Προτάσεις και Κριτική για την Οικονομία, την Πολιτική, την Κοινωνία & την Ανάπτυξη!
Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014
Πώς η Ελλάδα οδηγήθηκε στο Μνημόνιο
Όλη την κατάθεση του πρώην εκπροσώπου στο ΔΝΤ, Παναγιώτη Ρουμελιώτη, στις 20 Αυγούστου του 2012, στον τότε οικονομικό εισαγγελέα, Γρηγόρη Πεπόνη, σχετικά με την σύναψη της συμφωνίας δανεισμού μέσω του μηχανισμού ΕΕ - ΔΝΤ, φέρνει στο φως η κυριακάτικη Ελευθεροτυπία.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η κατάθεση περιλαμβάνεται στην ποινική δικογραφία που εστάλη στο Κοινοβούλιο (26.11.2012) και βρίσκεται ξεχασμένη στα συρτάρια του γραφείου Διεύθυνσης Νομοθετικού Εργου της Βουλής, έχοντας ορίζοντα παραγραφής τον Ιούνιο του 2014.
Την ίδια τύχη είχε και η δέσμευση Αντ. Σαμαρά για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, αναφέρει το ρεπορτάζ.
Το έναυσμα για τη δικαστική έρευνα είχαν δώσει δηλώσεις του Π. Ρουμελιώτη στους «New York Times» ότι το πρόγραμμα του Μνημονίου δεν βγαίνει και ότι αυτό το γνώριζαν όλοι...
Η κατάθεσή του κινείται στον αντίποδα της θέσης του Γ. Παπανδρέου, όπως διατυπώθηκε και πρόσφατα, μέσω ανακοίνωσης στενού συνεργάτη του πρώην πρωθυπουργού, σύμφωνα με την οποία «την αναδιάρθωση του χρέους είχε θέσει προς συζήτηση από την πρώτη στιγμή η τότε ελληνική κυβέρνηση, αλλά την απέρριπταν η Ε.Ε. και η ΕΚΤ».
Αναφέρει ότι στην πρώτη συνεδρίαση του Δ.Σ. του ΔΝΤ, πριν από την έγκριση του πρώτου Μνημονίου και την εκταμίευση της πρώτης δόσης, μέλη του ΔΝΤ εξέφρασαν ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους.
«Στις ανησυχίες αυτές, οι εμπειρογνώμονες μας πληροφόρησαν ότι η αναδιάρθρωση αποκλείστηκε από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές», αναφέρει.
Υποστηρίζει ότι τόσο ο Γ. Παπανδρέου όσο και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου γνώριζαν ότι ο στόχος της τριετούς προσαρμογής που απαιτούσε η Ε.Ε. ήταν αισιόδοξος και ότι δύσκολα η Ελλάδα θα έβγαινε από την ύφεση χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους.
Μετέφερε τις απόψεις του Στρος -Καν περί αναδιάρθρωσης το συντομότερο δυνατό, αίτημα που θα έπρεπε να το ζητήσει η ίδια η κυβέρνηση, σε Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου, στον Πέτρο Χριστοδούλου, πρώην επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους, ενώ το θέμα συζήτησε και με τους Γερ. Αρσένη,Λούκα Κατσέλη και Βάσω Παπανδρέου.
Αρνείται ότι οι δηλώσεις του στους «New York Times» έβλαψαν τα εθνικά συμφέροντα. «Τι θα έπρεπε να πούμε για εκείνους που παρομοίαζαν την ελληνική οικονομία με τον Τιτανικό που βουλιάζει και εκείνους που δήλωναν στους ξένους ομολόγους τους ότι κυβερνούν μια διεφθαρμένη χώρα;».
Αναφερόμενος ευθέως στον Γ. Παπανδρέου λέει: «Δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε τις προβληματικές όψεις του πρώτου Μνημονίου. Δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι δήθεν εγώ γνώριζα πράγματα τα οποία εκείνος δεν γνώριζε και ότι του τα απέκρυψα. Συμμετείχε σε όλες τις συναντήσεις κορυφής, ενημερωνόταν από συμβούλους διεθνούς περιωπής, είχε απευθείας επαφές με τον γενικό διευθυντή του ΔΝΤ και γνώρισε και από πρώτο χέρι τις ανησυχίες τους».
Η κατάθεση
"Στη συνέντευξη που δημοσιεύτηκε αποσπασματικά στους «New York Times», δεν ανέφερα κάτι καινούργιο και αντανακλούσε τις οικονομικές μου και τεχνοκρατικές απόψεις.
Συγκεκριμένα: Στη δημοσιογράφο είπα κάτι το οποίο είναι γνωστό σε όλους τους οικονομολόγους μέσα και έξω από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ότι δηλαδή δεν είχαμε κανένα επιτυχημένο παράδειγμα προγράμματος χωρίς να περιέχει το στοιχείο της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος προκειμένου να αποκατασταθεί η ελλειμματική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Η Ελλάδα, ως μέλος μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης της Ευρωζώνης με υπερεθνικό νόμισμα, δεν μπορούσε να υποτιμήσει το υπερεθνικό νόμισμά της. Όπως αναφέρω στη δήλωσή μου, αυτός ήταν ένας εκ των λόγων που το σύνηθες πρόγραμμα και η πάγια πολιτική του ΔΝΤ δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα.
Στην ίδια δήλωσή μου ανέφερα επίσης, απαντώντας σε επικριτική ερώτηση σε ό,τι αφορά τις καθυστερήσεις των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, ότι δεν είναι τόσο οι καθυστερήσεις αυτές που οδήγησαν σε σοβαρή ύφεση την οικονομία, αλλά κυρίως οι πολιτικές συρρίκνωσης μισθών και συντάξεων, που οδήγησαν σε σημαντική κάμψη τηνεσωτερική ζήτηση και τη μείωση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ).
Το γεγονός και μόνον ότι η δήλωσή μου αυτή στους «New York Times» επικροτήθηκε από τον καθηγητή Πολ Κρούγκμαν -βραβείο Νόμπελ της Οικονομίας- την επόμενη κιόλας μέρα από τη δημοσίευσή της, αποδεικνύει ότι το πρώτο Μνημόνιο ήταν προβληματικό, όπως ειδικά αναφέρει ο ίδιος, λέγοντας ότι ακόμα και τώρα η ρητορική συνίσταται στο πως οι Ελληνες δεν προσπαθούν αρκετά, εννοώντας ότι δεν είναι ότι οι Ελληνες δεν προσπαθούν αρκετά, αλλά ότι το πρόβλημα το δημιουργεί η μεγάλη ύφεση.
Πιστεύω ότι η δήλωσή μου αυτή στους «New York Times», μία εφημερίδα με παγκόσμια αναγνωσιμότητα, ήταν υποβοηθητική των προσπαθειών της σημερινής κυβέρνησης με την τρικομματική στήριξη, προκειμένου να αναδιαπραγματευθεί το δεύτερο Μνημόνιο και να αποτρέψει τις σοβαρές υφεσιακές παρενέργειές του.
Τα άλλα στοιχεία που ανέφερα στη δημοσιογράφο και δεν περιελήφθησαν στο άρθρο της ήταν τα εξής: Η αναδιάρθρωση του χρέους, το υψηλό επιτόκιο της Ευρωζώνης και η μικρή περίοδος προσαρμογής.
Για τα τρία αυτά θέματα είχα εκφράσει τις απόψεις μου, όπως ανέφερα και προηγουμένως. Τα θέματα αυτά ήταν γνωστά σε όλους από την αρχή.
Για παράδειγμα, θα αναφέρω ότι από την πρώτη μέρα που ανέλαβα τα καθήκοντά μου στο ΔΝΤ ως αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή του ΔΝΤ, είχα την ευκαιρία να παρευρεθώ σε μια συνάντηση του πρώην υπουργού Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου, που επισκέφθηκε, στις 7-3-2010, την Ουάσιγκτον, με τον πρώην διευθυντή της Ευρωπαϊκής Διεύθυνσης του ΔΝΤ κ. Μάρεκ Μπέλκα, ο οποίος ανέφερε στον κ. Παπακωνσταντίνου ότι ο στόχος της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής (τριετούς) που απαιτούσε η Ευρωπαϊκή Ενωση ήταν αισιόδοξος.
Επίσης του ανέφερε ότι δύσκολα η Ελλάδα θα έβγαινε από την ύφεση χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους, την οποία επίσης αρνούνταν οι Ευρωπαίοι εταίροι. Επομένως και το θέμα αυτό ήταν γνωστό στον κ. Παπακωνσταντίνου καθώς επίσης και στον πρώην πρωθυπουργό κ. Παπανδρέου, που είχαν εξάλλου απευθείας επαφές και με τον τότε γενικό διευθυντή του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν. Ωστόσο, στις 25-4-2010, ο κ. Παπακωνσταντίνου δήλωσε, σε συνέντευξη Τύπου στην Ουάσιγκτον, ότι η κυβέρνηση δεν έθεσε ποτέ το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Αυτό που δημιουργεί εντύπωση είναι ότι ο επίσημος σύμβουλος της κυβέρνησης από τα τέλη του 2009, η τράπεζα ΛΑΖΑΡ, είχε διαγνώσει από την αρχή ότι η κρίση χρέους στην Ελλάδα δεν ήταν κρίση ρευστότητας, δηλαδή βραχυπρόθεσμης αδυναμίας αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους από τις αγορές, αλλά κρίση φερεγγυότητας, δηλαδή δυσκολία ή και αδυναμία αποπληρωμής του χρέους.
Οπως αποκαλύπτει ο πρόεδρος της ΛΑΖΑΡ κ. Ματιλέ Πιγκάς, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό «Βημαγκαζίνο» της 22ας-7-2012, η τράπεζα ΛΑΖΑΡ είχε προτείνει στην κυβέρνηση από τα τέλη του 2009 αρχές του 2010 να ζητήσει από τους εταίρους της την αναδιάρθρωση του χρέους.
Επίσης εντύπωση δημιουργεί το γεγονός, όπως τουλάχιστον αναφέρεται σε πρόσφατο άρθρο του δημοσιογράφου Λάμπρου Καλαρρίτη στο περιοδικό «Επίκαιρα» της 2ας-8-2012, ότι ο πρώην πρωθυπουργός κ. Παπανδρέου, στο υπουργικό συμβούλιο, απαγόρευσε στους υπουργούς του να μιλούν για την αναδιάρθρωση του χρέους.
Επίσης θέλω να σας αναφέρω το γεγονός ότι λίγο πριν από τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ για την έγκριση του πρώτου Μνημονίου και την εκταμίευση της πρώτης δόσης προς την Ελλάδα, που πραγματοποιήθηκε στις 9-5-2010 στην Ουάσιγκτον, έλαβα ένα τηλεφώνημα από τον ανταποκριτή του MEGA στις ΗΠΑ κ. Μιχάλη Ιγνατίου, ο οποίος μου κατέστησε γνωστό ότι είχε την πληροφορία ότι ο κ. Ντομινίκ Στρος - Καν υποστήριζε την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε θέσει τέτοιο θέμα στις διαπραγματεύσεις".
Σε άλλο σημείο αναφέρει: "Το θέμα αυτό (αναδιάρθρωση) ήταν γνωστό στον κ. Παπακωνσταντίνου καθώς επίσης και στον πρώην πρωθυπουργό κ. Παπανδρέου, που είχαν εξάλλου απευθείας επαφές και με τον τότε γενικό διευθυντή του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος - Καν. Ωστόσο, στις 25-4-2010, ο κ. Παπακωνσταντίνου δήλωσε, στην Ουάσιγκτον, ότι η κυβέρνηση δεν έθεσε ποτέ το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέουςστο τραπέζι των διαπραγματεύσεων".
Αλλού λέει ο κ. Ρουμελιώτης: "Ο Ντομινίκ Στρος- Καν με κάλεσε |στο γραφείο του, στις |13-5-2010 και στις 28-6-2010, για να συζητήσουμε το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους και της αποπληρωμής του. Από την αρχή μού ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει το συντομότερο δυνατό να επιδιωχθεί αναδιάρθρωση του χρέους, μου επεσήμανε όμως ότι αυτό θα πρέπει να το ζητήσει η ίδια η κυβέρνηση".
"Είχα την ευκαιρία να ενημερώσω τον πρώην πρωθυπουργό κ. Παπανδρέου για τους υψηλούς κινδύνους του προγράμματος και την πιθανή αποτυχία του και σε μία συνάντηση που είχα μαζί του στην Ουάσιγκτον στις 21-9-2010.
Ομως ο υπουργός Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου συνέχιζε με δηλώσεις του να αποκλείει το ενδεχόμενο της αναδιάρθρωσης".
"Στις ανησυχίες των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, οι εμπειρογνώμονες μας πληροφόρησαν ότι η αναδιάρθρωση του χρέουςαποκλείστηκε από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές".
Συνεχίζει ο κ. Ρουμελιώτης: "Επίσης προσπάθησα μέσω μιας συνέντευξής μου στην «Ελευθεροτυπία» στις 6-1-2011 να διευκολύνω τη συζήτηση γύρω από τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους λέγοντας ότι συζητάμε στο ΔΝΤ την επιμήκυνση για όλο το χρέος. Η επιμήκυνση αποπληρωμής του χρέους αποτελεί μια μορφή αναδιάρθρωσής του αλλά δεν ήταν ικανή από μόνη της να επιλύσει ριζικά το θέμα της βιωσιμότητάς του.
Παράλληλα, στις 15-1-2011, ο υπουργός Οικονομικών της ΣλοβακίαςΙβάν Μίλκος ανάφερε, σε συνέντευξή του, ότι το ελληνικό πρόγραμμα ήταν λάθος γιατί δεν συμπεριλήφθηκε σε αυτό η αναδιάρθρωση του χρέους. Τρεις μέρες αργότερα, στις 18-1-2011, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Θεόδωρος Πάγκαλος αναφέρθηκε στο θέμα της αναδιάρθρωσης ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διέψευσε κατηγορηματικά τον κ. Πάγκαλο.
Στις 15-3-2011, στην ημερίδα του υπουργείου Οικονομικών για το ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής, και πάλι ο κ. Παπακωνσταντίνου απέρριψε την ανάγκη αναδιάρθρωσης του χρέους. Επίσης, στις 16-4-2011, επανέλαβε σε δημοσιογράφους στην Ουάσιγκτον ότι δεν απαιτείται αναδιάρθρωση του χρέους.
Όμως, στις 17-4-2011, ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Σημίτης, σε σχετικό άρθρο του, προέβλεψε ότι η αναδιάρθρωση είναι αναπόφευκτη.
Τρεις μέρες αργότερα, ο κ. Παπακωνσταντίνου ζήτησε εισαγγελική έρευνα για τις πληροφορίες που είχε η τράπεζα City Group για επικείμενη αναδιάρθρωση του χρέους. Εν τω μεταξύ οι ανησυχίες του ΔΝΤ για τη μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είχαν διογκωθεί.
Στις 3 Μαΐου του 2011 με κάλεσε και πάλι στο γραφείο του ο Ντομινίκ Στρος - Καν. Μου ανακοίνωσε ότι, με βάση τους υπολογισμούς των εμπειρογνωμόνων του ΔΝΤ, το χρέος είχε καταστεί μη βιώσιμο και θα έπρεπε, για να εκταμιευθεί η επόμενη δόση του Ταμείου προς την Ελλάδα, είτε να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους είτε να εξευρεθούν επιπλέον πόροι από τους Ευρωπαίους της τάξης των 55 δισ. ευρώ.
Δυστυχώς, οι αρχικές επιφυλάξεις του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους επαληθεύτηκαν. Η εσωτερική υποτίμηση δημιούργησε μεγαλύτερη ύφεση στην ελληνική οικονομία, πράγμα το οποίο αναιρούσε την αρχική εκτίμηση του Ταμείου και της τρόικας ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της μέσα από τις αγορές προς τα τέλη του 2011 αρχές του 2012.
Επομένως, οι εμπειρογνώμονες του Ταμείου και ο γενικός διευθυντής δεν μπορούσαν να προτείνουν την εκταμίευση της επόμενης δόσης εφόσον δεν τηρούνταν δύο καταστατικές δεσμεύσεις και συγκεκριμένα το χρέος δεν ήταν βιώσιμο και η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας για τους επόμενους δώδεκα μήνες δεν ήταν εξασφαλισμένη λόγω της αδυναμίας της να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές από τα τέλη του 2011 και αρχές του 2012.
Τα προβλήματα αυτά τα μετέφερα τόσο στον κ. Παπανδρέου όσο και στον κ. Παπακωνσταντίνου καθώς επίσης και στον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων καθηγητή κ. Γεώργιο Ζανιά.
Στις 12-5-2011 συναντήθηκα στην Αθήνα με τον πρώην πρωθυπουργό κ. Γιώργο Παπανδρέου. Συζήτησα και πάλι τα δύο αυτά θέματα μαζί του και με διαβεβαίωσε ότι θα κάνει μια επιτροπή για να εξετάσει το θέμα της ανδιάρθρωσης του χρέους. Οι ανησυχίες μου όμως δεν σταμάτησαν.
Οπως αποκαλύπτουν και τα «Νέα», σε πρόσφατο δημοσίευμά τους στις 11-12 Αυγούστου 2012, δεν σταματούσα να ανησυχώ και να ζητώ ακόμη και από συμβούλους του κ. Παπακωνσταντίνου την αναδιάρθρωση του χρέους.
Στις 8-6-2011 συνεδρίασε το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, το οποίο διαπίστωσε και επίσημα ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και απαιτείται, για να καταστεί βιώσιμο, η αναδιάρθρωσή του ή και η κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού των 55 δισ. ευρώ, στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως.
Ετσι, κάτω από την πίεση του Ντομινίκ Στρος Καν, μία ημέρα προτού συλληφθεί για τη γνωστή υπόθεση στη Νέα Υόρκη, οι Ευρωπαίοι εταίροι αποφάσισαν επιτέλους με μεγάλη καθυστέρηση την επιμήκυνση της πληρωμής του δανείου προς την Ελλάδα, των 80 δισ. ευρώ, και τη μείωση του επιτοκίου από 5% σε 3% ετησίως προκειμένου να βελτιώσουν το προφίλ του χρέους. Βεβαίως, η λύση αυτή δεν καθιστούσε και πάλι το χρέος βιώσιμο.
Στις 17-6-2011 έγινε ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης και ανέλαβε τα καθήκοντα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και του υπουργού Οικονομικών ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Κάτω από την πίεση του Ταμείου, οι Ευρωπαίοι αναγκάζονται τελικά να αποδεχθούν το κούρεμα του ελληνικού χρέους αρχικά κατά 21%.
Είναι η περίφημη απόφαση της 21ης-7-2011. Αλλά και η απόφαση αυτή αποδείχθηκε ανεφάρμοστη στην πορεία. Δεν καθιστούσε το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Οι προσπάθειες του Ταμείου να πείσουν τους Ευρωπαίους για μεγαλύτερο κούρεμα συνεχίστηκαν το επόμενο δίμηνο.
Αντανακλώντας τις απαιτήσεις του Ταμείου, δήλωσα, σε συνέντευξή μου στην εφημερίδα «Ημερησία» στις 8-9/10/2011, ότι όσοι υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να συμφωνήσει σε μεγαλύτερο PSI, δηλαδή κούρεμα, πρέπει να μας εξηγήσουν πώς θα μπορέσει η Ελλάδα να ανταποκριθεί σε ένα χρέος που με μαθηματική ακρίβεια οδεύει προς το 190-200% του ΑΕΠ.
Επειτα από αυτά για πρώτη φορά ο πρώην πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου δήλωσε στις 23-10-2011 ότι στόχος του ήταν να ελαφρυνθεί το χρέος, το οποίο επιβάρυνε τις πλάτες του ελληνικού λαού. Η επανάκτηση της ανταγωνιστικότητας μέσα από την εσωτερική υποτίμηση και η διατήρηση της δημοσιονομικής προσαρμογής θα είναι ακραία πρόκληση.
Σε ό,τι αφορά την εσωτερική υποτίμηση, υπήρχαν από την αρχή ανησυχίες στο Ταμείο επειδή ήταν γνωστό στους οικονομολόγους του ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα και υπήρχαν λίγες μόνο περιπτώσεις χωρών που πέτυχαν τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητά τους με εσωτερική υποτίμηση (δηλαδή χωρίς υποτίμηση του εθνικού νομίσματος).
Εξάλλου, στην τελευταία έκθεση του ΔΝΤ σχετικά με την έγκριση του δεύτερου Μνημονίου επιβεβαιώνονται σε ειδική ανάλυση οι αρχικές ανησυχίες του Ταμείου σχετικά με την εσωτερική υποτίμηση. Το σχετικό απόσπασμα από την ανάλυση αυτή του ΔΝΤ μεταφράστηκε και αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επίκαιρα» της 8ης-8-2010.
Συγκεκριμένα, στην ανάλυση αυτή αναφέρεται ότι το να πετύχει η εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μέσω της μείωσης μισθών και εισοδημάτων γενικότερα ώστε να μειωθούν οι εσωτερικές τιμές, είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα, απαιτεί χρόνο και προκαλεί μεγάλη ύφεση.
Εξάλλου, όπως σημειώνουν στην ίδια ανάλυση οι εμπειρογνώμονες του Ταμείου, οι προϋποθέσεις επιτυχίας του εγχειρήματος της εσωτερικής υποτίμησης στην Ελλάδα δεν είναι δεδομένες.
Όσον αφορά τη μικρή περίοδο προσαρμογής που αποφάσισε η Ευρωζώνη, ήταν από την αρχή γνωστό σε όλους ότι καμία χώρα στον κόσμο δεν είχε πετύχει τόσο μεγάλη μείωση του δημοσιονομικού της ελλείμματος σε τόσο μικρή χρονική περίοδο. Γι' αυτό και σήμερα η κυβέρνηση αγωνίζεται για την επιμήκυνση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής ώστε να περιοριστούν οι υφεσιακές παρενέργειες στην οικονομία.
Στις συζητήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ και στα επίσημα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν στη συνέχεια ότι η δημοσιονομική προσαρμογή όπου απαιτείται 16% του ΑΕΠ σωρευτικά σε τρία χρόνια είναι χωρίς προηγούμενο. Τέλος, όσον αφορά το υψηλό επιτόκιο της Ευρωζώνης, ήταν γνωστό από την αρχή ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε ένα τόσο υψηλό επιτόκιο.
Εξάλλου, η ίδια η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσισε τη μείωσή του, όπως προανέφερα. Επομένως, οι δηλώσεις μου στους «New York Times» αποτυπώνουν όλες τις ανησυχίες αυτές, οι οποίες στηρίζονταν στο γεγονός ότι δεν υπήρχε, τόσο από οικονομική όσο και από πολιτική άποψη, κανένα επιτυχημένο παράδειγμα ενός τόσο φιλόδοξου προγράμματος λιτότητας.
Επομένως, οι δηλώσεις μου αυτές δεν αποτελούν κάτι το καινούργιο καιούτε έβλαψαν τα εθνικά συμφέροντα.
Αντίθετα, έτυχαν μεγάλης διεθνούς προβολής και εναρμονίζονται πλήρως με τις επιδιώξεις της σημερινής τρικομματικής κυβέρνησης. Τι θα έπρεπε άραγε να πούμε για τις εκατοντάδες δηλώσεις, άρθρα, συνεντεύξεις, τοποθετήσεις όλων εκείνων που κερδοσκοπούν σε βάρος της Ελλάδας με το να υποστηρίζουν ότι είναι θέμα χρόνου η έξοδός της από το ευρώ, ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της τρόικας, καθυστερεί τις μεταρρυθμίσεις και άλλα πολλά;
Τι θα έπρεπε να πούμε για εκείνους που παρομοίαζαν την ελληνική οικονομία με τον Τιτανικό που βουλιάζει και εκείνους που δήλωναν στους ξένους ομολόγους τους ότι κυβερνούν μια διεφθαρμένη χώρα; Κατηγορήθηκα ότι γνώριζα πράγματα τα οποία δεν ανέφερα στην ελληνική κυβέρνηση.
Από την κατάθεσή μου προκύπτει ότι τα πράγματα αυτά που υποστήριζα στις συνεντεύξεις μου και στους «New York Times», ήταν από την αρχή γνωστά σε όλους ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα είχα μεταφέρει και στις ελληνικές αρχές. Εξάλλου, πρέπει να σας υπενθυμίσω ότι, ως αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, δεν ελάμβανα καμία απόφαση και ούτε συμμετείχα στη λήψη των αποφάσεων της ελληνικής κυβέρνησης.
Το γεγονός και μόνο ότι δεν μου επιτρεπόταν, με βάση το καταστατικό του Ταμείου, να λαμβάνω το λόγο και να υποστηρίζω είτε τις απόψεις της ελληνικής πλευράς είτε εκείνες του ΔΝΤ αποδεικνύει ότι δεν είχα κανέναν αποφασιστικό ρόλο. Πιστεύω ακράδαντα ότι πάντοτε εξέφραζα στις συνεδρίασεις του Δ.Σ. του ΔΝΤ τις επίσημες ελληνικές απόψεις με βάση τα επίσημα κείμενα που κατέθετε η κυβέρνηση στο ΔΝΤ. Εξάλλου, αυτό είναι εύκολο να διαπιστωθεί εφόσον εγώ ο ίδιος ζητούσα από το ΔΝΤ, κατά παρέκκλιση της τακτικής του, να δημοσιεύονται οι τοποθετήσεις μου στο Δ.Σ. μαζί με τις εκθέσεις αξιολόγησης του Ταμείου για την Ελλάδα.
Οι δηλώσεις μου μετά την παραίτησή μου από το Ταμείο δεν είναι αντιφατικές, εφόσον εγώ δεν συμμετείχα στις αποφάσεις που λαμβάνονταν από την ελληνική κυβέρνηση. Θεωρώ υποχρέωσή μου να εκφράζω τις επιστημονικές μου και τεχνοκρατικές μου απόψεις χωρίς να θέλω να θεμελιώσω μομφή για κανέναν.
Ελευθεροτυπία
http://www.freepen.gr/2014/01/blog-post_4285.html#.UuY8boqIjPk.facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου