Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Μην επικαλείστε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή

Κάποιοι Έλληνες ευρωβουλευτές, για να αιτιολογήσουν την αρνητική ψήφο τους στο ψήφισμα καταδίκης του ολοκληρωτισμού, κατέφυγαν στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που τον Σεπτέμβριο του 1974 νομιμοποίησε την κομμουνιστική Αριστερά.
Ήταν μια επιβεβλημένη κίνηση, ώστε η Ελλάδα να πορευθεί τον δρόμο που ακολουθούσαν οι υπόλοιπες χώρες του Δυτικού κόσμου. Η δικτατορία ήταν μια τομή που σφράγισε την μετεμφυλιακή δημοκρατία.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεν έδωσε όμως άφεση αμαρτιών στην κομμουνιστική Αριστερά. Δεν ακούστηκε ποτέ από χείλη συνεργατών του, το «τιμάμε την Αριστερά και τους αγώνες της.» ...
Η νομιμοποίηση της κομμουνιστικής Αριστεράς ήταν μια πράξη που κινήθηκε στο αυστηρώς πολιτικό επίπεδο, χωρίς ηθικές αναφορές.
Είναι γεγονός πως το μεταδικτατορικό αίτημα ήταν να «φύγει η Ελλάδα μπροστά», κλείνοντας τις πληγές του Εμφυλίου πολέμου. Μόνον που για να γίνει αυτό θα πρέπει να το επιθυμούν και οι δύο πλευρές.
Με απλά λόγια, δεν υπάρχει μονομερής συμφιλίωση. Άλλωστε αυτή η έκφραση πάσχει και εννοιολογικά.
Στην πατρίδα μας έγιναν δύο απόπειρες να σβηστούν τα παλιά τεφτέρια. Μια το 1982 και μια το 1989.
Και οι δύο αυτές προσπάθειες εκλήφθηκαν από την Αριστερά ως αδυναμία της φιλελεύθερης δημοκρατίας και, αντί να υποσταλούν οι σημαίες του διχασμού, ζήσαμε την επανασυγγραφή του Εμφυλίου πολέμου, με τους όρους των ηττημένων.
Αλλά δεν ήταν αυτό αρκετό. Η ιδεολογία της μονομερούς λήθης έγινε κυρίαρχη στο αστικό στρατόπεδο. Οι νικητές σιωπούσαν και οι ηττημένοι ξιφουλκούσαν.

Μάλιστα, η ιδεολογική τρομοκρατία ήταν τόσο έντονη που πολιτικοί και διανοούμενοι του φιλελεύθερου χώρου, πριν εκφέρουν μιαν άποψη, εξέταζαν πώς θα την αντιμετώπιζε η Αριστερά και έπρατταν αναλόγως.
Αυτό το ονομάζουμε αυτολογοκρισία, που είναι η απόλυτη μορφή της προσωπικής ξεφτίλας.
Δείγμα αυτής της ιδεολογικής τρομοκρατίας είναι και μη υπερψήφιση, δύο φορές, του ψηφίσματος του Ευρωκοινοβουλίου που καταδίκαζε τα εγκλήματα τόσο του ναζισμού όσο και του κομμουνισμού.
Την πρώτη φορά εφευρέθηκε το επιχείρημα πως « η αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων είναι αποκλειστικό έργο των ιστορικών και μόνον» ( Ι.Βαρβιτσιώτης).
Μα το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην αποτίμηση, αλλά στην αμφισβήτηση των ίδιων των γεγονότων. Ετσι, π.χ. η Αριστερά αμφισβητεί το έγκλημα των Σοβιετικών στο Κατύν, όπως αμφισβητεί και σειρά γεγονότων που συνθέτουν τις κομμουνιστικές θηριωδίες.

Αν αποδεχθούμε αυτά τα γεγονότα, δεν χρειάζεται να είμαστε ιστορικοί για να αποτιμήσουμε πως είναι έγκλημα η δολοφονία 20.000 Πολωνών με μια σφαίρα στο σβέρκο.
Εκτός, αν κάποιοι φιλελεύθεροι πολιτικοί αμφισβητούν και αυτοί μαζί με την Αριστερά αυτά τα γεγονότα, τα οποία όμως η ιστορική επιστήμη, με τα τεκμήρια της, θεωρεί πως συνέβησαν.
Ας είμαστε ειλικρινείς.
Μια χώρα για να «φύγει μπροστά» θα πρέπει να έχει κλείσει τους λογαριασμούς με το παρελθόν της, με ένα εθνικό συμβόλαιο.


Με απλά λόγια δεν μπορούμε εμείς να θέλουμε να κλείσουμε τις πληγές και οι άλλοι—οι ηττημένοι-- να ρίχνουν συνεχώς αλάτι σε αυτές. 

Οι Έλληνες πολίτες θα πρέπει να νιώσουν πως ανήκουν και πολιτισμικά στην μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Πως ακολουθούν τα κυρίαρχα ρεύματα της Ευρωπαϊκής σκέψης, που θεωρούν πως ο ναζισμός και ο κομμουνισμός έφεραν πόνο, δυστυχία, καταστροφές και εκατομμύρια νεκρούς.
Και οι υπεκφυγές και οι λιποταξίες από την μάχη των ιδεών δεν βοηθούν σε αυτό.

Του Σάκη Μουμτζή
liberal.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου