«Ενιαίο φορέα έχουμε, το Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο, τι να το κάνουμε ένα ακόμη όργανο, όταν ακόμη δεν διαθέτουμε χάρτες ευπάθειας σε πλημμυρικά φαινόμενα ανά διαμέρισμα της χώρας και χάρτες τρωτότητας;», όπως λέει.
Τι θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει ως κράτος που δεν κάναμε κε Ζιακόπουλε;
Καταρχήν, πρέπει να πούμε ότι καμιάς χώρας οι υποδομές δεν αντέχουν 500, 600 ή παραπάνω χιλιοστά βροχής στους χρόνους που σημειώθηκαν, χωρίς σοβαρότατες επιπτώσεις.
Από τη μέτρηση μόνο των 754 χιλιοστών της Ζαγοράς σε περίπου 20 ώρες οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο 24ωρο ύψος βροχής που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα. Σκεφτείτε ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο το μεγαλύτερο ύψος 24ώρου ανέρχεται στα 883,8 χιλ. (Οκτώβριος 2021) στο Ροσιλιόνε, ημιορεινή κωμόπολη στη Λιγουρία της Ιταλίας περί τα 40 χιλιόμετρα ΒΔ της Γένοβας.
Αυτά όλα δεν αποτελούν δικαιολογία για κάποια πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν καλύτερα και δεν έγιναν. Αυτά ας τα ψάξουν οι ειδικοί και οι αρμόδιοι. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να βγάζουμε συμπεράσματα και να παίρνουμε διδάγματα, να θωρακιστεί η χώρα με βάση τα νέα δεδομένα, ώστε την επόμενη φορά να είμαστε καλύτερα ή περισσότερο προετοιμασμένοι.
Πηγή: AP
Τι συμπεράσματα επομένως αντλούμε;
Οι προκλήσεις είναι δύο. Η μία αφορά την πρόληψη και τα μέτρα αντιμετώπισης των καιρικών φαινομένων με όσο το δυνατόν μικρότερες επιπτώσεις και το δεύτερο, κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα, αφορά την προσαρμογή της χώρας στην κλιματική αλλαγή.
Η πρόληψη αφορά καταρχήν μια εκ βάθρων αναδιοργάνωση της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Η εποχή που μας ένοιαζε τι καιρό θα κάνει τις επόμενες ημέρες, ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Τώρα μας ενδιαφέρει τι επιπτώσεις μπορεί να φέρει ο καιρός. Τα έκτακτα δελτία της ΕΜΥ σε αυτό αποσκοπούν, αλλά η νέα εποχή απαιτεί άλλα «όπλα», που ακόμη δυστυχώς δεν έχουμε. Έφτασε για παράδειγμα ο καιρός, να φύγει η ΕΜΥ από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, έπρεπε να βρίσκεται στο καινούργιο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης. Έπειτα, πρέπει επειγόντως να εξοπλιστεί με σύγχρονα μέσα έγκαιρων προγνώσεων και επιστημονικά εργαλεία, μόνο έτσι θα βοηθήσει πραγματικά την Πολιτική Προστασία. Ένα εντελώς καινούργιο πλέγμα εξοπλισμού. Εχω την εντύπωση ότι ο πρωθυπουργός έχει κατά νου αυτή την αναδιοργάνωση και όσον αφορά τα χρήματα έχουν βρεθεί μέσω του προγράμματος «Αιγίς».
Τι ακριβώς εννοείτε;
Επείγει η προμήθεια με συστήματα προγνώσεων πραγματικού χρόνου, nowcasting. Είναι οι πολύ μικρής διάρκειας βραχυπρόθεσμες προγνώσεις, οι οποίες γίνονται μέσα από ένα πλέγμα ραντάρ, μετεωρολογικών σταθμών και μοντέλων, οι μοναδικές, οι οποίες μπορούν να μας πουν «σε μια ώρα θα πλημμυρίσει η Αθήνα, λάβετε τα μέτρα σας». Είναι απαραίτητες πληροφορίες για μια αποτελεσματική πολιτική προστασία.
Τι από όλα αυτά διαθέτουμε σήμερα;
Τίποτα, δεν έχουμε τον εξοπλισμό για να το κάνουμε, γι’ αυτό ακριβώς μιλώ για αναδιοργάνωση εκ βάθρων. Επίσης, πρέπει να έχουμε ένα εθνικό δίκτυο πιστοποιημένων μετεωρολογικών σταθμών και να υπάρχει μόνο ένας φορέας που εκτελεί το επιχειρησιακό έργο της μετεωρολογίας. Οχι δύο ή περισσότεροι, όπως σήμερα, καθώς έχουμε και το Αστεροσκοπείο. Έχουμε δηλαδή ανάγκη από ένα συμμάζεμα, να μπει μια τάξη, χωρίς να έχω κάτι το προσωπικό με το Αστεροσκοπείο.
Πηγή: AP
Κάποια από αυτά που περιγράφετε, υπό αυτή την μορφή ή με παραλλαγές, δεν έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα;
Κάποια ναι, άλλα όχι. Κάποια συστήματα είχαν αγοραστεί αλλά μετά αχρηστεύθηκαν, κ.ό.κ. Για παράδειγμα, το 2004, για την υποστήριξη της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων, η ΕΜΥ είχε προμηθευτεί 8 ραντάρ με τα οποία έκανε θαυμάσια την δουλειά της. Μετά από μερικά χρόνια τα ραντάρ αυτά, έπαψαν πια να λειτουργούν. Στο πρόγραμμα «Αιγίς» του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης, προβλέπεται τέτοιος εξοπλισμός και προγράμματα για την πολιτική προστασία, συνολικού ύψους 1,9 δισ ευρώ, αλλά οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες. Απαιτείται επιτάχυνση. Αν υπήρχαν τα ραντάρ αυτά, η εικόνα που θα λάμβανε η πολιτική προστασία θα ήταν πολύ πιο άμεση και ουσιαστική για την λήψη γρήγορων αποφάσεων στο σωστό χρόνο και για την ακριβή τοποθεσία.
Τι άλλο λείπει στον τομέα της πρόληψης;
Η ΕΜΥ δεν δουλεύει μόνη της, έχει έναν συνεργάτη. Το Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων (Ε.Σ.ΚΕ.ΔΙ.Κ.), υπάγεται στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης. Είναι το όργανο που με βάση τις πληροφορίες της ΕΜΥ παίρνει τις αποφάσεις και δίνει τις εντολές επέμβασης. Και εδώ μπαίνουμε στο δεύτερο κεφάλαιο όπου απαιτείται αναδιοργάνωση. Καθώς το όργανο αυτό, πρέπει να στελεχώνεται και από ολιγομελείς ομάδες επιστημόνων (2 γεωλόγοι, 2 μετεωρολόγοι, 2 υδρολόγοι, 2 χημικοί μηχανικοί, κλπ), οι οποίοι να κάνουν επί τόπου εκτίμηση του κινδύνου που μπορεί να προέλθει από την πρόβλεψη της ΕΜΥ. Και για να αποδώσει αυτή η διαδικασία, απαιτείται επιτέλους να αποκτήσουμε ως χώρα μια «Εθνική Βάση Δεδομένων για τη Μείωση της Επικινδυνότητας των Καταστροφών». Μια βάση με όλα τα στοιχεία που χρειάζεται κάποιος για να πάρει μια απόφαση, ένα εργαλείο που υπάρχει σε πολλές χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Το είχε σκεφτεί πρώτος ο πρώην υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Χρήστος Στυλιανίδης.
Τέτοια βάση δεδομένων δεν έχουμε σήμερα;
Όχι, γνωρίζω ότι η διαδικασία δημιουργίας της έχει ξεκινήσει. Τι θα προσέφερε αυτή η βάση δεδομένων; Επιτέλους θα είχαμε ως χώρα, διασυνδεδεμένους τους ερευνητικούς φορείς με τον επιχειρησιακό μηχανισμό του κράτους στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Με άλλα λόγια, οι γνώσεις που παράγονται στα Πανεπιστήμια δεν θα ανακοινώνονταν μόνο στα συνέδρια και στα επιστημονικά περιοδικά. Θα μετατρέπονταν στα επιστημονικά εργαλεία που έχει ανάγκη η Πολιτική Προστασία για να φέρει εις πέρας τη δουλειά της.
Πηγή: AP
Το γεγονός ότι απουσιάζουν όλα όσα περιγράφετε σημαίνει ότι υστερούμε σημαντικά στην έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των φαινομένων;
Θα το κάνω πιο σαφές. Για να κάνει τη δουλειά του ο μετεωρολόγος που βρίσκεται σήμερα στο Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων, θα πρέπει να έχει στα χέρια του στοιχεία μέσα από ένα εθνικό μοντέλο πρόγνωσης καιρού πυκνού πλέγματος. Ένα αξιόπιστο παγκόσμιο μοντέλο προσαρμοσμένο στη χώρα μας και τις ιδιαιτερότητές της που θα χρησιμοποιούσε όλες τις διαθέσιμες παρατηρήσεις και θα έτρεχε τέσσερις φορές το εικοσιτετράωρο. Χρήσιμο θα ήταν να έβλεπε ακόμα το ιστορικό των ισχυρών βροχοπτώσεων στη χώρα μας, διαγνωστικές μελέτες για την επίδραση των συγκεκριμένου τύπου ατμοσφαιρικών διαταραχών κ.ά. Ο υδρολόγος θα έπρεπε να έχει στη διάθεσή του τα ιστορικά των πλημμυρών στη χώρα, τις περιοχές με τη μεγαλύτερη ευπάθεια και τα αναγκαία προγνωστικά μοντέλα πλημμυρών. Έτσι, ώστε να πει στο συντονιστικό όργανο ότι θα πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα πχ στην Καρδίτσα και όχι στην Μαγνησία. Ε, αυτά δεν υπάρχουν. Και οι αντοχές μου να βλέπω καμένους και πλημμυρισμένους τα τελευταία χρόνια έχουν εξαντληθεί.
Επειδή έχετε μια σφαιρικότερη εικόνα, πέραν του αμιγώς μετεωρολογικού σκέλους, θα ήθελα την γνώμη σας και για ένα θέμα που αφορά την υδρολογία, τα αντιπλημμυρικά έργα. Τι θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει εδώ, και τι πρέπει να κάνουμε;
Εδώ ερχόμαστε στην δεύτερη πρόκληση, όπως σας είπα στην αρχή της συζήτησης, την ανάγκη προσαρμογής με την κλιματική αλλαγή. Κάθε γεφύρι, κάθε αντιπλημμυρικό έργο στην Ελλάδα και τις περισσότερες μεσογειακές χώρες κατασκευάστηκαν δεκαετίες πριν με τα κλιματικά δεδομένα εκείνης της εποχής. Εάν εκείνα τα παλαιά δεδομένα έδειχναν ότι κάτω από το γεφύρι μπορεί η στάθμη του νερού στο ακραίο ενδεχόμενο να είναι πχ δύο μέτρα, ο μηχανικός όριζε το ύψος του στα τέσσερα μέτρα. Κάθε γεφύρι, κάθε αντιπλημμυρικό έργο στην Ελλάδα και τις περισσότερες μεσογειακές χώρες κατασκευάστηκαν δεκαετίες πριν με τα κλιματικά δεδομένα εκείνης της εποχής. Σήμερα όμως τα ακραία φαινόμενα συμβαίνουν ανά 3ετία ή και νωρίτερα, καθώς από το 2021 μέχρι και σήμερα, είχαμε δύο ακραία φαινόμενα (Ιανό και Daniel). Επείγει να αλλάξει εκ βάθρων ο τρόπος σχεδιασμού των αντιπλημμυρικών έργων, δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στα νέα δεδομένα.
Ποια χώρα όμως θα άντεχε οικονομικά να αντικαταστήσει όλες τις παλιές της υποδομές με νέες, ειδικά η Ελλάδα όπου οι δημοσιονομικές αντοχές είναι συγκεκριμένες;
Γι’ αυτό και θα πρέπει, κατά περίπτωση, οι ειδικοί να καθορίσουν προτεραιότητες, ώστε οι υποδομές της χώρας να αρχίσουν σταδιακά να προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα. Και να ξεκινήσουν απ’ αυτές με την μεγαλύτερη ευπάθεια, καθώς επίσης απ’ όσες καταστρέφονται στην διάρκεια μιας κακοκαιρίας, όπως η τωρινή, ώστε ο νέος σχεδιασμός να λαμβάνει υπόψη ότι το ακραίο φαινόμενο θα επαναληφθεί σε τρία χρόνια ή και νωρίτερα.
Έχουμε μια σειρά από επιτροπές ειδικών και επιστημόνων, μαζί με φορείς και ιδρύματα που δουλεύουν πάνω στο πως θα προσαρμοστεί η Ελλάδα στην κλιματική αλλαγή. Όλες αυτές οι επιτροπές, που δουλεύουν διάσπαρτες σε πανεπιστήμια και ινστιτούτα, πρέπει να βρουν μια κοινή στέγη στο υπ. Κλιματικής Κρίσης.
Ακούω φωνές που ζητούν να συσταθεί ένας νέος ενιαίος ισχυρός φορέας με επικεφαλής έναν μη πολιτικό πρόσωπο, με επιχειρησιακή εμπειρία που θα μπορεί να συντονίζει Πυροσβεστική, Λιμενικό, Στρατό, Αστυνομία, περιφέρειες, σύνολο κρατικού μηχανισμού σε συνθήκες κρίσης. Δεν χρειαζόμαστε άλλα όργανα, έχουμε το Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων. Τα περιλαμβάνει όλα. Δεν θέλουμε έναν ακόμη φορέα, αρκεί αυτός, εφόσον γίνουν όλα τα παραπάνω και ακόμη περισσότερα.
Τι να το κάνουμε ένα ακόμη όργανο, όταν ακόμη δεν έχουν γίνει χάρτες ευπάθειας σε πλημμυρικά φαινόμενα ανά διαμέρισμα της χώρας ; Εχουν γίνει χάρτες για την τρωτότητά τους; Η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στο συμμάζεμα.
Και εμένα μου πήρε στην αρχή κάποιο καιρό για να συνειδητοποιήσω τι σημαίνει ο όρος κλιματική αλλαγή, τι επιπτώσεις έχει στον άνθρωπο, στο περιβάλλον και στην οικονομία. Τα αποτελέσματα όμως της κλιματικής αλλαγής είναι απείρως πιο καταστροφικά απ’ ότι νομίζει κάποιος αρχικά. Τα κόστη πολλαπλασιάζονται. Η ακραία πλημμύρα της Θεσσαλίας θα κοστίσει τεράστια ποσά, πολύ περισσότερα από αυτές καθ’ εαυτές τις ζημιές στην αγροτική παραγωγή και το φυτικό περιβάλλον.
Πηγή: AP
Εχουν ειπωθεί πολλά τις τελευταίες μέρες για τα ποσοστά νερού που έπεσαν στην Μαγνησία, την Θεσσαλία και την Κεντρική Ελλάδα. Είναι πιθανό να σημειωθεί προσεχώς ένα τέτοιο επεισόδιο βροχής στην Αθήνα;
Με τη φύση κανείς δεν γνωρίζει τι μπορεί να του προκύψει, αλλά η πιθανότητα ενός τέτοιου συμβάντος είναι εξαιρετικά μικρή. Οι λόγοι έχουν να κάνουν με τη διάταξη των βαρομετρικών συστημάτων που σύμφωνα με τη συνοπτική κλιματολογία δεν είναι εύκολο να παρατηρηθεί στην Αττική και βέβαια με τη διαφορετική γεωγραφία των δύο περιοχών. Όμως, η Αθήνα δεν χρειάζεται 400 χιλιοστά για να πνιγεί. Αρκούν 150 χιλιοστά σε λίγες ώρες για να γίνει το κακό. Στην πλημμύρα της 21ης Οκτωβρίου 1994, στην οποία έχασαν τη ζωή τους 10 άνθρωποι, στο σταθμό του ΕΜΠ στου Ζωγράφου είχαν πέσει σε μία ώρα 68 χιλιοστά βροχής και στο σταθμό της ΕΜΥ στη Ν. Φιλαδέλφεια 43 χιλιοστά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου