Στην τρέχουσα συγκυρία, κατά την οποία η αξιολόγηση κλείνει πιο γρήγορα από ποτέ και αναμένονται αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, είναι λογικό ο πρωθυπουργός αφενός να τονίζει τις προοπτικές της οικονομίας το 2018 και αφετέρου να αποκλείει τις πρόωρες εκλογές.
Όμως το έτος που μόλις ξεκίνησε, έχει – εκτός από τα εθνικά θέματα – έντονο τραπεζικό ενδιαφέρον και όχι μόνο για τα stress tests και τα «κόκκινα» δάνεια.
Η μεγαλύτερη ψευδαίσθηση πάνω στην οποία ο Αλέξης Τσίπρας χτίζει προσδοκίες...
για τη μεταμνημονιακή εποχή είναι ότι το κεφαλαιακό απόθεμα που θα έχει συγκεντρωθεί ως «μαξιλάρι» για την έξοδο στις αγορές, θα είναι ικανό να εγγυηθεί για τις τράπεζες ή και να καλύψει, αν κριθεί απαραίτητο, τις όποιες ανάγκες τους. Η «καθαρή» έξοδος που ονειρεύεται η κυβέρνηση προϋποθέτει και «καθαρές» τράπεζες, δηλαδή τράπεζες που δεν θα κινδυνεύουν με νέες κεφαλαιακές ανάγκες, κάτι που ο Mario Draghi έχει προσπαθήσει να διαμηνύσει στο ελληνικό επιτελείο.
Όμως το έτος που μόλις ξεκίνησε, έχει – εκτός από τα εθνικά θέματα – έντονο τραπεζικό ενδιαφέρον και όχι μόνο για τα stress tests και τα «κόκκινα» δάνεια.
Η μεγαλύτερη ψευδαίσθηση πάνω στην οποία ο Αλέξης Τσίπρας χτίζει προσδοκίες...
για τη μεταμνημονιακή εποχή είναι ότι το κεφαλαιακό απόθεμα που θα έχει συγκεντρωθεί ως «μαξιλάρι» για την έξοδο στις αγορές, θα είναι ικανό να εγγυηθεί για τις τράπεζες ή και να καλύψει, αν κριθεί απαραίτητο, τις όποιες ανάγκες τους. Η «καθαρή» έξοδος που ονειρεύεται η κυβέρνηση προϋποθέτει και «καθαρές» τράπεζες, δηλαδή τράπεζες που δεν θα κινδυνεύουν με νέες κεφαλαιακές ανάγκες, κάτι που ο Mario Draghi έχει προσπαθήσει να διαμηνύσει στο ελληνικό επιτελείο.
Το ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν τεράστιο πρόβλημα με τα «κόκκινα» δάνεια είναι γνωστό. Αυτό που αποφεύγεται να αναφερθεί είναι το γεγονός ότι πολύ δύσκολα θα καταφέρουν να τα ξεφορτωθούν χωρίς να προκύψουν νέες κεφαλαιακές ανάγκες.
Το θέμα είναι το πότε και το πως θα υποχρεωθούν να βρουν αυτά τα κεφάλαια, τα οποία σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις που απορρέουν από τα νέα λογιστικά πρότυπα και τους νέους αυστηρούς κανονισμούς της ΕΚΤ για τις προβλέψεις, θα μπορούσαν να ανέλθουν σε βάθος χρόνου σε αρκετά δισεκατομμύρια. Ορισμένες εκτιμήσεις, μάλιστα, τα τοποθετούν υψηλότερα και από τις απαιτήσεις του ΔΝΤ, κοντά στα 20 δισ. ευρώ.
Σήμερα, λοιπόν, οι τράπεζες αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο στην προσπάθεια της κυβέρνησης να «πουλήσει» την καθαρή έξοδο από το μνημόνιο και να κρατηθεί στην εξουσία μέχρι το φθινόπωρο του 2019.
Παρά το γεγονός ότι το τέλος του μνημονίου θα συνοδευτεί από αυστηρό έλεγχο, η απουσία ενός επίσημου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, θα δώσει τη δυνατότητα στον Αλέξη Τσίπρα να αξιοποιήσει το momentum και να πάει σε εκλογές από στρατηγική επιλογή, όταν ο ίδιος το θελήσει.
Πως εμπλέκονται οι τράπεζες
Όπως αποκάλυψε το Liberal, στη Φρανκφούρτη έχει αποφασιστεί να μην... τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια των ελληνικών τραπεζών, θέλοντας να αποφευχθεί μία νέα κρίση – μέσω άμεσης ανακεφαλαιοποίησης - με απρόβλεπτες συνέπειες. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει οι ελληνικές τράπεζες να λειτουργούν σε περιβάλλον οικονομικής ασφάλειας και όχι αστάθειας.
Σύμφωνα με κοινοτικές πηγές με γνώση των διεργασιών, το βασικό σενάριο είναι το εξής:
Η αντιμετώπιση των ελληνικών τραπεζών στα stress tests θα είναι ήπια, που σημαίνει ότι δεν θα εμφανίσουν κεφαλαιακές ανάγκες στο βασικό σενάριο. Άρα, η ΕΚΤ δεν θα βάλει το μαχαίρι στο λαιμό τους. Στο ίδιο πλαίσιο, οι παραδοχές για το δυσμενές σενάριο θα είναι σαφώς πιο αισιόδοξες από τις παραδοχές του 2015, οι οποίες δεν επαληθεύτηκαν ούτε σε συνθήκες ακραίας κρίσης. Αυτό σημαίνει ότι ο λογαριασμός στα τέλη Μαΐου θα είναι διαχειρίσιμος, που με τη σειρά του πάει να πει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα αποφύγουν τα χειρότερα και θα πάρουν ανάσα.
Από κει και πέρα, θα είναι στο χέρι της ΕΚΤ να... τραβήξει τον «πνίχτη», στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση ξεφεύγει από την πειθαρχία των δημοσιονομικών απαιτήσεων. Με άλλα λόγια, αν η ελληνική κυβέρνηση συνεχίσει την παροχολογία και τις υποσχέσεις για αθέτηση των όσων έχει ψηφίσει για το 2019 και το 2020, τότε οι τράπεζες θα είναι εκείνες που θα δέχονται τις πρώτες ισχυρές πιέσεις, σε ένα μηχανισμό με καρότο και μαστίγιο, μέσω του οποίου δύσκολα μπορεί να κυλήσει ομαλά η μεταμνημονιακή εποχή.
Πως θα λειτουργήσει ο μηχανισμός
Οι πληροφορίες του Liberal, επιμένουν ότι ο λογαριασμός από το δυσμενές σενάριο των stress tests θα ενσωματωθεί στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP), μέσω της οποίας η ΕΚΤ μετρά σε ετήσια βάση τους κινδύνους που αντιμετωπίζει κάθε τράπεζα.
Μέσω του SREP, η ΕΚΤ συνοψίζει όλα τα πορίσματα των εποπτών του έτους και παρέχει κατευθύνσεις ως προς τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προχωρήσει κάθε τράπεζα. Σε... απλά ελληνικά, η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα να απαιτήσει την άμεση κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών ή να την ενσωματώσει σε μία πιο μακροπρόθεσμη διαδικασία, ομαλής προσαρμογής. Αν, δηλαδή οι συνθήκες στην ελληνική οικονομία χειροτερεύουν λόγω των κυβερνητικών ενεργειών, τότε οι τράπεζες θα ακούν το καμπανάκι της ΕΚΤ.
Όλα αυτά θα γίνουν πράξη αν ο Αλέξης Τσίπρας επιμείνει να χαράξει πορεία με την «ασφάλεια» του μαξιλαριού των 15 δισ. ευρώ που ελπίζει να έχει συγκεντρώσει, χωρίς δηλαδή την ύπαρξη προληπτικής, ή μη, γραμμής στήριξης. Αν η ελληνική κυβέρνηση συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις, εφαρμόσει τα μέτρα που η ίδια έχει ψηφίσει και γενικότερα ακολουθήσει το δρόμο των μνημονίων, χωρίς επίσημα μνημόνια, τότε οι τράπεζες θα έχουν και χρόνο και βοήθεια να ξεφορτωθούν τα «κόκκινα» δάνεια. Άλλωστε, ο Mario Draghi έχει έναν πολύ μεγαλύτερο πονοκέφαλο να ασχοληθεί, που είναι τα προβλήματα των ιταλικών τραπεζών, και πολύ θα ήθελε να τελειώνουν μια ώρα αρχύτερα τα βάσανα των ελληνικών πιστωτικών ομίλων.
Αν τα πράγματα ξεφύγουν από τον έλεγχο σε δημοσιονομικό επίπεδο, τότε μια νέα κρίση θα μπορούσε να ξεσπάσει μέσω των τραπεζών και μία νέα ανακεφαλαιοποίηση θα προκαλούσε πολύ σοβαρά πολιτικά προβλήματα για την κυβέρνηση.
Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου