Ζούμε σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία.
Η Ελλάδα βρίσκεται σίγουρα σε τροχιά αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, έχοντας διανύσει μία πολύ δύσκολη περίοδο, σε συνθήκες δριμύτατης ύφεσης και προσπαθώντας σήμερα να βρει το δρόμο προς την ανταγωνιστικότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη...
Τα τελευταία 5 χρόνια, ως Αναπληρώτρια Διευθύνουσα Σύμβουλος της ΔΕΗ, που είναι μία από τις μεγαλύτερες εισηγμένες ελληνικές επιχειρήσεις και η μεγαλύτερη εταιρεία κοινής ωφέλειας στη χώρα, λειτουργώντας 109 σταθμούς παραγωγής και προμηθεύοντας περισσότερους από 7,4 εκατ. πελάτες, ήρθα αντιμέτωπη από νωρίς με το νέο, αντίξοο, αβέβαιο και ρευστό περιβάλλον, συνειδητοποιώντας προκλήσεις και νέα δεδομένα που καμία σχέση δεν έχουν με αυτά που βιώνει κάποιος σε ένα περιβάλλον οικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης.
Καταρχάς η αντιμετώπιση κάθε βαθιάς και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, απαιτεί ικανότητα διαχείρισης κινδύνων. Αυτό σημαίνει ικανότητα λήψης αποφάσεων όταν δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις ή εναλλακτικές λύσεις. Στην αιχμή της κρίσης το 2012, υπήρχαν ελάχιστοι σύμμαχοι ή στρατηγικοί εταίροι και καθόλου διαθέσιμες τράπεζες που θα μπορούσαν να παρέχουν ρευστότητα. Σε τέτοιες στιγμές κάθε εταιρεία και οι άνθρωποί της πρέπει να βασιστούν αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις και στους πόρους της εταιρείας. Αλλά αυτό δεν μπορεί να συμβεί, αν δεν έχουν δημιουργηθεί ισχυρές ομάδες που να είναι αποτελεσματικές, να συνεργάζονται καλά μεταξύ τους, να μπορούν να καταλήγουν σε κοινό πλάνο, να τολμούν και να αντέχουν. Το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι ζωτικής σημασίας για τη διαχείριση κρίσεων ή σύνθετων καταστάσεων και προφανέστατα, αυτό το ανθρώπινο και στελεχιακό δυναμικό είναι συνήθως και το πιο αφοσιωμένο καθώς ενεργεί με βάση το καθήκον και το όραμα του και όχι αναμένοντας μπόνους και ανταμοιβές που σε τέτοιες συνθήκες προφανώς δεν υπάρχουν, αντίθετα υπάρχουν πολύ περισσότεροι κίνδυνοι που απορρέουν από την ανάληψη μεγαλύτερης ευθύνης.
Είναι επίσης αλήθεια ότι σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι εταιρείες αλλάζουν, γίνονται πιο ευέλικτες, πιο καινοτόμες και με ευρύτερο πεδίο σκέψης. Οι στρατηγικοί και οι οικονομικοί στόχοι της κάθε εταιρείας επαναπροσδιορίζονται, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στον έλεγχο του προϋπολογισμού και των κεφαλαιουχικών δαπανών, ενώ η έμφαση στρέφεται πλέον στην ενίσχυση των ταμειακών ροών και της κερδοφορίας παρά στη θέσπιση φιλόδοξων επιχειρηματικών σχεδίων. Η διασφάλιση ρευστότητας γίνεται πλέον η πρώτη προτεραιότητα.
Αυτό που είναι ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι οι εταιρείες αναλαμβάνουν τελικά δράση, σε μια προσπάθεια να ανταποκριθούν και να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον. Είναι η ώρα που λαμβάνονται οι δύσκολες αποφάσεις που στοχεύουν στον εξορθολογισμό του κόστους και στη βελτίωση της λειτουργικής απόδοσης, αποφάσεις ή ενέργειες που στις καλές εποχές μπορεί να αναβάλλονταν συνεχώς για το μέλλον. Πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, έγιναν έτσι δυνατότερες, πιο ευέλικτες, πιο δημιουργικές, πιο εξωστρεφείς και πιο ανοιχτές σε νέες ιδέες, προσπαθώντας να δημιουργήσουν δίκτυα και συμμαχίες που θα στηρίξουν την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους.
Η Ελλάδα έχει επιτύχει, αλλά και έχει περάσει πολλά τα τελευταία 5 χρόνια. Το ίδιο και οι ελληνικές επιχειρήσεις και οι Έλληνες πολίτες. Όμως η ικανότητα μιας οικονομίας να αντέξει και να απορροφήσει μια κρίση και τελικά να επανακάμψει, απαιτεί πολύ περισσότερα, όπως στρατηγικές συμμαχίες, ξένες επενδύσεις, πρόσβαση σε κεφάλαια για ανάπτυξη, αλληλεγγύη, συμμετοχή στη γνώση και στην καινοτομία, κλπ, αρχές που βρίσκονται στην καρδιά του οράματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θέλω να είμαι αισιόδοξη για το μέλλον. Για παράδειγμα η ΔΕΗ, αν και λειτουργώντας μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες οικονομικά συνθήκες και σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο ρυθμιστικό περιβάλλον, κατάφερε να διαχειρισθεί την νέα πραγματικότητα και να συνεχίσει με επιτυχία το στρατηγικό και χρηματοοικονομικό της σχεδιασμό. Έτσι, καταφέραμε να προωθήσουμε και να εφαρμόσουμε δύσκολες αποφάσεις όσον αφορά στο οργανωτικό και λειτουργικό μας μοντέλο, γίναμε πιο ευέλικτοι και πάνω απ' όλα καταφέραμε να βελτιώσουμε σημαντικά τη λειτουργική μας αποδοτικότητα και παραγωγικότητα με την εφαρμογή ενός μεγάλου προγράμματος περιορισμού του λειτουργικού μας κόστους, με συνολική εξοικονόμηση σε μισθολογικές δαπάνες που υπερβαίνει τα 650 εκατομμύρια Ευρώ για την περίοδο 2009-2013, δηλαδή μια μείωση της τάξης του 38% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2009.
Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των ενεργειών και της στρατηγικής μας, επιτύχαμε τη συνέχιση του χρηματοοικονομικού σχεδιασμού μας, ολοκληρώνοντας μία από τις μεγαλύτερες συμφωνίες αναχρηματοδότησης με τις Ελληνικές τράπεζες, μέσω σύναψης κοινοπρακτικού δανείου ύψους € 2,2 δισεκατομμυρίων, μια συναλλαγή η οποία οδήγησε σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ΔΕΗ κατά 3 βαθμίδες από τη S&P. Παράλληλα, καταφέραμε να εξασφαλίσουμε νέα κεφάλαια, κατά πρώτον μέσω σύναψης δανείου € 740 εκατ. με κοινοπραξία ξένων τραπεζών για μία μεγάλη επένδυση στην Παραγωγή, αλλά και να αξιοποιήσουμε τη στρατηγική μας σχέση με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, αντλώντας κεφάλαια που ξεπερνούν τα € 1,5 δισεκατομμύρια. Επίσης τον περασμένο Απρίλιο προχωρήσαμε στην επιτυχή έκδοση ομολόγων ύψους € 700 εκατομμυρίων στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, έκδοση η οποία υπερκαλύφτηκε 6 φορές σε σχέση με το αρχικό ποσό.
Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι, ως χώρα με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ανεργίας και αυξανόμενη φτώχεια, έχουμε εντάξει στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο ευάλωτες κοινωνικά ομάδες καταναλωτών, που ξεπερνούν σήμερα τα 600.000 νοικοκυριά. Ταυτόχρονα, η ΔΕΗ, τα τελευταία χρόνια, έχει προβεί σε περίπου 1 εκατομμύριο διακανονισμούς λογαριασμών ρεύματος. Αυτά τα δεδομένα στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι εντελώς νέα και έχουν δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα της τεράστιας οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα σε συνδυασμό με αυξανόμενες χρεώσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, που στο μεγαλύτερο βαθμό αφορούν αυξήσεις φόρων και τελών, κάποιοι από τους οποίους δεν σχετίζονται καν με την ενέργεια.
Σήμερα, η ελληνική αγορά ενέργειας βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο προς την απελευθέρωση, απέχει όμως σημαντικά από το ''Μοντέλο Στόχο'' της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς (EU target model). Η ΔΕΗ, προκειμένου να μπορέσει να συνεχίσει το στρατηγικό της σχεδιασμό και να στηρίξει την ελληνική οικονομία χρειάζεται μεγαλύτερη προβλεψιμότητα στη λειτουργία καθώς και στη λειτουργική της κερδοφορία. Αυτό απαιτεί ένα πιο σταθερό και προβλέψιμο ρυθμιστικό πλαίσιο, με ισότιμους κανόνες αγοράς για όλους τους συμμετέχοντες, ώστε να γίνει συμβατό με το Ευρωπαϊκό Μοντέλο. Αυτές οι συνθήκες αποτελούν κρίσιμο παράγοντα για όλες τις εταιρείες κοινής ωφέλειας και για όλες τις χώρες, στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων της ασφάλειας εφοδιασμού, της ανταγωνιστικότητας και της περιβαλλοντικής προστασίας.
Ράνια Αικατερινάρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου