Σάββατο 31 Μαρτίου 2018

Οι χαμένες παρτίδες της διπλωματίας


Σχετική εικόνα
Η εξωτερική πολιτική είναι μαραθώνιος, σύμφωνα με μια σχολή σκέψης, και προφανώς κάθε πολιτική κρίνεται στον τερματισμό εκ του αποτελέσματος. 
Όμως, η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να είναι μια αέναη και ατέρμονη διαδικασία...
Πιθανόν είναι πρόωρη μια αξιολόγηση της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά η αποτίμηση των μέχρι τώρα δεδομένων αποτυπώνει μια ζοφερή εικόνα...

Με πιο δυσάρεστη και επικίνδυνη, φυσικά, την εικόνα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς οι ελληνικοί πειραματισμοί όχι μόνο απέτυχαν να κατευνάσουν το «θηρίο», αλλά μάλλον το ερέθισαν, σε μια στιγμή που ήταν ήδη αφηνιασμένο...
Μια κυβέρνηση της Αριστεράς, με έντονο το στοιχείο του «προλεταριακού διεθνισμού» στο DNA της, παρά τον συγχρωτισμό με το εθνικιστικό ΑΝΕΛ, ήταν πολύ λογικό να επιδιώξει να επιλύσει προβλήματα τα οποία υπό το πρίσμα της αριστερής ιδεολογίας θεωρούνται απολειφάδια εθνικιστικών εξάρσεων, ιδεολογήματα των συντηρητικών κυβερνήσεων και της Εκκλησίας, που μπαίνουν τεχνητά μεταξύ των λαών, εφόσον όλοι είναι «αδέλφια» κ.λπ.
Ετσι, μάλλον δεν εξέπληξε η προσπάθεια της κυβέρνησης να απλώσει όλο τον τραχανά της εξωτερικής πολιτικής, ελπίζοντας ότι όχι μόνο θα μπορούσε να επιδιώξει τη λύση των προβλημάτων αυτών, αλλά θα είχε και άμεσα πολιτικά οφέλη, προκαλώντας ρήγματα και τριγμούς στην αξιωματική αντιπολίτευση, ειδικά στο Σκοπιανό.

Ο μεγάλος πειρασμός

Το Σκοπιανό δεν ήταν η πρώτη κυβέρνηση η οποία το άγγιξε και ίσως αρχικά ο κ. Κοτζιάς θεώρησε ότι μπορεί να διαπραγματευθεί εκ του ασφαλούς. Αν κατέληγε σε μια ανεκτή λύση, θα μπορούσε να την καταπιεί και ο κ. Καμμένος, αν όχι, δεν θα χάναμε τίποτε περισσότερο από ό,τι μέχρι τώρα έχει χαθεί. Εκεί όμως προέκυψε ο μεγάλος πειρασμός: το ονοματολογικό θα μπορούσε να κλυδωνίσει τη Ν.Δ., να δημιουργήσει ρήγμα στο εσωτερικό της και, γιατί όχι, να οδηγήσει στη δημιουργία ενός ακόμη δεξιού κόμματος στα δεξιά της Ν.Δ. Και τότε, χάλασε ο σχεδιασμός. Τον χώρο αυτόν τον κάλυπταν οι ΑΝΕΛ, οι οποίοι, ξαφνικά, έχοντας ψηφίσει μνημόνιο, κινδύνευαν να βρεθούν στην τραγική θέση να συμπράττουν και στην αποδοχή του όρου «Μακεδονία» στην ονομασία του γειτονικού κράτους.
Καθοριστικό ρολό φαίνεται ότι έπαιξε το ταξίδι του κ. Τσίπρα στην Ουάσινγκτον, καθώς αμέσως μετά επιταχύνθηκε η διαδικασία για την επίλυση του ονοματολογικού και των ελληνοαλβανικών εκκρεμοτήτων, ενώ, πάρα τα μηνύματα που υπήρχαν, η κυβέρνηση επέμεινε στην πρόσκληση Ερντογάν.

Στο σκοτάδι με τον Ερντογάν

Ενα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής ελίτ και η Αριστερά αντιμετώπιζαν ιδεοληπτικά την Τουρκία και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αποδίδοντας σε «ψυχολογικούς παράγοντες» και σε «ξεπερασμένα στερεότυπα» τα προβλήματα και τις εντάσεις... Ειδικά με τον Ταγίπ Ερντογάν, όλο αυτό το ελληνικό «σύστημα» είχε σχεδόν ερωτική σχέση, θεωρώντας ότι ήταν αυτός ο φωτισμένος ηγέτης που εξουδετέρωσε το στρατιωτικό πολιτικό κατεστημένο του κεμαλισμού και άνοιγε νέους δρόμους για την ελληνοτουρκική φιλία.
Η απόπειρα πραξικοπήματος, που αποτέλεσε το κομβικό σημείο στην πορεία του Ερντογάν ώστε να πάρει στα χέρια του όχι απλώς την κυβέρνηση αλλά την απόλυτη εξουσία, δυστυχώς ενέπλεξε και την Ελλάδα λόγω του ατυχούς περιστατικού με τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς. Η υπόσχεση που ο ίδιος ο Ερντογάν υποστηρίζει ότι έλαβε από τον Α. Τσίπρα, πως το θέμα θα διευθετηθεί εντός ολίγων ημερών, ήταν κάτι που «γύρισε τον διακόπτη» στον ξεροκέφαλο (λόγω και καταγωγής) και ευερέθιστο (λόγω και της χρόνιας πάθησής του) Ερντογάν.
Τα σύννεφα πύκνωσαν στο ναυάγιο των συνομιλιών για το Κυπριακό. Εκεί, ο Νίκος Κοτζιάς έβαλε το θέμα των εγγυήσεων και του τουρκικού στρατού ως τελευταίο ανάχωμα προκειμένου να μη συρθούν Λευκωσία και Αθήνα σε μια τραγική «λύση». Η Αθήνα αποδέχονταν καθημερινά και δικαιολογούσε, αποδίδοντας στην εσωτερική πίεση και σε δυσκολίες, τα ξεσπάσματα του Ταγίπ Ερντογάν για τα «σύνορα της καρδιάς» και την «αναθεώρηση της Λωζάννης».
Ομως, όσο κι αν δεν θέλεις να αποδεχθείς την πραγματικότητα, αυτό δεν αλλάζει την ίδια την πραγματικότητα.
Και το διαπίστωσε με σοκαριστικό τρόπο η Αθήνα όταν η κυβέρνηση επέμεινε στην επιλογή της (λίγες ημέρες μετά την υποδοχή του κ. Τσίπρα στον Λευκό Οίκο) να προσκαλέσει τον κ. Ερντογάν στην Ελλάδα σε ένα ραντεβού στα τυφλά. Οπου απλώς βρήκε την ευκαιρία να επαναλάβει την αμφισβήτηση της Λωζάννης, να θέσει, και μάλιστα με την παρουσία του εκεί, θέμα Θράκης και να ζητήσει «λάφυρο» τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς.
Η κυβέρνηση σχεδόν πανηγύρισε τότε ότι δεν αναφέρθηκε τις επόμενες ημέρες σε «σύνορα της καρδιάς» και γιατί, όπως υποστηρίχθηκε, υπήρχαν πια πολύτιμοι «δίαυλοι επικοινωνίας» με την Αγκυρα.
Ολα αυτά, βεβαίως, αποδείχθηκαν «αέρας» καθώς συστηματικά άρχισε η αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, η πειρατική συμπεριφορά της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου προσπαθεί να μετατρέψει την Κύπρο σε χώρα περιορισμένης κυριαρχίας, το επεισόδιο με τον εμβολισμό του σκάφους του ελληνικού Λιμενικού προκειμένου να επαναβεβαιωθεί το «γκριζάρισμα» των Ιμίων (κάτι που έγινε πλέον και με ελληνική... υπογραφή, καθώς υπήρξε ταυτόχρονη αποχώρηση των σκαφών του ελληνικού και τουρκικού Λιμενικού, ενώ ο κ. Καμμένος πόζαρε πετώντας το στεφάνι στη θάλασσα, την ώρα που μεταξύ της ελληνικής φρεγάτας στην οποία επέβαινε και των Ιμίων παρεμβαλλόταν σκάφος του τουρκικού Λιμενικού...).
Και αποκορύφωμα ήταν η υπόθεση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, οι οποίοι συνελήφθησαν και κρατούνται σε καθεστώς ομηρίας από την Τουρκία, σε μια απόδειξη του πόσο έξω έπεσαν στις εκτιμήσεις και τους σχεδιασμούς τους όλοι όσοι στην κυβέρνηση επένδυαν στη μεγαλοσύνη του Ταγίπ...
Με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις να βαδίζουν πλέον σε αδιέξοδο...
Εχοντας και πάλι κάνει λάθος εκτιμήσεις για τα όρια ελαστικότητας της σκοπιανής ηγεσίας, ξαφνικά η ελληνική διπλωματία βρέθηκε απέναντι σε μια σκοπιανή ηγεσία η οποία έπαιζε δυνατά το χαρτί των δημοσίων σχέσεων και κέρδιζε επικοινωνιακά, ενώ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επέστρεφε σε πιο σκληρούς όρους.
Ο κίνδυνος η διαπραγμάτευση για το Σκοπιανό να ρίξει την κυβέρνηση, πριν προλάβει να... διασπάσει την Ν.Δ., την οδήγησε σε πιο ξεκάθαρη διατύπωση της θέσης της, η οποία σωστά πλέον, αλλά με καθυστέρηση (καθώς εμφανίζεται ήδη από την άλλη πλευρά ως «πρόσθετος όρος») τονίζει την ανάγκη και την προϋπόθεση αλλαγής του συντάγματος.
Η επίλυση της διαφοράς γίνεται όλο και πιο δύσκολη και εδώ σύντομα, αν δεν έχει ξεκινήσει ήδη, θα παιχτεί το blame game..
Ομως το πρόβλημα θα παραμένει και απλώς θα έχει σπαταληθεί μια ακόμη ευκαιρία για την επίλυσή του.

Τρύπια καλάθια...

Με την Αλβανία δόθηκε υπερβολική εμπιστοσύνη στις καλοσυνάτες δεσμεύσεις των κ. Ράμα και Μπουσάτι και βρέθηκε έτσι η Αθήνα, αν και ήταν γνωστό ότι η πίεση λόγω του χρονοδιαγράμματος για την απόφαση της έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων ήταν προς τα Τίρανα, να συμφωνεί σε μια διαδικασία η οποία θα οδηγούσε εκ των πραγμάτων σε αδιέξοδο, μια και προέβλεπε ότι δεν θα επιλύονταν κατ’ αρχήν οι εκκρεμότητες που είχαν αφήσει τα Τίρανα (στρατιωτικά Κοιμητήρια, Συμφωνία Θαλασσίων Ζωνών κ.ά.) αλλά θα έμπαιναν όλα σε «καλάθια», όπου και οι Αλβανοί θα μπορούσαν να θέσουν παλιά και νέα ζητήματα.
Οι Αλβανοί έδωσαν έπειτα από πολλά παζάρια την άδεια για έρευνες εντοπισμού των οστών των Ελλήνων νεκρών του Αλβανικού Μετώπου και απέσπασαν τη συμφωνία για την αναγνώριση των αλβανικών πιστοποιητικών από την Ελλάδα (κάτι που ωφέλησε τους Αλβανούς που ζουν στην Ελλάδα και είναι ψηφοφόροι στην Αλβανία - σχεδόν 7 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο) και την αναγνώρισή των αλβανικών διπλωμάτων οδήγησης.
Η Αλβανία επιμένει και επαναφέρει θέμα κατάργησης εμπολέμου, με τη σκέψη φυσικά ότι έτσι θα ανοίξει θέμα Τσάμηδων. Οταν η Αθήνα απέρριψε αυτή τη στόχευση, τότε τα Τίρανα επανέφεραν το τσάμικο ζήτημα ως ανθρωπιστικό θέμα, που πρέπει να απασχολήσει τις δύο χώρες. Και επίσης, φρόντισε να εξομοιώσει σχεδόν στις συνομιλίες τους Αλβανούς μετανάστες στην Ελλάδα με την αναγνωρισμένη από διεθνείς συνθήκες Εθνική Ελληνική Μειονότητα.
Στο μεγάλο θέμα της οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, η Αθήνα δέχθηκε την επανεξέταση μιας συμφωνίας η οποία είχε υπογραφεί (αν και δεν είχε κυρωθεί) και τώρα οι Αλβανοί ζητούν η νέα διαπραγμάτευση να «σεβαστεί την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου» τους, μια απόφαση η οποία είχε υιοθετήσει όλη την τουρκική επιχειρηματολογία για το δίκαιο της θάλασσας..
Σήμερα, όχι μόνο είμαστε μακριά από λύση και περισσότερο επιχειρείται το damage control, αλλά πλέον οι περισσότερες κινήσεις γίνονται για την αποφυγή της απόδοσης ευθυνών είτε για διπλό βέτο στην Ε.Ε., σε Αλβανία και ΠΓΔΜ, είτε στο ΝΑΤΟ για την ΠΓΔΜ, αλλά και στη συγκράτηση ορμητικής Τουρκίας.
Το ερώτημα όμως είναι εάν η επόμενη ημέρα αυτών των πειραματισμών θα βρει την Ελλάδα σε καλύτερη και πιο ενισχυμένη θέση ή αν απλώς θα είναι μια χώρα που έχει εξαντλήσει το διπλωματικό της κεφάλαιο, σε μια μάχη που είχε ξεκινήσει για να μην τελειώσει ποτέ...

Του Νίκου Μελέτη
* Αναδημοσίευση από τον «Φιλελεύθερο» της Παρασκευής 30 Μαρτίου - Δευτέρας 1 Απριλίου, αρ. φύλλου 90.
Φωτογραφία: intimenews

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου