Κύμα επενδύσεων προβλέπει ο Αλέξης Τσίπρας, οριστική άρση των capital controls ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, έξοδο στις αγορές χωρίς το δεκανίκι της ποσοτικής χαλάρωσης ο Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Ας μη ρωτάμε πότε ή αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να συμβούν όλα αυτά. Αρκεί που μας προσκαλούν να ζήσουμε όλοι μαζί την εικονική...
πραγματικότητα της ανάπτυξης.
Ας μη ρωτάμε πότε ή αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να συμβούν όλα αυτά. Αρκεί που μας προσκαλούν να ζήσουμε όλοι μαζί την εικονική...
πραγματικότητα της ανάπτυξης.
Η ελπίδα είναι πολύ θετικό πράγμα για την οικονομία μετά από κάθε αξιολόγηση και ειδικά με την τελευταία που φόρτωσε τη χώρα με πρωτογενή πλεονάσματα στο διηνεκές και πρόσθετα μέτρα 5,5 δισ. ευρώ. Φτιάχνει κλίμα, λαδώνει λίγο τα σκουριασμένα γρανάζια της μηχανής, τονώνει το πεσμένο ηθικό. Όλοι την έχουμε ανάγκη γιατί τα δύσκολα είναι μπροστά. Μόνο που με την ελπίδα δεν χορταίνει κανείς ούτε ανοίγουν δουλειές. Το πρόβλημα είναι ότι για άλλη μια φορά οι εξαγγελίες και οι δηλώσεις είναι πρωθύστερες των πράξεων και αν συνεχίσουμε έτσι, με πολύ θεωρία και ελάχιστη άσκηση, σύντομα θα ξαναψάχνουμε ενόχους να φορτώσουμε την ευθύνη.
Η κυβέρνηση αυτή έχει εξαγγείλει πολλές φορές ότι θα φέρει ανάπτυξη και επενδύσεις. Αλλά μέχρι τώρα είτε τις απωθεί ή τις κρατάει στην κατάψυξη.
Τα δύο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ δεν διαφέρουν καθόλου από τα προηγούμενα της βαθιάς κρίσης. Το ποσοστό των επενδύσεων στο ΑΕΠ είναι κολλημένο στα χαμηλότερα επίπεδα της Ιστορίας (11%). Το ερώτημα είναι πόσο θα διαφέρουν τα επόμενα εφόσον πράγματι η κυβέρνηση εξαντλήσει την τετραετία. Ούτε με δύο – τρεις «εμβληματικές» ιδιωτικοποιήσεις μπορεί, όπως ισχυρίζονται μερικοί, να αλλάξει ουσιαστικά η εικόνα. Η κυβέρνηση το ξέρει καλά αυτό αλλά θέλει ταυτόχρονα να έχει τάχα την πολυτέλεια της επιλογής. Δρα σαν να έχει πάρει εξουσιοδότηση από την κοινωνία να κρατά την οικονομία στάσιμη έως ότου εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις της «δίκαιης ανάπτυξης».
Και τα capital controls υπό το καθεστώς των οποίων η οικονομία συμπληρώνει δύο ολόκληρα χρόνια ευρισκόμενη ουσιαστικά σε διπλό νόμισμα, όλο αίρονται, και όλο εδώ είναι.
Ποιον να πρωτοθυμηθούμε; Την Λ. Κατσέλη, τον Γ. Σταθάκη, τον Γ. Δραγασάκη, τον Ευκλείδη Τσακαλώτο;
Η μισή κυβέρνηση έχει εξαγγείλει την κατάργησή τους.
Το να δηλώνει ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, και μάλιστα σε ακροατήριο υποψιασμένων (σ.σ : σε συνέδριο εξαγωγέων μίλησε) ότι θα «αρθούν σύντομα», δεν είναι απλώς αυταπάτη. Αγγίζει τα όρια της εξαπάτησης γιατί το λέει ενώ στην κυβέρνηση γνωρίζουν καλύτερα από όλους ότι πλήρης άρση των κεφαλαιακών περιορισμών δεν πρόκειται να συμβεί αν δεν επιστρέψουν στις τράπεζες τουλάχιστον 20 δισ. ευρώ από τις καταθέσεις και δεν αποπληρωθεί το μεγαλύτερο μέρος από τα 44 δισ. ευρώ του ELA. Με τις καλύτερες προϋποθέσεις αυτό θέλει τουλάχιστον ακόμη ένα ή και δύο χρόνια.
Στις αγορές σύμφωνα με τον κυβερνητικό σχεδιασμό, έπρεπε να είχαμε ήδη βγει δοκιμαστικά από την Άνοιξη.
Τώρα συζητάμε αν θα το επιχειρήσουμε μετά τις γερμανικές εκλογές ή το 2018, με την ψυχή στο στόμα.
Αυτό με την ψυχή στο στόμα να το κρατήσουμε για θα το βρούμε μπροστά μας. Ανεξάρτητα αν γίνουν μια – δυο «δοκιμαστικές» εκδόσεις για να σχηματιστεί η «καμπύλη επιτοκίων», θα συνειδητοποιήσουμε σε μερικούς μήνες, ότι για να βγούμε στις αγορές πρέπει πρώτα να μπούμε σε μνημόνιο με εξαιρετικά μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι κάναμε μέχρι σήμερα.
Είναι πλέον προφανές σε όλους ότι με τον χρόνο που ξοδεύτηκε στις διαπραγματεύσεις και την καθήλωση της οικονομίας σε μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, το τρένο της «αυτόνομης» δανειοδότησης χάθηκε. Οι επόμενοι 14 μήνες δεν επαρκούν για να μας εμπιστευτούν 100% οι αγορές.
Ο δρόμος μπορεί να ανοίξει μόνο με ένα 4ο προληπτικό πρόγραμμα χρηματοδότησης που στην καλύτερη περίπτωση θα έχει τη μορφή της «πιστοληπτικής γραμμής στήριξης» μετά τον Αύγουστο του 2018 και για τα επόμενα δύο χρόνια τουλάχιστον.
Είτε μιλάμε για το «Προληπτική Πιστωτική γραμμή υπό όρους» (PCCL) είτε για τη «Πιστωτική γραμμή με ενισχυμένους όρους» (ECCL) αναφερόμαστε σε ένα διετές νέο «μνημόνιο light» που θα έχει πρόσθετες και πολύ συγκεκριμένες δεσμεύσεις και επιτήρηση έναντι της δυνατότητας παροχής «έκτακτου» δανείου από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
Η προετοιμασία της κοινής γνώμης έχει ήδη ξεκινήσει καθώς σχετικές αναφορές εμπεριέχονται τόσο στην απόφαση του Eurogroup της 1ης Ιουνίου όσο και στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το ερώτημα είναι αν η σημερινή κυβέρνηση θα καταφέρει στους λίγους μήνες που έχει μπροστά της να αποφύγει ένα «κανονικό» 4ο πρόγραμμα χρηματοδότησης, αλλά και αν θα αντέξει πολιτικά να διαπραγματευτεί εκείνη τους όρους ενός έστω και «ελαφρύτερου» μνημονίου υπό τη μορφή της πιστοληπτικής γραμμής.
Του Βασίλη Γεώργα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου