Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Ο Σαββόπουλος αγαπάει τον Αριστοφάνη και το έδειξε στον Πλούτο

Ένα πολύχρωμο λαϊκό -αλλά καθόλου επιθεωρησιακό- θέαμα είναι ο «Πλούτος» που σκηνοθέτησε ο Διονύσης Σαββόπουλος με υπέροχους ηθοποιούς, καταπληκτικά κοστούμια και ζωντανή λειτουργικότατη μουσική.
Επωμιζόμενος τους ρόλους του μεταφραστή, του σκηνοθέτη, του μουσικού και του ηθοποιού ο Διονύσης Σαββόπουλος κατέβηκε στην Επίδαυρο (και συνεχίζει περιοδεύοντας ολόκληρη την Ελλάδα) ως «διαμαρτυρόμενος θεατής» ο οποίος έχει «σιχαθεί τον Αριστοφάνη όπως τον παίζουν πια στη Επίδαυρο και στις κουρασμένες τουρνέ τους οι δημοφιλείς καλαμπουρτζήδες μας».
Και είναι αλήθεια ότι τα...
τελευταία χρόνια ο λόγος του Αριστοφάνη εξαφανίζεται μέσα σε μια υποτιθέμενα επίκαιρη -αλλά κακής ποιότητας και δημαγωγική- επιθεώρηση.
Με την πρόφαση ότι τα έργα του Αριστοφάνη δεν είναι αρκετά αστεία, ούτε αρκετά κατανοητά από το σύγχρονο θεατή, η μεγάλη πλειονότητα των σκηνοθετών τα κατέστρεψε, τα ποδοπάτησε και τα εξευτέλισε.
Δεν βλέπαμε δηλαδή πια τους «Όρνιθες», την «Ειρήνη», τη «Λυσιστράτη», τους «Ιππείς», τους «Αχαρνής» ή τις «Νεφέλες», αλλά ένα απαράδεκτο συνονθύλευμα φτηνών και χοντροκομμένων αστείων μέσα σε μια βροχή βωμολοχιών.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος έκανε κάτι τελείως διαφορετικό. Τόσο απλό και τόσο σύνθετο:ακολούθησε τον ίδιο τον Αριστοφάνη, αγάπησε το κείμενο του, προστάτευσε του χαρακτήρες του, μετέφερε τα αυθεντικά του λόγια στη σύγχρονη ελληνική γλώσσα.
Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι δεν πρόσθεσε σύγχρονα αστεία, ότι δε χρησιμοποίησε κάποιες βωμολοχίες ή ότι δε σατίρισε ευθέως την πολιτική και κοινωνική κατάσταση των ημερών μας. Το έκανε όμως με μέτρο, χωρίς να καπελώσει το κείμενο και χωρίς να αλλοιώσει τη δομή του.
Ο «Πλούτος» δεν είναι το καλύτερο έργο του Αριστοφάνη. Μόνο ο τίτλος του προσφέρεται για μια σύγχρονη αλληγορία, κάτι που ο Σαββόπουλος δεν άφησε ανεκμετάλλευτο.
Κεντρικοί του χαρακτήρες είναι ο Αθηναίος πολίτης, Χρεμύλος, και ο υπηρέτης του, Καρίωνας, οι οποίοι ακούν από το μαντείο των Δελφών ότι πρέπει να ακολουθήσουν τον πρώτο άνθρωπο που θα βρουν στο δρόμο τους. Αυτός είναι ένας βρώμικος κακοντυμένος τυφλός, ο οποίος τους αποκαλύπτει ότι είναι ο Πλούτος. Τον έχει τυφλώσει ο Δίας κι έτσι δε μπορεί να δει ποιόν πρέπει να ευνοεί.
Ο Χρεμύλος παίρνει στο σπίτι του τον Πλούτο και λίγο αργότερα τον οδηγεί στο ιερό του Ασκληπιού για να του χαρίσει το φως του κι έτσι να επισκέπτεται πια μόνο τους δίκαιους και τους καλούς.
Τότε, όμως, εμφανίζεται η Πενία ισχυριζόμενη ότι αν ο Πλούτος δοθεί στους αγαθούς θα τους στερήσει τη γνώση, αφού κανείς πια δε θα προσπαθεί και κανείς δε θα εργάζεται. Η φτώχια και η στέρηση, ισχυρίζεται η Πενία, είναι το βασικό κίνητρο για τη δημιουργία, τον Πολιτισμό και τις Τέχνες, ενώ ο Πλούτος δε παράγει παρά μαλθακούς και διεφθαρμένους πολίτες.
Και σε εκείνο ακριβώς το σημείο ο Σαββόπουλος προσθέτει ένα δικό του κομμάτι, με σκοπό να υπογραμμίσει όλα όσα υπαινίσσεται το κείμενο. Βάζει, δηλαδή, μία Παράβαση (το έργο αυτό δεν έχει Παράβαση), την οποία ερμηνεύει ο ίδιος.
Κρατώντας μια πατερίτσα μπαίνει στη σκηνή υπό τους ήχους του τραγουδιού του «Άγγελος Εξάγγελος» λέγοντας, «εγώ για την αγάπη σας και για την εύνοιά σας, σας έλεγα τα ωραία. Μα κι όταν πήγα να σας πω τα πράγματα όπως είναι, να γράψω στίχους για όλα αυτά που μέσα μου φοβάμαι ότι θα έρθουν, κανένας δε με πίστεψε, μου έριξαν πέτρες. Ποιος θέλει μες το πάρτυ να ακούσει τα δυσάρεστα.»
Ιδιαίτερα επεξηγηματική η σαββοπουλική αυτή Παράβαση ενθουσίασε τους θεατές της Επιδαύρου, οι οποίοι διέκοπταν με μπράβο και χειροκροτήματα τον Σαββόπουλο. Η αλήθεια είναι ότι το εύρημα ήταν ενδιαφέρον, αλλά και μακρόσυρτο, αρκετά δημαγωγικό και προφανές και έμοιαζε περισσότερο με πολιτική ομιλία καταγγελίας και λιγότερο με ποιητική- θεατρική πράξη.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της παράστασης ήταν οι ηθοποιοί της. Ο εξαιρετικός Χρήστος Λούλης (Χρεμύλος) ανέβηκε ένα ερμηνευτικό επίπεδο, αλώνισε τη σκηνή με μοναδική χάρη, έβγαλε αβίαστα το γέλιο και τραγούδησε τις μελωδίες του Σαββόπουλου με τρόπο μοναδικό.
Ο Νίκος Κουρής (Καρύωνας) ήταν εξίσου απολαυστικός και αστείος, σίγουρος, στιβαρός και πάντα εύστοχος σε κάθε του λέξη και κίνηση, ενώ ο Μάκης Παπαδημητρίου (Πλούτος) μας έπεισε, για άλλη μια φορά, ότι είναι ίσως ο καλύτερος Έλληνας κωμικός. Και μόνο μια αδιόρατη κίνησή του και μόνο ένα βλέμμα του – μέσα στο τεράστιο αργολικό θέατρο– ήταν αρκετά για να κάνουν τους θεατές να πέσουν κάτω από τα γέλια.
Πολλή καλή, και εντελώς διαφορετική από ό,τι την έχουμε συνηθίσει έως τώρα, ήταν και η Αμαλία Μουτούση (Πενία), η οποία έπαιξε με τρόπο «τραγικά κωμικό» τον ρόλο της κλείνοντας το μάτι στον θεατή και φτιάχνοντας με καινούργια υλικά την «κακιά» του έργου.
Καταπληκτική ήταν και η Γριά του Ευριπίδη Λασκαρίδη, μια εξαιρετική ερμηνεία χτισμένη πάνω στην κίνηση, στην εκφορά του λόγου και στη χάρη ενός πολύ καλού ηθοποιού.
Εκπληκτικά ήταν τέλος, τα σκηνικά και τα κουστούμια του Άγγελου Μέντη, μια εξαιρετική δουλειά που παρέπεμπε στις καλύτερες εποχές του Τσαρούχη.
Ο Πλούτος μπορεί να μη φέρει την υπογραφή ενός έμπειρου και πρωτοπόρου σκηνοθέτη είναι, όμως, μια δουλειά έντιμη και απολαυστική. Μια παράσταση (παραγωγή του θεατρικού οργανισμού Ακροπόλ) που δεν προσβάλλει, που σέβεται το κείμενο και αναδεικνύει όλη την ουσία του.
Ο ΠΛΟΥΤΟΣ του Αριστοφάνη: Μετάφραση, σκηνοθεσία, μουσική: Διονύσης Σαββόπουλος. Παίζουν: Χρήστος Λούλης, Νικος Κουρής, Μάκης Παπαδημητρίου, Αμαλία Μουτούση, Διονύσης Σαββόπουλος, Ευριπίδης Λασκαρίδης. Σκηνικά-κοστούμια: Άγγελος Μέντης.

aixmi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου