Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον;
Τι έχουμε να προσδοκάμε;
Η δεύτερη επέτειος της πανδημίας αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, καθώς παρά την ταχεία επιστημονική πρόοδο ο SARS-CoV-2 παραμένει πρόκληση για τα υγειονομικά συστήματα υγείας και εμπόδιο για την επιστροφή μας στην κανονικότητα.
Μοιραία το ερώτημα που πλανάται είναι: «Και τώρα, τι;»...
Η δεύτερη επέτειος της πανδημίας αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, καθώς παρά την ταχεία επιστημονική πρόοδο ο SARS-CoV-2 παραμένει πρόκληση για τα υγειονομικά συστήματα υγείας και εμπόδιο για την επιστροφή μας στην κανονικότητα.
Μοιραία το ερώτημα που πλανάται είναι: «Και τώρα, τι;»...
Τι ακόμα θα χρειαστεί να θυσιάσουμε για να πάρουμε πίσω τις ζωές μας; Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; Τι έχουμε να προσδοκάμε;
Η απάντηση της επιστημονικής κοινότητας μπορεί να συρρικνωθεί κάλλιστα σε μία πρόταση: «Θα μάθουμε να συμβαδίζουμε αρμονικά με τον ιό». Αλλωστε πλέον – και εκτός συνταρακτικού απροόπτου – είναι ορατή η εποχή όπου η υγειονομική κρίση θα μετατραπεί σε διαχειρίσιμη υγειονομική απειλή.
«Ο ιός δεν θα φύγει» είναι τα πρώτα λόγια του επίκουρου καθηγητή Επιδημιολογίας και μέλους της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Γκίκα Μαγιορκίνη, όταν ξεκινά η συζήτησή μας για εκείνα που έρχονται. Και παρότι στο άκουσμα αυτής της πρόβλεψης το αίμα… παγώνει, σύντομα η ρεαλιστική του προσέγγιση περισσότερο καθησυχάζει παρά «βουλιάζει» την ψυχολογία:
«Αργά ή γρήγορα όλοι θα τον κολλήσουμε και όχι μόνο μία φορά αλλά πολλές. Ωστόσο θα μειώνονται η θνησιμότητα και η νοσηρότητα που προκαλεί. Οχι όμως επειδή ο ιός θα είναι πιο ήπιος. Δεν υπάρχει μια γραμμική σχέση μεταξύ νοσηρότητας και εξέλιξης. Δεν ξέρουμε εάν η επόμενη παραλλαγή θα είναι λιγότερο νοσογόνος. Το σίγουρο πάντως είναι ότι λόγω του εμβολιασμού και συνεπακόλουθα της γενικότερης ανοσίας θα μειώνεται ο κίνδυνος για βαριά νόσηση».
Η απάντηση της επιστημονικής κοινότητας μπορεί να συρρικνωθεί κάλλιστα σε μία πρόταση: «Θα μάθουμε να συμβαδίζουμε αρμονικά με τον ιό». Αλλωστε πλέον – και εκτός συνταρακτικού απροόπτου – είναι ορατή η εποχή όπου η υγειονομική κρίση θα μετατραπεί σε διαχειρίσιμη υγειονομική απειλή.
«Ο ιός δεν θα φύγει» είναι τα πρώτα λόγια του επίκουρου καθηγητή Επιδημιολογίας και μέλους της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Γκίκα Μαγιορκίνη, όταν ξεκινά η συζήτησή μας για εκείνα που έρχονται. Και παρότι στο άκουσμα αυτής της πρόβλεψης το αίμα… παγώνει, σύντομα η ρεαλιστική του προσέγγιση περισσότερο καθησυχάζει παρά «βουλιάζει» την ψυχολογία:
«Αργά ή γρήγορα όλοι θα τον κολλήσουμε και όχι μόνο μία φορά αλλά πολλές. Ωστόσο θα μειώνονται η θνησιμότητα και η νοσηρότητα που προκαλεί. Οχι όμως επειδή ο ιός θα είναι πιο ήπιος. Δεν υπάρχει μια γραμμική σχέση μεταξύ νοσηρότητας και εξέλιξης. Δεν ξέρουμε εάν η επόμενη παραλλαγή θα είναι λιγότερο νοσογόνος. Το σίγουρο πάντως είναι ότι λόγω του εμβολιασμού και συνεπακόλουθα της γενικότερης ανοσίας θα μειώνεται ο κίνδυνος για βαριά νόσηση».
Τι σημαίνει αυτό;
Πως η σταδιακή ανοσία που χτίζεται δεν είναι «αποστειρωτική» αλλά «προστατευτική», καθώς ο πανδημικός ιός παύει να είναι το ίδιο απειλητικός και φονικός. Ο καθηγητής άλλωστε, όπως και η συντριπτική πλειονότητα των συναδέλφων του ανά τον κόσμο, επιμένει πως οι ισχυρές… δόσεις ελπίδας για ένα μεταπανδημικό αύριο θα γίνουν πράξη κυρίως μέσω των εμβολιαστικών δόσεων.
Η αιτία;
«Το θέμα με τη φυσική νόσο είναι ότι η ανοσία που αφήνει έχει μεγάλη μεταβλητότητα – δηλαδή, από άτομο σε άτομο διαφέρει σημαντικά. Αντιθέτως, η ανοσία που αφήνει το εμβόλιο δεν έχει μεγάλη μεταβλητότητα και είναι προβλέψιμη. Για παράδειγμα, δεν περιμένουμε ένας νέος που θα εμβολιαστεί να μην κάνει αντισώματα» αναλύει ο ειδικός.
Παρακολουθώντας, δε, τον διάλογο που εξελίσσεται περί της (αν)αποτελεσματικότητας των εμβολίων έναντι της Ομικρον – καθώς μολύνει αδιακρίτως εμβολιασμένους και μη – κάνει λόγο για ψευδοδιλήμματα και πλασματικά επιχειρήματα. Και αυτό διότι παρά τη σαρωτική επέλασή της «δεν διαπιστώθηκε αύξηση της πιθανότητας για θάνατο στους εμβολιασμένους», με τον ίδιο να εστιάζει παράλληλα στα οφέλη της τρίτης δόσης.
Συνεπώς, καταλήγει, «είναι εξαιρετικά δύσκολο μια παραλλαγή να μας στείλει πίσω στην αρχή. Και αυτό υποστηρίζεται και από μελέτες που δείχνουν ότι οι τριπλά εμβολιασμένοι είναι προστατευμένοι ακόμα και από τον SARS», τον φονικό ιό που σήμανε συναγερμό το 2002 και είναι μακρινός συγγενής του σημερινού SARS-CoV-2.
Αρα, το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι:
Παρακολουθώντας, δε, τον διάλογο που εξελίσσεται περί της (αν)αποτελεσματικότητας των εμβολίων έναντι της Ομικρον – καθώς μολύνει αδιακρίτως εμβολιασμένους και μη – κάνει λόγο για ψευδοδιλήμματα και πλασματικά επιχειρήματα. Και αυτό διότι παρά τη σαρωτική επέλασή της «δεν διαπιστώθηκε αύξηση της πιθανότητας για θάνατο στους εμβολιασμένους», με τον ίδιο να εστιάζει παράλληλα στα οφέλη της τρίτης δόσης.
Συνεπώς, καταλήγει, «είναι εξαιρετικά δύσκολο μια παραλλαγή να μας στείλει πίσω στην αρχή. Και αυτό υποστηρίζεται και από μελέτες που δείχνουν ότι οι τριπλά εμβολιασμένοι είναι προστατευμένοι ακόμα και από τον SARS», τον φονικό ιό που σήμανε συναγερμό το 2002 και είναι μακρινός συγγενής του σημερινού SARS-CoV-2.
Αρα, το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι:
«Πόσο κοντά είναι η μεταπανδημική εποχή;».
Χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, όπως η Αγγλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, φαίνεται να εισέρχονται ήδη στην επόμενη φάση που θέλει τον ιό να γίνεται ενδημικός, σημειώνει ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Υγιεινής και επιστημονικός σύμβουλος του ΕΟΔΥ, Δημήτρης Παρασκευής. Και διευκρινίζει πως αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα υπάρξουν παραλλαγές (η ελληνική αλφάβητος έχει 24 γράμματα). «Αυτές όμως δεν θα μας προβληματίζουν, γιατί τα εμβόλια αλλά και οι νέες θεραπείες θα προστατεύουν έναντι της σοβαρής νόσου».
Νέο μοντέλο επιτήρησης
Αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος που έχει ήδη ανοίξει ο διάλογος για τη σταδιακή υιοθέτηση ενός διαφορετικού μοντέλου επιτήρησης και διαχείρισης.
«Το επόμενο βήμα είναι να επιτηρούμε τη νόσο και όχι τα κρούσματα».
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, η μετάβαση αυτή δεν φαίνεται να συμβαίνει πριν από το καλοκαίρι, με τους ειδικούς να ευελπιστούν πως έως τότε η εμβολιαστική κάλυψη – με έμφαση στους ηλικιωμένους και στις ευπαθείς ομάδες – θα αγγίξει το 95%.
Επειτα, ο πιθανός ετήσιος εμβολιασμός – όπως ισχύει και με το αντιγριπικό εμβόλιο – και ενδεχομένως η οικειοθελής χρήση της μάσκας (ιδίως τους χειμερινούς μήνες από τους πιο ευάλωτους) θα είναι οι καλές συνήθειες που θα έχουμε κληρονομήσει από την εποχή της πανδημίας.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, η μετάβαση αυτή δεν φαίνεται να συμβαίνει πριν από το καλοκαίρι, με τους ειδικούς να ευελπιστούν πως έως τότε η εμβολιαστική κάλυψη – με έμφαση στους ηλικιωμένους και στις ευπαθείς ομάδες – θα αγγίξει το 95%.
Επειτα, ο πιθανός ετήσιος εμβολιασμός – όπως ισχύει και με το αντιγριπικό εμβόλιο – και ενδεχομένως η οικειοθελής χρήση της μάσκας (ιδίως τους χειμερινούς μήνες από τους πιο ευάλωτους) θα είναι οι καλές συνήθειες που θα έχουμε κληρονομήσει από την εποχή της πανδημίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου