Η
απειλή του υπερπληθυσμού επανεμφανίστηκε το 2008, παράλληλα με τη
μείωση των παγκόσμιων αποθεμάτων τροφίμων και τις ολοένα εντονότερες
απειλές με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο το περιβάλλον.
Κι οι αριθμοί
δεν είναι διόλου καθησυχαστικοί : κάθε μέρα έρχονται στον κόσμο 218.000
επιπλέον στόματα τα οποία οφείλουμε να θρέψουμε, δηλαδή 80 εκατομμύρια
τον χρόνο.
Ο πληθυσμός του πλανήτη ξεπέρασε τα 7 δισεκατομμύρια, ενώ η
κατανάλωσή του αυξάνεται…
Η ανθρωπότητα δεν περίμενε την αυγή του 21ου αιώνα για να αρχίσει να
ανησυχεί για τον υπερπληθυσμό.
Ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα, όταν ο πληθυσμός του πλανήτη δεν ξεπερνούσε τα 200 εκατομμύρια, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης συνιστούσαν στα κράτη να ελέγξουν αυστηρά τον πληθυσμό τους. Συνεπώς, η έννοια του υπερπληθυσμού είναι περισσότερο ζήτημα πολιτισμικό, παρά αριθμών. Από την εποχή του βιβλικού « αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι » αρχίζει η διαμάχη ανάμεσα στους υπέρμαχους της αύξησης του πληθυσμού και σε εκείνους που τάσσονται υπέρ του ελέγχου της γεννητικότητας και προειδοποιούν για τους κινδύνους που εγκυμονεί ο υπερπληθυσμός.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν διαθέταμε στατιστικές. Ελλείψει αξιόπιστων στοιχείων, στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούσε η φιλοσοφική, η θρησκευτική ή η πολιτική οπτική. Ακόμα και σήμερα, παρά τον όγκο δεδομένων που έχουμε στη διάθεσή μας γι’ αυτό το ζήτημα, εξακολουθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό να κυριαρχούν οι ιδεολογικές και οι θρησκευτικές προσεγγίσεις.
Οι περισσότεροι από εμάς θεωρούν ότι, όταν πριν από 40.000 χρόνια ο πληθυσμός ολόκληρης της Γης ήταν 500.000 άτομα, επομένως δεν υπήρχε καμία απειλή υπερπληθυσμού. Κι όμως, για να τραφεί μια ομάδα ανθρώπων με τα θηράματα που έπιαναν οι κυνηγοί, χρειάζονταν κατά μέσο όρο ζωτικό χώρο 10 έως 25 τετραγωνικών χιλιομέτρων ανά άτομο. Έτσι, όταν μια ομάδα κυνηγών – τροφοσυλλεκτών ξεπερνούσε τα 25 έως 50 άτομα, βρισκόταν εκτεθειμένη σε σοβαρούς κινδύνους όσον αφορά τον ανεφοδιασμό της σε τρόφιμα. Ο υπερπληθυσμός είναι μια έννοια μεταβλητής γεωμετρίας, η οποία συνδέεται στενά με το ζήτημα των διαθέσιμων πόρων. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτή από τον πολύ κόσμο ταυτίζεται με την εικόνα ανθρώπων στριμωγμένων σαν σαρδέλες σε έναν περιορισμένο χώρο.
Ο αριθμός μετατρέπεται γρήγορα σε έμμονη ιδέα. Στις πόλεις της αρχαίας Ελλάδας, το ανάγλυφο του εδάφους συνεπάγεται τον κατακερματισμό του χώρου : κάθε γεωγραφική λεκάνη οργανώνεται σε αυτόνομη πόλη κράτος, όπου η πίεση του πληθυσμού γίνεται έντονα αισθητή, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η συνειδητοποίηση του δημογραφικού παράγοντα. Το πολιτικό κλίμα που επικρατεί δεν ευνοεί την προώθηση της αύξησης των γεννήσεων.
Σε δύο από τους σημαντικότερους διαλόγους του, τη « Δημοκρατία » και τους « Νόμους », ο Πλάτων ορίζει τον βέλτιστο πληθυσμό μιας πόλης σε συνάρτηση με τον διαθέσιμο χώρο και τους οικονομικούς πόρους, ενώ περιγράφει και τον τρόπο λειτουργίας της πόλης και την κοινωνική οργάνωση που απαιτείται για την επίτευξη αυτού του στόχου. Μάλιστα, όλα αυτά κινούνται στο απόλυτο όριο του ρεαλισμού. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Αριστοτέλης στην « Πολιτική » : υποστηρίζει ότι το μεγαλείο μιας πόλης δεν εξαρτάται από το μέγεθος του πληθυσμού της.
Θεωρεί, επίσης, ότι, όταν υπάρχουν υπερβολικά πολλοί πολίτες, χάνεται ο έλεγχος και ευνοείται η εγκληματικότητα, ενώ διευκολύνονται οι ξένοι και οι μέτοικοι να σφετεριστούν την ιδιότητα του πολίτη [Να μετράμε τα άτομα μαζί με τον Μάλθους ή να κατανέμουμε τον πλούτο μαζί με τον Μαρξ ;
Στο μεταίχμιο του 18ου και του 19ου αιώνα, το έργο του Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, « Δοκίμιο για την Αρχή του πληθυσμού », αποτελεί ένα ορόσημο στην ιστορία των δημογραφικών θεωριών. Ο Βρετανός οικονομολόγος και ιερέας θεωρεί ότι ο πληθυσμός αυξάνεται με ρυθμό ταχύτερο από εκείνον της παραγωγής τροφίμων, γεγονός το οποίο αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε υπερπληθυσμό και σε λιμό μεγάλης κλίμακας. Κατά τη γνώμη του, υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις : είτε αφήνουμε την κατάσταση να εξελιχθεί, οπότε οι συνέπειες θα εκδηλωθούν με αιφνιδιαστικό και οδυνηρό τρόπο καθώς η φύση θα αναλάβει την εξόντωση του « ανθρώπινου πλεονάσματος », είτε ελέγχουμε τη γεννητικότητα με την κατάργηση κάθε βοηθήματος που χορηγείται στους φτωχούς, έτσι ώστε να τους καταστήσουμε περισσότερο « υπεύθυνους ». Για τον Μάλθους, η « υπεύθυνη στάση » συνίσταται στο να παντρεύεται κανείς και να κάνει παιδιά μονάχα όταν έχει τους οικονομικούς πόρους που απαιτεί η ανατροφή και η εκπαίδευσή τους. Η γρήγορη εξάπλωση της φτώχειας αποτελεί έναν κίνδυνο για την ανθρωπότητα και θα πρέπει να εξαλειφθεί.
Ο Πιερ Ζοζέφ Προυντόν του ανταπαντά ότι δεν υπάρχει πρόβλημα υπερπληθυσμού. Η αύξηση της εξαθλίωσης οφείλεται στο άδικο σύστημα της ιδιοκτησίας, το οποίο εξασφαλίζει σε ορισμένα άτομα μια άδικη εξουσία πάνω στα υπόλοιπα. Μάλιστα, στη « Φιλοσοφία της αθλιότητας » υποστηρίζει ότι « ο μοναδικός άνθρωπος που περισσεύει στη Γη είναι ο Μάλθους ». Ο Καρλ Μαρξ, ο οποίος δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη δημογραφία καθαυτή, θεωρεί τον Μάλθους εχθρό της εργατικής τάξης και τον αποκαλεί στο « Κεφάλαιο » « αυθάδη συκοφάντη του ανθρώπινου γένους, υπηρέτη της άρχουσας τάξης και διαστρεβλωτή της επιστήμης ». Του προσάπτει το γεγονός ότι πιστεύει στην « αρχή του πληθυσμού », σύμφωνα με την οποία ο πληθυσμός αυξάνεται ταχύτερα από τους διατροφικούς πόρους, εκλαμβάνοντάς την μάλιστα ως απόλυτο φυσικό νόμο που ισχύει ανά πάσα στιγμή παντού. « Αυτός ο αφηρημένος νόμος για τον πληθυσμό ισχύει μονάχα για τα φυτά και τα ζώα, στον βαθμό που δεν υπάρχει ιστορική ανθρώπινη παρέμβαση. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι ο αριθμός των ανθρώπινων όντων, αλλά η κατανομή του πλούτου ».
Η διαμάχη συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα : τότε η ανθρωπότητα βρέθηκε μπροστά στην ξέφρενη αύξηση του πληθυσμού που πήρε εκρηκτικές διαστάσεις : από 3 δισεκατομμύρια το 1960, έφτασε τα 6,1 δισ. το 2000. Δημογράφοι, οικονομολόγοι, γεωγράφοι, αλλά και φιλόσοφοι, ιστορικοί, εθνολόγοι και, φυσικά, πολιτικοί, κονταροχτυπιούνται στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Οι μεν αρνούνται ότι υπάρχει υπερπληθυσμός και μιλούν για ανισότητες στην ανάπτυξη, ενώ οι δε καταγγέλλουν τη φονική τρέλα των οπαδών της αύξησης της γεννητικότητας που καταδικάζει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους στον θάνατο από την πείνα. Μάλιστα, από τη δεκαετία του 1980, αρχίζουν να λαμβάνονται περισσότερο υπόψη τα περιβαλλοντικά και τα οικολογικά διακυβεύματα.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, οι αντιμαλθουσιανοί προσπαθούν να φανούν καθησυχαστικοί, δίνοντας έμφαση στο φαινόμενο της δημογραφικής μετάβασης που έχει ήδη δρομολογηθεί : τα ποσοστά γονιμότητας καταρρέουν παντού, ακόμα και στις πολύ φτωχές χώρες. Αυτό επιβεβαιώνει τη « δημογραφική επανάσταση » για την οποία μίλησε το 1934 ο Αντόλφ Λαντρί : κατά τη γνώμη του, η τεράστια αύξηση της παραγωγής αγαθών κάνει πλέον το πρόβλημα πληθυσμού – πόρων να φαίνεται ξεπερασμένο. Στο εξής, αυτό που θεωρείται βέλτιστος πληθυσμός εξαρτάται από την πολιτισμική έννοια της ευτυχίας, μιας έννοιας ποιοτικής και όχι πλέον ποσοτικής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο πληθυσμός του πλανήτη θα σταθεροποιηθεί το 2050 στα 9 δισ. και το 2150 θα φτάνει τα 10 δισ. Αφού, όπως υποστηρίζει η πλειονότητα των δημογράφων, ο πλανήτης μας μπορεί να θρέψει 10 δισ. κατοίκων, πώς μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει υπερπληθυσμός με 7 δισ. ; Σε τελική ανάλυση, το γεγονός ότι ο υποσιτισμός πλήττει ένα δισ. ανθρώπους και ότι ο αριθμός των φτωχών έχει διπλασιαστεί, οφείλεται ίσως στην κακή κατανομή των πόρων. Όμως, από την άλλη πλευρά, είναι άραγε επιθυμητό να δούμε αυτές τις προβλέψεις να υλοποιούνται ; Η συσσώρευση 10 δισ. ανθρώπων –έστω και καλοθρεμμένων- στον πλανήτη δεν παύει να αποτελεί συνωστισμό.
Το 1997, ο Σαλμάν Ρουσντί έγραφε μια « Επιστολή προς τον εξηκοστό δισεκατομμυριοστό πολίτη του κόσμου [Notes
Ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα, όταν ο πληθυσμός του πλανήτη δεν ξεπερνούσε τα 200 εκατομμύρια, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης συνιστούσαν στα κράτη να ελέγξουν αυστηρά τον πληθυσμό τους. Συνεπώς, η έννοια του υπερπληθυσμού είναι περισσότερο ζήτημα πολιτισμικό, παρά αριθμών. Από την εποχή του βιβλικού « αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι » αρχίζει η διαμάχη ανάμεσα στους υπέρμαχους της αύξησης του πληθυσμού και σε εκείνους που τάσσονται υπέρ του ελέγχου της γεννητικότητας και προειδοποιούν για τους κινδύνους που εγκυμονεί ο υπερπληθυσμός.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν διαθέταμε στατιστικές. Ελλείψει αξιόπιστων στοιχείων, στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούσε η φιλοσοφική, η θρησκευτική ή η πολιτική οπτική. Ακόμα και σήμερα, παρά τον όγκο δεδομένων που έχουμε στη διάθεσή μας γι’ αυτό το ζήτημα, εξακολουθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό να κυριαρχούν οι ιδεολογικές και οι θρησκευτικές προσεγγίσεις.
Οι περισσότεροι από εμάς θεωρούν ότι, όταν πριν από 40.000 χρόνια ο πληθυσμός ολόκληρης της Γης ήταν 500.000 άτομα, επομένως δεν υπήρχε καμία απειλή υπερπληθυσμού. Κι όμως, για να τραφεί μια ομάδα ανθρώπων με τα θηράματα που έπιαναν οι κυνηγοί, χρειάζονταν κατά μέσο όρο ζωτικό χώρο 10 έως 25 τετραγωνικών χιλιομέτρων ανά άτομο. Έτσι, όταν μια ομάδα κυνηγών – τροφοσυλλεκτών ξεπερνούσε τα 25 έως 50 άτομα, βρισκόταν εκτεθειμένη σε σοβαρούς κινδύνους όσον αφορά τον ανεφοδιασμό της σε τρόφιμα. Ο υπερπληθυσμός είναι μια έννοια μεταβλητής γεωμετρίας, η οποία συνδέεται στενά με το ζήτημα των διαθέσιμων πόρων. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτή από τον πολύ κόσμο ταυτίζεται με την εικόνα ανθρώπων στριμωγμένων σαν σαρδέλες σε έναν περιορισμένο χώρο.
Ο αριθμός μετατρέπεται γρήγορα σε έμμονη ιδέα. Στις πόλεις της αρχαίας Ελλάδας, το ανάγλυφο του εδάφους συνεπάγεται τον κατακερματισμό του χώρου : κάθε γεωγραφική λεκάνη οργανώνεται σε αυτόνομη πόλη κράτος, όπου η πίεση του πληθυσμού γίνεται έντονα αισθητή, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η συνειδητοποίηση του δημογραφικού παράγοντα. Το πολιτικό κλίμα που επικρατεί δεν ευνοεί την προώθηση της αύξησης των γεννήσεων.
Σε δύο από τους σημαντικότερους διαλόγους του, τη « Δημοκρατία » και τους « Νόμους », ο Πλάτων ορίζει τον βέλτιστο πληθυσμό μιας πόλης σε συνάρτηση με τον διαθέσιμο χώρο και τους οικονομικούς πόρους, ενώ περιγράφει και τον τρόπο λειτουργίας της πόλης και την κοινωνική οργάνωση που απαιτείται για την επίτευξη αυτού του στόχου. Μάλιστα, όλα αυτά κινούνται στο απόλυτο όριο του ρεαλισμού. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Αριστοτέλης στην « Πολιτική » : υποστηρίζει ότι το μεγαλείο μιας πόλης δεν εξαρτάται από το μέγεθος του πληθυσμού της.
Θεωρεί, επίσης, ότι, όταν υπάρχουν υπερβολικά πολλοί πολίτες, χάνεται ο έλεγχος και ευνοείται η εγκληματικότητα, ενώ διευκολύνονται οι ξένοι και οι μέτοικοι να σφετεριστούν την ιδιότητα του πολίτη [Να μετράμε τα άτομα μαζί με τον Μάλθους ή να κατανέμουμε τον πλούτο μαζί με τον Μαρξ ;
Στο μεταίχμιο του 18ου και του 19ου αιώνα, το έργο του Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, « Δοκίμιο για την Αρχή του πληθυσμού », αποτελεί ένα ορόσημο στην ιστορία των δημογραφικών θεωριών. Ο Βρετανός οικονομολόγος και ιερέας θεωρεί ότι ο πληθυσμός αυξάνεται με ρυθμό ταχύτερο από εκείνον της παραγωγής τροφίμων, γεγονός το οποίο αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε υπερπληθυσμό και σε λιμό μεγάλης κλίμακας. Κατά τη γνώμη του, υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις : είτε αφήνουμε την κατάσταση να εξελιχθεί, οπότε οι συνέπειες θα εκδηλωθούν με αιφνιδιαστικό και οδυνηρό τρόπο καθώς η φύση θα αναλάβει την εξόντωση του « ανθρώπινου πλεονάσματος », είτε ελέγχουμε τη γεννητικότητα με την κατάργηση κάθε βοηθήματος που χορηγείται στους φτωχούς, έτσι ώστε να τους καταστήσουμε περισσότερο « υπεύθυνους ». Για τον Μάλθους, η « υπεύθυνη στάση » συνίσταται στο να παντρεύεται κανείς και να κάνει παιδιά μονάχα όταν έχει τους οικονομικούς πόρους που απαιτεί η ανατροφή και η εκπαίδευσή τους. Η γρήγορη εξάπλωση της φτώχειας αποτελεί έναν κίνδυνο για την ανθρωπότητα και θα πρέπει να εξαλειφθεί.
Ο Πιερ Ζοζέφ Προυντόν του ανταπαντά ότι δεν υπάρχει πρόβλημα υπερπληθυσμού. Η αύξηση της εξαθλίωσης οφείλεται στο άδικο σύστημα της ιδιοκτησίας, το οποίο εξασφαλίζει σε ορισμένα άτομα μια άδικη εξουσία πάνω στα υπόλοιπα. Μάλιστα, στη « Φιλοσοφία της αθλιότητας » υποστηρίζει ότι « ο μοναδικός άνθρωπος που περισσεύει στη Γη είναι ο Μάλθους ». Ο Καρλ Μαρξ, ο οποίος δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη δημογραφία καθαυτή, θεωρεί τον Μάλθους εχθρό της εργατικής τάξης και τον αποκαλεί στο « Κεφάλαιο » « αυθάδη συκοφάντη του ανθρώπινου γένους, υπηρέτη της άρχουσας τάξης και διαστρεβλωτή της επιστήμης ». Του προσάπτει το γεγονός ότι πιστεύει στην « αρχή του πληθυσμού », σύμφωνα με την οποία ο πληθυσμός αυξάνεται ταχύτερα από τους διατροφικούς πόρους, εκλαμβάνοντάς την μάλιστα ως απόλυτο φυσικό νόμο που ισχύει ανά πάσα στιγμή παντού. « Αυτός ο αφηρημένος νόμος για τον πληθυσμό ισχύει μονάχα για τα φυτά και τα ζώα, στον βαθμό που δεν υπάρχει ιστορική ανθρώπινη παρέμβαση. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι ο αριθμός των ανθρώπινων όντων, αλλά η κατανομή του πλούτου ».
Η διαμάχη συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα : τότε η ανθρωπότητα βρέθηκε μπροστά στην ξέφρενη αύξηση του πληθυσμού που πήρε εκρηκτικές διαστάσεις : από 3 δισεκατομμύρια το 1960, έφτασε τα 6,1 δισ. το 2000. Δημογράφοι, οικονομολόγοι, γεωγράφοι, αλλά και φιλόσοφοι, ιστορικοί, εθνολόγοι και, φυσικά, πολιτικοί, κονταροχτυπιούνται στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Οι μεν αρνούνται ότι υπάρχει υπερπληθυσμός και μιλούν για ανισότητες στην ανάπτυξη, ενώ οι δε καταγγέλλουν τη φονική τρέλα των οπαδών της αύξησης της γεννητικότητας που καταδικάζει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους στον θάνατο από την πείνα. Μάλιστα, από τη δεκαετία του 1980, αρχίζουν να λαμβάνονται περισσότερο υπόψη τα περιβαλλοντικά και τα οικολογικά διακυβεύματα.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, οι αντιμαλθουσιανοί προσπαθούν να φανούν καθησυχαστικοί, δίνοντας έμφαση στο φαινόμενο της δημογραφικής μετάβασης που έχει ήδη δρομολογηθεί : τα ποσοστά γονιμότητας καταρρέουν παντού, ακόμα και στις πολύ φτωχές χώρες. Αυτό επιβεβαιώνει τη « δημογραφική επανάσταση » για την οποία μίλησε το 1934 ο Αντόλφ Λαντρί : κατά τη γνώμη του, η τεράστια αύξηση της παραγωγής αγαθών κάνει πλέον το πρόβλημα πληθυσμού – πόρων να φαίνεται ξεπερασμένο. Στο εξής, αυτό που θεωρείται βέλτιστος πληθυσμός εξαρτάται από την πολιτισμική έννοια της ευτυχίας, μιας έννοιας ποιοτικής και όχι πλέον ποσοτικής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο πληθυσμός του πλανήτη θα σταθεροποιηθεί το 2050 στα 9 δισ. και το 2150 θα φτάνει τα 10 δισ. Αφού, όπως υποστηρίζει η πλειονότητα των δημογράφων, ο πλανήτης μας μπορεί να θρέψει 10 δισ. κατοίκων, πώς μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει υπερπληθυσμός με 7 δισ. ; Σε τελική ανάλυση, το γεγονός ότι ο υποσιτισμός πλήττει ένα δισ. ανθρώπους και ότι ο αριθμός των φτωχών έχει διπλασιαστεί, οφείλεται ίσως στην κακή κατανομή των πόρων. Όμως, από την άλλη πλευρά, είναι άραγε επιθυμητό να δούμε αυτές τις προβλέψεις να υλοποιούνται ; Η συσσώρευση 10 δισ. ανθρώπων –έστω και καλοθρεμμένων- στον πλανήτη δεν παύει να αποτελεί συνωστισμό.
Το 1997, ο Σαλμάν Ρουσντί έγραφε μια « Επιστολή προς τον εξηκοστό δισεκατομμυριοστό πολίτη του κόσμου [Notes
[1] Αριστοτέλης, Πολιτική, VII.4
[2] Τίτος Λίβιος, Ιστορία της Ρώμης.
[3] Salman Rushdie, « Imagine there’s no
heaven : A letter to the six billionth world citizen », επιστολή προς τα
Ηνωμένα Έθνη την οποία αναπαρήγαγε ο Cristopher Hitchens στο « The
Portable Atheist », Da Capo Press, Φιλαδέλφεια, 2007. Απόσπασμα από το
τελευταίο βιβλίο του συγγραφέα « Le Poids du nombre. L’obsession du
surpeuplement dans l’histoire »
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου