Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, με αφορμή την επέτειο του "όχι" της 28ης Οκτωβρίου 1940, όλοι ή σχεδόν όλοι οι Έλληνες αρέσκονται να λένε και να γράφουν για τα "όχι" που πρέπει με πούμε σήμερα. Ο καθένας, ανάλογα με το τι πιστεύει, λέει και γράφει το δικό του "όχι".
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια την τιμητική του έχει το "όχι" στην τρόϊκα και τα μνημόνιο.
Το "όχι" στους Γερμανούς και την Μέρκελ.
Το "όχι" στην εξαθλίωση του λαού, την ανεργία, την ύφεση, τους μισθούς και τις συντάξεις πείνας.
Το "όχι" στους πολιτικούς, τους τραπεζίτες, τους διαπλεκόμενους μιντιάρχες και τους εξωνημένους δημοσιογράφους.
Και πολλά ακόμη "όχι". Μικρά και μεγάλα. Συλλογικά και ατομικά. Τεκμηριωμένα και υπερβολικά. Υπαρκτά και ανύπαρκτα. Σοβαρά και της πλάκας....
Γενικά είμαστε ένας λαός του "όχι".
Γενικά είμαστε ένας λαός του "όχι".
Προτιμούμε την άρνηση και αποφεύγουμε, πολλές φορές όπως ο διάολος το λιβάνι, την κατάφαση. Θαρρείς και το "όχι "είναι γραμμένο στο DNA της φυλής. Ακόμη κι όταν πρέπει και επιβάλλεται να πούμε "ναι" μας αρέσει πρώτα να το κοσκινίζουμε από μια σειρά "όχι". Συμπεριφερόμαστε ωσάν το "ναι" να είναι κατάρα και το "όχι" ευλογία και πεπρωμένο.
Για παράδειγμα, σήμερα όλοι ή σχεδόν όλοι συμφωνούν πως χρειάζεται πολιτική συνεννόηση και εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης για να τελειώσει η εποχή του μνημονίου και η εποπτεία της τρόϊκας.
Για παράδειγμα, σήμερα όλοι ή σχεδόν όλοι συμφωνούν πως χρειάζεται πολιτική συνεννόηση και εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης για να τελειώσει η εποχή του μνημονίου και η εποπτεία της τρόϊκας.
Δεν λέμε "ναι" λοιπόν σ' αυτά, αλλά βρίσκουμε χιλιάδες τρόπους για να πούμε "όχι" ο ένας στον άλλο με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ούτε συνννενόηση ούτε εθνικό σχέδιο σχέδιο και η εποπτεία της τρόϊκας, παρά τα όσα ηρωϊκά και πένθιμα λέγονται, να συνεχίζεται -και θα διαιωνιστεί ακόμη κι αν τη διακυβέρνηση, που σήμερα ασκούν οι "μνήμονες", την αναλάβουν οι "αμνήμονες".
Για να υπάρξει πραγματική και ουσιαστική αλλαγή στον τόπο δεν αρκεί να λέμε "όχι" στη σημερινή κυβέρνηση και την πολιτική που ασκεί, πρέπει να πούμε πρωτίστως "ναι" στην διαφορετική κυβέρνηση που θέλουμε και την διαφορετική πολιτική που χρειάζεται η χώρα και οι πολίτες της. Και να ορίσουμε συγκεκριμένα το περιεχόμενό τους. Χωρίς αυτά απλώς θα αλλάξει βάρδια η εξουσία. Τη θέση του Σαμαρά θα πάρει ο Τσίπρας και του Χαρδούβελη ο Δραγασάκης. Απαιτείται να υπερψηφίσουμε και όχι απλώς, όπως συνήθως γίνεται, να καταψηφίσουμε.
Δεν ξέρω αν καταφεύγουμε στο "όχι" επειδή είναι πιο εύκολο από το "ναι", αλλά είμαι σίγουρος ότι τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα αν δεν τα προσεγγίζαμε με απορριπτική διάθεση και αρνητικό τρόπο. Και πάντως θα ήταν καλύτερα αν οι κοινοί τόποι του "ναι" που, αντικειμενικά, έχουν διαμορφωθεί εύρισκαν και τις κατάλληλες δυνάμεις να τους κάνουν πράξη. Όσο η χώρα διχάζεται ανάμεσα στο "όχι" και το "ναι" δεν πρόκειται να δει προκοπή. Όσο τα προβλήματα τα αντιμετωπίζουμε με μανιχαϊστικό τρόπο αυτά θα παραμένουν άλυτα, θα κακοφορμίζουν και οι μόνοι χαμένοι θα είναι οι πολίτες και κερδισμένοι αυτοί που εχουν μάθει να κινούνται στις γκρίζες ζώνες και στο λυκόφως της δημόσιας σφαίρας.
Για παράδειγμα η κυβέρνηση λέει "ναι" στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή.
Για να υπάρξει πραγματική και ουσιαστική αλλαγή στον τόπο δεν αρκεί να λέμε "όχι" στη σημερινή κυβέρνηση και την πολιτική που ασκεί, πρέπει να πούμε πρωτίστως "ναι" στην διαφορετική κυβέρνηση που θέλουμε και την διαφορετική πολιτική που χρειάζεται η χώρα και οι πολίτες της. Και να ορίσουμε συγκεκριμένα το περιεχόμενό τους. Χωρίς αυτά απλώς θα αλλάξει βάρδια η εξουσία. Τη θέση του Σαμαρά θα πάρει ο Τσίπρας και του Χαρδούβελη ο Δραγασάκης. Απαιτείται να υπερψηφίσουμε και όχι απλώς, όπως συνήθως γίνεται, να καταψηφίσουμε.
Δεν ξέρω αν καταφεύγουμε στο "όχι" επειδή είναι πιο εύκολο από το "ναι", αλλά είμαι σίγουρος ότι τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα αν δεν τα προσεγγίζαμε με απορριπτική διάθεση και αρνητικό τρόπο. Και πάντως θα ήταν καλύτερα αν οι κοινοί τόποι του "ναι" που, αντικειμενικά, έχουν διαμορφωθεί εύρισκαν και τις κατάλληλες δυνάμεις να τους κάνουν πράξη. Όσο η χώρα διχάζεται ανάμεσα στο "όχι" και το "ναι" δεν πρόκειται να δει προκοπή. Όσο τα προβλήματα τα αντιμετωπίζουμε με μανιχαϊστικό τρόπο αυτά θα παραμένουν άλυτα, θα κακοφορμίζουν και οι μόνοι χαμένοι θα είναι οι πολίτες και κερδισμένοι αυτοί που εχουν μάθει να κινούνται στις γκρίζες ζώνες και στο λυκόφως της δημόσιας σφαίρας.
Για παράδειγμα η κυβέρνηση λέει "ναι" στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή.
Το λέει επειδή θέλει να παραμείνει όσο περισσότερο γίνεται στην εξουσία και να απολαμβάνει τα ωφελήματά της, αλλά και επειδή πιστεύει πως χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να ευδοκιμήσει η πολιτική της.
Η αξιωματική αντιπολίτευση λέει "όχι" να γίνουν εκλογές και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκλεγεί από την επόμενη Βουλή.
Το επιχείρημα του "όχι" της είναι πως η πολιτική της κυβέρνησης είναι καταστροφική, αλλά ο πρόσθετος λόγος είναι ότι θέλει να έλθει αυτή όσο γίνεται πιο γρήγορα στα πράγματα.
Και οι δύο μπορεί να έχουν έχουν δίκαιο. Δεν είναι έγκλημα να εκλέξει η παρούσα Βουλή Πρόεδρο, όπως δεν είναι καταστροφή και οι εκλογές. Και τα δύο είναι μέρος του δημοκρατικού παιχνιδιού και προβλέπονται από το Σύνταγμα. Το κακό είναι ότι με τον τρόπο που γίνεται η σύγκρουση του "ναι" και του "όχι" βλάπτεται η οικονομία και επωφελούνται οι εταίροι-δανειστές μας για να μας σφίξουν περισσότερο τη θηλιά που μας έχουν περάσει στο λαιμό. Θα μπορούσαν κυβέρνηση και αντιπολίτευση να συμφωνήσουν να εκλεγεί Πρόεδρος τώρα, και να γίνουν εκλογές τον Ιούνιο. Και η συμφωνία να ρητή είναι δημόσια. Από μια τέτοια συμφωνία ωφελημένοι θα ήταν και οι δύο και προπαντός η οικονομία και το πολιτικό σύστημα.
Ανάλογα παραδείγματα άγονων συγκρούσεων του "ναι" και του "όχι" μπορούμε να βρούμε στα θέματα της Παιδείας, της Υγείας, της φορολογίας, του παραγωγικού της προσανατολισμού και σε πολλά ακόμη. Η τελική κατάληξη είναι και η εκπαίδευση να υποβαθμίζεται και η περίθαλψη να εξασθενεί και η φοροδιαφυγή να βασιλεύει και η παραγωγή να αποσαρθρώνεται. Το χειρότερο όλων όμως είναι πως και οι μεν και οι δε υποστηρίζουν πως τα κάνουν όλα προς χάριν του λαού και των συμφερόντων του. Θυμάμαι για παράδειγμα τη σύγκρουση που είχε ξεσπάσει όταν ήταν να ιδιωτικοποιηθεί η "Ολυμπιακή". Οι μεν νεοφιλελεύθεροι ήθελαν να την δώσουν σε ιδιώτες και ως επιχείρημα έφερναν την κακοδιοίκηση, τις σπατάλες και τα ελλείμματα, οι δε κρατικιστές επέμεναν να παραμείνει υπό δημόσιο έλεγχο γιατί δεν ήθελαν να χάσουν οι εργαζόμενοι τη δουλειά τους και οι συνδικαλιστές τα προνόμιά τους.
Ούτε οι μεν ούτε οι δε σκέφτηκαν τους πολίτες-επιβάτες. Η ιδιωτικοποίηση αντιμετωπίστηκε σαν σύγκρουση συμφερόντων. Των επιχειρηματικών από τη μιά πλευρά και των εργατικών και συνδικαλιστικών από την άλλη. Το συμφέρον των πολιτών-επιβατών όμως είναι να ταξιδεύουν ταχύτερα, ασφαλέστερα και φτηνότερα. Δεν ενδιαφέρει αν η εταιρεία είναι δημόσια ή ιδιωτική. Το μόνο που θέλουν είναι το κράτος να τους εγγυάται τα προαναφερόμενα τρία στοιχεία. Να τα εγγυάται όμως πραγματικά και τα τρία και όχι να κάνει τα στραβά μάτια στους ιδιώτες-επιχειρηματίες και να προβαίνει σε εκπτώσεις στον ελεγκτικό ρόλο που πρέπει να έχει το κράτος σε υπηρεσίες δημοσίου χαρακτήρα.
Αν λοιπόν σήμερα, μέρα που 'ναι, χρειάζεται κάτι ο ελληνικός λαός και η χώρα δεν είναι να πουν κι άλλα "όχι", αλλά να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους για να δουν αν μπορούν να πουν "ναι" και ποιά είναι αυτά. Από την άρνηση να περάσει στην κατάφαση. Από την απόρριψη στην αποδοχή. Από τους μίζερους τσακωμούς στη δημιουργική αντιπαράθεση. Τα "όχι" του παρελθόντος πρέπει να γίνουν "ναι" του μέλλοντος. Η πρόκληση αυτή είναι: Να μετατρέψουμε τα "όχι" σε "ναι".
Το "όχι στο φασισμό" πρέπει να γίνει "ναι στην περισσότερη και την πραγματική δημοκρατία". Το "όχι στον πόλεμο" είναι διαφορετικό από το "ναι στην ειρήνη". Όπως διαφορετικό είναι το "ναι στην εργασία" από το "όχι στην ανεργία" ή το "ναι στην αυτοδύναμη ανάπτυξη" από το "όχι στην εξάρτηση". Είναι άλλης ποιότητας προσέγγιση, τίθενται άλλες προτεραιότητες και στηρίζεται σε διαφορετικές δυνάμεις. Το "όχι" συνήθως είναι γενικό και εμπεριέχει την απλούστευση, ενώ το "ναι" απαιτεί επεξεργασίες και ορίζει συγκεκριμένα καθήκοντα και δράσεις.
Εξυπακούεται βέβαια πως, όπως έλεγε και ο Γκάντι, ένα «όχι» που βγήκε από μια βαθιά πεποίθηση, είναι πολύ καλύτερο -και πιο μεγαλειώδες- από ένα «ναι» που ειπώθηκε για να ευχαριστήσει ή, χειρότερα, για να αποφύγει φασαρίες.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Για να γίνω πιό συγκεκριμένος σε σχέση με τη σημερινή ημέρα θα έλεγα πως το "όχι στο φασισμό" πρέπει να το μετατρέψουμε σε "ναι στο τσάκισμα του φασισμού και των φασιστών της Χρυσής Αυγής" με ότι αυτό σημαίνει σε επίπεδο πολιτικών κινήσεων, νομοθετικών και νομικών ενεργειών, πράξεων λαϊκής αυτενέργειας και πρωτοβουλιών ενδυνάμωσης της Δημοκρατίας. Τόσο απλά και τόσο καθαρά. Από την άμυνα πρέπει να περάσουμε στην επίθεση. Αυτή είναι η διαφορά του "ναι" από το "όχι"...
Και οι δύο μπορεί να έχουν έχουν δίκαιο. Δεν είναι έγκλημα να εκλέξει η παρούσα Βουλή Πρόεδρο, όπως δεν είναι καταστροφή και οι εκλογές. Και τα δύο είναι μέρος του δημοκρατικού παιχνιδιού και προβλέπονται από το Σύνταγμα. Το κακό είναι ότι με τον τρόπο που γίνεται η σύγκρουση του "ναι" και του "όχι" βλάπτεται η οικονομία και επωφελούνται οι εταίροι-δανειστές μας για να μας σφίξουν περισσότερο τη θηλιά που μας έχουν περάσει στο λαιμό. Θα μπορούσαν κυβέρνηση και αντιπολίτευση να συμφωνήσουν να εκλεγεί Πρόεδρος τώρα, και να γίνουν εκλογές τον Ιούνιο. Και η συμφωνία να ρητή είναι δημόσια. Από μια τέτοια συμφωνία ωφελημένοι θα ήταν και οι δύο και προπαντός η οικονομία και το πολιτικό σύστημα.
Ανάλογα παραδείγματα άγονων συγκρούσεων του "ναι" και του "όχι" μπορούμε να βρούμε στα θέματα της Παιδείας, της Υγείας, της φορολογίας, του παραγωγικού της προσανατολισμού και σε πολλά ακόμη. Η τελική κατάληξη είναι και η εκπαίδευση να υποβαθμίζεται και η περίθαλψη να εξασθενεί και η φοροδιαφυγή να βασιλεύει και η παραγωγή να αποσαρθρώνεται. Το χειρότερο όλων όμως είναι πως και οι μεν και οι δε υποστηρίζουν πως τα κάνουν όλα προς χάριν του λαού και των συμφερόντων του. Θυμάμαι για παράδειγμα τη σύγκρουση που είχε ξεσπάσει όταν ήταν να ιδιωτικοποιηθεί η "Ολυμπιακή". Οι μεν νεοφιλελεύθεροι ήθελαν να την δώσουν σε ιδιώτες και ως επιχείρημα έφερναν την κακοδιοίκηση, τις σπατάλες και τα ελλείμματα, οι δε κρατικιστές επέμεναν να παραμείνει υπό δημόσιο έλεγχο γιατί δεν ήθελαν να χάσουν οι εργαζόμενοι τη δουλειά τους και οι συνδικαλιστές τα προνόμιά τους.
Ούτε οι μεν ούτε οι δε σκέφτηκαν τους πολίτες-επιβάτες. Η ιδιωτικοποίηση αντιμετωπίστηκε σαν σύγκρουση συμφερόντων. Των επιχειρηματικών από τη μιά πλευρά και των εργατικών και συνδικαλιστικών από την άλλη. Το συμφέρον των πολιτών-επιβατών όμως είναι να ταξιδεύουν ταχύτερα, ασφαλέστερα και φτηνότερα. Δεν ενδιαφέρει αν η εταιρεία είναι δημόσια ή ιδιωτική. Το μόνο που θέλουν είναι το κράτος να τους εγγυάται τα προαναφερόμενα τρία στοιχεία. Να τα εγγυάται όμως πραγματικά και τα τρία και όχι να κάνει τα στραβά μάτια στους ιδιώτες-επιχειρηματίες και να προβαίνει σε εκπτώσεις στον ελεγκτικό ρόλο που πρέπει να έχει το κράτος σε υπηρεσίες δημοσίου χαρακτήρα.
Αν λοιπόν σήμερα, μέρα που 'ναι, χρειάζεται κάτι ο ελληνικός λαός και η χώρα δεν είναι να πουν κι άλλα "όχι", αλλά να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους για να δουν αν μπορούν να πουν "ναι" και ποιά είναι αυτά. Από την άρνηση να περάσει στην κατάφαση. Από την απόρριψη στην αποδοχή. Από τους μίζερους τσακωμούς στη δημιουργική αντιπαράθεση. Τα "όχι" του παρελθόντος πρέπει να γίνουν "ναι" του μέλλοντος. Η πρόκληση αυτή είναι: Να μετατρέψουμε τα "όχι" σε "ναι".
Το "όχι στο φασισμό" πρέπει να γίνει "ναι στην περισσότερη και την πραγματική δημοκρατία". Το "όχι στον πόλεμο" είναι διαφορετικό από το "ναι στην ειρήνη". Όπως διαφορετικό είναι το "ναι στην εργασία" από το "όχι στην ανεργία" ή το "ναι στην αυτοδύναμη ανάπτυξη" από το "όχι στην εξάρτηση". Είναι άλλης ποιότητας προσέγγιση, τίθενται άλλες προτεραιότητες και στηρίζεται σε διαφορετικές δυνάμεις. Το "όχι" συνήθως είναι γενικό και εμπεριέχει την απλούστευση, ενώ το "ναι" απαιτεί επεξεργασίες και ορίζει συγκεκριμένα καθήκοντα και δράσεις.
Εξυπακούεται βέβαια πως, όπως έλεγε και ο Γκάντι, ένα «όχι» που βγήκε από μια βαθιά πεποίθηση, είναι πολύ καλύτερο -και πιο μεγαλειώδες- από ένα «ναι» που ειπώθηκε για να ευχαριστήσει ή, χειρότερα, για να αποφύγει φασαρίες.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Για να γίνω πιό συγκεκριμένος σε σχέση με τη σημερινή ημέρα θα έλεγα πως το "όχι στο φασισμό" πρέπει να το μετατρέψουμε σε "ναι στο τσάκισμα του φασισμού και των φασιστών της Χρυσής Αυγής" με ότι αυτό σημαίνει σε επίπεδο πολιτικών κινήσεων, νομοθετικών και νομικών ενεργειών, πράξεων λαϊκής αυτενέργειας και πρωτοβουλιών ενδυνάμωσης της Δημοκρατίας. Τόσο απλά και τόσο καθαρά. Από την άμυνα πρέπει να περάσουμε στην επίθεση. Αυτή είναι η διαφορά του "ναι" από το "όχι"...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου