Η ψυχολογία των αγορών, των επιχειρηματιών, των καταναλωτών αλλά και των ξένων επενδυτών, καταρρακώνεται από γεγονότα, παραλείψεις, δηλώσεις και πολιτικές πράξεις, που ανατροφοδοτούν το φαύλο κύκλο της απαισιοδοξίας και της ...
ύφεσης.
ύφεσης.
Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το κλίμα απαισιοδοξίας και άρνησης, η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει πως η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει και θα καταστεί ανταγωνιστική ώστε να προσελκύσει νέες επενδύσεις οι οποίες θα οδηγήσουν στην πολυπόθητη ανάπτυξη. Και με ποιο τρόπο το κάνει αυτό;
Μα…φυσικά με την 2η αύξηση μέσα στον ίδιο χρόνο του ΦΠΑ – του πιο άδικου φόρου που μπορεί να επιβάλει μια κυβέρνηση η οποία αδυνατεί να σκεφτεί και να βρει εναλλακτικές λύσεις.
Η νέα, λοιπόν, αύξηση του ΦΠA και η επέκταση της επιβολής του και σε άλλες υπηρεσίες, όπως στους δικηγόρους, υποθηκοφύλακες και συμβολαιογράφους από την 1η Iουλίου, θα επιφέρει νέο πλήγμα στην αγορά που ήδη δοκιμάζεται σκληρά, ενώ η αναμενόμενη εκτίναξη του πληθωρισμού θα επιβαρύνει περαιτέρω την ανταγωνιστική θέση της ελληνικής οικονομίας.
Η αγορά αγωνιά και η πλειονότητα των επιχειρήσεων αδυνατεί πλέον να απορροφήσει την 2η αύξηση των συντελεστών του ΦΠA.
Οι επιχειρήσεις στις 15 Mαρτίου, όταν έγινε η πρώτη αύξηση του ΦΠA, απορρόφησαν το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης. Και καθώς οι λιανικές πωλήσεις παρουσίαζαν σταθερά καθοδικούς ρυθμούς οι επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου προχώρησαν σε προσφορές για να μειώσουν τα ήδη υψηλά τους αποθέματα και να ενισχύσουν τη ρευστότητά τους.
Τώρα όμως αδυνατούν να απορροφήσουν για δεύτερη φορά τις επιβαρύνσεις.
Το κόστος λειτουργίας, η περιορισμένη ρευστότητα, οι δυσμενείς προβλέψεις για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης εξαιτίας της μείωσης των πραγματικών αποδοχών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και ο δραματικός περιορισμός των τραπεζικών χορηγήσεων, καθιστούν αναπόφευκτη τη μετακύληση των επιβαρύνσεων στις λιανικές τιμές.
Ταυτόχρονα η επιβολή του ΦΠA στις υπηρεσίες δικηγόρων, συμβολαιογράφων και υποθηκοφυλακείων θα πλήξει ακόμη περισσότερο την οικοδομική δραστηριότητα και την κτηματαγορά – η οποία αργοπεθαίνει - καθώς θα αυξηθεί εκ νέου το κόστος των μεταβιβάσεων.
Σαν αποτέλεσμα όλων αυτών προβλέπεται ότι θα ενταθούν και οι πληθωριστικές πιέσεις με τον τιμάριθμο να ξεπερνά το 6%.
Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τις έντονες πιέσεις στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών καθώς επίσης και τις πιέσεις στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων.
Με άλλα λόγια, τα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας από την μείωση του εργατικού κόστους μειώνονται από τον υψηλό, σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, πληθωρισμό. Πώς λοιπόν θα ανακάμψει η ελληνική οικονομία όταν τα μόνα μέτρα που εξαγγέλλει η κυβέρνηση είναι εισπρακτικού χαρακτήρα και όχι αναπτυξιακού;
Νέα Οικονομική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου