Του Βασίλη Γεώργα
Αφ’ ης στιγμής δεν συζητά κανείς πλέον για «συνολική συμφωνία» που θα περιλαμβάνει τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και θα επιτρέπει άμεσα την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση, η χώρα ταξιδεύει ήδη στο βαγόνι για την επόμενη μεγάλη περιπέτεια ενός 4ου μνημονίου...
Ο χρόνος που αναλώθηκε, αντί μεταρρυθμίσεων, στις διαπραγματεύσεις του 2016 και στην υπερφορολόγηση για να κλείσουν οι τρύπες του 2015, έχει ήδη θέσει σε πλήρη αμφισβήτηση τον κεντρικό στόχο του τρίτου προγράμματος που ήταν η αυτόνομη χρηματοδότηση της χώρας από τις διεθνείς αγορές.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελική ευθεία χωρίς αναπτυξιακά «έρμα», δίχως χρηματοδοτικά εργαλεία και απομονωμένη επενδυτικά. Εφόσον, όπως όλα δείχνουν χάνει, τη πρόσβαση στη ρευστότητα του QE την Άνοιξη και την ευκαιρία έγκαιρης επαναφοράς του δημόσιου χρέους σε τροχιά βιωσιμότητας, η πλήρης επιστροφή της χώρας στις αγορές μέσα στο 2018 καθίσταται εκ των πραγμάτων εξαιρετικά απίθανη, αν όχι ανέφικτη καθώς δεν υπάρχει κανένα δεκανίκι να την υποστηρίξει.
Ήδη αυτή τη στιγμή όλη η πίεση των δανειστών για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης ασκείται με άξονα την αποδέσμευση δόσεων ώστε να αποπληρωθούν τα χρεολύσια 7,4 δισ. ευρώ του ερχόμενου καλοκαιριού προς την ΕΚΤ, το ΔΝΤ και τους ιδιώτες επενδυτές.
Με το ελληνικό πρόβλημα να έχει ήδη εμπλακεί στον εκλογικό κύκλο της Γαλλίας και της Γερμανίας, κανείς στην Ευρώπη δεν δείχνει διάθεση να ασχοληθεί σε μια τόσο κρίσιμη προεκλογική χρονιά με τη μεγάλη εικόνα που είναι να αποκτήσει η χώρα τη δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές μετά από επτά χρόνια. Η συζήτηση αυτή θα ξανανοίξει πλέον μόνο μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία τον ερχόμενο χειμώνα και μέχρι τότε η Ελλάδα θα παραμείνει στην «καραντίνα».
Το παράθυρο ευκαιρίας που είχε η κυβέρνηση να προετοιμάσει το έδαφος και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για υπεραπόδοση της οικονομίας και όχι μόνο των φορολογικών εσόδων, έκλεισε στην πραγματικότητα τον περασμένοι Ιούνιο. Τότε που αμέσως μετά την καθυστερημένη ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης, το αφήγημα των μεταρρυθμίσεων αντικαταστάθηκε από το εύρημα της «συνολικής πολιτικής συμφωνίας» με αίτημα τη διευθέτηση του χρέους και την νέα αναθεώρηση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Κανένα από αυτά τα αιτήματα τα οποία αρχικά καλλιέργησαν φρούδες ελπίδες στους πολίτες και τις επιχειρήσεις ότι θα διευκολύνουν την έξοδό μας στις αγορές και την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, δεν πρόκειται να ικανοποιηθεί. Σήμερα τα αιτήματα αυτά είναι που μας έχουν βάλει σε νέο κύκλο αβεβαιότητας.
Το αποτέλεσμα είναι πως ακόμη και αν εξαντλήσουμε τα περιθώρια της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, ακόμη και αν επιχειρηθούν μια-δύο «δοκιμαστικές» εκδόσεις ομολόγων στο μέλλον, δεν θα υπάρχουν οι προϋποθέσεις ώστε να απεγκλωβιστούμε από την ανάγκη νέας χρηματοδοτικής στήριξης από τους διεθνείς πιστωτές.
Η κυβέρνηση συνεχίζει ακόμη και την ύστατη ώρα να διαβάζει λάθος την κατάσταση και να σπαταλά πολύτιμο κεφάλαιο στην προσπάθειά να πείσει τους άλλους να επωμιστούν μεγαλύτερο κόστος του ελληνικού χρέους, αντί να πασχίζει να διαμορφώσει προϋποθέσεις ώστε να δημιουργήσει η Ελλάδα τον πλούτο που χρειάζεται. Αυτό ήδη το πληρώνουμε ακριβά.
Η απαίτηση των δανειστών για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% και προληπτική ψήφιση μέτρων ίσων με το 2% του ΑΕΠ μέσω της περικοπής των συντάξεων και της μείωσης του αφορολόγητου ορίου από το 2019, δεν αποτελούν παρά το κέλυφος του 4ου μνημονίου που έχει ήδη αρχίσει να «γράφεται» ως σκέλος του τρέχοντος προγράμματος.
Βάζοντας ψηλά τον πήχη της ανάπτυξης και των πρωτογενών πλεονασμάτων, οι δανειστές έχουν πλέον πετάξει το μπαλάκι στα πόδια μας. Και το μήνυμά τους είναι πως στο επόμενο πρόγραμμα χρηματοδότησης σκοπεύουν να επωμιστούν το χαμηλότερο δυνατό κόστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου