Η συνέντευξη της καθηγήτριας, Αναστασίας Γιακουμέλου, σχετικά με την υστέρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα ανταγωνιστικότητας, καινοτομίας, ψηφιακής τεχνολογίας και προσέλκυσης κεφαλαίων, τάραξε τη θερινή ραστώνη των πολιτικών γραφείων και του βαθέως συστήματος λειτουργίας της χώρας μας, προκαλώντας αντιδράσεις από παντού.Έτσι δεχθήκαμε αρκετά μηνύματα σχετικά με τη συγκεκριμένη συνέντευξη, εδώ, μέσω email και μέσω των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Τα μηνύματα αυτά, αποδεικνύουν ότι ακόμα και σήμερα, δεκαπέντε έτη μετά από την ουσιαστική πτώχευση της χώρας και μόλις πέντε έτη από την πραγματική επανεκκίνηση της Οικονομίας, δεν έχουμε καταλάβει ούτε το τι έχει συμβεί, αλλά ούτε και το που βρισκόμαστε... Σκεπτόμενοι και πορευόμενοι με την ταχύτητα του αραμπά και την άνεση της αέναης και ανέξοδης αερολογίας. Έτσι μάθαμε ότι εδώ στο liberal, είμαστε καταστροφολόγοι και αντιευρωπαϊστές, ότι δεν διακρίνουμε τις τεράστιες αλλαγές που έχουν συντελεστεί, ότι παραβλέπουμε τις θεσμικές επιτυχίες και τα βήματα που έχουν επιτευχθεί στα πλαίσια της ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάθαμε επίσης ότι δεν είμαστε με την Ευρώπη των πολιτών, αλλά με την Ευρώπη των επενδυτών και του κεφαλαίου.
Ξεκινώντας από το τελευταίο, θα έπρεπε ήδη να είχαμε καταλάβει μετά από όλα όσα ζήσαμε από το 2009 μέχρι σήμερα, ότι αν δεν υπάρχει Ευρώπη των επενδυτών, θα εκπέσει και η Ευρώπη των πολιτών. Εάν δεν υπάρχει η Ευρώπη της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας, το τέλος της ευμάρειας είναι κοντινό. Και ότι εάν η Ελλάδα δεν καταφέρει να γίνει επενδυτικός προορισμός, τότε ούτε οι Έλληνες θα ευημερήσουν. Διότι οι επενδυτές είναι αυτοί που χρηματοδοτούν την καινοτομία, που κτίζουν επιχειρήσεις, που ανοίγουν τις λεωφόρους του ψηφιακού κόσμου και που προσφέρουν θέσεις απασχόλησης.
Αυτή είναι η σκληρή και οδυνηρή για πολλούς, πραγματικότητα. Οι οποίοι συνεχίζουν να αναλύουν, να φιλοσοφούν και να ασχολούνται με την επίλυση του κορυφαίου άλυτου ερωτήματος που είχε θέσει ο Πλούταρχος τον 1ο αιώνα μ.Χ, για το εάν έκανε η κότα το αβγό ή το αβγό την κότα. Ωστόσο, η Οικονομία και η ίδια η ζωή, δεν διαθέτουν αυτήν την πολυτέλεια της περιφρόνησης του χρόνου και των προτεραιοτήτων.
Η Ευρώπη έχει μεγάλες ανάγκες στον χώρο των επενδύσεων. Και δεν είναι μόνο ο τομέας της καινοτομίας, της ψηφιακής τεχνολογίας και της ανταγωνιστικότητας που διψά για κεφάλαια. Είναι ακόμα και οι παραδοσιακές βιομηχανικές επιχειρήσεις, που έχουν φτάσει στο σημείο να αναζητούν τρόπους μεταφοράς των δραστηριοτήτων σε άλλες ηπείρους.
Η ενέργεια έχει καταστεί για τις βιομηχανίες αυτές, ο μεγαλύτερος αντίπαλος όχι μόνο για την ανάπτυξή τους αλλά για τη βιωσιμότητά τους. Στο AG Metal Miner, γίνονται αναφορές για το κύμα πτωχεύσεων στη Γερμανία, λόγω της ακολουθούμενης ενεργειακής πολιτικής. Η οποία εκ του αποτελέσματος έχει κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο της στρεβλότητας και της αναποτελεσματικότητας. Και η ακολουθούμενη ατελέσφορη ενεργειακή ευρωπαϊκή πολιτική, έχει όνομα και επώνυμο. Που δεν είναι άλλο από το πολιτικό προσωπικό και τον γραφειοκρατικό μηχανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Σε πρόσφατο άρθρο στο Politico γινόταν αναφορά στα 10 τρισ. ευρώ τραπεζικών καταθέσεων των Ευρωπαίων πολιτών. Χρήματα που λιμνάζουν και παραμένουν ανενεργά, σε μια ήπειρο που διψάει για επενδύσεις. Ακόμα και στις χρηματιστηριακές επενδύσεις συμμετέχει μόλις το 18% των Γάλλων και των Γερμανών, σε αντίθεση με τους πολίτες στις ΗΠΑ όπου το 60% των νοικοκυριών έχει στην κατοχή του μετοχές. Με τα ποσοστά να είναι ακόμα χαμηλότερα στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Το πρόβλημα λοιπόν, είναι τριπλό.
Η Ευρώπη δεν είναι ούτε ανταγωνιστική, ούτε καινοτόμα, ούτε πρωτοστατεί στην ψηφιακή τεχνολογία. Αδυνατεί να χρηματοδοτήσει με δικούς της ιδιωτικούς πόρους, την όποια ανάπτυξη. Και αδυνατεί να διεκδικήσει κεφάλαια που προτιμούν να επενδύσουν στις ΗΠΑ, στην Κίνα, στην Ινδία, στο Μεξικό, το Βιετνάμ ή τη Χιλή. Σε χώρες που κινούνται με μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει, ούτε το πότε θα ολοκληρωθεί, ούτε το πότε θα προσαρμοστεί, ούτε το πότε θα μεταρρυθμιστεί. Διότι σε λίγα χρόνια θα αποτελεί έναν ασθενικό παρία της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς η διαφορά με τις άλλες οικονομίες διευρύνεται ολοένα και περισσότερο.
Τα πράγματα στην Ελλάδα δεν είναι καλύτερα. Είναι μάλλον χειρότερα. Ας αντικαταστήσουμε στην προηγούμενη παράγραφο «το ευρωπαϊκό πολιτικό προσωπικό», με το αντίστοιχο εγχώριο, φοβικό και οπισθοδρομικό. Ας αντικαταστήσουμε τη «γραφειοκρατία των Βρυξελλών», με τη «γραφειοκρατία του Ελληνικού Δημοσίου». Ας αντικαταστήσουμε την «ανυπαρξία επενδυτών», με τη στασιμότητα και μείωση των άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα μας. Ας αντικαταστήσουμε τους επενδυτικούς προορισμούς των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ινδίας, του Μεξικό, του Βιετνάμ και της Χιλής, με τις Ρουμανία, Τουρκία, Τσεχία, Πορτογαλία, και Σλοβενία. Και ας αντικαταστήσουμε την «πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», με την «ελληνική μεταρρυθμιστική πορεία». Ίδια κατάσταση ακριβώς. Ίσως και χειρότερη.
Ο χρόνος δεν περισσεύει. Στην Οικονομία, το «σήμερα» είναι ήδη παρελθόν.
ΥΓ. Η ιστορία της ΛΑΡΚΟ επικυρώνει πλήρως την άποψη ότι «στην Οικονομία το σήμερα αποτελεί ήδη παρελθόν». Όταν η ΛΑΡΚΟ ήταν «φρέσκο ζεστό ψωμί» για τους ξένους επενδυτές, οι μικροπολιτικές αντιλήψεις, ο κρατισμός, οι συνδικαλιστικές πρακτικές, τα στερεότυπα δεκαετιών και οι χαοτικές νομικές διαδικασίες δεν κατέστησαν δυνατή την πώληση της εταιρείας. Και τώρα, η ΛΑΡΚΟ βρίσκεται στα αζήτητα, διότι έχουν μεταβληθεί εν τω μεταξύ, οι συνθήκες των αγορών.
Κωνσταντίνος Χαροκόπος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου