Η ήττα του Κώστα Μπακογιάννη στην Αθήνα ήταν ένα πραγματικό σοκ για τα κυβερνητικά στελέχη, καθώς ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά και έριξε τη σκιά της στη «μεγάλη εικόνα», που προέκυψε από τον πρώτο και δεύτερο γύρο.
Πιάνοντας το νήμα από την αρχή, στο κυβερνητικό επιτελείο επισημαίνουν ότι οι πολιτικές ισορροπίες αποτυπώθηκαν στον πρώτο γύρο των... αυτοδιοικητικών εκλογών -όπου συμμετείχαν όλα τα πολιτικά κόμματα- και ήταν ταυτόσημες με τα δεδομένα, που προέκυψαν στις εθνικές κάλπες του Μαϊου και του Ιουνίου.
Μετά την πρώτη Κυριακή, άλλωστε, η Νέα Δημοκρατία είχε επικρατήσει σε 7 περιφέρειες από τις 13, είχε τερματίσει πρώτη σε 4 από τις υπόλοιπες, είχε κερδίσει έναν από τους τρεις δήμους, τον Πειραιά και είχε τερματίσει πρώτη στην Αθήνα. Κυβερνητικά στελέχη σημειώνουν, λοιπόν, ότι το αποτέλεσμα της δεύτερης Κυριακής δεν οδηγεί προφανώς σε πανηγυρισμούς, αλλά δεν πρέπει να οδηγεί και σε μηδενισμούς. Άλλωστε, επισημαίνεται ότι οι τέσσερις από τις 5 περιφέρειες, που χάθηκαν, πέρασαν στα χέρια υποψηφίων του ευρύτερου κεντροδεξιού χώρου, σε γαλάζιους «αντάρτες», άρα σε ιδεολογικό επίπεδο η κοινή γνώμη παραμένει, όπως λένε, στο ίδιο μήκος κύματος με την κυβέρνηση.
Το ερώτημα, που γεννάται, ωστόσο, είναι γιατί η αφετηρία της πρώτης κάλπης δεν ήταν αρκετή για να επιτευχθεί ο στόχος, που είχε θέσει η Πειραιώς.
Απάντηση πρώτη, ο πήχης που έθεσε η κυβέρνηση. Η νίκη στην δεύτερη κάλπη προϋπέθετε το 50%+1, ποσοστό, που δεν αντιπροσωπεύει τις δυνάμεις της Νέας Δημοκρατίας και για να επιτευχθεί απαιτούσε τη «διείσδυση» σε άλλους πολιτικούς χώρους. Το πολιτικό και κομματικό πρόσημο στην εκλογική αναμέτρηση, που έβαλε η κυβέρνηση, φαίνεται εκ του αποτελέσματος ότι οδήγησε σε μεγάλη αντισυσπείρωση, όλων των πολιτικών δυνάμεων απέναντι στον κατά τόπους κυβερνητικό υποψήφιο.
Απάντηση δεύτερη, η επιλογή των προσώπων. Στην Πειραιώς γνωρίζουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, η ήττα συγκεκριμένων προσώπων ήταν αναμενόμενη, ωστόσο επελέγη αυτά να στηριχθούν, καθώς ήταν νυν περιφερειάρχες ή δήμαρχοι. Ως παράδειγμα, φέρνουν τις επιδόσεις του Απόστολου Τζιτζικώστα στην Κεντρική Μακεδονία, ο οποίος συγκέντρωσε 60,28%, ενώ στο Δήμο Θεσσαλονίκης ο Κωνσταντίνος Ζέρβας μετά βίας ξεπέρασε το 32% τη δεύτερη Κυριακή.
Απάντηση τρίτη, οι πολίτες, μετά από τρεις διαδοχικές αναμετρήσεις, χτύπησαν ένα «καμπανάκι» στην κυβέρνηση, ότι η πολιτική της επικράτηση δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως πολιτική κυριαρχία ή «λευκή επιταγή».
«Διαβάζοντας» το μήνυμα της κάλπης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε αναφορά και στα πολιτικά μηνύματα, αλλά και στο ότι «η Κυβέρνηση οφείλει να πορεύεται με τα πόδια καλά γειωμένα, στη γη», ένα μήνυμα, που απευθύνεται και στο εσωτερικό κυβέρνησης και κόμματος. Για τους 8 μήνες, που απομένουν έως την επόμενη κάλπη των ευρωεκλογών, η κυβέρνηση καλείται να ανεβάσει ταχύτητα, ώστε να έχει να επιδείξει ουσιαστικό έργο με μεταρρυθμιστικό πρόσημο.
Μεταρρυθμίσεις και καθημερινότητα έρχονται σε πρώτο πλάνο, με τα θέματα της δικαιοσύνης να βρίσκονται στο επίκεντρο του υπουργικού συμβουλίου την Τετάρτη, το νομοσχέδιο για τις διοικήσεις σε δημόσιους φορείς να παίρνει την κοινοβουλευτική οδό τις επόμενες ημέρες και να αναζητούνται οι βέλτιστες πρακτικές για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, κυρίως στα τρόφιμα και την ενέργεια.
Σε εκκρεμότητα πρέπει να θεωρούνται ακόμη μεγάλες τομές στην παιδεία, με πιο εμβληματική την εναρμόνιση της νομοθεσίας για τη λειτουργία μη κρατικών ξένων πανεπιστημίων, πριν την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, όπως και οι αλλαγές στην υγεία, που αποτέλεσαν σημείο αιχμής στο πρόγραμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σε πολιτικό επίπεδο, στην κυβέρνηση κατανοούν ότι ανοίγει πλέον ένα νέο κεφάλαιο, με τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών να αναζωπυρώνουν την λεγόμενη «μάχη του κέντρου».
Παρακολουθώντας τις ζυμώσεις μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι το «μετριοπαθές κέντρο», που στήριξε τη Νέα Δημοκρατία, ζητά απτά αποτελέσματα στην παραγωγή κυβερνητικού έργου και σε αυτό αναμένεται να ριχθεί το βάρος το επόμενο διάστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου