«Η κάλπη είναι γκαστρωμένη» είπε κάποτε σοφά ο Χαρίλαος Φλωράκης εννοώντας ότι οι εκλογές συχνά κρύβουν εκπλήξεις και ιστορικά υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό αλήθειας σ ’αυτό.
Παρά ταύτα στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό υπάρχουν κάποιες σταθερές που μέχρι και τον Αύγουστο φέτος δεν είχαν αλλάξει και πολύ απ’ τον Ιούλιο του ‘19.
3,5 χρόνια μετά τις εκλογές, με πανδημίες, ενεργειακή κρίση, Έβρο, Ορουτς Ρεις, εισβολή στην Ουκρανία, σεισμούς, λιμούς, καταποντισμούς, τη φυσιολογική φθορά της εξουσίας αλλά και μερικές σοβαρές αστοχίες, όλες ανεξαιρέτως... οι δημοσκοπήσεις επέμεναν να καταγράφουν διαφορές από 7 έως και 11% μεταξύ ΝΔ και Σύριζα ενώ η παράσταση νίκης ποτέ δεν έπεσε κάτω από 50%.
Και υπήρχαν πολλοί λόγοι γι’ αυτό.
Πρώτο και βασικότερο γιατί οι μνήμες από την άθλια διακυβέρνηση των Σύριζα/Ανελ, είναι ακόμα νωπές και παράλληλα οι συγκρίσεις με τα 3,5 χρόνια Μητσοτάκη είναι καταλυτικές.
Η χώρα αναβαθμίστηκε γεωπολιτικά, ισχυροποιήθηκαν οι ένοπλες δυνάμεις, ήρθαν μεγάλες ξένες επενδύσεις, η ανεργία πέφτει σε χαμηλό 12ετίας, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 46 δις, μειώθηκαν φόροι και ασφαλιστικές εισφορές, έγινε μία τεράστια μεταρρύθμιση με την ψηφιοποίηση πολλών υπηρεσιών του κράτους, μπήκε μία τάξη με το μεταναστευτικό και μειώθηκαν οι ροές 80%, έγιναν πολλές μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, είναι σε εξέλιξη πολλά δημόσια έργα που αλλάζουν την Ελλάδα, βελτιώθηκε σημαντικά ο χρόνος απονομής συντάξεων, άλλαξε επί το αυστηρότερο ο ποινικός κώδικας για ειδεχθή εγκλήματα για να σταθούμε στα πιο σημαντικά.
Δεύτερο, γιατί οι τωρινές συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές από τη δυστοπία της περιόδου 2009-2015 που εκτόξευσε τον Σύριζα από το 4,6% στο 35,5%. Μνημόνια δεν υπάρχουν πια και η χώρα βγήκε ήδη και απ´ την επιτήρηση.
Τρίτο, γιατί ενώ οι συνθήκες άλλαξαν, δεν κατάφερε ν ´ αλλάξει ο Σύριζα που πολιτεύεται ακόμη με όρους μνημονιακών περιόδων.
Τέταρτο, γιατί το αφήγημα του Σύριζα δεν πείθει. Περιγράφει μια ζοφερή κατάσταση που όμως δεν έχει καμμιά σχέση με την πραγματικότητα. Και ο κόσμος το αντιλαμβάνεται αυτό.
Πέμπτο, γιατί, από την επομένη αμέσως των εκλογών του ‘19, αντί στο Σύριζα να αναστοχαστούν και ν ’αναλύσουν τα αίτια της ήττας, επιχείρησαν μιά έξαλλη αντιπολίτευση του όχι σε όλα, που έφτανε συχνά στην ευθεία υπονόμευση της χώρας.
Θυμηθείτε το αίτημα για γκρέμισμα του τείχους του Έβρου την ώρα που η υβριδική επίθεση των Τούρκων ήταν σε εξέλιξη, την ελεεινή αντιπολίτευση που μετήλθαν στη διάρκεια της πανδημίας, την καταψήφιση στρατιωτικών δαπανών και Ραφάλ, το όχι στη συμφωνία αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής με τη Γαλλία, το όχι στη δωρεά του Ιδρύματος Νιάρχος για υπερσύγχρονο ογκολογικό νοσοκομείο για παιδιά στη Θεσσαλονίκη, τις καταγγελίες εναντίον της χώρας για τα δήθεν push backs στο Αιγαίο.
Έκτο, γιατί ο Σύριζα, είναι αδύνατον να προσεταιριστεί το μεσαίο χώρο που κατα βάση δίνει και τη νίκη στις εκλογές. Όταν εν μέσω πανδημίας οργανώνεις 300 πορείες για τον Κουφοντίνα, όταν συμπαραστέκεσαι σε κάθε λούμπεν και παραβατικό στοιχείο του κοινωνικού περιθωρίου και όταν αποκαλείς ειρωνικά τους νοικοκυραίους, “κυρ Παντελήδες”, τότε εισπράττεις κάποια στιγμή και τα επίχειρα.
Από την άλλη μεριά, αστοχίες κατά τη διάρκεια της θητείας της παρούσας κυβέρνησης, υπήρξαν φυσικά αρκετές.
Η κατάργηση και εν συνεχεία επανίδρυση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, το λάθος με τα voucher, η αναποφασιστικότητα και τα μπρος πίσω με την πανεπιστημιακή αστυνομία, οι μετακλητοί που αυξήθηκαν αντί να μειωθούν, η αποπομπή Λιβανού για τα βλακώδη χάχανα με τον δήμαρχο Σπάρτης, οι διοικητές στα νοσοκομεία που επιλέχθηκαν με κομματικά κριτήρια ενώ ο κόσμος περίμενε αξιοκρατία, οι περσινές φωτιές και ο κακός ανασχηματισμός που ακολούθησε, η ολιγωρία με τη χιονοθύελλα και το κλείσιμο της Αττικής Οδού είναι μερικές απ´ αυτές. Η κοινή γνώμη όμως έδειξε ανοχή θεωρώντας όλα τα παραπάνω ως μάλλον μέτριας και ήσσονος σημασίας λάθη και η φθορά της κυβέρνησης ήταν από μικρή έως και απολύτως διαχειρίσιμη.
Μέχρι και το φετινό καλοκαίρι, και παρά τη νάρκη της απλής αναλογικής, θα στοιχημάτιζε κανείς οτι η ΝΔ εύκολα ή δύσκολα θα κατακτούσε την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές.
Η υπόθεση όμως των επισυνδέσεων ήταν η πρώτη μεγάλη αστοχία. Αν υπήρχε κάτι που θα μπορούσε να διαρρήξει τη σχέση εμπιστοσύνης του Μητσοτάκη με το κεντροαριστερό ακροατήριο που τον ψήφισε τον Ιούλιο του ‘19, θα ήταν ακριβώς αυτό που έμοιαζε και με ένα στοχευμένο χειρουργικό χτύπημα αν πιστέψει κανείς τη θεωρία ότι η υπόθεση στήθηκε από ξένα εξωθεσμικά κέντρα.
Παρά ταύτα η υπόθεση αυτή αν και βρέθηκε στον πυρήνα της αντιπολιτευτικής κριτικής και ταρακούνησε την κυβέρνηση, δεν φάνηκε να συγκινεί ιδιαίτερα την κοινή γνώμη.
Επίσης, το γυαλί της σχέσης Μητσοτάκη-κεντροαριστεράς μπορεί να εμφάνισε μεν κάποιες επιμέρους ρωγμές, άντεξε όμως και δεν έσπασε.
Η υπόθεση Πάτση που ακολούθησε, ήταν ο ορισμός του τέλειου αυτογκόλ καθώς μεταξύ άλλων έπληξε καίρια τον πυρήνα του ηθικού πλεονεκτήματος της ΝΔ, δημιούργησε πολλά ερωτηματικά σχετικά με τις διαδικασίες του ορισμού υποψηφίων βουλευτών και την ακεραιότητα στον έλεγχο του πόθεν έσχες ενώ υπήρξαν και υπόνοιες συγκάλυψης.
Απομένει φυσικά να αποτιμηθεί η επίπτωσή της στις δημοσκοπικές επιδόσεις της ΝΔ, αναμένεται όμως να υπάρξει πρόσθετη και αχρείαστη φθορά.
Και είναι κρίμα να θαμπώσει η εικόνα γιατί το συνολικό πρόσημο της κυβερνητικής θητείας είναι απολύτως θετικό.
Ακόμα κι έτσι όμως η ΝΔ εξακολουθεί να έχει τον πρώτο λόγο υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι δεν θα υπάρξουν άλλα σοβαρά λάθη. Πολλά ασφαλώς μπορούν να συμβούν μέχρι τις εκλογές, προς το παρόν όμως η πολυδιάσπαση στα σχήματα δεξιά της ΝΔ σαφέστατα την ευνοεί εκλογικά, ο Ανδρουλάκης είναι φανερό ότι δεν τραβάει, ο κόσμος αποστρέφεται την ισοπεδωτική αντιπολίτευση του Σύριζα, ο Βαρουφάκης μάλλον δεν μπαίνει στη Βουλή, πράγμα που σημαίνει ότι χαμηλώνει το όριο για την πολυπόθητη αυτοδυναμία ενώ μισθοί και συντάξεις θα αυξηθούν από τις αρχές του έτους, η εισφορά αλληλεγγύης καταργείται για όλους, η ανεργία αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, οι μεγάλες επενδύσεις θα ωριμάσουν και αν τελειώσει και ο πόλεμος στην Ουκρανία και εξορθολογιστεί το κόστος ενέργειας η κατάσταση θα καλυτερεύσει σημαντικά.
Εκτός φυσικά αν υπάρξουν μέχρι τότε κι άλλα αυτογκόλ οπότε η κάλπη μπορεί ν ’αποδειχθεί πράγματι γκαστρωμένη. Και τότε η Ελλάδα θα μπει σε περιπέτειες.
Κυριάκος Μπερμπερίδης
*Ο Κυριάκος Μπερμπερίδης είναι μέλος του Τομέων Υγείας & Πολιτικής Υποστήριξης της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου