Σε σημείο που δεν υπάρχει εύκολη επιστροφή οδηγεί τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο Ερντογάν με σαφή πλέον στόχο να υπονομεύσει τις συμμαχίες της Ελλάδας και την στήριξη που προσφέρουν οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. και να διαμορφώσει την δική του διεκδικητική ατζέντα η οποία ευελπιστεί ότι θα επιβληθεί με τον ένα η τον άλλο τρόπο στην Ελλάδα.
Η ένταση με την Ελλάδα και τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη ήταν διαρκής στην ολιγόωρη παραμονή του Τούρκου ηγέτη στην Πράγα και είναι χαρακτηριστικό ότι και πριν την αντιπαράθεση των δυο ηγετών στο δείπνο, ο κ.Ερντογάν ενώ δεν είχε πρόβλημα να έχει χειραψία και... συνομιλία με τον Ν. Αναστασιαδη, τον πρόεδρο μιας χώρας που δεν αναγνωρίζει η Τουρκία και φρόντισε να μην βρεθεί στην «δύσκολη» θέση(λόγω των προηγούμενων δηλώσεων του) για να έχει έστω και τυπική χειραψία με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Δεν είναι τυχαίο ότι δεν δίστασε σε μια μεγάλη συνάντηση με 43 ηγέτες που είχε στόχο την προώθηση της ειρήνης και της συνεργασίας σε μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή πέραν της Ευρώπης, ο κ.Ερντογάν παραδέχθηκε σχεδόν καμάρωσε και επέμεινε στην απειλή του «θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά»…
Πάντως ο πρωθυπουργός Κ.Μητσοτάκης σε συνέντευξη τύπου λίγο πριν αναχωρήσει από την Πράγα φρόντισε να ρίξει τους τόνους, μιλώντας για ανταλλαγή απόψεων με τον κ.Ερντογάν και ότι από την απειλητική δήλωση του για το «θα έρθουμε μια νύχτα ..» , αν και όπως είπε η μετάφραση ήταν αμφίσημη ,ο ίδιος «θεωρεί ότι δεν ήταν απειλή εναντίον της Ελλάδας και ότι συγκρατεί το άλλο σκέλος της απάντησης ότι η Τουρκία δεν έχει βλέψη για την εθνική κυριαρχία μιας άλλης χώρας .Ο κ. Μητσοτάκης που επανέλαβε ότι δεν θα αφήνει καμιά πρόκληση αναπάντητη, εξέφρασε την προσδοκία «αυτή η ανταλλαγή απόψεων μπορεί να λειτουργήσει εκτονωτικά και να έρθει αποκλιμάκωση για να μπορέσουμε να συζητήσουμε Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».
Τα μηνύματα που έλαβε η Άγκυρα τις τελευταίες εβδομάδες από Ουάσιγκτον, Βρυξέλλες και ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με αφορμή την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά αλλά και την υπογραφή της παράνομης συμφωνίας με την προσωρινή κυβέρνηση Ντμπεϊμπά στην Λιβύη, δεν ήταν αυτά που ανέμενε καθώς αποδοκιμάζεται η επιθετική «τανάλια» με την οποία θέλει να «σφίξει» την Ελλάδα, εξαναγκάζοντας την χώρα μας σε αντίδραση, την οποία θα χρησιμοποιήσει ο ίδιος ως «νομιμοποιητικό» στοιχείο ενός επεισοδίου ακόμη και μιας θερμής αντιπαράθεσης.
Σημαντικοί διεθνείς παράγοντες με κάθε τρόπο συστήνουν στην Τουρκία να εγκαταλείψει την επιθετική πολιτική της που ειδικά αυτή την περίοδο της αντιπαράθεσης με την Ρωσία μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες και να αποδυναμώσει την Δυτική συμμαχία και να επιστρέψει στον δρόμο της διπλωματίας.
Αυτό τον δρόμο όμως ο Τούρκος ηγέτης τον κρατά ερμητικά κλειστό, παρά τις διαρκείς αναφορές του για διάλογο με την Ελλάδα, την ίδια στιγμή που ταυτοχρόνως σχεδόν δηλώνει ότι «δεν έχει να πει τίποτα με την Ελλάδα» και αναφέρεται προσβλητικά σε προσωπικό επίπεδο στον Έλληνα πρωθυπουργό.
Είναι προφανές ότι ο κ.Ερντογάν δεν προτίθεται να αποκαταστήσει διαύλους επικοινωνίας με την Αθήνα ,ούτε να ανοίξει τον δρόμο στην διπλωματική αντιμετώπιση των προβλημάτων ,όσο αισθάνεται ότι σημαντικές χώρες αποδοκιμάζουν την αναθεωρητική πολιτική του και έτσι προσφέρουν την ευκαιρία στην Ελλάδα να εμφανισθεί ενισχυμένη διπλωματικά σε ένα τραπέζι διαλόγου.
Σε κάθε περίπτωση πάντως όσο συνεχίζεται αυτή επιθετική ρητορική δεν υπάρχουν προϋποθέσεις ώστε να υπάρξει έστω και τυπική στο περιθώριο κάποιου διεθνούς φόρουμ, συνάντηση κορυφής Ελλάδας-Τουρκίας.
Και στην Κύπρο επίσης ,που βλέπει ότι οι ΗΠΑ κάνουν σοβαρά ανοίγματα που αφορούν και τον κρίσιμο τομέα της ασφάλειας και της άμυνας ο κ.Ερντογάν είναι αποφασισμένος να συντηρήσει κλίμα κρίσης ,όπως φάνηκε και με τις δηλώσεις του κατά την διάρκεια της πτήσης επιστροφής από την Πράγα. Η δήλωση του ότι υπάρχει ήδη (πέραν των κατοχικών δυνάμεων) και βάση με μόνιμη και σταθερή παρουσία τουρκικών UAV’s στην Κατεχόμενη Κύπρο και ότι θα ληφθούν και αλλά μέτρα για την Ασφάλεια» των Τουρκοκυπρίων είναι αποκαλυπτική των προθέσεων. Επίσης, αφού απέρριψε την πρόταση του Ν. Αναστασιάδη για έναρξη συνομιλιών για το Κυπριακό , του απάντησε ότι «θα είναι μόλις για δυο μήνες ακόμη πρόεδρος της Κύπρου» και με υποτιμητικό τρόπο είπε στον Πρόεδρο της Κύπρου «ότι παίρνει οδηγίες για ότι κάνει» και ότι με τις οδηγίες αυτές «αν κατεβεί με το σκοινί που του δίνουν στο πηγάδι ,θα μείνει στον πάτο του πηγαδιού».
Επικρότησε επίσης την πρωτοβουλία του ψευδοκράτους που με επιστολή στον ΟΗΕ ζητά είτε να αναγνωρίσει ουσιαστικά το κατοχικό καθεστώς ζητώντας του έγκριση για την παραμονή της UNFICUP στην πράσινη ζώνη (μέρος της οποίας θεωρεί τμήμα της «επικράτειας» του) είτε να αποχωρήσει από το νησί…
Ο Τούρκος πρόεδρος πάντως επέμεινε στην γνωστή διχοτομική πρόταση του για λύση που θα αναγνωρίσει την κυριαρχική ισότητα και το ισότιμο διεθνές στάτους του ψευδοκράτους, ως βάση της όποιας λύσης του Κυπριακού.
Στο θέμα της αποστρατικοποίησης των νησιών που επιμένει η Τουρκία δεν θα πρέπει να αποκλείονται εκπλήξεις που θα έχουν στόχο να εκθέσουν την Ελλάδα και να την φέρουν σε δύσκολη θέση. Ένα από τα σενάρια που έχει στην διάθεση της η Τουρκία είναι η επιλογή της Χάγης... Έχει την δυνατότητα να καλέσει την Ελλάδα για αντιμετώπιση της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο και θα την εγκαλεί για την εξαίρεση την οποία έχει θέσει στο θέμα της ασφάλειας και άμυνας. Μια τέτοια κίνηση η όποια θα είναι κυρίως για λόγους εντυπώσεων, θα έχει σαν αποτέλεσμα να εμφανίσει την Ελλάδα ως ανακόλουθη που ενώ επιμένει στην ύπαρξη μόνο μιας διαφοράς, της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και για την οποία τις τελευταίες δεκαετίες προτείνει την Χάγη, για άλλα ζητήματα όπως είναι η «τήρηση των υποχρεώσεων της από διεθνείς συνθήκες» όπως η αποστρατικοποίηση, αρνείται και τον διάλογο και την προσφυγή στην Χάγη.
Έχει ενδιαφέρον πάντως ότι ακαδημαϊκοί στην Αθήνα εκφράζουν προβληματισμό για ένα τέτοιο ενδεχόμενο (π.χ. χθεσινό άρθρο του Κ.Υφαντή στο liberal.gr και άρθρο του Π.Λιάκουρα στα ΝΕΑ) και εάν η Ελλάδα θα πρέπει υπό όρους και προϋποθέσεις να προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο να οδηγηθεί το θέμα αυτό στην Χάγη πιθανόν με συνυποσχετικό. Βεβαίως, πέραν της νομικής προετοιμασίας ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι προφανές ότι έχει ιδιαίτερο πολιτικό βάρος μια τέτοια απόφαση και δεν μπορεί να ληφθεί μόνο από μια κυβέρνηση παρά μόνο με ευρύτατη συναίνεση κάτι που με την εμπειρία του ελληνικού πολιτικού σκηνικού, μάλλον είναι δύσκολο να υπάρξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου