Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Η κυβέρνηση «χτίζει» τον αντίπαλο πόλο

Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει περάσει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο χωρίς «καθαρό» πολιτικό αντίπαλο. 
Από τις εθνικές εκλογές του 2023 και το περιβόητο 41% -που συνδυάστηκε με την εκλογική, πλήρη αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ, την αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα από το πολιτικό σκηνικό και τη «βύθιση» του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε εσωκομματικές κόντρες και διασπάσεις, αλλά και τη στασιμότητα, μέχρι πρότινος, των εκλογικών ποσοστών του ΠΑΣΟΚ- η κυβέρνηση διένυσε μια περίοδο πολιτικής κυριαρχίας, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να καταγράφεται ουσιαστικά στις δημοσκοπήσεις ως ο μοναδικός κατάλληλος για πρωθυπουργός.
Αν και σε πρώτη ανάγνωση, θα έλεγε κανείς ότι αυτό είναι το απόλυτα επιθυμητό πολιτικό περιβάλλον για μια κυβέρνηση, σε δεύτερο χρόνο η αλήθεια αποδείχθηκε πολύ διαφορετική... 
Το Μέγαρο Μαξίμου θα ήθελε να έχει «αντίπαλο», να έχει «μέτρο σύγκρισης» σε επίπεδο πολιτικών και προσώπων.
Αυτό, θα έκανε πολύ πιο εμφανείς, όπως λένε, τις επιδόσεις της κυβέρνησης και τον στρατηγικό της σχεδιασμό, απέναντι σε κενό αντιπροτάσεων και άλλης κυβερνητικής πρότασης από την αντιπολίτευση. Και οι αναλυτές, όμως, εκτιμούν ότι η δημιουργία ενός αντίπαλου «πόλου», θα μπορούσε να δώσει υπόσταση στα διλήμματα, το διακύβευμα μιας επερχόμενης κάλπης, στο ζητούμενο της πολιτικής σταθερότητας, να δημιουργήσει «συγκρίσιμα μεγέθη» και τελικά να συσπειρώσει δυνάμεις. Οι δημοσκοπήσεις, έως σήμερα, δίνουν τη συσπείρωση της Νέας Δημοκρατίας γύρω στο 60% και ταυτόχρονα, ένα ποσοστό κοντά στο 15% των αναποφάσιστων πολιτών.

Πριν από τις ευρωεκλογές, το Μέγαρο Μαξίμου απέναντί του δεν είχε ορατό πολιτικό αντίπαλο
Αντιθέτως, είχε να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, που συνέθεταν σωρεία προβλημάτων, αυτά, που έφεραν στη συνέχεια σε πρώτο πλάνο τις πολιτικές για τη βελτίωση της καθημερινότητας, τη δυσαρέσκεια των ελεύθερων επαγγελματιών για την αλλαγή της φορολογίας τους ή τη δυσφορία μέρους των ψηφοφόρων της για την ισότητα στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.
Το εκλογικό σώμα, τον περασμένο Ιούνιο, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του, μένοντας σπίτι και απέχοντας από την εκλογική διαδικασία. Από τότε, ακολουθούν σειρά δημοσκοπήσεων, που δείχνουν να ανακόπτεται η πτωτική πορεία των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας, ταυτόχρονα, όμως, δείχνουν και το ΠΑΣΟΚ να καθιερώνεται στη δεύτερη θέση και μάλιστα, με ποσοστά, που συνεχώς ενισχύονται, αν και παραμένει μακριά από το να θεωρηθεί από την πλειοψηφία των πολιτών ως «κυβερνώσα» παράταξη.

Η «αναβάπτιση» του Νίκου Ανδρουλάκη από τις εσωκομματικές κάλπες, η ανοδική πορεία του κόμματός του και οι δηλώσεις του ότι στόχος είναι η ήττα της ΝΔ στις εκλογές, αναζωπυρώνουν πλέον το πολιτικό σκηνικό
Το κυβερνητικό επιτελείο εκτιμά ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν πρόκειται να αλλάξει αντιπολιτευτική τακτική. Η ψηφοφορία για το ΑΣΕΠ στη Βουλή και η καταψήφιση του νομοσχεδίου από το ΠΑΣΟΚ, το «παρών» στη διάσκεψη των προέδρων για τον Συνήγορο του Πολίτη, η στάση της Χαριλάου Τρικούπη στο θέμα των εποχικών πυροσβεστών, έκαναν τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να μιλά για «κοινή στάση του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ και για δείγμα ότι η υποτιθέμενη αλλαγή στάσης και νοοτροπίας του κ. Ανδρουλάκη, μετά την επανεκλογή, θα παραμείνει μία ανεκπλήρωτη υπόσχεση και η χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται με μία αντιπολίτευση του όχι σε όλα».
Ακριβώς μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το Μέγαρο Μαξίμου «χτίζει» τον αντίπαλο «πόλο» και επιχειρεί να τον αποδομήσει. Αναδεικνύοντας, καταρχάς, το γεγονός ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης παραμένει το ίδιο πρόσωπο με τις ίδιες θέσεις και την ίδια στάση, που είχε και πριν την επανεκλογή του, ότι ταυτίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι δεν επιδιώκει την πολιτική συναίνεση στα μείζονα, ούτε ασκεί μια εποικοδομητική αντιπολίτευση στη βάση προτάσεων.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε και πριν από λίγες ημέρες στη Βουλή ότι πολιτικός του αντίπαλος είναι πλέον ο Νίκος Ανδρουλάκης
Οι κοινοβουλευτικές «μάχες», που θα ακολουθήσουν, με αποκορύφωμα τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, αναμένεται να αναδείξουν ακόμη περισσότερο τη «μονομαχία» που σκιαγραφείται σιγά σιγά και αναμένεται να ενταθεί το επόμενο διάστημα.

Αν θα προκύψει σύγκρουση και τι έντασης, θα φανεί ενδεχομένως και από το αν η πρόσκληση του πρωθυπουργού στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για να συναντηθούν, θα μείνει και αυτή τη φορά στον «αέρα», όπως συνέβη και στο πρώτο τηλεφώνημα του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Νίκο Ανδρουλάκη, όταν ανέλαβε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, πριν από τρία χρόνια.

Λίδα Μπόλα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου