Tου Gary M. Galles*
Έχοντας μελετήσει τις δημόσιες πολιτικές επί δεκαετίες πλέον, με εντυπωσιάζει συχνά το πλήθος των ανθρώπων που είναι τόσο προσκολημμένοι στην αγαπημένη τους ιδεολογία ή την «απάντηση» σε ένα ζήτημα ώστε να παραβλέπουν ισχυρές αναλύσεις και αποδείξεις περί του αντιθέτου που απέχουν μόλις όσο και το πληκτρολόγιό τους, ή βρίσκονται εντελώς μπροστά τους.
Ένα καλό παράδειγμα αυτής της εθελούσιας άγνοιας είναι η συχνότητα με την οποία οι αντίπαλοι του καπιταλισμού ανακυκλώνουν αφηγήσεις περί ανελέητου ανταγωνισμού, «επιβίωσης του καλύτερου»...
και ζούγκλας όταν ανοίγουν το κουτί της συκοφάντησης.
Ένα καλό παράδειγμα αυτής της εθελούσιας άγνοιας είναι η συχνότητα με την οποία οι αντίπαλοι του καπιταλισμού ανακυκλώνουν αφηγήσεις περί ανελέητου ανταγωνισμού, «επιβίωσης του καλύτερου»...
και ζούγκλας όταν ανοίγουν το κουτί της συκοφάντησης.
Ιδιοκτησιακά δικαιώματα
Η κατάρριψη αυτών των ισχυρισμών υπάρχει διαθέσιμη στο πιο διάσημο βιβλίο στην ιστορία των οικονομικών, τον Πλούτο των Εθνών του Άνταμ Σμιθ που εκδίδεται συνεχώς από τη χρονιά που οι Αμερικανοί συντάξαμε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Βρίσκεται στο δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου, οπότε ακόμη και μια πολύ μικρή επένδυση σε προσπάθεια θα φέρει τον αναγνώστη σ’ αυτό το σημείο. Ακόμη, ένα από τα διασημότερα αποφθέγματα του προσώπου που πολλοί αποκαλούν «πατέρα της οικονομικής επιστήμης» («δεν περιμένουμε το δείπνο μας από την καλοσύνη του κρεοπώλη, του ζυθοποιού ή του αρτοποιού, αλλά από τον ενδιαφέρον για το συμφέρον τους. Απευθυνόμαστε, όχι στην ανθρωπιά τους αλλά στη φιλαυτία τους, και ποτέ δεν τους μιλάμε για τις δικές μας ανάγκες, αλλά για τα δικά τους οφέλη») ζητά την προσοχή μας στο μέσο αυτής της συζήτησης.
Το κεντρικό πρόβλημα πηγάζει από ένα ρίσκο που κάθε αναλογία ή μεταφορά συνεπάγεται. Εξισώνονται δύο διαφορετικά πράγματα, όταν όμως υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις υποκείμενες περιστάσεις, που οδηγούν σε ουσιώδεις διαφορές στην προβλέψιμη συμπεριφορά και τα αποτελέσματα, μπορεί να γίνει κατάχρηση αυτών των σχημάτων λόγου για να οδηγηθούν οι άνθρωποι στο συμπέρασμα ότι τα δύο συγκρινόμενα μοιάζουν ως προς κάποιες πτυχές στις οποίες όμως στην πραγματικότητα διαφέρουν πάρα πολύ. Αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν οι εθελούσιες σχέσεις της αγοράς περιγράφονται ως μια ζούγκλα κτηνώδους ανταγωνισμού.
Όπως επισήμανε ο Άνταμ Σμιθ, τα ζώα σε αντίθεση με τον άνθρωπο δεν έχουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα: «Κανείς δεν είδε ποτέ κάποιο ζώο να δηλώνει σε κάποιο άλλο με τις χειρονομίες και τις φυσικές κραυγές του ‘αυτό είναι δικό μου, κι εκείνο δικό σου’».
Τα ζώα δεν έχουν τις «ικανότητες της λογικής και του λόγου» που θα τους επέτρεπαν να διαπραγματευτούν μεταξύ τους και να συνάψουν συμβάσεις. Δεν ανταλλάσσουν αγαθά μεταξύ τους: «Κανείς δεν είδε ποτέ κάποιον σκύλο να κάνει μια δίκαιη και σκόπιμη συναλλαγή με κάποιον άλλον σκύλο».
Οι σκύλοι συνεπώς δεν παράγουν αγαθά ο ένας για τον άλλο, και δεν ωφελούνται χρησιμοποιώντας τα διαφορετικά ταλέντα και την εξειδίκευση του κάθε ατόμου. «Καθώς απουσιάζει η ικανότητα ή η προδιάθεση του αντιπραγματισμού ή της συναλλαγής, δεν συμβάλλουν ούτε κατ’ ελάχιστο στην καλύτερη εξυπηρέτηση και άνεση του είδους και συνεπώς κανείς δεν εξάγει κάποιο όφελος από την ποικιλία των ταλέντων με τα οποία η φύση διακρίνει τους ομολόγους του».
Η τεράστια επέκταση της παραγωγής
Η απουσία μεταξύ των ζώων κάθε δικαιώματος πέρα από την ικανότητά τους να αποτρέπουν την εισβολή άλλων σημαίνει ότι δεν έχουν τις προστασίες των δικαιωμάτων ιδιωτικής ιδιοκτησίας τις οποίες ο Χέρμπερτ Σπένσερ χαρακτήρισε ως «την επιμονή ότι οι αδύναμοι θα προστατεύονται έναντι των ισχυρών» και στις οποίες ο Τζων Λοκ εντόπισε τον λόγο που «ο άνθρωπος πρόθυμα εντάσσεται στην κοινωνία». Το να παραγνωρίζει κανείς τον λόγο για τον οποίο οι άνθρωποι συνέχονται σε κοινωνία είναι μια πολύ μεγάλη διαφορά ώστε να παραγνωρίζεται κατά την εξίσωση του καπιταλισμού με τη ζούγκλα.
Η απουσία συναλλαγής και παραγωγής αγαθών για τα άλλα μέλη του είδους μεταξύ των ζώων δημιουργεί έναν κόσμο μηδενικού αθροίσματος στον οποίο ό,τι κερδίζει κάποιος το χάνει κάποιος άλλος. Ο ανταγωνισμός που περιορίζεται σε αυτές τις συνθήκες όντως μπορεί να είναι μια ανελέητη μάχη μέχρις εσχάτων. Δεν είναι όμως αυτός ο ανταγωνισμός των αγορών, αλλά ο ανταγωνισμός του πολέμου, όπου τα κράτη ανταγωνίζονται μεταξύ τους για να παρακάμψουν τα δικαιώματα που άλλα κράτη προσπαθούν να εγγυηθούν για τους πολίτες τους έναντι εισβολής.
Οι άνθρωποι όμως που προστατεύονται από δικαιώματα ιδιωτικής ιδιοκτησίας και το συνεπαγόμενο δικαίωμα σύναψης συμβάσεων, μοιράζονται τα τεράστια αμοιβαία οφέλη που η παραγωγή και η συναλλαγή μπορεί να παράγει από τις δραματικές διαφορές μας ως προς τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές μας. Αντί για ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος, υπό τον καπιταλισμό ο ανταγωνισμός της αγοράς παράγει ένα «παίγνιο» απίστευτα θετικού αθροίσματος στο οποίο ο καθένας ωφελεί τον εαυτό του με το να βρίσκει περισσότερους και καλύτερους τρόπους για να ωφελεί τους άλλους - κάτι που ο George Reisman περιέγραψε με ακρίβεια ως την παραγωγή μιας κατάστασης όπου «το όφελος του ενός είναι ξεκάθαρα το όφελος του άλλου».
Και αυτό το όφελος πηγάζει από την ικανότητα να δημιουργούμε και να συναλλασσόμαστε με άλλους ανθρώπους, η οποία όπως επισημαίνει ο Άνταμ Σμιθ «χαρακτηρίζει όλους τους ανθρώπους και δεν εντοπίζεται σε κανένα άλλο ζωικό είδος» και γι’ αυτό για τον άνθρωπο «το μεγαλύτερο μέρος των περιστασιακών του αναγκών καλύπτεται μέσω συμφωνιών, συναλλαγής και αγοράς», πράγμα που με τη σειρά του «γεννά τον καταμερισμό της εργασίας» και την τεράστια επέκταση της παραγωγής που καθιστά εφικτή την τεράστια επέκταση της κατανάλωσης.
Η εθελούσια συνεργασία
Δεν έχει νόημα να απεικονίζεται η εθελούσια συνεργασία που πρέπει να σέβεται τα δικαιώματα των συμμετεχόντων ως μια συνθήκη που δημιουργεί μια ανελέητη μάχη επιβίωσης χωρίς κανόνες. Αυτού του είδους η συμπεριφορά του τύπου «εγώ κερδίζω, εσύ χάνεις» έχει τις ρίζες της στην εποχή των δεδομένων και περιορισμένων πόρων, μια κατάσταση διαφορετική από αυτή που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι υπό τον καπιταλισμό, ο οποίος έχει συμβάλει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κοινωνική «ανακάλυψη» στην αντικατάσταση αυτής της συμπεριφοράς από τη δυνατότητα για αμοιβαίο όφελος.
Με τα λόγια του Σμιθ: «Μεταξύ των ανθρώπων, χρήσιμες είναι οι πιο διαφορετικές μεταξύ τους κλίσεις, όταν κάθε άνθρωπος μπορεί να αγοράσει το οποιοδήποτε μέρος της παραγωγής του ταλέντου των άλλων ανθρώπων μπορεί».
Αν η ιδιοκτησία του εαυτού και της παραγωγής των ανθρώπων γίνεται σεβαστή, και όταν η παραγωγή και η συναλλαγή βασίζονται αποκλειστικά σε εθελούσιες διαρρυθμίσεις, τότε πρόκειται για μια διαδικασία από την οποία όλοι κερδίζουν. Αυτός ο κόσμος όπου ο ένας άνθρωπος εξυπηρετεί τον άλλον είναι αντιδιαμετρικά αντίθετος από έναν κόσμο ανελέτου ανταγωνισμού της ζούγκλας.
*Ο Garry M. Galles είναι καθηγητής οικονομικών στο Pepperdine University. Ανάμεσα στα βιβλία του είναι το Faulty Premises, Faulty Policies (2014), και το Apostle of Peace (2013). Είναι μέλος του Faculty Network του FEE.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 16 Οκτωβρίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου