Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023

«ΣΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ ΤΑ ΝΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΓΙΑΣΜΕΝΑ...» - Έθιμο αιώνων από την ΜικρΑσία...

Μας έλεγε η γιαγιά μου Ευφημία Ανθοπούλου - Λουκίδη, η οποία ξημερώματα ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ και πριν το πρώτο φως της ημέρας, πήγαινε στην κεντρική βρύση του χωριού μας (Γρανίτης Δράμας) και λουζόταν!

Μέσα στα χιόνια και την παγωνιά...
"Τα νερά είναι τώρα αγιασμένα", μας έλεγε... "Δεν θ' αρρωστήσετε"!
Το έκανε κάθε χρόνο και μέχρι να μας ...φύγει!
Το έθιμο αυτό το έφερε μαζί της από την ΜικρΑσία, το Ικόνιο, τα Φλογητά...!
Το ίδιο έκαναν και οι αείμνηστες συμπατριώτισσες της... Μακρίνα Γιαννακοπούλου, Δέσποινα Χρυσομαλλίδου, Δέσποινα Μισαηλίδου, Τριανταφυλλιά Παϊσίδου, Κατίνα Τσιτσοπούλου, Μακρίνα Ωραιοπούλου, Αναστασία Νοταρίδου, Χριστίνα Ωραιοπούλου κ.α... ΟΛΕΣ γεννημένες στην Πατρίδα, την ΜικρΑσία...
Χρόνια μας Πολλά και καλή Φώτιση σε όλους μας!
Στις φωτογραφίες:
✔️ Μια γενική άποψη του κάτω χωριού,
✔️ Η παλιά Βρύση όπου λουζόταν οι Γιαγιάδες μας ξημερώνοντας των Φώτων,
✔️ Η παλιά μας Εκκλησία "Των Ταξιαρχών", κτισμένη το 1832. Στο προαύλιο της ήταν και το παλιό Δημοτικό Σχολείο το οποίο δεν σώζεται σήμερα!
✔️ Μια φωτογραφία από μπαλκόνι του νέου χωριού...





Στάθης Σαραφόπουλος

Έθιμα της Μικρασίας

Μικρά Φώτα

Την παραμονή των Θεοφανίων οι Φαρασιώτες την έλεγαν Μουτσούκκα Φώτα δηλαδή Μικρά Φώτα
Πρωί-πρωί, νύχτα ακόμη, πήγαιναν στην εκκλησία, όπου γινόταν ο Αγιασμός.
Έπιναν Αγιασμό και έπαιρναν και στα σπίτια τους, για να ραντίσουν. Έβαζαν και στις ποτίστρες, για να πιουν και τα ζωντανά τους. Μέχρι το βράδυ τον τελείωναν.
Πολλοί εκείνη την ημέρα λούζονταν, γιατί πίστευαν πως έτσι δεν θα είχαν πονοκέφαλο όλον τον χρόνο.
Ο παπάς γύριζε το χωριό, ράντιζε και αγίαζε τα σπίτια και τα υποστατικά. Τον συνόδευε ένα παιδί κρατώντας ένα μικρό μπακιρένιο σκεύος, το σιτιλόκκο, γεμάτο με Αγιασμό.
Εκείνη την ημέρα οι Φαρασιώτες κρατούσαν αυστηρή νηστεία. Έτρωγαν μόνο νερόβραστα, για να πιούν ανήμερα των Θεοφανίων Μεγάλο Αγιασμό, που τον θεωρούσαν σαν Θεία Κοινωνία.
Όλο το απόγευμα της παραμονής έψαλλαν τα κάλαντα των Φώτων. Και για τα Φώτα είχαμε δικά μας κάλαντα.

Μεγάλα Φώτα

Τα Θεοφάνια, τα Μεγάλα τα Φώτα όπως λέγονταν, μετά τη Θεία Λειτουργία τοποθετούσαν στο κέντρο του ναού την κολυμβήθρα. Τη γέμιζαν νερό και έψαλλαν την Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού. Στο τέλος άφηνε ο παπάς μέσα στην κολυμβήθρα τον Τίμιο Σταυρό και γινόταν κατά κάποιο τρόπο, δημοπρασία.
Όποιος πρόσφερε τα περισσότερα σε χρήματα η σε είδος, έκανε τον σταυρό του και τρεις μετάνοιες, έβγαζε τον Τίμιο Σταυρό από το νερό και τον ασπαζόταν. Από εκείνη τη στιγμή αυτός χριζόταν συμβολικά ο νουνός του Χριστού και έπαιρνε στο σπίτι του την εικόνα του Τιμίου Προδρόμου και το Λάβαρο με την παράσταση της Βαπτίσεως του Χριστού.
Τα ιερά αυτά τα φιλοξενούσε στο σπίτι του και δεχόταν επισκέπτες έως την άλλη μέρα της μνήμης του Βαπτιστού Ιωάννου.
Ο χαιρετισμός της μέρας εκείνης ήταν: Φώτα τσαί (και) καλημέρα και η απάντηση: Σε σεν τσαί σον κόσμον όλον. Δηλαδή: Σε σένα και σε όλον τον κόσμο

Το τέλος του Δωδεκαημέρου
Η μνήμη του Τιμίου Προδρόμου

Στις 7 Ιανουαρίου γιόρταζαν τη μνήμη του Τιμίου Προδρόμου και έκλεινε ο κύκλος του Δωδεκαημέρου. Ο κόντζορος, που έκαιγε δίπλα στο εικονοστάσι όλο το Δωδεκαήμερο, έσβηνε. Το ιερό Λάβαρο της Βαπτίσεως του Κυρίου μαζί με τα άγια εικονίσματα με μία κατανυκτική τελετή επέστρεφαν στον ναό.

H γιορτή των Φώτων στο Προκόπι Καππαδοκίας Μικράς Ασίας

Το έθιμο του βαπτίσματος υπήρχε στους αρχαίους Έλληνες και συμβόλιζε την κάθαρση του ανθρώπου για να μπορέσει να μυηθεί στα μυστήρια που δόξαζε η θρησκεία του. Ο Χριστός ο ίδιος συνέστησε το βάπτισμα για να καθαρθή ο άνθρωπος από το προπατορικό αμάρτημα και αξιωθεί να μπει στο θεμελιώδη μυστήριο της Χριστιανικής λατρείας
Πρώτος ο Χριστός στον Ιορδάνη τον ποταμό καθόρισε το βάπτισμα για τον εαυτό του ζητώντας να τον βαφτίσει ο Ιωάννης ο βαπτιστής.Την ημέρα αυτή όπως όλος ο Χριστιανισμός, έτσι και οι Προκοπιείς πιστεύουν ότι αγιάστηκαν τα νερά όχι μόνο της θάλασσας αλλά και των ποταμών των λιμνών και των πηγών. Στο Προκόπι την ημέρα των Φώτων ο παπάς ψέλνοντας το Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνηση βάπτιζε το Σταυρό στην κολυμβήθρα (στην Καππαδοκία δεν υπάρχει θάλασσα, ποτάμι ή λίμνη) και ρωτούσε με αψηλή φωνή τους παρευρισκομένους ποιος θα ήθελε να βγάλει το Σταυρό από το Αγίασμα και όριζε μία λίρα για την ενίσχυση της εκκλησίας.
Άρχιζε πλειοδοσία άλλος έδινε επί πλέον δέκα γρόσια άλλος είκοσι, άλλος μία λίρα στο τέλος γινόταν η επικύρωση εκείνον που έδινε τα περισσότερα. Τότε ο παπάς τον ευλογούσε και αυτός με τρείς μετάνοιες φιλούσε τη δεξιά του παπά. Κατόπιν ο παπάς έβγαζε το Σταυρό από την κολυμβήθρα και διαμοίραζε το αγιασμένο νερό στους Χριστιανούς που περίμεναν με τα ποτήρια στα χέρια. Αυτοί το πήγαιναν με αναμμένα τα κεριά τους στα σπίτια τους. Όλα τα μέλη της οικογένειας έπιναν από λίγο και έβρεχαν μ αυτό το μέτωπο και το κεφάλι για να φωτιστούν.
Ένα μέρος από το αγιασμένο νερό πήγαινε στα αμπέλια, στα χωράφια και στα ζωντανά τα οποία ράντιζαν για καλή σοδιά και υγεία. Επίσης φύλαγαν και λίγο μέχρι τον άλλο χρόνο των Φώτων για ευλογία του σπιτιού αλλά και για να θεραπεύουν διάφορες τυχόν ασθένειες της οικογένειας.
Ο παπάς την ημέρα αυτή συνοδευόμενος από ένα παιδί που κρατούσε ένα χάλκινο αγγείο με χερούλι (το ονομαζόμενο παχράτσι) με το αγιασμένο νερό επισκεπτόταν όλα τα σπίτια της ενορίας του και ένα ματσάκι βασιλικό ράντιζε όλα τα δωμάτια καθώς και τα μέλη της οικογένειας, ψάλλοντας το Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε.
Αυτοί έριχναν τα νομίσματα πότε μικρά και πότε μεγάλα μέσα στο παχράτσι.

Στο Προκόπι της Καππαδοκίας ο παπάς επαναλάμβανε το έθιμο στην ενορία του κάθε πρώτη εκάστου μηνός. Το ράντισμα των δωματίων από τον παπά εκτός του αγιάσματος είχε και σκοπό να διώξει τα κακά πνεύματα εκτός από τα μικρά, ακόμη και μεγάλοι και προ πάντων κάποια φοβητσιάρικα κορίτσια, πίστευαν ότι στα σκοτεινά δωμάτια και στα υπόγεια κατοικούσαν πλάσματα μαύρα σαν διαβόλια και τα λέγανε Όταν επρόκειτο να πάνε στα σκοτεινά δωμάτια ή υπόγεια έλεγαν φωναχτά το Πάτερ ημών ή το Άγιος ο Θεός ή το Πιστεύω γιατί νόμιζαν ότι έφευγαν μακριά ή γίνονταν ακίνδυνα. Κατά πάσα πιθανότητα η γνώμη ότι με το ράντισμα του παπά φεύγουν τα χώχ είναι το αντικατόπτρισμα της γνώμης που υπήρχε στους Ελληνόφωνες κατοίκους του Προκοπίου και άλλων περιοχών της Καππαδοκίας για τους Καλικάντζαρους.
Την παραμονή των Φώτων προπάντων, τα κορίτσια, δεν κοιμόντουσαν γιατί ξέρανε ότι θα άνοιγε ο ουρανός κατά την βάπτιση του Χριστού και ο Θεός θα τα εισάκουγε και θα τους έδινε ότι επιθυμούσαν. Την ημέρα των Θεοφανείων κάθε βαπτισμένο παιδί είχε την υποχρέωση να πάει στους νονούς του, που ήταν οι πνευματικοί του γονείς να υποβάλει τα σέβη του με χειροφιλήματα. Δεν πήγαινε δώρα ή γλυκίσματα εάν είχε πάει την Πρωτοχρονιά ή τα Χριστούγεννα.
Οι Προκοποιείς πήγαιναν επισκέψεις στα σπίτια που είχαν ονόματα που εόρταζαν εκείνη την ημέρα έστω και αν δεν ήταν συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, για να ευχηθούν, εκτός αν υπήρχαν σοβαροί λόγοι ασθενείας ή πένθους.
Όλα τα σπίτια ακόμη και αυτά που δεν εόρταζαν, είχαν στρωμένο τραπέζι με ρακί, κρασί, αυγά, παστουρμά, κότα τσιγαρισμένη και λογιών λογιών μεζέδες για τα γερά στομάχια (και ποιος δεν είχε;). Σε κάθε σπίτι οι παρέες έπρεπε να καθίσουν να πιούν και να κεραστούν στην υγειά του εορτάσαντος και να πάρουν ύστερα σειρά τα σπίτια.
Τόση ήταν η οικειότητα των κατοίκων μεταξύ των και τόσο διάχυτη η επιθυμία να διασκεδάσουν με αγάπη, ώστε και τα σπίτια που δεν είχαν ονομαστική εορτή καλούσαν τις συντροφιές να επισκεφθούν και αυτά, να κεραστούν και να ευχηθούν για την υγεία και ευτυχία των. Άλλωστε τα Φώτα ήταν η τελευταία ημέρα του δωδεκαημέρου και μαζί μ αυτήν τέλειωναν τα φαγοπότια κατά γλέντια.

Αξέχαστες μέρες που δεν θα μπορέσουν να τις νοιώσουν οι απόγονοι αυτών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα με διαφορετική νοοτροπία και άλλο τρόπο ζωής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου