Τρίτη 4 Απριλίου 2023

Η δήθεν ιδιωτικοποίηση του νερού και το πραγματικό πρόβλημα

Μεγάλη μερίδα της αντιπολίτευσης επιχειρεί να συντηρήσει στην επικαιρότητα το θέμα της δήθεν ιδιωτικοποίησης του νερού. Όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, το νερό δεν ιδιωτικοποιείται. Το νερό ούτε θέλουμε, ούτε πρέπει, ούτε ενδεχομένως μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί. Η χρήση για εμπορευματικούς σκοπούς ενός δημόσιου πόρου, η πρόσβαση στο οποίο αναγνωρίζεται ως θεμελιώδες ή βασικό ανθρώπινο δικαίωμα 1 2 , είναι ηθικά και πολιτικά απαράδεκτη. Η ίδια η Οδηγία Πλαίσιο της ΕΕ για τα ύδατα αναγνωρίζει ότι «το ύδωρ δεν είναι εμπορικό προϊόν όπως όλα τα άλλα» 3 ...

Αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στον ν. 5037/2023 και είναι αντιληπτό και από το πλέον κακόπιστο αναγνώστη. Γι’ αυτό άλλωστε η αντιπολίτευση μιλά για προθέσεις που υποκρύπτονται και όχι για διατάξεις που θεσπίστηκαν. Η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδατος (ύδρευση και αποχέτευση) δεν θα οδηγούσε κατ’ ανάγκη σε βελτίωση των παρεχόμενων στον πολίτη υπηρεσιών ούτε σε βελτίωση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Επιπρόσθετα, όλοι όσοι ισχυρίζονται ότι επιδιώκουμε την ιδιωτικοποίηση του νερού ταυτόχρονα επικαλούνται το Σύνταγμα επιχειρηματολογώντας  περί του (αναμφισβήτητα) δημόσιου χαρακτήρα του νερού και της (πιθανότατα) αντισυνταγματικότητας της ιδιωτικοποίησής του. Επομένως, η συζήτηση στερείται ουσιαστικού περιεχομένου αφού κανείς δεν μπορεί να εκφύγει των συνταγματικών ορίων.

Ο δημόσιος διάλογος πρέπει να εστιάζει στα πραγματικά ζητήματα και να αποφεύγει τα παραπλανητικά και εύπεπτα διλήμματα το οποίο υποτιμούν το μέσο πολίτη. Στην πραγματικότητα, παρά τα ενδεχόμενα εφήμερα πολιτικά οφέλη, η προσέγγιση αυτή οδηγεί σε απαξίωση της πολιτικής και σε υποβάθμιση της δημοκρατίας μας. Σίγουρα δε, δεν συμβάλλει στην επίλυση των πραγματικών προβλημάτων και στη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης των πολιτών. 

Όπως πολύ ορθά αναφέρει η Ανακοίνωση 4 της Ευρ. Επιτροπής για το πόσιμο νερό, «η πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό και σε αποχέτευση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το δικαίωμα στη ζωή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και με την ανάγκη για ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης».

Το ουσιαστικό ζήτημα είναι επομένως το τι παρεμβάσεις απαιτούνται για να βελτιώσουμε το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης. Ας θέσουμε μερικά (άλλα ουσιαστικά και άλλα ρητορικά) ερωτήματα:

Έχει το πόσιμο νερό την ποιότητα που απαιτείται με βάση το ενωσιακό δίκαιο; Σε όλη τη χώρα; Όλοι όμως γνωρίζουμε ότι σε πολλά μέρη συστήνεται να πίνουμε μόνο εμφιαλωμένο νερό. Να φταίνε άραγε οι αμιαντοσωλήνες (που δεν επηρεάζουν την ποιότητα του πόσιμου νερού); Ελέγχεται η ποιότητα του νερού σύμφωνα με τις (πολύ αυστηρές τόσο ως προς τη συχνότητα όσο και ως προς τις παραμέτρους αλλά και τα σημεία παρακολούθησης) απαιτήσεις της Ευρ. Οδηγίας για το Πόσιμο Νερό; Έχουν όλοι οι πάροχοι την τεχνική δυνατότητα να κάνουν τους ελέγχους που πρέπει;

Υπάρχει επάρκεια πόσιμου νερού σε όλη την Ελλάδα και όλο το χρόνο; Όλοι γνωρίζουμε ότι αρκετές περιοχές, ειδικά το καλοκαίρι, έχουν νερό μόνο ορισμένες ώρες την ημέρα ή ορισμένες μέρες την εβδομάδα. 

Πόσες είναι οι απώλειες των δικτύων ύδρευσης λόγω διαρροών ή ακόμα και λόγω παράνομων συνδέσεων που παρακάμπτουν τα ρολόγια ύδρευσης;

Είναι σωστή η τιμή των υπηρεσιών ύδρευσης αποχέτευσης; Τι ποσοστό ανάκτησης κόστους έχουμε (η Οδηγία στοχεύει σε πλήρη ανάκτηση τουλάχιστον χρηματοοικονομικού, δηλ. κατά βάση λειτουργικού, κόστους); Πώς διαχειριζόμαστε το περιβαλλοντικό κόστος, πώς το ενσωματώνουμε στην τιμή του νερού; Πώς αντιμετωπίζουμε τους κακοπληρωτές;

Έχουν όλες οι περιοχές εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων και δίκτυα αποχέτευσης; Είναι σωστά σχεδιασμένες οι εγκαταστάσεις αυτές όπου υπάρχουν και έχουν το επίπεδο επεξεργασίας που πρέπει (π.χ. τριτοβάθμια); Λειτουργούν πάντα σωστά; Συντηρούνται σωστά; Υπάρχει σωστή διαχείριση της λυματολάσπης;

Αυτή είναι η ουσιαστική συζήτηση που πρέπει να γίνει. Τι πρέπει να κάνουμε για να αμβλύνουμε έστω κάποια από τα θέματα αυτά; Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τους παρόχους να ανταποκριθούν στις σύγχρονες απαιτήσεις και της νομοθεσίας και των πολιτών;

O δημόσιος χαρακτήρας των παρόχων δεν διασφαλίζει από μόνος του την καλή ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και τη βέλτιστη σχέση ποιότητας τιμής. 

Το κράτος οφείλει να βρει έναν τρόπο αποτελεσματικού ελέγχου όλου του κλάδου προκειμένου να διασφαλίσει τη βελτίωση των υπηρεσιών τους αλλά και, εν τέλει, το δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών αυτών. Γιατί η αδυναμία παροχής άριστης ποιότητας πόσιμου νερού σε πλήρη επάρκεια που αναγκάζει τους πολίτες να καταφεύγουν στην κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού όπως επίσης και η έλλειψη σωστής αποχέτευσης και πλήρους επεξεργασίας των λυμάτων κλονίζει την εμπιστοσύνη του πολίτη στο κράτος και συντηρεί το στερεότυπο της κακής ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών.

Η σύσταση της ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής αποτελεί ένα πρώτο μικρό βήμα το οποίο θα κριθεί από το αποτέλεσμα σε 2-3 χρόνια. Μένουν πολλά ακόμα να γίνουν για να φτάσουμε στο επιθυμητό επίπεδο και να δώσουμε στους πολίτες τις υπηρεσίες που δικαιούνται. 

Πέτρος Βαρελίδης

*Ο Πέτρος Βαρελίδης, Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων ΥΠΕΝ


  1. Απόφαση 64/292 της Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ αναγνωρίζει «το δικαίωμα πρόσβασης σε ασφαλές και καθαρό πόσιμο νερό και στην αποχέτευση ως ανθρώπινο δικαίωμα, βασικό για την πλήρη απόλαυση της ζωής και όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» Απόφαση 1693 (2009) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης
  2. Απόφαση 1693 (2009) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία διακήρυξε ότι «η πρόσβαση στο νερό πρέπει να αναγνωρισθεί ως θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, δεδομένου ότι το νερό είναι απαραίτητο για τη ζωή στη γη και αποτελεί αγαθό που ανήκει σε ολόκληρη την ανθρωπότητα»
  3. Πρώτη αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας πλαισίου της ΕΕ για τα ύδατα, 2000/60/ΕΚ
  4. file:///C:/Users/pvare/Downloads/COM(2014)177_0.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου