Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Χένρι Ντε Τουλουζ Λωτρέκ,1864-1901 (Henri de Touloude Lautrec)

150η επέτειος γέννησης του Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ

O Χένρι Ντε Τουλουζ Λωτρέκ ήταν Γάλλος ζωγράφος, χαράκτης και σχεδιαστής διαφημίσεων. Γεννήθηκε στις 24 Νοεμβρίου του 1864 στη Νότια Γαλλία. Είχε αριστοκρατική καταγωγή. Ο πατέρας του ήταν ο Κόμης Alphonse και η μητέρα του η Κόμισσα Adel.

Ο πατέρας του, ο Κόμης Αλφόνσος, ήταν ένας...
διαβόητος εκκεντρικός άνθρωπος, γνωστός για την απρόβλεπτη συμπεριφορά του: από το ότι έπλενε τις κάλτσες του στο ποτάμι (ανήκουστο για ένα αριστοκράτη!) μέχρι το να ιππεύει, φορώντας παράξενα ρούχα. Και η σχέση που είχε με τον πατέρα του ήταν πάντοτε σχεδόν «τυπική»...
Ήταν πάντα φιλάσθενος και έπειτα από δυο ατυχήματα στα 12 και 14 του χρόνια, που έσπασε το αριστερό και το δεξί του πόδι αντίστοιχα, η ανάπτυξη των ποδιών του σταμάτησε και έμεινε σχεδόν νάνος (είχε μόλις 1,50 μ. ύψος).
Είχε ένα μεγάλο κορμό που αναπτυσσόταν φυσιολογικά και πολύ μικρά πόδια, ενώ πάντοτε χρησιμοποιούσε για το περπάτημα ένα μπαστούνι.
Μετά τα ατυχήματα του δεν είχε την δυνατότητα να ακολουθεί τον πατέρα του στις αριστοκρατικές συνήθειες της εποχής, που ήταν το κυνήγι και η ιππασία. Έτσι επικεντρώθηκε στη ζωγραφική. Παρά την αριστοκρατική καταγωγή του, βρήκε τη γνησιότερη έκφραση του εαυτού του στον μποέμ κόσμο του Παρισιού στο τέλος του 19ου αιώνα, απεικονίζοντας την κοσμική και νυχτερινή του ζωή με πικρία και συγκίνηση, με το νευρικό, ευαίσθητο και εξαιρετικά λεπτό σχέδιο του.
Η σωματική του αναπηρία του δημιουργούσε απέχθεια και ανασφάλεια που τον έκανε να απέχει από όλες εκείνες τις δυνατότητες μιας φυσιολογικής ζωής που πρόσφερε η Μονμάρτη. Συνήθως είχε την τάση να αυτοσατυρίζεται, αλλά αυτή η κατάσταση του δημιούργησε ψυχολογικά προβλήματα που τον οδήγησαν στον αλκοολισμό.
Αφιερώθηκε στη ζωγραφική από το 1882. Σπούδασε στις σχολές του Μπονά και του Κορμόν , στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον Βαν Γκογκ και τα πρώτα έργα του (κυρίως προσωπογραφίες και ιππικές και στρατιωτικές σκηνές) είναι εμπνευσμένα από τον Λουίς Μπράουν και τον Μπαστιέν Λεπαζ. Από το 1886 περίπου χρονολογούνται τα πρώτα έργα του από τη ζωή της Μονμάρτη, όπου ο Κόκκινος μύλος και τα Κλειστά σπίτια (που έγιναν έπειτα από λίγο και ως το 1895 η συνηθισμένη κατοικία και ο τόπος εργασίας του) του πρόσφεραν μια σειρά θεμάτων, που αντιμετώπισε με τρόπο καθαρά νατουραλιστικό κατά το παράδειγμα του Ντεγκά.
Το 1891 ζωγράφισε την πρώτη αφίσα του, όπου παρουσιάζει τη «Γκουλύ», περίφημη χορεύτρια του «Μουλέν Ρουζ», στην οποία αφιέρωσε αργότερα πολλά σχέδια και πίνακες του. Από εκείνη τη χρονιά έγινε γνωστός και καταξιώθηκε για το έργο του. Διακόσμησε ακόμα με δυο πελώριους πίνακες του το εσωτερικό της σκηνής της όταν αυτή εξαθλιωμένη αναγκάστηκε, το 1895, να ακολουθήσει ένα περιπλανώμενο τσίρκο.
Από το 1892 η τεχνική της χρωμολιθογραφίας και της αφίσας τον συγκινεί όλο και περισσότερο, ενώ ο κόσμος του θεάτρου και του καμπαρέ εξακολουθούν να είναι το αγαπημένο περιβάλλον του. Ηθοποιοί και χορεύτριες όπως η Ζαν Αβρ, ο Λόι Φύλερ των Φολί Μπερζέρ και η Υβέτ Γκυλμπέρ γεμίζουν τους πίνακες, τα σχέδια και τα παστέλ του, που, κατά το παράδειγμα του Ντεγκά, κατασκεύαζε άφθονα.
Στερημένος από μια φυσιολογική ζωή που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος με κανονικό ύψος, έζησε ολοκληρωτικά για την Τέχνη του. Του έδωσαν το προσωνύμιο «η ψυχή της Μονμάρτη» και σ’ αυτό το μέρος, το περιβόητο κέντρο της παριζιάνικης νυχτερινής ζωής, έφτιαξε το σπίτι του, στηριζόμενος σε αυτήν αλλά και σε άλλα παριζιάνικα καμπαρέ και θέατρα, όπως επίσης και οίκους ανοχής, πηγή έμπνευσης για τα έργα του. Αναπαρίστανε όλα όσα έβλεπε σε αυτά τα μέρη και στις συγκεντρώσεις που σύχναζε.
Η Τέχνη και το ποτό ήταν οι δυο μεγάλες του αγάπες, και σε αυτές αφιέρωνε τον περισσότερο του χρόνο και την ενέργεια του. Έκανε είτε μόνο το ένα είτε και τα δυο κάθε μέρα σε όλη του τη ζωή μέχρι που πέθανε.
Η ζωή του ήταν προβληματική μέχρι που κατέληξε το 1899 να εισαχθεί σε μια κλινική αποτοξίνωσης. Όμως δεν κατάφερε να νικήσει το ποτό και έτσι το 1901, πέθανε, όπως λέγεται, από ανακοπή καρδιάς.
Τις τελευταίες του στιγμές τον φρόντισε η μητέρα του και κάποιοι κοντινοί του φίλοι, οι οποίοι ήταν συνεχώς στο πλευρό του. Όταν ο πατέρας του εμφανίστηκε ξαφνικά μετά την μακρά απουσία του, όλοι ξαφνιάστηκαν, εκτός από τον Χένρι, που του είπε: «Καλέ μου Πατέρα, ήξερα ότι δεν θα έχανες με τίποτα το θάνατο μου!» Ακόμα και τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ο πατέρας του τού συμπεριφερόταν άσχημα, όπως πάντα.
Σήμερα γνωρίζουμε τον Χένρι ντε Τουλούζ Λοτρέκ σαν τον αρχετυπικό μποέμικο καλλιτέχνη της καλής εποχής του Παρισιού την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. Η τέχνη του επηρέασε το νέο αιώνα και πέθανε όταν ολοκλήρωσε την αποστολή του. Αναπαράστησε το πνεύμα και το συναίσθημα εκείνης της εποχής στις αφίσες και στα πορτρέτα του
Πολύ γνωστά του έργα είναι:

1: Οι εικόνες του για το γνωστό καμπαρέ Moulin Rouge, στο οποίο οι φιγούρες του είναι πολύ ζωντανές και εκφράζουν και τα προσωπικά τους χαρακτηριστικά.

2: Ο πίνακας, «Τhe Circus Fernando, The Ring Master», αναπαριστά ένα άσπρο άλογο να καλπάζει με αναβάτη έναν ακροβάτη, έναν άλλο άντρα με θυμωμένο πρόσωπο να μαστιγώνει το ζώο, ενώ υπάρχουν και κάποιοι άνθρωποι που παρακολουθούν.
Το έργο του χαρακτηρίζεται από ρεαλισμό και τόσο βαθιά ειλικρίνεια πολλές φορές, που άγγιζε και απέδιδε ακόμα και την αποκρουστική ασχήμια.
Φιλοτέχνησε όμως και πίνακες στους οποίους τα πρόσωπα έχουν ευγένεια, κομψότητα και χάρη, όπως «Η Αμαζόνα» και διάφορες προσωπογραφίες ευγενών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Μεγάλη γενική εγκυκλοπαίδεια Φάρος, εκδ. Φάρος
2. Εγκυκλοπαίδεια νέα δομή, εκδ. δομή
3. www.lautrec.info
4. www.mathisis.com
5. www.ibiblio.org
6. www.toulouselautrec.free

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου