Τελικά ούτε η Merkel ούτε κανένας άλλος πήρε την καυτή πατάτα της Ελλάδας στα χέρια του όπως αφελώς κινδυνολογούσαν ότι θα κάνουν ο Αλέξης Τσίπρας και η ομάδα του στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η πατάτα επέστρεψε ήσυχα-ήσυχα πίσω στη θέση της και αφέθηκε να ζεματίζει τις παλάμες ενός λαού που μαζί με τις απογοητεύσεις του, συνεχίζει να βιώνει την απόλυτη διαστρέβλωση της έννοιας του «ηρωισμού» και της...πολιτικής αποτελεσματικότητας των ηγητόρων του.
Για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ και τον Πρωθυπουργό η εμπειρία της τελευταίας αξιολόγησης υπήρξε πολύ οδυνηρή. Και δεν χρειάζεται κανείς να μετρήσει το όφελος και τις ζημιές που απέφερε στη χώρα η ανερμάτιστη διαπραγμάτευσή τους με την Ευρώπη τους δέκα μήνες που προηγήθηκαν, αλλά να αντιληφθεί το μέγεθος της αξιοπιστίας που σπαταλήθηκε στην προσπάθεια τους να διαχειριστούν τα δικά τους αδιέξοδα.
Μπορεί η Ελλάδα να μοιάζει σήμερα με απομονωμένο νησί στα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά λίγες φορές η ηγεσία της βρέθηκε αντιμέτωπη με τέτοια δημόσια περιφρόνηση. Δεν είναι μόνο τι «δεν της δίνουν», αλλά πως την αντιμετωπίζουν. Από το «εγώ δεν είμαι Τσίπρας» του Μelenchon μέχρι τις τελευταίες σφόδρα υποτιμητικές (κυρίως για τη χώρα) δηλώσεις του γερμανού υπουργού Οικονομικών W. Schauble, πολιτικοί αντίπαλοι και σύμμαχοι ενεργούν δημοσίως ως να περιφέρουν σαν αδειανό πουκάμισο τον άλλοτε συναρπαστικό για την Ελλάδα και την Ευρώπη Αλέξη Τσίπρα.
Δεν ποιεί τιμή σε καμία χώρα να αναφέρονται έτσι για τον δημοκρατικά εκλεγμένο Πρωθυπουργό της, όπως δεν περιποιεί τιμή επίσης, στο πολιτικό σύστημα να παίζει θέατρο στις πλάτες των πολιτών οι οποίοι έχουν καταπονηθεί σκληρά από τον τυχοδιωκτισμό και την ανεπάρκειά του.
Μέσα σε αυτά τα δυόμιση χρόνια ο Αλέξης Τσίπρας έχει βιώσει όλους τους δυνατούς συνδυασμούς συναισθημάτων. Από την αλματώδη αναγνώριση και τη διεθνή προβολή την περίοδο 2012-2014 έζησε την ηθική κατάρρευση λόγω της απειλής εξόδου από την Ευρωζώνη το 2015, και εν συνεχεία την πρόσκαιρη ελπίδα ότι υπογράφοντας μνημόνια μπορεί να διορθώσει τη ζημιά και να «γυρίσει» το παιχνίδι. Μέχρι σήμερα δεν είχε κανένα πρόβλημα να αλλάζει συνεχώς κοστούμια ανάλογα με τη συγκυρία που τον εξυπηρετεί. Μπορεί να ντυθεί επαναστάτης και αμέσως μετά να είναι μεταρρυθμιστής και μνημονιακός, να υποδύεται τον «ηγέτη του Νότου», και με την ίδια ευκολία τον εισαγγελέα, τον επενδυτή ή τον ριζοσπάστη.
Το πιο δύσκολο για τον Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνησή του είναι να βρίσκουν τον τρόπο να δικαιολογούν κάθε φορά τον αυτό-εγκλωβισμό τους.
Αυτό που ζήσαμε επί δέκα μήνες τώρα και πιθανόν θα ακούμε εντονότερα τους επόμενους, είναι το ρέκβιεμ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Όλα τα στρατηγήματα που επινόησαν, απέτυχαν. Όλες οι πολιτικές τους αποδείχθηκαν επιφανειακές και σταθερά προσανατολισμένες στην επικοινωνία.
Δεν κέρδισαν καμία από τις υποτιθέμενες «μεγάλες μάχες» που έδωσαν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Δεν έπεσαν ούτε μια φορά μέσα στις προβλέψεις τους.
Δεν πραγμάτωσαν ούτε μια από τις προσδοκίες που καλλιέργησαν στον κόσμο.
Δεν πέτυχαν τίποτα διαφορετικό και καλύτερο από όλους τους προηγούμενους τους οποίους διαδέχτηκαν.
Το κόστος όλης αυτής της περιπέτειας το πληρώνουν κάθε φορά απροειδοποίητα οι πολίτες που από το 2015 μέχρι σήμερα επωμίστηκαν πρόσθετα βάρη δισεκατομμυρίων και είδαν τη ζωή τους να εξακολουθεί να κυλά παγιδευμένη σε μεγάλα λόγια που τους έδιναν ελπίδα αλλά σε ελάχιστα έργα που θα τους έδιναν προοπτική. Αν αυτό δεν αλλάξει γρήγορα, οι επόμενες εκλογές θα είναι μια δυσάρεστη έκπληξη για όλους όσους εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι η συμμετοχή των πολιτών που νομιμοποιεί τις κυβερνήσεις και καθορίζει το μέλλον.
Το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός αισθάνθηκε χθες την ανάγκη να αναδείξει σε τηλεοπτική δήλωση τα οφέλη από τις αποφάσεις του Eurogroup δίνοντας προτεραιότητα και πάλι στις εντυπώσεις και όχι στην πραγματικότητα, είναι μια ηχηρή απόδειξη ότι η κυβέρνηση συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο της επικοινωνιακής διαχείρισης του «ελάχιστου» και αποφεύγει να πει την αλήθεια.
Οι προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα είναι πρωτοφανείς λόγω της κακής οικονομικής της κατάστασης και των αδιανόητα αυστηρών δημοσιονομικών δεσμεύσεων που ανέλαβε για τις επόμενες δεκαετίες. Αλλά το μείζον για την κυβέρνηση αυτή τη στιγμή ενώ θα έπρεπε να είναι η δουλειά για την ανάκαμψη της οικονομίας, είναι να φιλοτεχνεί ξανά και ξανά την εικόνα του «μαχητή» που διεκδικεί να βάλει τέλος στην επιτροπεία και τα μνημόνια, ασχέτως αν στο τέλος της ημέρας τα πράγματα γίνονται χειρότερα.
Αυτά ισχυρίζονταν και το 2014, και το 2015, και το 2016 και φέτος. Αυτά θα ισχυρίζονται και πάλι σε λίγους μήνες από σήμερα, όταν το θέμα του χρέους και του μνημονίου θα ανοίγουν και πάλι από την αρχή, και το μεγάλο ερωτηματικό θα είναι προς τα πού θα έχουμε επιλέξει να βαδίσουμε.
Η αισιοδοξία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να στεκόμαστε όρθιοι. Αλλά αποκτά χαρακτηριστικά παραπλάνησης όταν δεν συνοδεύεται από ενέργειες που να την υποστηρίζουν.
Είναι ζήτημα αξιοπιστίας της χώρας και αξιοπρέπειας για τους πολίτες να μπει τέλος στους θεατρινισμούς και η κυβέρνηση να εκμεταλλευτεί τον ελάχιστο χρόνο που απέμεινε για να μετακινήσει τη χώρα ένα βήμα πιο κοντά στην Ευρώπη.
Του Βασίλη Γεώργα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου