Στο προσκήνιο βρίσκονται πλέον ιδέες και πρακτικές της «συντήρησης», όπως η αξιολόγηση, η αξιοκρατία, η εξύμνηση της επιχειρηματικότητας και της απόδοσης, η φορολογική και δημοσιονομική ισορροπία, σε αντίθεση με τη γενικευμένη επιτρεπτικότητα, την ηδονοθηρία, την καταναλωτική ροπή και την προοδευτική ρητορεία της ύστερης μεταπολίτευσης.
Συνεπώς, ο σημιτικός εκσυγχρονισμός είναι αδύνατο να επιστρέψει, όσο και εάν πολλοί από τους πρωταγωνιστές και τα στελέχη του πρωτοστατούν και στη νέα συγκυρία και κάποτε συνεχίζουν να διακινούν ψήγματα της παλιάς ιδεολογίας τους...
Κάτω από τις νέες συνθήκες και εξ ανάγκης, μετασχηματίζεται σταδιακά και το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο, καθώς οι δουλείες και οι περιορισμοί των μνημονίων, του χρέους και της προσαρμογής στους αυστηρούς δημοσιονομικούς ευρωπαϊκούς κανόνες, δεν επιτρέπουν την εφαρμογή ενός μονοδιάστατα καταναλωτικού μοντέλου, παρότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να στηρίζεται προνομιακά στον τουρισμό που ενισχύει την τάση για εισαγωγές.
Αποφασιστικής σημασίας για τη φύση του παραγωγικού μοντέλου είναι το ύψος και ο χαρακτήρας των επενδύσεων καθώς και το ισοζύγιο εξαγωγών-εισαγωγών. Μετά την κατάρρευση των επενδύσεων κατά τη μνημονιακή περίοδο, η οποία εν πολλοίς οφείλεται στην οιονεί εκμηδένιση της οικοδομικής δραστηριότητας, οι επενδύσεις αυξάνονται και πάλι σταδιακά και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Προϋπολογισμού για το 2025, αναμένεται να ανέλθουν στο 17,5% του ΑΕΠ, έναντι 21-22% της Ευρωζώνης.
Όσο για τις «καταναλωτικού» χαρακτήρα επενδύσεις στις κατοικίες, ενώ, κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2007, αντιπροσώπευαν πάνω από το 40% του συνόλου, και το ποσοστό τους στο ΑΕΠ ανερχόταν περίπου στο 10%, κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2024, έφθαναν μόλις στο 14,3% των συνολικών επενδύσεων, και το ποσοστό τους στο ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 2,3%1 – καταδεικνύοντας την εξάντληση της «ατμομηχανής-οικοδομή», αλλά και τη μεγάλη μείωση στο οικιστικό απόθεμα, με τις δραματικές συνέπειές του για το στεγαστικό ζήτημα.
Παράλληλα, οι δημόσιες επενδύσεις έφθασαν τα 13,3 δισ. € το 2024, και το 2025 θα φθάσουν σε 14,1 δισ. €, αυξημένες κατά 150% έναντι των 5,6 δισ. € του 2019. Αλλά και η μεταποιητική παραγωγή θα ενισχυθεί, σπάζοντας τον φαύλο κύκλο μιας τριακονταετούς αποβιομηχάνισης και ξεπερνώντας για πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, το 10% του ΑΕΠ.
Η σχέση εξαγωγών-εισαγωγών παραμένει ακόμα έντονα ελλειμματική, όπως σε ολόκληρη την ιστορία του ελληνικού κράτους, αλλά από το δραματικό 32,5% του 2003, θα περάσει στο προβληματικό 60,4% το 2023 (εξαγωγές 49.457,4 εκ. €, εισαγωγές 81.853,2 εκατ. €). Στον αγροδιατροφικό τομέα, οι εισαγωγές από 7,05 δισ. €, το 2008, θα φτάσουν σε 10,39 δισ. € το 2023 αλλά οι εξαγωγές θα υπερδιπλασιαστούν από 4,01 δισ. €, το 2008, σε 10,85 δισ. € το 2023, μηδενίζοντας επιτέλους ένα έλλειμμα που σοβούσε από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 2.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου