Του Αλέξανδρου Π. Μαλλιά, πρέσβη επί τιμή*
Γυρίζοντας το ρολόι. 24 χρονιά πίσω (σημειώσεις Ημερολογίου)
Ήταν ξεκάθαρο από τις αρχές του Δεκεμβρίου του 1992 ότι το ζήτημα ερχόταν στα Ηνωμένα Έθνη.
Τότε ήμουν στην Αντιπροσωπεία μας στα Ηνωμένα Έθνη πρώτος Σύμβουλος για Πολιτικές Υποθέσεις.
Τα Σκόπια υπέβαλαν ήδη από τον Αύγουστο του 1992 αίτημα ένταξης στον ΟΗΕ με την ονομασία «Republic of Macedonia»...
δηλαδή με αυτό που λέμε συνταγματική ονομασία. Είχαμε τότε δυνατότητα να γνωρίζουμε πολύ καλά και τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς και τον τρόπο που την αντιμετώπιζε η Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών.
Όμως τα Ηνωμένα Έθνη είναι τελείως διαφορετικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα δεν ήταν καν μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τυπικά είχαμε ελάχιστα περιθώρια παρέμβασης και ελάχιστα επιτυχίας.
Υπήρχε ή γνωμοδότηση από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ήδη από το 1949, που αφορούσε στα κριτήρια που πρέπει να πληροί μια χώρα για να ενταχθεί στον ΟΗΕ. Προσθέτω ότι είχε δημιουργηθεί ένα βαρύ κλίμα για την Ελλάδα με αρθρογραφία στον διεθνή Τύπο και στον αμερικανικό κατ’ εξοχήν με πικρόχολα σχόλια. Είχαμε επίσης αποδοκιμασίες στο τέλος του 1992 μέσα στο πλαίσιο των φυσικών μας εταίρων που είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τον Δεκέμβριο του 1992, ο Γενικός Γραμματέας Boutros Boutros Ghali, είχε μια άτυπη διαβούλευση με τον προεδρεύοντα του Συμβουλίου Ασφαλείας Ιάπωνα Πρέσβη Ηatano. Την επόμενη μέρα, όταν μάθαμε ότι υπήρχε πιθανότητα να αρχίσουν οι άτυπες συνεννοήσεις μέσα στο Συμβούλιο Ασφάλειας για την εξέταση του αιτήματος εισδοχής της γείτονος με την ονομασία «Republic of Macedonia» σημάναμε συναγερμό.
Ήταν ανήμερα των Θεοφανείων 1993. Μέσα σε 24 ώρες ήρθε στη Νέα Υόρκη ο τότε υπουργός εξωτερικών, ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου μαζί με τον Γεώργιο Παπούλια, έναν διπλωμάτη που ήταν υπόδειγμα διαπραγματευτή. Ήλθε μαζί τους μια πλειάδα νομικών και διπλωματών, ό,τι καλύτερο είχε τότε η Ελλάδα. Χωρίς διακρίσεις και εξοστρακισμούς. Έχω υποχρέωση να τις αναφέρω τις λέξεις αυτές διότι με τελείως αντίθετο τρόπο λειτούργησε μια άλλη Ελλάδα στη Χάγη το 2010 και 2011,όπου δεχτήκαμε ένα διπλωματικό ράπισμα.
Η προσφυγή της πΓΔΜ το 2008 ήταν μια απόλυτα προβλέψιμη ενέργεια και για τα δύο μέρη. Προβλεπόταν από την Ενδιάμεση Συμφωνία. Η Ελλάδα είχε εκχωρήσει το δικαίωμα στην άλλη πλευρά και η άλλη πλευρά είχε εκχωρήσει το δικαίωμα αυτό με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 στην Ελλάδα. Συνεπώς η μόνη ορθή πολιτική θα ήταν πριν ή ταυτόχρονα με το Βουκουρέστι(2008) να κάνει η Ελλάδα προσφυγή. Αυτό ακριβώς είχα προτείνει από την Ουάσινγκτον, ήδη από τον Ιούνιο του 2007. Στη Χάγη υπάρχει ένα δικαστικό και πολιτικό κυρίως πλεονέκτημα εκείνου που κάνει την πρώτη κίνηση. Δεν υπάρχει η βεβαιότητα του θετικού αποτελέσματος, υπάρχει όμως ένα τακτικό πλεονέκτημα.
Γυρίζοντας στο 1993, τολμώ να ισχυρισθώ ότι η διπλωματία δεν είναι μόνο η τέχνη του εφικτού, αλλά να κάνεις δυνατό το ανέφικτο. Χώρα που δεν ήταν καν στο Συμβούλιο Ασφαλείας, είχε τεθεί στο στόχαστρο πολλών επικριτών. Έχοντας απέναντί της, όπως έλεγαν οι επικριτές μας, την πΓΔΜ, μια πιο αδύναμη χώρα, η οποία στήριζε την επιχειρηματολογία της πάνω σε τρεις ακόλουθους άξονες:
Πρώτον, «ότι εμείς είμαστε η μόνη χώρα που δεν έχουμε εμπλακεί σε σύγκρουση, η πιο αδύναμη χώρα της Πρώην Γιουγκοσλαβίας» (η λεγόμενη underdog theory, η οποία πού και πού μεταξύ μακεδονικής φάλαγγας, Μεγάλου Αλεξάνδρου, Φιλίππου και του δωδεκαθέου του Ολύμπου προβάλλεται ακόμη και σήμερα στα Σκόπια).
Δεύτερον, έλεγαν ότι «είμαστε μια χώρα η οποία θέλει να διασφαλίσει την ύπαρξή της και μια χώρα που δεν διεκδικεί τίποτα, μια χώρα που επιθυμεί τις καλύτερες σχέσεις με την Ελλάδα».
Τρίτον, υποστήριζαν ότι «είμαστε μια όαση σταθερότητας». Τα επιχειρήματα αυτά είχαν μεγάλο απόηχο όχι μόνο σε χώρες που μας είναι οικείες και γνωστές. Είχαν θετικό απόηχο στις λεγόμενες χώρες των αδεσμεύτων, η οποία είναι μια πολύ ισχυρή ομάδα στα Ηνωμένα Έθνη. Η πρώτη επαφή που κάναμε με τους Αδέσμευτους όταν ήλθε το θέμα της ονομασίας στον ΟΗΕ, ήταν δυσάρεστη. Έπρεπε να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο δράσης-αντίδρασης κατάλληλο για τις ισορροπίες και σύμφωνο με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Η καλύτερη για μας επιλογή στην αρχή ήταν να παγώσει η διαδικασία ένταξης αν δεν λυθεί το θέμα της ονομασίας, και εν συνεχεία να πάμε σε ένα κείμενο κάτι σαν Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας.
Έχω σημειώσει στο ημερολόγιό μου ότι με τους αείμνηστους Μιχάλη Παπακωνσταντίνου και τον Γεώργιο Παπούλια είχα μετάσχει σε 116 διμερείς συναντήσεις στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Από τις 6 Ιανουαρίου του 1993 μέχρι την 25 Μαρτίου 1993, που είχε ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση. Είχαν ακόμη και την τελευταία στιγμή παραμείνει κάτι εκκρεμότητες, αλλά το βασικό πακέτο της διαπραγμάτευσης είχε λήξει.
Ποια ήταν η πολιτική κατάσταση στις δύο χώρες; Στην Αθήνα: επικρατούσε πολωτικό κλίμα μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, με μια κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη που είχε όχι απλά ισχνή, αλλά οριακή, κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Μια κυβέρνηση όπου ο χειρισμός του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων προκάλεσε την αποπομπή του τότε Υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά, με την ταυτόχρονη, ακριβώς την ίδια μέρα, υιοθέτηση των θέσεών του στο Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών.
Είχαμε όμως μέσα στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας διαφοροποιήσεις από ισχυρές προσωπικότητες. Υπάρχουν συγκεκριμένα τρεις. Λόγω της θέσης μου έτυχε να είμαι ενήμερος όλου το πλέγματος των πολιτικών διαβουλεύσεων από την αρχή ώς το τέλος.
Στα Σκόπια, από την άλλη πλευρά, είχαμε μια στάση πολιτική, η οποία προέβαλε ότι είμαστε μια χώρα φιλειρηνική, όρος κλειδί κατά τον Χάρτη και τη Νομολογία του Δ.Δ.Χ. Έλεγαν ότι δεν μπορούν να διαφοροποιηθούν οι όροι ένταξης γι’ αυτούς σε σχέση με όλα τα λοιπά μέλη του ΟΗΕ.
Στα μέσα Ιανουαρίου, έως τότε φαινόταν η Ελλάδα να απορρίπτει και τα Σκόπια να αποδέχονται, έγινε η κρίσιμη πρόταση διαιτησίας από τον Φρανσουά Μιτεράν και τον Ρολάν Ντυμά, τότε Υπουργό Εξωτερικών της Γαλλίας. Η Ελλάδα με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την αποδέχτηκε. Ευτυχώς, ο Κίρο Γκλιγκόροφ την απέρριψε. Ήταν μεγάλο σφάλμα τακτικής του Γκλιγκόροφ διότι παρέβλεπε το γεγονός ότι η Γαλλία είναι Μόνιμο Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εμείς την δεχθήκαμε και καλώς πράξαμε, διότι από εκείνη τη στιγμή κερδίσαμε πολύτιμο πολιτικό χρόνο.
Η προσπάθεια μας στον ΟΗΕ δεν ήταν θέμα τύχης. Ήταν κυρίως οργάνωσης και συστηματικής δουλειάς. Γενική κινητοποίηση όλων των παραγόντων. Θυμάμαι σαν τώρα όταν, γύρω στις 17 Ιανουαρίου 1993, μπόρεσα και πήρα ένα κείμενο το οποίο αποτελούσε τα πέντε σημεία ενός ανεπίσημου χαρτιού. Ήταν το προσχέδιο απόφασης των 3 μονίμων μελών του ΣΑ (Γαλλίας, ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου). Μας το είχε δώσει διπλωμάτης της Αντιπροσωπείας, Μόνιμου Μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μάς βοήθησε πολύ διότι διαμορφώσαμε τις θέσεις μας ώστε να ανταποκρίνονται στο ζητούμενο των «5 μεγάλων» δηλαδή των Μόνιμων Μελών.
Την 23η Ιανουαρίου 1993, τα Σκόπια με την ονομασία «Republic of Macedonia» υποβάλλουν επίσημα την αίτηση ένταξης που κυκλοφορεί σαν επίσημο έγγραφο του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης, και την 25η Ιανουαρίου 1993, υποβάλλεται το ελληνικό memorandum, το οποίο είναι από τα καλύτερα διπλωματικά κείμενα της Ελλάδος των τελευταίων δεκαετιών. Ήταν πολύ συνοπτικό, μέσα σε 19 παραγράφους σύντομες ήταν όλες οι ελληνικές θέσεις: τα ιστορικά επιχειρήματα, η πολιτιστική κληρονομιά και τα σύμβολα. Υπήρχε όμως και η περί του πρακτέου ουσία της θέσης μας. Είπαμε, ναι θέλουμε λύση. Θέλουμε το Συμβούλιο Ασφαλείας και κατ’ επέκταση ο ΟΗΕ να ασκήσει την λεγόμενη προληπτική διπλωματία και όχι να έλθει μετά σαν πυροσβέστης σε μια κρίση που θα έχει προκαλέσει.
Ήταν την εποχή που ο Boutros Ghali, ο νεοεκλεγείς τότε Γενικός Γραμματέας, και ο απερχόμενος Perez de Gueillar, είχαν εκπονήσει μια μελέτη για την αρχή της προληπτικής διπλωματίας. Εμείς την κάναμε άξονα της στρατηγικής μας.
Ήταν συνεχείς και επίπονες προσπάθειες σε όλη την κλίμακα της συντεταγμένης ελληνικής πολιτείας, του Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του Υπουργού Εξωτερικών Μιχάλη Παπακωνσταντίνου και πολλών άλλων. Είχε επίσης κινητοποιηθεί μια διακομματική κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία.
Θυμάμαι ότι είχαμε ανατυπώσει σε 5000 αντίτυπα τον χάρτη της «Μεγάλης Μακεδονίας» ,που είχε τυπώσει το επίσημο τυπογραφείο των Σκοπίων.
Στηρίξαμε την επιχειρηματολογία μας πάνω σε τρεις άξονες:
Α) Η Ελλάδα θέλει λύση. Εάν μπουν στον ΟΗΕ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δεν υπάρχει καμία προοπτική επίλυσης του προβλήματος. Αντίθετα, θα δημιουργηθεί κρίση, σύγκρουση (πολιτική), και είναι αδύνατο να επέλθει οποιαδήποτε συνεννόηση.
Β) Θέλουμε να αξιοποιήσουμε –και εδώ μετακινούμαστε από τη θέση μας την αρχική που ήταν ολική άρνηση ένταξης– τη διαδικασία ένταξης για να λύσουμε το ζήτημα του ονόματος.
Δεν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία των Ηνωμένων Εθνών, όπου ένα μέλος του οργανισμού να έχει διαμορφώσει τέτοια κατάσταση με επιχειρήματα που οι δικοί του οι στόχοι να ικανοποιούνται σε ένα σημαντικό βαθμό. Μόνο στην Ελλάδα θεωρούμε ότι συμβιβασμός σημαίνει να επιτύχουμε το 100% των στόχων μας. Συνεπώς ήταν ένα ικανοποιητικό πακέτο, το οποίο κατέληξε στην Απόφαση 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας που υιοθετήθηκε στις 7 Απριλίου 1993, με την ένταξη με την προσωρινή ονομασία theformer Yugoslav Republic of Macedonia.
Στις 22 Μαΐου 1993 παραλάβαμε το Σχέδιο Συνθήκης Φιλίας και Συνεργασίας των μεσολαβητών του ΟΗΕ Cyrus Vance και David Owen που περιείχε/πρότεινε το όνομα Nova Makedonja στα κυριλλικά, άκλιτο και για όλες τις χρήσεις. Το περιεχόμενο της πρότασης Vance-Owen ήταν ένα σημαντικο κείμενο.
Υπήρχε όμως δυστυχώς το εσωτερικό μέτωπο. Στην κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας υπήρχαν τρία επώνυμα και σημαντικά στελέχη τα οποία δεν το εδέχοντο. Ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου Υπουργός Εξωτερικών –το τηλέφωνο έγινε μπροστά μου, στην αντιπροσωπεία μας στην Νέα Υόρκη στο γραφείο του μακαρίτη πρέσβη Αντώνη Έξαρχου -πήρε τηλέφωνο τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και του είπε: «Άσ’ το να πάρω το Σχέδιο Συνθήκης. το φέρνω στην Αθήνα, το πάμε στην Βουλή και, αν δεν περάσει, παραιτούμαι εγώ αναλαμβάνοντας την ευθύνη. Όμως, θα έχουμε πάρει την συμφωνία». Ο εκλιπών Πρωθυπουργός απάντησε προφητικά μάλλον’’ Μιχάλη δεν θα προλάβεις να φτάσεις στην Αθήνα, θα μας ρίξουν’’.
*Ο Πρέσβης ε.τ. Αλέξανδρος Μαλλιάς διετέλεσε Πρέσβης στα Σκόπια, στα Τίρανα και στην Ουάσιγκτων ενώ στις κρίσιμες συνομιλίες του 1993 ήταν Πρώτος Σύμβουλος για Πολιτικές Υποθέσεις της Αντιπροσωπείας μας στον ΟΗΕ.
**Ελεύθερη διασκευή από το βιβλίο «Οράματα και Χίμαιρες-διαδρομές ενός διπλωμάτη» (Εκδόσεις Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ)
www.liberal.gr
Γυρίζοντας το ρολόι. 24 χρονιά πίσω (σημειώσεις Ημερολογίου)
Ήταν ξεκάθαρο από τις αρχές του Δεκεμβρίου του 1992 ότι το ζήτημα ερχόταν στα Ηνωμένα Έθνη.
Τότε ήμουν στην Αντιπροσωπεία μας στα Ηνωμένα Έθνη πρώτος Σύμβουλος για Πολιτικές Υποθέσεις.
Τα Σκόπια υπέβαλαν ήδη από τον Αύγουστο του 1992 αίτημα ένταξης στον ΟΗΕ με την ονομασία «Republic of Macedonia»...
δηλαδή με αυτό που λέμε συνταγματική ονομασία. Είχαμε τότε δυνατότητα να γνωρίζουμε πολύ καλά και τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς και τον τρόπο που την αντιμετώπιζε η Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών.
Όμως τα Ηνωμένα Έθνη είναι τελείως διαφορετικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα δεν ήταν καν μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τυπικά είχαμε ελάχιστα περιθώρια παρέμβασης και ελάχιστα επιτυχίας.
Υπήρχε ή γνωμοδότηση από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ήδη από το 1949, που αφορούσε στα κριτήρια που πρέπει να πληροί μια χώρα για να ενταχθεί στον ΟΗΕ. Προσθέτω ότι είχε δημιουργηθεί ένα βαρύ κλίμα για την Ελλάδα με αρθρογραφία στον διεθνή Τύπο και στον αμερικανικό κατ’ εξοχήν με πικρόχολα σχόλια. Είχαμε επίσης αποδοκιμασίες στο τέλος του 1992 μέσα στο πλαίσιο των φυσικών μας εταίρων που είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τον Δεκέμβριο του 1992, ο Γενικός Γραμματέας Boutros Boutros Ghali, είχε μια άτυπη διαβούλευση με τον προεδρεύοντα του Συμβουλίου Ασφαλείας Ιάπωνα Πρέσβη Ηatano. Την επόμενη μέρα, όταν μάθαμε ότι υπήρχε πιθανότητα να αρχίσουν οι άτυπες συνεννοήσεις μέσα στο Συμβούλιο Ασφάλειας για την εξέταση του αιτήματος εισδοχής της γείτονος με την ονομασία «Republic of Macedonia» σημάναμε συναγερμό.
Ήταν ανήμερα των Θεοφανείων 1993. Μέσα σε 24 ώρες ήρθε στη Νέα Υόρκη ο τότε υπουργός εξωτερικών, ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου μαζί με τον Γεώργιο Παπούλια, έναν διπλωμάτη που ήταν υπόδειγμα διαπραγματευτή. Ήλθε μαζί τους μια πλειάδα νομικών και διπλωματών, ό,τι καλύτερο είχε τότε η Ελλάδα. Χωρίς διακρίσεις και εξοστρακισμούς. Έχω υποχρέωση να τις αναφέρω τις λέξεις αυτές διότι με τελείως αντίθετο τρόπο λειτούργησε μια άλλη Ελλάδα στη Χάγη το 2010 και 2011,όπου δεχτήκαμε ένα διπλωματικό ράπισμα.
Η προσφυγή της πΓΔΜ το 2008 ήταν μια απόλυτα προβλέψιμη ενέργεια και για τα δύο μέρη. Προβλεπόταν από την Ενδιάμεση Συμφωνία. Η Ελλάδα είχε εκχωρήσει το δικαίωμα στην άλλη πλευρά και η άλλη πλευρά είχε εκχωρήσει το δικαίωμα αυτό με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 στην Ελλάδα. Συνεπώς η μόνη ορθή πολιτική θα ήταν πριν ή ταυτόχρονα με το Βουκουρέστι(2008) να κάνει η Ελλάδα προσφυγή. Αυτό ακριβώς είχα προτείνει από την Ουάσινγκτον, ήδη από τον Ιούνιο του 2007. Στη Χάγη υπάρχει ένα δικαστικό και πολιτικό κυρίως πλεονέκτημα εκείνου που κάνει την πρώτη κίνηση. Δεν υπάρχει η βεβαιότητα του θετικού αποτελέσματος, υπάρχει όμως ένα τακτικό πλεονέκτημα.
Γυρίζοντας στο 1993, τολμώ να ισχυρισθώ ότι η διπλωματία δεν είναι μόνο η τέχνη του εφικτού, αλλά να κάνεις δυνατό το ανέφικτο. Χώρα που δεν ήταν καν στο Συμβούλιο Ασφαλείας, είχε τεθεί στο στόχαστρο πολλών επικριτών. Έχοντας απέναντί της, όπως έλεγαν οι επικριτές μας, την πΓΔΜ, μια πιο αδύναμη χώρα, η οποία στήριζε την επιχειρηματολογία της πάνω σε τρεις ακόλουθους άξονες:
Πρώτον, «ότι εμείς είμαστε η μόνη χώρα που δεν έχουμε εμπλακεί σε σύγκρουση, η πιο αδύναμη χώρα της Πρώην Γιουγκοσλαβίας» (η λεγόμενη underdog theory, η οποία πού και πού μεταξύ μακεδονικής φάλαγγας, Μεγάλου Αλεξάνδρου, Φιλίππου και του δωδεκαθέου του Ολύμπου προβάλλεται ακόμη και σήμερα στα Σκόπια).
Δεύτερον, έλεγαν ότι «είμαστε μια χώρα η οποία θέλει να διασφαλίσει την ύπαρξή της και μια χώρα που δεν διεκδικεί τίποτα, μια χώρα που επιθυμεί τις καλύτερες σχέσεις με την Ελλάδα».
Τρίτον, υποστήριζαν ότι «είμαστε μια όαση σταθερότητας». Τα επιχειρήματα αυτά είχαν μεγάλο απόηχο όχι μόνο σε χώρες που μας είναι οικείες και γνωστές. Είχαν θετικό απόηχο στις λεγόμενες χώρες των αδεσμεύτων, η οποία είναι μια πολύ ισχυρή ομάδα στα Ηνωμένα Έθνη. Η πρώτη επαφή που κάναμε με τους Αδέσμευτους όταν ήλθε το θέμα της ονομασίας στον ΟΗΕ, ήταν δυσάρεστη. Έπρεπε να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο δράσης-αντίδρασης κατάλληλο για τις ισορροπίες και σύμφωνο με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Η καλύτερη για μας επιλογή στην αρχή ήταν να παγώσει η διαδικασία ένταξης αν δεν λυθεί το θέμα της ονομασίας, και εν συνεχεία να πάμε σε ένα κείμενο κάτι σαν Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας.
Έχω σημειώσει στο ημερολόγιό μου ότι με τους αείμνηστους Μιχάλη Παπακωνσταντίνου και τον Γεώργιο Παπούλια είχα μετάσχει σε 116 διμερείς συναντήσεις στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Από τις 6 Ιανουαρίου του 1993 μέχρι την 25 Μαρτίου 1993, που είχε ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση. Είχαν ακόμη και την τελευταία στιγμή παραμείνει κάτι εκκρεμότητες, αλλά το βασικό πακέτο της διαπραγμάτευσης είχε λήξει.
Ποια ήταν η πολιτική κατάσταση στις δύο χώρες; Στην Αθήνα: επικρατούσε πολωτικό κλίμα μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, με μια κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη που είχε όχι απλά ισχνή, αλλά οριακή, κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Μια κυβέρνηση όπου ο χειρισμός του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων προκάλεσε την αποπομπή του τότε Υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά, με την ταυτόχρονη, ακριβώς την ίδια μέρα, υιοθέτηση των θέσεών του στο Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών.
Είχαμε όμως μέσα στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας διαφοροποιήσεις από ισχυρές προσωπικότητες. Υπάρχουν συγκεκριμένα τρεις. Λόγω της θέσης μου έτυχε να είμαι ενήμερος όλου το πλέγματος των πολιτικών διαβουλεύσεων από την αρχή ώς το τέλος.
Στα Σκόπια, από την άλλη πλευρά, είχαμε μια στάση πολιτική, η οποία προέβαλε ότι είμαστε μια χώρα φιλειρηνική, όρος κλειδί κατά τον Χάρτη και τη Νομολογία του Δ.Δ.Χ. Έλεγαν ότι δεν μπορούν να διαφοροποιηθούν οι όροι ένταξης γι’ αυτούς σε σχέση με όλα τα λοιπά μέλη του ΟΗΕ.
Στα μέσα Ιανουαρίου, έως τότε φαινόταν η Ελλάδα να απορρίπτει και τα Σκόπια να αποδέχονται, έγινε η κρίσιμη πρόταση διαιτησίας από τον Φρανσουά Μιτεράν και τον Ρολάν Ντυμά, τότε Υπουργό Εξωτερικών της Γαλλίας. Η Ελλάδα με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την αποδέχτηκε. Ευτυχώς, ο Κίρο Γκλιγκόροφ την απέρριψε. Ήταν μεγάλο σφάλμα τακτικής του Γκλιγκόροφ διότι παρέβλεπε το γεγονός ότι η Γαλλία είναι Μόνιμο Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εμείς την δεχθήκαμε και καλώς πράξαμε, διότι από εκείνη τη στιγμή κερδίσαμε πολύτιμο πολιτικό χρόνο.
Η προσπάθεια μας στον ΟΗΕ δεν ήταν θέμα τύχης. Ήταν κυρίως οργάνωσης και συστηματικής δουλειάς. Γενική κινητοποίηση όλων των παραγόντων. Θυμάμαι σαν τώρα όταν, γύρω στις 17 Ιανουαρίου 1993, μπόρεσα και πήρα ένα κείμενο το οποίο αποτελούσε τα πέντε σημεία ενός ανεπίσημου χαρτιού. Ήταν το προσχέδιο απόφασης των 3 μονίμων μελών του ΣΑ (Γαλλίας, ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου). Μας το είχε δώσει διπλωμάτης της Αντιπροσωπείας, Μόνιμου Μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μάς βοήθησε πολύ διότι διαμορφώσαμε τις θέσεις μας ώστε να ανταποκρίνονται στο ζητούμενο των «5 μεγάλων» δηλαδή των Μόνιμων Μελών.
Την 23η Ιανουαρίου 1993, τα Σκόπια με την ονομασία «Republic of Macedonia» υποβάλλουν επίσημα την αίτηση ένταξης που κυκλοφορεί σαν επίσημο έγγραφο του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης, και την 25η Ιανουαρίου 1993, υποβάλλεται το ελληνικό memorandum, το οποίο είναι από τα καλύτερα διπλωματικά κείμενα της Ελλάδος των τελευταίων δεκαετιών. Ήταν πολύ συνοπτικό, μέσα σε 19 παραγράφους σύντομες ήταν όλες οι ελληνικές θέσεις: τα ιστορικά επιχειρήματα, η πολιτιστική κληρονομιά και τα σύμβολα. Υπήρχε όμως και η περί του πρακτέου ουσία της θέσης μας. Είπαμε, ναι θέλουμε λύση. Θέλουμε το Συμβούλιο Ασφαλείας και κατ’ επέκταση ο ΟΗΕ να ασκήσει την λεγόμενη προληπτική διπλωματία και όχι να έλθει μετά σαν πυροσβέστης σε μια κρίση που θα έχει προκαλέσει.
Ήταν την εποχή που ο Boutros Ghali, ο νεοεκλεγείς τότε Γενικός Γραμματέας, και ο απερχόμενος Perez de Gueillar, είχαν εκπονήσει μια μελέτη για την αρχή της προληπτικής διπλωματίας. Εμείς την κάναμε άξονα της στρατηγικής μας.
Ήταν συνεχείς και επίπονες προσπάθειες σε όλη την κλίμακα της συντεταγμένης ελληνικής πολιτείας, του Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του Υπουργού Εξωτερικών Μιχάλη Παπακωνσταντίνου και πολλών άλλων. Είχε επίσης κινητοποιηθεί μια διακομματική κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία.
Θυμάμαι ότι είχαμε ανατυπώσει σε 5000 αντίτυπα τον χάρτη της «Μεγάλης Μακεδονίας» ,που είχε τυπώσει το επίσημο τυπογραφείο των Σκοπίων.
Στηρίξαμε την επιχειρηματολογία μας πάνω σε τρεις άξονες:
Α) Η Ελλάδα θέλει λύση. Εάν μπουν στον ΟΗΕ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δεν υπάρχει καμία προοπτική επίλυσης του προβλήματος. Αντίθετα, θα δημιουργηθεί κρίση, σύγκρουση (πολιτική), και είναι αδύνατο να επέλθει οποιαδήποτε συνεννόηση.
Β) Θέλουμε να αξιοποιήσουμε –και εδώ μετακινούμαστε από τη θέση μας την αρχική που ήταν ολική άρνηση ένταξης– τη διαδικασία ένταξης για να λύσουμε το ζήτημα του ονόματος.
Δεν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία των Ηνωμένων Εθνών, όπου ένα μέλος του οργανισμού να έχει διαμορφώσει τέτοια κατάσταση με επιχειρήματα που οι δικοί του οι στόχοι να ικανοποιούνται σε ένα σημαντικό βαθμό. Μόνο στην Ελλάδα θεωρούμε ότι συμβιβασμός σημαίνει να επιτύχουμε το 100% των στόχων μας. Συνεπώς ήταν ένα ικανοποιητικό πακέτο, το οποίο κατέληξε στην Απόφαση 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας που υιοθετήθηκε στις 7 Απριλίου 1993, με την ένταξη με την προσωρινή ονομασία theformer Yugoslav Republic of Macedonia.
Στις 22 Μαΐου 1993 παραλάβαμε το Σχέδιο Συνθήκης Φιλίας και Συνεργασίας των μεσολαβητών του ΟΗΕ Cyrus Vance και David Owen που περιείχε/πρότεινε το όνομα Nova Makedonja στα κυριλλικά, άκλιτο και για όλες τις χρήσεις. Το περιεχόμενο της πρότασης Vance-Owen ήταν ένα σημαντικο κείμενο.
Υπήρχε όμως δυστυχώς το εσωτερικό μέτωπο. Στην κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας υπήρχαν τρία επώνυμα και σημαντικά στελέχη τα οποία δεν το εδέχοντο. Ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου Υπουργός Εξωτερικών –το τηλέφωνο έγινε μπροστά μου, στην αντιπροσωπεία μας στην Νέα Υόρκη στο γραφείο του μακαρίτη πρέσβη Αντώνη Έξαρχου -πήρε τηλέφωνο τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και του είπε: «Άσ’ το να πάρω το Σχέδιο Συνθήκης. το φέρνω στην Αθήνα, το πάμε στην Βουλή και, αν δεν περάσει, παραιτούμαι εγώ αναλαμβάνοντας την ευθύνη. Όμως, θα έχουμε πάρει την συμφωνία». Ο εκλιπών Πρωθυπουργός απάντησε προφητικά μάλλον’’ Μιχάλη δεν θα προλάβεις να φτάσεις στην Αθήνα, θα μας ρίξουν’’.
*Ο Πρέσβης ε.τ. Αλέξανδρος Μαλλιάς διετέλεσε Πρέσβης στα Σκόπια, στα Τίρανα και στην Ουάσιγκτων ενώ στις κρίσιμες συνομιλίες του 1993 ήταν Πρώτος Σύμβουλος για Πολιτικές Υποθέσεις της Αντιπροσωπείας μας στον ΟΗΕ.
**Ελεύθερη διασκευή από το βιβλίο «Οράματα και Χίμαιρες-διαδρομές ενός διπλωμάτη» (Εκδόσεις Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ)
www.liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου