Σάββατο 27 Μαΐου 2017

Δεν το πιστεύουν ούτε οι ίδιοι ότι θα βγει το έργο …


Το σχέδιο Σόιμπλε για την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη θα υπάρχει στο τραπέζι όσο εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε σχέδιο για να κρατήσουμε τη χώρα στο ευρώ.

Μέχρι να αποκτήσουμε κάτι χειροπιαστό που να διαβεβαιώνει ότι είμαστε φερέγγυοι, η Ελλάδα θα είναι μια χώρα εν αναμονή εξόδου με άτυπο διπλό νόμισμα, και οι δανειστές θα μας έχουν κλειδωμένους σε μνημόνια για να πληρώνουμε το λογαριασμό μια από τη δεξιά και μια από την αριστερή μας τσέπη...
 
Είδαμε με ποια γραμμή πήγε ο Τσακαλώτος στο τελευταίο Eurogroup. Αυτό που είπε στους δανειστές είναι πως “εμείς κάναμε ό,τι μας είπατε, τα ψηφίσαμε όλα, δεχόμαστε να βάλουμε τη χώρα στο ντορβά των πρωτογενών πλεονασμάτων για 40 χρόνια, δώστε μας κάτι για το χρέος να πάμε παρακάτω”.  

Μέχρι εκεί φτάνει ο σχεδιασμός τους. 
Πρώτα καταστροφή και μετά εκκλήσεις για να μην συρθούν σε εκλογές, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι οι ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ θα μείνουν στην ιστορία ως η μόνη μνημονιακή κυβέρνηση που προθυμοποιήθηκε να υπογράψει και δεύτερο μνημόνιο, να βάλει εγγύηση τη δημόσια περιουσία για 99 χρόνια και να παγιδεύσει σε λιτότητα τις τρεις επόμενες γενιές μόνο και μόνο για να φέρει την οικονομία στο ίδιο σημείο που την παρέλαβε το 2014.

Η κυβέρνηση έκανε τα πάντα για να αποτύχει σε αυτό που χρειαζόταν η χώρα στην πιο κρίσιμη στιγμή. Λειτούργησε σαν ολετήρας τον πρώτο χρόνο και σπατάλησε τον επόμενο για να ναρκοθετήσει οτιδήποτε μπορούσε να φέρει σταθερότητα, ανάπτυξη και επενδύσεις. 
Τώρα που η χώρα βρίσκεται μπροστά στα αδιέξοδα των προσδοκιών ότι αρκούσε μια «διευθέτηση» του χρέους για να απογειωθεί η οικονομία,  αντιλαμβάνονται ότι το έργο δεν βγαίνει γιατί ακόμη και αν ψηφίζουν σε όλα ναι, δεν έχουν κανένα σχέδιο για το πώς θα αντιμετωπίσουν αυτό που έρχεται.
Αυτό το ξέρουν καλύτερα από όλους οι δανειστές οι οποίοι θέτουν και τους όρους. Και οι όροι τους όπως διατυπώθηκαν στο τελευταίο Eurogroup, ισοδυναμούν και πάλι πιθανόν με νέο μνημόνιο από το 2018 επειδή αντιλαμβάνονται ότι θα ήταν ατελέσφορο και επιζήμιο να επαναπαυτούν στο αφήγημα ότι η Ελλάδα μπορεί να βγει μόνη της στις αγορές για να ξεπληρώνει τα χρέη της.
Η Ελλάδα είναι πλέον μια δημοσιονομικά «ανεξάρτητη» χώρα που μπορεί μεν να μην χρειάζεται νέα δάνεια για να καλύπτει τα ελλείμματά της, αλλά θέλει συνεχώς λεφτά για να εξοφλεί τα εξωτερικά της χρέη.  Ούτε η Γερμανία, ούτε η Γαλλία ούτε η Ιταλία ούτε καμία άλλη χώρα πιστεύουν πως αυτό μπορεί να αρχίσει να συμβαίνει άμεσα.
Η δέσμευση της χώρας σε πρωτογενή πλεονάσματα 2,5-3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2060 είναι εμφανώς μια άσκηση που δεν μπορεί να βγει. 
Καμία χώρα δεν έχει πετύχει τέτοιες επιδόσεις σε πολύ πιο ευνοϊκές συνθήκες για την παγκόσμια οικονομία, πόσο μάλλον ένα χρεοκοπημένο κράτος με τεράστιο εξωτερικό δανεισμό, ανεργία στο 23% και ιστορικό χαμηλό επενδύσεων.
Αλλά τα πρωτογενή πλεονάσματα αποτελούν ουσιαστικά την «εγγύηση» ότι η Ελλάδα θα έχει έναν σοβαρό λόγο να «μεταρρυθμιστεί» τόσο βαθιά ώστε να μπορέσει για μια περίοδο να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης με την ελπίδα ότι δεν θα την καταπιεί η Ιστορία ως θύμα της λιτότητας που επιβλήθηκε στο λαό της.
Αν το Βερολίνο δεν ήταν τόσο ξεκάθαρο από την πρώτη στιγμή ότι δεν πρόκειται να εγκρίνει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους πριν από το τέλος του προγράμματος το 2018 , θα μπορούσε να πει κανείς με τέτοιους όρους οι δανειστές έχουν αποφασίσει να τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια του Αλέξη Τσίπρα.
Είναι μια εντύπωση που καλλιεργήθηκε πρώτα από τον  Ευκλείδη Τσακαλώτο όταν είπε ότι η παράταση των αποφάσεων του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους θα οδηγήσει σε πολιτικές εξελίξεις, και στη συνέχεια από τον Πωλ Τόμσεν ο οποίος φέρεται να είναι εκείνος ο οποίος (ανωνύμως) δήλωσε πως το ΔΝΤ θα έμπαινε χωρίς δεύτερη σκέψη στο ελληνικό πρόγραμμα αν έβλεπε στα ηνία της διακυβέρνησης έναν «Έλληνα Macron» πρόθυμο να μεταρρυθμίσει τη χώρα.
Όλα τα παραπάνω είναι ενδείξεις ότι οι βασικοί παίκτες δεν έχουν πλέον την ίδια εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση Τσίπρα σε σχέση με όση είχαν όταν διαπραγματεύονταν μαζί του για την ψήφιση μέτρων.
Είναι επίσης προφανές πως έχουν όλες οι πλευρές πλήρη συνείδηση πως τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στα οποία δεσμεύεται η χώρα, δημιουργούν εντελώς νέα δεδομένα από εδώ και στο εξής.
Η χώρα έχει ανάγκη ένα πολύ διαφορετικό μείγμα πολιτικής σε σχέση με εκείνο της υπερφορολόγησης και της αναπαραγωγής της ύφεσης, ώστε να εμποδίσει άλλους 450.000 νέους να μεταναστεύσουν τα επόμενα χρόνια, και να ξανακάνει την οικονομία να λειτουργήσει.
Το χρέος δεν μπορεί μειωθεί μόνο μέσα από τη λιτότητα και την «διευθέτηση» των πληρωμών. 
Η χώρα χρειάζεται τώρα περισσότερο από ποτέ κάποιον να πειράξει τον παρανομαστή της ανάπτυξης με τρόπους που δεν χρειάζεται να περνούν υποχρεωτικά από τα μνημόνια. Χρειάζεται μια κυβέρνηση που θα κάνει μεταρρυθμίσεις τις οποίες κανείς δεν τόλμησε να δρομολογήσει μέχρι σήμερα στο φορολογικό σύστημα, τα νοσοκομεία, τη Δικαιοσύνη, την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις, το ασφαλιστικό και όποιον άλλο τομέα έχει μείνει έξω από τη σφαίρα του εκσυγχρονισμού του κράτους και του ιδιωτικού τομέα την τελευταία 10ετία.  
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να λυγίσουμε ως χώρα στην παράταση και να ενδώσουμε στις δυνάμεις που καλλιεργούν την οικειοθελή απομάκρυνση από το ευρώ. 
Αν πράγματι υπάρχει ένα ευρύτερο σχέδιο για μια πιο «σφιχτή» Ευρώπη με πολλές ταχύτητες, η Ελλάδα είναι το περιφερόμενο λάφυρο του Σόιμπλε που το επιδεικνύει σε όποιον διεκδικεί «χαλαρότερους» όρους. Συνεπώς ο κίνδυνος είναι υπαρκτός γιατί ο δικός μας ευρωσκεπτικισμός μπορεί να γίνει η δική τους δύναμη.
Και αυτό είναι κάτι που αποτυπώνεται καθαρά όχι μόνο στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα αναδεικνύεται σε κεντρικό αφήγημα της προεκλογικής περιόδου στη Γερμανία, αλλά και στον τρόπο που όλες οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ολλανδία κλπ) παίζουν αυτή την περίοδο το δικό τους πολιτικό παιχνίδι στις πλάτες της Ελλάδας.

Του Βασίλη Γεώργα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου