Σεβασμιότατε,
Πριν σας εκφράσω κάποιες έντονα στενάχωρες σκέψεις μου, επιτρέψετε μου να μοιραστώ μαζί σας μια μικρή, αληθινή ιστορία:
«Μάνα, ξεχάσαμε τον χαρταετό μου στην ντουλάπα σου», της είπα.
«Θα επιστρέψουμε αύριο αφότου θα τους έχει νικήσει όλους», μου απαντά η μάνα μου.
Η αδελφή μου, δύο ετών, χαρούμενη, κτυπούσε παλαμάκια, τρώγοντας την πίτσα της.
- Ήμουν τόσο «ενθουσιασμένος». Εκείνο το πρωινό του Αυγούστου του 1974, τα τουρκικά αεροπλάνα πετούσαν πάνω από τον ουρανό της Κύπρου βομβαρδίζοντας την πόλη μου, την Αμμόχωστο...
Κοίταζα την παραλία από το παράθυρο του αυτοκινήτου. Κάθε Σαββατοκύριακο, εκεί, έβλεπα τα όνειρά μου στο βυθό της θάλασσας. Το νερό ήταν τόσο καθαρό όσο και ένα κρύσταλλο. Ήταν απίστευτο, οι βόμβες συνέθλιβαν το κρύσταλλο!
«Μάνα, κοίτα», της είπα, περιμένοντας απεγνωσμένα να μου πει να κατέβουμε, όπως κάναμε κάθε Σαββατοκύριακο που τρέχαμε για να κολυμπήσουμε στο «Διαμάντι της Μεσογείου». Έτσι λέγαμε την παραλία μας. Όμως, μάταια περίμενα την ίδια απάντηση.
Ήταν Τετάρτη. Κάθε Τετάρτη απόγευμα ο πατέρας μου συνήθιζε να επιστρέφει νωρίς από την εργασία. Η Τετάρτη ήταν η μέρα της «τέχνης και χειροτεχνίας». Και η συμφωνία μας ήταν να κλειδώνουμε τα παιχνίδια που φτιάχναμε στο ντουλάπι της κρεβατοκάμαρας των γονιών μου και να τα ξεκλειδώνουμε το ερχόμενο Σαββατοκύριακο για να παίξουμε.
Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ο πατέρας μου έπρεπε να δουλέψει. Το παιχνίδι της προηγούμενης Τετάρτης ήταν ακόμη κλειδωμένο στο ερμάρι. Ο πατέρας μου πάλι έλειπε. Δεν ήταν αυτός που οδηγούσε το αυτοκίνητο.
«Δεν μπορέσαμε να τον βρούμε», είπε ο παππούς στη μητέρα μου. Και τότε, ο παππούς κοίταξε εμένα και την αδελφή μου και πρόσθεσε με χαμόγελο: «Πετάει σε εκείνο το αεροπλάνο επάνω εκεί». Η αδελφή μου κι εγώ χειροκροτήσαμε για τον ήρωα πατέρα μας που πετούσε και τον «βλέπαμε» από το τζάμι του αυτοκινήτου!
Σεβασμιότατε,
- Ήμουν πέντε χρονών. Από τότε, η Κύπρος είναι χωρισμένη στα δυο εξ’ αιτίας της βίας που άσκησε ο Τούρκος εισβολέας. Το κρυστάλλινο νερό της είναι γεμάτο με συρματόπλεγμα.
- Σήμερα, το μόνο μονοπάτι επιστροφής είναι οι ρυτίδες της μητέρας μου. Ο πατέρας μου εργάζεται ατελείωτα για να ξεχάσει. Ένα παιχνίδι προδοσίας (πραξικόπημα). Ένα παιχνίδι της τούρκικης μανίας, βίας και λύσσας.
Κι εγώ, να εξακολουθώ να μένω μακριά από τη γειτονιά μου. Να είμαι εδώ κοντά σας (Σεβασμιότατε), για δεύτερη φορά μακριά από την πατρίδα. Με τους παππούδες μου να έχουν φύγει με εκείνο το νοσταλγικό δάκρυ. Και ένα «γιατί» να μου τρώει τα σωθικά. Γιατί να μην έχω μπορέσει να πετάξει ποτέ έναν χαρταετό; Το παιχνίδι μου, που «κλειδώθηκε» στον ερμάρι των γονιών μου, μαζί με χίλια άλλα όνειρα.
- Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου