Σάββατο 14 Μαΐου 2022

Ο αξιότιμος «σύμμαχος» Ταγίπ Ερντογάν, ως Δούρειος Ίππος του Πούτιν

Του Νίκου Μελέτη

Με τις χθεσινές δηλώσεις του ο Ταγίπ Ερντογάν αποκάλυψε ακόμη και στους πιο δύσπιστους τον πραγματικό ρόλο που διεκδικεί η Τουρκία στην παγκόσμια κρίση την οποία προκαλεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. 
Έναν ρόλο που χωρίς να προσφέρει τίποτα, απαιτεί τα πάντα.
Έχοντας επιλέξει την πολιτική του ουδέτερου, που στην πράξη είναι στάση υπέρ του επιτιθέμενου, ο οποίος στην παρούσα συγκυρία είναι ο στενός φίλος Βλαντιμίρ Πούτιν από τον οποίο είναι πολλαπλά εξαρτώμενος, ο Ερντογάν απαιτεί διαρκώς ανταλλάγματα και επιβράβευση...
Από την Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτεί ξεπάγωμα άνευ όρων και προϋποθέσεων της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, από το ΝΑΤΟ απαιτεί να συμμορφωθεί με τις δικές του επιδιώξεις και στρατηγικές στοχεύσεις, από τους Αμερικανούς απαιτεί εξοπλισμούς και πολιτικό -διπλωματικό ξέπλυμα της ηγεμονικής αναθεωρητικής πολιτικής του.

Ο Τούρκος ηγέτης θεωρεί ότι μπορεί να τραβά το σχοινί έως τα όριά του, εθισμένος σε μια κατευναστική πολιτική που ακολουθούν παραδοσιακά οι δυνάμεις της Δύσης προκειμένου να μην... χάσουν από το Δυτικό Στρατόπεδο την Τουρκία, η οποία όμως σταδιακά και συστηματικά σχεδιάζει και κάνει το επόμενο βήμα, που κάθε άλλο παρά είναι συμβατό με τα στρατηγικά συμφέροντα της Δύσης.

Χθες ο Τ. Ερντογάν ουσιαστικά έριξε το γάντι απέναντι στη Δυτική Συμμαχία, η οποία προσπαθεί να βρει λύση στο ουκρανικό πρόβλημα και στη στρατηγική αντιπαράθεση με τη Ρωσία, λειτουργώντας ως Δούρειος Ίππος της Μόσχας, καθώς πλέον μετά την παθητική στάση της άρνησης σύμπραξης με την πολιτική των κυρώσεων και της άσκησης πίεσης στη Ρωσία, πέρασε στην άλλη πλευρά, υπονομεύοντας κρίσιμης και μείζονος σημασίας στρατηγικές επιλογές της Δύσης. 
Όπως είναι η απόφαση για ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ.

Και ο Τ. Ερντογάν δεν πρόβαλε ως επιχείρημα τους δικαιολογημένους ίσως προβληματισμούς για το αν μια τέτοια κίνηση θα πυροδοτούσε ακόμη περισσότερο την ένταση με τη Μόσχα. Αλλά επικαλέστηκε και έθεσε ως προϋπόθεση την ικανοποίηση αιτημάτων που αφορούν τη δική του προσωπική ατζέντα και την επιβίωση του καθεστώτος του.

Το επιχείρημα που επικαλέστηκε ο Τούρκος πρόεδρος για την άρνησή του να συναινέσει στο αίτημα των δύο σκανδιναβικών χωρών να ενταχθούν στην Ατλαντική Συμμαχία είναι ότι έχουν καταστεί χώρος «φιλοξενίας τρομοκρατών». Όπου τρομοκράτες ο Ερντογάν βαφτίζει όχι μόνο τους οπαδούς του PKK αλλά και όλους όσους θεωρούνται αντίπαλοι του καθεστώτος του. Από τους οπαδούς του Φ. Γκιουλέν μέχρι τους Τούρκους αριστερούς ή ακτιβιστές των ανθρώπινων δικαιωμάτων που έχουν καταφύγει στην Ευρώπη και στις δυο φιλελεύθερες σκανδιναβικές χώρες.

Πολύ απλά ο Ερντογάν θεωρεί ότι εκβιάζοντας ολόκληρη τη Δυτική Συμμαχία στην πιο κρίσιμη στιγμή της 70χρονης ιστορίας του ΝΑΤΟ, θα μπορέσει να εξασφαλίσει πολιτικά ανταλλάγματα τα οποία θα χρησιμοποιήσει ως προεκλογικό αφήγημα για να προβάλει την εικόνα της «πανίσχυρης» Τουρκίας που δεν είναι πια μια απλώς περιφερειακή δύναμη, αλλά μπορεί να επιβάλει τη θέλησή της σε μια παγκόσμια σύγκρουση. Μια Τουρκία που έχει τη δύναμη να επιβάλει την αποδοχή των συμφερόντων της στη Ρωσία, στην ΕΕ και στις ΗΠΑ.


Ο Ερντογάν καταφεύγει και πάλι σε επικίνδυνο παζάρι που απλώς επιβεβαιώνει ότι λειτουργεί ως πολιορκητικός κριός για τον διχασμό του ΝΑΤΟ και της Δύσης στην πιο κρίσιμη στιγμή της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία.
Ένα παζάρι από το οποίο δύσκολα μπορεί να βγει ουσιαστικά κερδισμένος, καθώς προφανώς δεν μπορεί να επιβάλει σε δύο από τις πιο φιλελεύθερες χώρες του κόσμου να ασπαστούν τη θεωρία του περί Δημοκρατίας ώστε να χαρακτηριστούν τρομοκράτες όσοι είναι αντίθετοι στην πολιτική και το καθεστώς του.

Όμως το μήνυμα δεν είναι μόνο για τη Στοκχόλμη και το Ελσίνκι αλλά και τις ίδιες τις ΗΠΑ. Διότι ο Τούρκος ηγέτης δεν μπορεί να «χωνέψει» τη χθεσινή απόφαση των ΗΠΑ να άρουν τις κυρώσεις εναντίον των περιοχών που ελέγχουν ο Κούρδοι της Βόρειας Συρίας, αυτούς που η Τουρκία θεωρεί τρομοκράτες αλλά αποτελούν τους πιο στενούς και αξιόπιστους συμμάχους των ΗΠΑ στη διακεκαυμένη ζώνη της Συρίας.

Ο Ερντογάν βλέπει όμως και το μέλλον. Η ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ στο αμέσως προσεχές διάστημα (η συζήτηση είναι για fast track διαδικασία ώστε η απόφαση να ληφθεί στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου στη Μαδρίτη) θα φέρει την Τουρκία προ ενός ακόμη κρίσιμου διλήμματος.
Η οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια της Ρωσίας εναντίον των δύο σκανδιναβικών χωρών θα σημάνει την ενεργοποίηση του άρθρου 5 της Συνθήκης της Ουάσιγκτον που προέβλεπε ρητά την παροχή συλλογικής βοήθειας σε κάθε κράτος μέλος που δέχεται επίθεση. Σε μια τέτοια περίπτωση ο Ερντογάν δεν θα έχει κανένα περιθώριο να αρνηθεί τη στήριξη των χωρών που δέχονται επίθεση ή να επικαλεσθεί τον υποτιθέμενο μεσολαβητικό η ουδέτερο ρόλο της Τουρκίας και θα πρέπει να σταθεί απέναντι στη Ρωσία του κ. Πούτιν.

Πιθανότατα το πόκερ αυτό που συνηθίζει να παίζει ο Ταγίπ Ερντογάν να ωθήσει μερικούς εκ των συμμάχων να επιστρατεύσουν και πάλι την πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας. Και σήμερα στο δείπνο που θα έχουν οι ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ παρουσία φυσικά του Μ.Τσαβούσογλου αλλά και των ΥΠΕΞ της Σουηδίας και της Φιλανδίας πιθανότατα να επιχειρηθεί το «καλόπιασμα» του κ. Ερντογάν ο οποίος προφανώς θα απαιτήσει ακόμη περισσότερα ανταλλάγματα. Όμως αυτή η τακτική είναι αποκαλυπτική του πόσο επικίνδυνη και χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα είναι η πολιτική την οποία ακολουθεί η Δύση απέναντι σε μια αναθεωρητική Τουρκία η οποία επιλέγει τη «στρατηγική αυτονομία» και την πολιτική ίσων αποστάσεων έναντι των τυπικά Συμμάχων της και των αντιπάλων τους.

Σε ότι αφορά στην Ελλάδα ο κ.Ερντογάν ενόψει και της επίσκεψης Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί στη χώρα μας με υπονοούμενα ακολουθώντας απλώς την γκεμπελική τακτική του «πες πες κάτι θα μείνει». Δήλωσε λοιπόν ότι δεν πρέπει να γίνει το ίδιο λάθος με την ένταξη Σουηδίας και Φιλανδίας με αυτό που έγινε με την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ.
Ο Τούρκος ηγέτης εννοεί την επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας το 1980 (αφού είχε προηγηθεί η αποχώρηση ως αντίδραση στην αμερικανική και Νατοϊκή στάση στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο) η οποία όμως λησμονεί ο Ερντογάν ότι έγινε με δυσμενείς για την Ελλάδα όρους (Συμφωνία Ροτζερς και το επακόλουθο Δόγμα Λουνς- Luns Rules).
Και κυρίως αποκρύπτεται η πραγματικότητα ότι το πρόβλημα στην Ανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας δεν προήλθε από την επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας αλλά από την προσπάθεια της Τουρκίας να νομιμοποιήσει τις διεκδικήσεις της έναντι της Ελλάδας μέσω αυτής της διαδικασίας και κυρίως από το γεγονός ότι η Ελλάδα συμμετέχει σε μια αμυντική Συμμαχία, η οποία την αφήνει ακάλυπτη απέναντι στη μεγαλύτερη απειλή ασφαλείας που αντιμετωπίζει και προέρχεται από ένα κράτος μέλος της ίδιας Συμμαχίας.

Στη συζήτηση πάντως που θα γίνει στο ΝΑΤΟ (πιθανότατα απόψε στο δείπνο των ΥΠΕΞ στο Βερολίνο) ο Ν. Δένδιας θα πρέπει να επισημάνει στους συναδέλφους του της ΕΕ και φυσικά προς τους ΥΠΕΞ της Σουηδίας και της Φιλανδίας που είναι σταθεροί υποστηρικτές της Τουρκίας ότι την ίδια αλληλεγγύη και στήριξη στην οποία προσβλέπουν με τη διαδικασία ένταξής τους στο ΝΑΤΟ θα πρέπει να δείξουν και προς την Ελλάδα και στην Κύπρο βάσει του άρθρου 42 παρ 7 της Συνθήκης της Λισσαβόνας περί αλληλεγγύης και αμοιβαίας συνδρομής…

Σε κάθε περίπτωση πάντως οι χθεσινές δηλώσεις του Ερντογάν απογυμνώνουν την τουρκική πολιτική και τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και το Κογκρέσο θα ακούσουν με περισσότερο ενδιαφέρον τα επιχειρήματα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, τα οποία πλέον θα είναι πολύ πιο πειστικά για όσους στην αμερικανική πρωτεύουσα επενδύουν ακόμη και τώρα στον «αξιότιμο σύμμαχο» Ταγίπ Ερντογάν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου