Μια συγκαλυμμένη ανησυχία στα δυτικά ΜΜΕ φαίνεται να προξενεί η αυριανή συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Παρά το γεγονός ότι κάποιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως: Ο Μάρτιν Σούλτς και ο Γκάμπριελ, έσπευσαν να...υποβιβάσουν την σημασία της διμερούς συνάντησης κορυφής, υπό το πρίσμα των οικονομικών δυσχερειών που αντιμετωπίζει η Μόσχα, άλλοι παρατηρούν με ανησυχία τις εξελίξεις και δεν διστάζουν να προειδοποιήσουν τον Αλέξη Τσίπρα για τις πιθανές επιπτώσεις κάποιας «συμφωνίας» με την Ρωσία.
Αναφορικά με τα οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει η Αθήνα από αυτή την επίσκεψη οι απόψεις που εκφράζονται στα διάφορα δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου εμφανίζονται διαιρεμένες, χωρίς να παραγνωρίζουμε βέβαια το γεγονός ότι τα περισσότερα από αυτά είναι σε πλήρη σύμπνοια με τα γεωπολιτικά συμφέροντα των χωρών από τα οποία πηγάζουν.
Για παράδειγμα το Ρωσικό μέσο Kommersant αναφέρει πως η Ρωσία ενδέχεται να προσφέρει στην Ελλάδα έκπτωση στην τιμή του φυσικού αερίου αλλά και νέα δάνεια όταν ο Αλέξης Τσίπρας επισκεφθεί τη Μόσχα αυτήν την εβδομάδα.
Σύμφωνα με την Kommersant, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν και ο κ. Τσίπρας σχεδιάζουν να συζητήσουν στη συνάντησή τους τις οικονομικές σχέσεις και τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η ΕΕ στη Μόσχα.
Από την άλλη πλευρά η Βρετανική οικονομική εφημερίδα Financial Times μας παρουσιάζει μια εντελώς διαφορετική εικόνα, υποβιβάζοντας τα πιθανά οφέλη για την Αθήνα. Οι FT υποστηρίζουν ότι «το μόνο που μπορεί να κερδίσει ο Τσίπρας από τη συνάντηση με τον Πούτιν είναι ροδάκινα και φράουλες»
Υπονοώντας ότι οι μόνες διευκολύνσεις που μπορεί να προσφέρει η Μόσχα προς την Αθήνα αφορούν στην άρση του Ρωσικού εμπάργκο έναντι των Ελληνικών αγροτικών προϊόντων.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα: «Η Αθήνα ελπίζει πως η Μόσχα θα άρει το εμπάργκο στα ελληνικά φρούτα για να επιδείξει πόσο ισχυρές είναι οι ρωσοελληνικές σχέσεις, την ώρα που και οι διπλωματικές σχέσεις των δύο κυβερνήσεων με την Ευρώπη έχουν ψυχρανθεί εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης και του ελληνικού προγράμματος διάσωσης».
Αλλά αυτό που ανησυχεί τους Ευρωπαίους διπλωμάτες είναι ότι ο θερμός χαιρετισμός ανάμεσα στον Πούτιν και τον Τσίπρα αντιστοιχεί σε κάτι πολύ πιο σημαντικό από το εμπόριο φρούτων. Ο μεγάλος φόβος, σύμφωνα με τα λόγια ενός υποψιασμένου ανώτατου αξιωματούχου, είναι ένα σχέδιο «δούρειου ίππου», όπου η Ρωσία θα επιμηκύνει δάνεια διάσωσης με αντάλλαγμα ένα ελληνικό βέτο στις κυρώσεις – μια κίνηση που θα σκότωνε την ενότητα της Δύσης στο ουκρανικό ζήτημα.
Για την ώρα, το Κρεμλίνο είναι πολύ προσεκτικό να μην δώσει τροφή στα σενάρια για δάνεια. Ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του κ. Πούτιν, δήλωσε πως η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και η χλιαρή στάση της Αθήνας στην πολιτική των κυρώσεων της Ε.Ε. θα βρίσκονται στην ατζέντα της Τετάρτης. Αλλά ανέφερε πως η ετοιμότητα της Ρωσίας να προσφέρει οικονομική βοήθεια στην Αθήνα είναι αβέβαιη και θα εξαρτηθεί από τα αιτήματα της Αθήνας.
Η Ρωσία προσέφερε δάνειο 2,5 δισ. ευρώ στην Κύπρο όταν η οικονομία της βρισκόταν ένα βήμα πριν την χρεοκοπία, μια χώρα με την οποία η Μόσχα έχει ακόμα πιο στενούς οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς. Ωστόσο, πριν από δύο χρόνια ο κ. Πούτιν απέρριψε τις εκκλήσεις για ένα μεγαλύτερο δάνειο που θα απέτρεπε ένα πλήρες πρόγραμμα διάσωσης.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι εκτιμήσεις της Αμερικανικής Wall Street Journal που υποστηρίζει ότι «Ο Τσίπρας ξέρει ότι δεν μπορεί να πάρει χρήματα από τη Ρωσία».
«Εσωτερικής κατανάλωσης» είναι σύμφωνα με τη Wall Street Journal το ταξίδι του Αλέξη Τσίπρα στη Ρωσία, καθώς όπως προκύπτει από το δημοσίευμα, το μόνο που θέλει η ελληνική κυβέρνηση είναι να ευχαριστήσει τους Έλληνες ψηφοφόρους.
Πάντως, η στάση που κρατάει μέχρι τώρα η ελληνική κυβέρνηση στο θέμα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, είναι κρίσιμο για τους Ευρωπαίους αξιωματούχους και τους προσθέτει περισσότερο άγχος όταν βλέπουν πως η Αθήνα κινδυνεύει να διαρρήξει το ενιαίο μέτωπο της Ευρώπης κατά του Πούτιν.
Η Γαλλική Le Figaro τραβάει το σενάριο στα άκρα με ένα δημοσίευμα της που αναρωτιέται για τον αν η Ελλάδα σχεδιάζει ηρωική έξοδο από την Ευρωζώνη με την βοήθεια του Πούτιν.
Όπως γράφει: «η ελληνική κυβέρνηση θα κληθεί να καταβάλει το ποσό των 458 εκατ. ευρώ στο ΔΝΤ. Στις 8 Απριλίου, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Α. Τσίπρας, θα συναντηθεί με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, στη Μόσχα. Η συνάντηση αυτή θα έχει κυρίως οικονομικό αλλά και γεωπολιτικό χαρακτήρα» και συνεχίζει «Εάν η Αθήνα θέλει να προσεγγίσει τους εχθρούς της Ευρώπης και να στραφεί στην Κίνα θα πρέπει να παίξει το ρωσικό χαρτί…».
Από την άλλη μεριά του Ατλαντικού το δημοσίευμα των NewYorkTimes φαντάζει σαν προειδοποίηση προς τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Το ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού στη Μόσχα αναλύεται από την αμερικανική εφημερίδα, που επικεντρώνεται στις γεωπολιτικές επιπτώσεις που θα έφερε μια «συμμαχία» Ελλάδας – Ρωσίας.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα «η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει μια σειρά από τρομακτικές προκλήσεις». Μέσα σε αυτές συγκαταλέγονται «η εξεύρεση χρημάτων για την αποπληρωμή των δόσεων της, η ανάκαμψη της οικονομίας της και η αναδιαπραγμάτευση των όρων των δανειακών συμφωνιών της με τις άλλες χώρες στην ευρωζώνη».
Έτσι, λοιπόν, και με δεδομένο τους στενούς ιστορικούς, πολιτισμικούς και θρησκευτικούς δεσμούς Ελλάδας-Ρωσίας, για τους Αμερικανούς δημοσιογράφους είναι κατανοητή, η επιλογή του Έλληνα πρωθυπουργού να συναντήσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ωστόσο, δείχνουν να μην δικαιολογούν τις επικριτικές δηλώσεις του κ. Τσίπρα για τις κυρώσεις της ΕΕ εναντίον της Ρωσίας και εκτιμούν πως έτσι «προέκυψαν ερωτηματικά για το τι σκοπεύει να επιτύχει» με αυτό.
Βέβαια, αν κάτι είναι ξεκάθαρο είναι πως «η Ελλάδα δεν μπορεί να βασιστεί στη Ρωσία για να διασωθεί οικονομικά», καθώς «η πτώση της τιμής του πετρελαίου και οι κυρώσεις της Δύσης έχουν καταστρέψει τη ρωσική οικονομία και έχουν περιορίσει την ικανότητα του Πούτιν να διανείμει βοήθεια σε άλλες χώρες».
Η Wall Street Journal, εφημερίδα με μεγάλο κύρος στις ΗΠΑ, δημοσιεύει σήμερα άρθρο φωτιά με το οποίο χαρακτηρίζει την επικείμενη επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα ως επίδειξη ανυπακοής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ WSJ μιλά για «σινιάλο ανεξαρτησίας» του Τσίπρα το οποίο απευθύνεται προς το εσωτερικό του ακροατήριο περισσότερο από ότι στους ευρωπαίους εταίρους. Ουσιαστικά υποτιμούν τη διμερή συνάντηση των δύο ηγετών σε ένα επικοινωνιακό παιχνίδι του Τσίπρα που σκοπό έχει να διασκεδάσει τα συναισθήματα αγωνίας των ελλήνων πολιτών για την πορεία των οικονομικών.
«ο Έλληνας πρωθυπουργός θα βαδίζει αυτήν την εβδομάδα στη Μόσχα σε λεπτή γραμμή, καθώς στοχεύει να επιδείξει στους ψηφοφόρους του μια ανεξάρτητη πορεία χωρίς ωστόσο να εκνευρίσει την ΕΕ τη στιγμή που διαπραγματεύεται με στόχο την άμεση καταβολή χρηματοδότησης.» αναφέρει το άρθρο.
Βασικό επιχείρημα είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν αποσκοπεί σε χρηματική βοήθεια από τους Ρώσους, όπως άλλωστε διαβεβαιώνουν έλληνες αξιωματούχοι. Την ίδια στιγμή στη Ρωσία δεν υπάρχει ούτε η δυνατότητα, λόγω οικονομικών δυσκολιών, ούτε και η διάθεση για κάτι τέτοιο.
Όμως αυτό δεν σημαίνει πως το ταξίδι αυτό εξυπηρετεί στόχους εσωτερικής επικοινωνιακής πολιτικής. Η Ρωσία βλέπει στην Ελλάδα μια φοβερή ευκαιρία για να χτυπήσει διπλωματικά το ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ για αυτό το λόγο έχουν επιδείξει ως τώρα ιδιαίτερη διαλλακτικότητα σε σχέση με τα οικονομικά θέματα Ελλάδας – εταίρων, κρατώντας ένα πολύ φιλικό προφίλ το οποίο άλλωστε τους κοστίζει και πολύ λιγότερο από ότι στους ευρωπαίους πιστωτές μας.
Όμως οι ενεργειακές συνεργασίες είναι μόνο ένα από τα καυτά θέματα που Τσίπρας – Πούτιν μπορούν να στήσουν συμμαχίες και που δεν θα αρέσει καθόλου στους «Δυτικούς» μας φίλους. Αυτό ο αρθρογράφος της WSJ επιλέγει να μην το δει καταλήγοντας ότι «Οι αναλυτές λένε ότι το ταξίδι του κ. Τσίπρα είναι απίθανο να αποδώσει απτά οφέλη, θα επιφέρει αντίθετα κινδύνους αυξάνοντας τη δυσπιστία ανάμεσα στην Αθήνα και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, συμπεριλαμβανομένου και του Βερολίνου.»
Ωστόσο παραδέχεται ότι «Τα οφέλη για τον κ. Πούτιν είναι πιο προφανή, καθώς το Κρεμλίνο θέλει διακαώς να καταδείξει τις ρωγμές στο μέτωπο της Δύσης απέναντι στην πολιτική της Ρωσίας για την Ουκρανία.»
Με πληροφορίες από WSJ και ethnos.gr