητα αύτού τού χώρου.  Αύτή έίχε τό έξής πρόβλημα: Έβγαζε λιπώματα στό στήθος τά όποία τά άφαιρούσε ό ίατρός καί αύτά πάλιν έμφανιζόνταν.  Αύτό συνέβη πέντε συνεχές φορές.  Πέντε φορές ύπέστη αύτήν τήν ταλαιπωρίαν.  Μετά τήν τελευταίαν έπέμβασιν ό ίατρός δήλωσε πώς άν ξαναεμφανινζόταν έπρεπε διά τό καλό της ύγείας τής νά γίνη άφαίρεσις όλου τού στήθους.  Όντως τά λιπώματ ξαναεμφανίστηκαν όπότε όρίστηκε άπό τό ίατρό ή ήμερομηνίαν τής έπεμβάσεως 23 Αυγούστου, 1993.  Ή Μ.Β. έτοίμασε τήν βαλίτσα της καί όλα τά σχετικά. Στό μεταξύ έγινε ή έκδρομή προσκύνημα άπό τούς πιστούς τής Καβάλας στόν Ίερόν Βράχον καί κάποιο συγγενικό της πρόσωπος τής είπε νά έλθη νά σταυρωθή μέ τήν Ίεράν Λόγχην.  Μέ μεγάλην πίστιν καί εύλάβεια προσκύνησε τότε διά πρώτην φοράν καί σταυρώθηκε μέ τήν Ίεράν Λόγχην τού παλαιού Μοναστηρίου.

            Στήν συνέχειαν κατάλαβε ότι οί όγκοι είχαν έξαφανισθεί καθώς ένοιωθε καλλίτερα άλλά τήν Δευτέραν τήν 23ην Αύγούστου πού ήταν ή ήμερομηνία διά τήν έγχείρισιν πήγε μέ τήν βαλίτς της στό ίατρό.  Ό ίατρός έκανε όλες τές έξετάσεις καί είδε ότ οί όγκοι είχαν έξαφανισθεί.  Γύρισε πρός τήν Μ. Β. καί τής είπε:  «Αύτό είναι θαύμα» καθώς ύπήρχαν καί οί προηγούμενες άκτινογραφίες.  Ναί είναι θαύμα, ίατρέ άπάντησε καί ξέρω άπό πού έγινε, άπάντησε.  Άπό τότε μέχρι καί σήμερον δέν τής παρουσιάσθηκαν οί όγκοι αύτοί.  Καί κάθε χρόνο παραμονή τής Μεταμορφώσεως άνεβαίνει στό Μοναστήρι καί μένουν μέ τόν άνδρα της έπάνω στόν Βράχον άγρυπνοι μέ τό κεράκι στό χέρι καί κάνουν παράκλησιν όλην τήν νύκτα.

ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΩΝ ΚΑΛΟΓΕΡΩΝ ΜΥΡΟΒΛΙΖΟΥΝ

            Στές 18 Αύγούστου 1994 ό πατήρ Άντώνιος  Παυλίδης ίερεύς τού Άγίου Κωνσταντίνου καί Έλένης μαζύ μέ άλλους προσκυνητάς βρισκόταν πάνω στόν Ίερόν Βράχον.  Έγινε ό έσπερινός καί ή μικρή παράκλησις τής Θεοτόκου έχοντας τά ίερά λείψανα πάνω στό τραπέζι.  Κατά τήν διάρκειαν τής παρακλήσεως τά ίερά λείψανα εύωδίαζαν καί μερικά άνάβλυζαν μύρον.  Όταν τελείωσε ή άκολουθία είχε ήδη νυκτώσει.  Κρατούσε τά ίερά λείψανα καί ξαφνικά μαζύ μέ άλλους προσκυνητάς είδαν πάνω στόν Βράχον στό σημείον πού ύπάρχει ό Σταυρός ένα μοναχό νά κάνη μετάνοιες μπρός στό Σταυρό καί μετά νά όπισθοχωρεί καί νά χάνεται.  Παραμονή τής Θείας Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος βγήκε μέσα άπό τά χαλάσματα τού Βυζαντινού Ναού ένα άσπρο φώς καί άναβλυζε σάν σιντριβάνι.  Τό είδαμεν ένα όλόκληρο λεωφορείον μέ Δραμινούς καί άπό ότι μάς πληροφόρησαν οί χωριανόι γύρω στά μεσάνυκτα τό φώς χάθηκε.

             Σέ παρακαλούμεν πανάγαθε Κύριε, νά μάς ελευθερώσης από τήν φιλαυτίαν, από τόν εγωϊσμόν καί τήν υπερφηφάνειαν, από τόν φθόνον καί τό μίσος, από τήν κατάκρισιν καί τήν μομφήν, από τήν φιλαργυρίαν καί τήν πλεονεξίαν, από τήν ασυμπάθειαν καί τήν ασπλαγχνίαν, από τήν οκνηρίαν καί τήν αμέλειαν, από τήν κενοδοξίαν καί τήν ανθρωπορέσκειαν, από τόν θυμόν καί τήν οργήν, από τό ψεύδος καί τήν αδικίαν, καί πονηρίαν, καί νά καθαρίσης τές ψυχές μας καί τά σώματά  από κάθε μολυσμό..

Σέ παρακαλούμεν ακόμη, Κύριε, νά μάς δώσης τήν χάριν Σου γιά νά ζήσωμεν τόν υπόλοιπον χρόνον τής ζωής μας μέ ειρήνην, μέ μετάνοιαν καί μέ τελείαν αφοσίωσιν καί υποκοήν στό θέλημά Σου τό άγιο…
            
 Απολυτίκιον τών
Οσιομαρτύρων Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως 
Σωτήρος Πρασινάδος

Ήχος δ. Ταχύ προκατάλαβε

Έν Πρασινάδα αθλήσαντες, υπέρ Χριστού
τού Θεού αυτήν ηγιάσατε, τή τών Λειψάνων υμών,
ευρέσει μακάριοι. Όθεν υμάς τιμώμεν.  Οσιομάρτυρες
Θείοι, πάντες ούν συνελθόντες έν μονή τή Αγία,
άσμασιν ευφημούμεν αεί, πρεσβεύοντες υπέρ τών
ψυχών ημών.

ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΑΥΤΟΥ
GLORIFIED IS GOD IN HIS HOLY SAINTS

Δεν υπάρχουν σχόλια: