Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

Δημοσιονομική ισορροπία, φορολογική δικαιοσύνη και στο βάθος πολιτική σταθερότητα

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, επέλεξε να φέρει στο τραπέζι δύο παραδείγματα, όχι ελληνικών κυβερνήσεων από το παρελθόν, αλλά δύο ευρωπαϊκών χωρών και, μάλιστα, ως παραδείγματα όχι προς μίμηση, αλλά προς αποφυγή.
Μιλώντας για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός έκανε την αντιπαραβολή με την πολιτική, που καλούνται να εφαρμόσουν Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο
Στην Ελλάδα, όπως είπε, μειώνονται ή και καταργούνται περί τους 50 φόρους την τελευταία πενταετία, στο πλαίσιο μιας συνετούς, όπως τη χαρακτήρισε, πολιτικής «μείωσης των φόρων σε συνδυασμό με την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων», την ώρα που σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα ελλείμματα αυξάνονται.
«Βλέπετε τι γίνεται στη Γαλλία, η οποία επιχειρεί να περάσει μέσα από ένα διασπασμένο Κοινοβούλιο έναν νέο προϋπολογισμό, με σημαντικές αυξήσεις φόρων αλλά και περιορισμούς δαπανών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μόλις χθες αναγγέλθηκε ο καινούργιος προϋπολογισμός, με πρόσθετα φορολογικά βάρη ύψους 40 δισεκατομμυρίων λιρών»... ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. 
Το γιατί η Ελλάδα μπορεί να ακολουθεί μια πορεία αντίστροφη, οφείλεται κατά τον πρωθυπουργό στους «δύο πυλώνες της προόδου της: δημοσιονομικά ισορροπημένες επιλογές, αλλά και φορολογική δικαιοσύνη»

Αυτό φαίνεται πως είναι και το δίπτυχο, που η κυβέρνηση προτίθεται να ακολουθήσει όλο το επόμενο διάστημα. Σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα, αύξηση αποδοχών - κατώτατου μισθού και μέσων απολαβών - και μείωση φορολογικών βαρών, με «όχημα» κυρίως την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Οι επιδόσεις της οικονομίας και η ενίσχυση των εισοδημάτων αποτελούν για την κυβέρνηση την κεντρική πολιτική στόχευση της δεύτερης τετραετίας, με ορίζοντα τις εθνικές εκλογές του 2027. Η προσέγγιση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, όχι μόνο στην οικονομία, αλλά σε όλους τους κρίσιμους τομείς, αναμένεται σε σχεδόν τρία χρόνια, να αποτελέσουν το βασικό πεδίο πάνω στο οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ζητήσει να κριθεί από τους πολίτες. 

Ήδη, ο «καμβάς» της πολιτικής αντιπαράθεσης, που το Μέγαρο Μαξίμου επιζητά και το διακύβευμα των επόμενων χρόνων και της επόμενη κάλπης, αρχίζουν να «ξεδιπλώνονται». Στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου ο πρωθυπουργός έβαλε «στο κάδρο» την αντιπολίτευση, λέγοντας ότι «θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η στάση της στη Βουλή σε όλα τα νομοσχέδια», συμπληρώνοντας χαρακτηριστικά «εκεί νομίζω ότι θα φανούν πολλά».
Είναι σαφές ότι με βάση και τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, η κυβέρνηση βάζει απέναντί της το ΠΑΣΟΚ, θεωρώντας το εν πολλοίς ως τον κύριο εκφραστή ενός αντίπαλου πόλου, που θα μπορούσε να σχηματιστεί τόσο στο πολιτικό σκηνικό, όσο και στη συνείδηση του εκλογικού σώματος. Το Μέγαρο Μαξίμου «σφυρηλατεί» ήδη τον αντίπαλό του. Είναι χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, ο οποίος με αφορμή τη στάση της Χαριλάου Τρικούπη απέναντι σε μια σειρά θεμάτων, από το ΑΣΕΠ έως τον Συνήγορο του Πολίτη, περνά στην αντεπίθεση, κατηγορώντας τον Νίκο Ανδρουλάκη ότι επιμένει στην αντιπολιτευτική τακτική του «όχι σε όλα». 

Με δεδομένη την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το στοιχείο των δημοσκοπήσεων που δίνει μεν το «μομέντουμ» στο ΠΑΣΟΚ, χωρίς, ωστόσο, οι πολίτες να του αποδίδουν χαρακτηριστικά «κυβερνησιμότητας», στο προσκήνιο επανέρχεται σιγά - σιγά το διακύβευμα της πολιτικής σταθερότητας.
«Σε πείσμα της πολιτικής μιζέριας, η χώρα αλλάζει σε όλους τους τομείς με μικρά και μεγάλα βήματα, όλα, πάντως, με τη σφραγίδα της πολιτικής σταθερότητας. Ένα μέγεθος το οποίο, όπως βλέπετε, αποτελεί ζητούμενο για πολλά κράτη και στη χώρα μας δεν πρέπει να θεωρείται ποτέ ένα αυτονόητο δεδομένο» είπε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση εξακολουθεί να διαθέτει μια ακλόνητη κοινοβουλευτική ομάδα, μην έχοντας απέναντί της καμία πολιτική δύναμη, που θα μπορούσε να «απειλήσει» την πολιτική της κυριαρχία, παράλληλα με τον «νεκρό» πολιτικό χρόνο, αρκετά μακριά από τις εθνικές κάλπες, αποτελούν συστατικά, που έχουν οδηγήσει στην αποσυσπείρωση των εκλογικών δυνάμεων της Νέας Δημοκρατίας, εκτιμούν στο κυβερνητικό επιτελείο. Το επόμενο διάστημα, ενδεχομένως οι ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό να επαναφέρουν διλήμματα, που προς ώρας έχουν μείνει στην άκρη,

Το Υπουργικό Συμβούλιο συζήτησε και ενέκρινε μια σειρά νομοσχεδίων. Από την καθιέρωση ενός μηχανισμού υπολογισμού του ύψους του κατώτατου μισθού, που δεν θα επιτρέπει από το 2027 και μετά τη μείωσή του - με κριτήρια τον ρυθμό ανάπτυξης και βελτίωσης της παραγωγικότητας της οικονομίας και τον πληθωρισμό - τη θέσπιση συγκεκριμένου χρόνου υποβολής των φορολογικών δηλώσεων - από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο - έως την ίδρυση Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών, στην οποία θα ενταχθούν οι σχολές του Εθνικού Θεάτρου, της Λυρικής Σκηνής και άλλων.
Νομοσχέδια, που το κάθε ένα «κουμπώνει» στο κυβερνητικό αφήγημα της διασφάλισης και αύξησης των εισοδημάτων, της αντιμετώπισης χρόνιων παθογενειών και της δημιουργίας νέων δεδομένων, βάσει των οποίων το κράτος θα λειτουργεί. Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι αυτές οι μικρές ή μεγάλες αλλαγές θα αρχίσουν να παράγουν αποτελέσματα, που θα δίνουν περιεχόμενο στο δίλημμα που θα τεθεί στους πολίτες στο τέλος της τετραετίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: