Ακούγοντας τις θέσεις των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ και βιώνοντας την αφόρητη παρούσα οικονομική πραγματικότητα, οι πολίτες ζουν σε κατάσταση που ταλαντεύεται μεταξύ οργής και απελπισίας, κατάθλιψης και απόγνωσης, μελαγχολίας και φυγής.
Αν σ’ αυτά προστεθούν οι αναρίθμητες έωλες κι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις που έχουν ακούσει -και πολλοί από αυτούς ψηφίσει-, καταλήγουμε αυτονόητα στην απαισιοδοξία και την καχυποψία ως ...
δομικά χαρακτηριστικά της σημερινής κοινής γνώμης.
δομικά χαρακτηριστικά της σημερινής κοινής γνώμης.
Με αυτά τα δεδομένα αλλά και την εφιαλτική οικονομική πραγματικότητα, τεράστιο χρέος δημόσιο και ιδιωτικό, φτώχεια, ανεργία, φορολογία, ανίκανο κράτος, έλλειψη εμπιστοσύνης στη συμπεριφορά και την κρίση των συμπολιτών κ.λπ., η χώρα βρίσκεται παγιδευμένη σε ένα φαύλο και αδιέξοδο κύκλο. Mόνη κινητήρια δύναμη για την έξοδο από αυτόν η βαθύτατη αντιπάθεια για την παρούσα κυβέρνηση, που αποδείχθηκε τόσο άχρηστη, φαύλη, ανίκανη και καταστροφική ώστε η απαλλαγή από αυτήν να αποτελεί πρόταγμα που υπερβαίνει όλα τα υπόλοιπα. Αδράνεια, καχυποψία, απαισιοδοξία.
Κι όμως αν οι πολιτικές εξελίξεις πάρουν το δρόμο τους και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και οι κάθε είδους σύμμαχοί της συντριβούν (όπως θα συντριβούν), στις επόμενες εκλογές, υπάρχει λύση για τη χώρα. Λύση εφικτή ρεαλιστική, που έχει μάλιστα λιγότερο πολιτικό κόστος απ’ ό,τι οι περισσότεροι φίλοι μου στον ευρύτερο μεταρρυθμιστικό χώρο υποθέτουν, με βάση τις εμπειρίες της περιόδου της κρίσης όταν καμία κυβέρνηση δεν κατάφερε να μακροημερεύσει.
Εξηγούμαι. Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κρίσης ήταν εξ αρχής πολυσύνθετο, δηλαδή και κοινωνικό και πολιτικό και οικονομικό, προπαντός όμως ήταν πρόβλημα νοοτροπίας και αξιών. Στο διάστημα που μεσολάβησε τα διαδοχικά χτυπήματα της πραγματικότητας (σφαλιάρες για να είμαστε περιγραφικότεροι), μετακίνησαν ανθρώπους και νοοτροπίες. Άλλοι μετακινήθηκαν κυριολεκτικά, εκατοντάδες χιλιάδες κατέφυγαν στο εξωτερικό, άλλοι άλλαξαν εξ ανάγκης τον τρόπο ζωής τους, άλλοι συνειδητοποίησαν για πρώτη φορά μερικές αυτονόητες αλήθειες που ανέκαθεν ίσχυαν στον υπόλοιπο πλανήτη. Ότι όταν το κράτος ξοδεύει λεφτά, τελικά κάποιος πληρώνει φόρους, ότι όταν δεν παράγεις αργά ή γρήγορα σταματάς να καταναλώνεις, ότι όταν εκλέγεις άχρηστους τελικά την πληρώνεις περισσότερο εσύ και λιγότερο ή καθόλου οι άχρηστοι (αυτοί που θα έβρισκαν καλύτερα;). Ο παραλογισμός δεν έχει βεβαίως εξαφανιστεί. Όμως συνολικά η κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα έχει αρχίσει επηρεάζει πλέον δραστικά συνήθειες και νοοτροπίες.
Τι δεν έχει αλλάξει; Το οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο. Η χώρα δεν παρήγαγε και κατανάλωνε δανεικά. Τώρα δεν παράγει και δεν καταναλώνει.
Γιατί δεν παράγει; Γιατί κανένας δεν επενδύει. Έχουμε τις χαμηλότερες επενδύσεις στην Ευρώπη, τις μισές περίπου από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο εδώ και πέντε χρόνια. Αποτέλεσμα η χώρα έχει χάσει την περίοδο αυτή παραγωγικό δυναμικό από πλευράς παγίου κεφαλαίου (διαφορά μεταξύ σχηματισμού ακαθάριστου παγίου κεφαλαίου και αποσβέσεων παγίου κεφαλαίου), ύψους 60 δις ευρώ! Χωρίς επενδύσεις δεν υπάρχει βέβαια ούτε εργασία ούτε παραγωγή. Η ανεργία παραμένει εξωφρενική και η οποία οριακή μείωση της είναι αναδιανομή των ίδιων θέσεων εργασίας σε περισσότερους που παίρνουν υποπολλαπλάσιους μισθούς (από 100 ως 400 ευρώ).
Τι θα συμβεί όμως αν αρχίσουμε και πάλι να προσελκύουμε επενδύσεις; Η απάντηση είναι ότι αν οι επενδύσεις επανέλθουν -όχι άμεσα, σε μια τετραετία- πίσω στον ευρωπαϊκό μέσο όρο τότε η χώρα με μαθηματική βεβαιότητα θα πετύχει μόνο εξ αυτού του λόγου (σε συνδυασμό με τον υψηλό πολλαπλασιαστή των επενδύσεων) ρυθμό ανάπτυξης 4%. Αν σ’ αυτό προστεθεί η επακόλουθη αύξηση των εξαγωγών και των αξιών των ακινήτων, των μετοχών και των άλλων αξιών, που έχουν φτάσει στον απόλυτο πάτο, είναι τελείως εφικτό να πετύχουμε μια ανάπτυξη ύψους 6-7% για την επόμενη τετραετία. Το ποσοστό αυτό -που το πέτυχαν άλλες χώρες της κρίσης όπως η Ιρλανδία- είναι τελείως αναμενόμενο για μια χώρα και οικονομία που έχει περάσει 8 χρόνια ύφεσης.
Μα πως θα προσελκύσουμε επενδύσεις θα με ρωτήσετε; Μια καλή αρχή θα ήταν να σταματήσουμε να τις διώχνουμε. Γιατί να επενδύσει κάποιος όταν πρόκειται, για να πάρει τα λεφτά του πίσω να πρέπει να πληρώσει πρώτα 29% φόρο επιχειρήσεων, 15% φόρο μερισμάτων 4-10% εισφορά»αλληλεγγύης»; Θα μου πείτε μείωση του φόρου επιχειρήσεων σημαίνει πτώση εσόδων. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό δεν ισχύει. Γιατί η κυβέρνηση βάζει πολύ περισσότερους φόρους απ’ όσους εισπράττει (το 16 έβαλε 13 δις νέους φόρους και επιβαρύνσεις για να εισπράξει 3!). Ακόμα όμως κι έτσι η λογική μείωση δαπανών που θα κάλυπτε και τυπικά την σχετική απόφαση (και την μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%) είναι ένα κόστος που έχει ήδη αναλάβει ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Κυρίακος Μητσοτάκης. Επίσης είναι δυνατόν να δώσει κανείς πρόσθετά φορολογικά κίνητρα που να αφορούν αποκλειστικά τις νέες εξωστρεφείς επενδύσεις. Τα κίνητρα αυτά δεν έχουν κανένα άμεσο δημοσιονομικό κόστος, γιατί οι νέες επενδύσεις θέλουν τουλάχιστον μια τετραετία για να υλοποιηθούν και να φέρουν κερδοφορία.
Δεν είναι όμως μόνο τα φορολογικά κίνητρα που μπορεί να προσελκύσουν νέες επενδύσεις. Η χώρα βρίσκεται στον πάτο μιας σειράς άλλων δεικτών, τους οποίους παρακολουθούν οι διεθνείς επενδυτές. Δείτε τι συμβαίνει στους τρεις σημαντικότερους:
Στο Ease of doing Business της World Bank η Ελλάδα βρίσκεται το 2016 στην 64η θέση (πτώση κατά δύο θέσεις σε σχέση με το 2015), στο Global Competitiveness Report του 2016-17 στην 86η θέση (πτώση κατά πέντε θέσεις σε σχέση με το 2015) και στον Corruption Perceptions Index της Transparency International στην 69η θέση (πτώση κατά ένδεκα θέσεις σε σχέση με το 2015).
Τι χρειάζεται για να βελτιωθούμε κατά 25! θέσεις; Να έχουμε επιχειρηματικό περιβάλλον Ρουμανίας, επίπεδο διαφθοράς Γεωργίας και ανταγωνιστικότητα Κολομβίας. Δεν χρειάζεται δηλαδή να γίνουμε κι η Δανία του νότου!. Να περιορίσουμε τα ασυμμάζευτα πρέπει και να γίνουμε λίγο σοβαροί. Γιατί τώρα υποτίθεται ότι εφαρμόζουμε το πιο σκληρό πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και πέφτουμε 2 και 5 και 11 θέσεις στους δείκτες που μετρούν την πρόοδό του! Το απόλυτο ρεζιλίκι.
Αν τώρα η επόμενη κυβέρνηση δεν αρκεστεί στα αυτονόητα και κάνει τα περισσότερα, αν επιδείξει διαφορετική συμπεριφορά σε θέματα αξιοκρατίας, παιδείας και θεσμικών λειτουργιών, αν επιδιώξει κοινωνική συναίνεση και πετύχει να πυροδοτήσει έναν ενάρετο κύκλο αισιοδοξίας και πολιτικής σταθερότητας, τότε η τελική κατάληξη μπορεί να είναι θεαματικά καλύτερη. Αρκεί να μην αρκεστούμε απλώς σε μια εκμετάλλευση του φαινομένου του ελατηρίου αλλά να ξεκινήσουμε μια πραγματικά διαφορετική πορεία.
Συμπέρασμα. Η χώρα έχει δυνατότητες ανάκαμψης. Μεγάλες γιατί πέσαμε πολύ. Με μια προϋπόθεση. Σοβαρότητα, ρεαλισμός, κοινή λογική, φιλελεύθερη κατεύθυνση και να βαλθούμε να δουλέψουμε. Μην απελπίζεστε!
Θόδωρος Σκυλακάκης
*Ο κ. Θόδωρος Σκυλακάκης είναι Πρόεδρος της Δράσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου