Κοινός παρονομαστής για τους δύο ηγέτες, όπως έγινε αντιληπτό, ότι υπάρχουν σαφείς διαφωνίες μεταξύ των δύο χωρών, αλλά υπάρχουν και τομείς στους οποίους Ελλάδα και Τουρκία μπορούν να συνεργαστούν.
Επί τάπητος, σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, τέθηκαν θέματα διεθνούς ενδιαφέροντος, όπως οι εξελίξεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, με τους δυο ηγέτες στην κατ’ ίδιαν συνάντησή τους, που διήρκησε σχεδόν μιάμιση ώρα, να αναγνωρίζουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στις διμερείς σχέσεις τους τελευταίους μήνες.
Το ίδιο πνεύμα αναδείχθηκε και στις δηλώσεις των δυο ηγετών. Αθήνα και Άγκυρα παρέμειναν, όπως αναμενόταν, σταθερές στις θέσεις τους για θέματα, όπως... οι μειονότητες – με τον Τούρκο πρόεδρο να μιλά για «τουρκική μειονότητα» της Θράκης και τον Έλληνα πρωθυπουργό να απαντά με την ρητή πρόβλεψη της Συνθήκης της Λωζάνης για θρησκευτική μειονότητα – ή για τα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως η Μονή της Χώρας, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εκφράζει την δυσαρέσκεια της Αθήνας για την μετατροπή της σε μουσουλμανικό τέμενος.
Αναμενόμενη για την ελληνική κυβέρνηση ήταν και η ανάδειξη της διαφορετικής προσέγγισης, που υπάρχει κι έχει καταγραφεί από την αρχή του πολέμου στη Μέση Ανατολή, για τον ρόλο της Χαμάς, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλά για τρομοκρατική οργάνωση και ο Ταγίπ Ερντογάν για αντιστασιακή, με τους δύο ηγέτες, πάντως, να συμφωνούν στη λύση των δύο κρατών για την επίλυση του Παλαιστινιακού και την ανάγκη προστασίας των αμάχων.
Ίσως πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι τι ΔΕΝ ειπώθηκε δημοσίως, ειδικά από τον Τούρκο πρόεδρο. Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν έθεσε στις δηλώσεις του θέμα θαλάσσιων πάρκων, ούτε ζήτημα αποστρατικοποίησης νησιών, δεν έθεσε ζήτημα κυριαρχικών δικαιωμάτων, δεν απάντησε καν σε όσα ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε σχετικά με τις μειονότητες, παρότι έλαβε το λόγο για να δώσει έμφαση στη θέση του για τη Χαμάς. Η επιλογή Ερντογαν να μη «σηκώσει το γάντι» ερμηνεύεται και ως στρατηγική επιλογή του Τούρκου προέδρου να διατηρήσει τους χαμηλούς τόνους το επόμενο διάστημα, τουλάχιστον έως τις αμερικανικές εκλογές.
Η επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα αποτελούσε ένα κρίσιμο «στοίχημα» για το κυβερνητικό επιτελείο, προφανώς σε ό,τι αφορά την ουσία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά και σε ό,τι σχετίζεται με τον αντίκτυπο στο εσωτερικό, καθώς πραγματοποιήθηκε σε μια ευαίσθητη χρονική συγκυρία, στην «καρδιά» της προεκλογικής περιόδου για τις κάλπες των ευρωεκλογών.
Αν βασικό ζητούμενο ήταν η διατήρηση της ύφεσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και η συνέχιση του ήπιου κλίματος σε επίπεδο δηλώσεων, αλλά και στην πράξη, τότε η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν φαίνεται ότι έφερε το κύριο αποτέλεσμα, που επεδίωκε η ελληνική αντιπροσωπεία.
Χαρακτηριστική ήταν η παρουσία των επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών στις διευρυμένες συνομιλίες, αλλά και η πρόσκληση της τουρκικής πλευράς στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ώστε να παραστεί στο δείπνο, που παρέθεσε ο Τούρκος Πρόεδρος στον Έλληνα Πρωθυπουργό, σε μια κίνηση που εκτιμάται ως υψηλού συμβολισμού.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε κάνει σαφείς τις ελληνικές προθέσεις, στέλνοντας μήνυμα, μέσω της συνέντευξής του στην τουρκική Μιλιέτ, ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να μένουν ανοικτοί ακόμα και σε περιόδους έντασης, σημείωσε στις δηλώσεις του τα πεδία εκείνα, στα οποία Ελλάδα και Τουρκία έχουν πλέον καταφέρει να μετατρέψουν σε πεδία συνεργασίας.
Ελλάδα και Τουρκία υπέγραψαν δύο νέες συμφωνίες, τη Συμφωνία Συνεργασίας στη Διαχείριση Καταστροφών και Εκτάκτων Αναγκών, που αφορά στη συνδρομή μεταξύ των δύο χωρών σε επείγουσες καταστάσεις και τη Συμφωνία Συνεργασίας στον τομέα της Υγείας και των Ιατρικών Επιστημών, ενώ ανακοινώθηκε η ίδρυση του Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου που είχε συμφωνηθεί κατά την επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα τον περασμένο Δεκέμβριο.
Οι δύο ηγέτες επιβεβαίωσαν την ατζέντα των επόμενων συναντήσεών τους, που «κλειδώνουν» για τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών τον ερχόμενο Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη και πιθανότατα και στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, τον Ιούλιο στην Ουάσιγκτον, ενώ στα τέλη του χρόνου προσδιορίστηκε η επόμενη συνεδρίαση στην Τουρκία, του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας. Ταυτόχρονα, επικυρώθηκε ο «οδικός χάρτης» για τα επόμενα βήματα του πολιτικού διαλόγου, των επαφών για τη θετική ατζέντα, αλλά και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα, ήταν η πρώτη Έλληνα Πρωθυπουργού στην τουρκική πρωτεύουσα τα τελευταία πέντε χρόνια, αν και ο κ. Μητσοτάκης τον Μάρτιο του 2022 είχε βρεθεί στην Κωνσταντινούπολη και είχε γευματίσει με τον Πρόεδρο της Τουρκίας.
Από τότε έχουν μεσολαβήσει πολλά, με κυριότερο την υιοθέτηση της Διακήρυξης των Αθηνών και την υπογραφή 15 Μνημονίων συνεργασίας ανάμεσα στις δύο πλευρές, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας τον περασμένο Δεκέμβριο στην Αθήνα.
Από τότε, όπως ανέδειξε και στις δηλώσεις του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπάρχουν ήδη μετρήσιμα αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα η εφαρμογή της διευκόλυνσης της βίζας για Τούρκους πολίτες σε 10 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, η σχεδόν μηδενική παραβατικότητα στον αέρα, αλλά και η καλύτερη συνεργασία με τις τουρκικές αρχές στο Μεταναστευτικό, που έχει οδηγήσει σε συνολική μείωση των ροών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου