Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά – Τα θεμελιώδη αναπτυξιακά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας

Η μελέτη «Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά» επιχειρεί να προσδιορίσει το μοντέλο και τη στρατηγική ανάπτυξης που θα πρέπει να ακολουθηθεί σε ορίζοντα δεκαετίας, χρησιμοποιώντας ως βάση την ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα, την εξωστρέφεια και την τόνωση των επενδύσεων και της απασχόλησης. 
Παραθέτουμε μέρος του κεφαλαίου για τα θεμελιώδη αναπτυξιακά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
Πέντε είναι οι βασικές παθογένειες της ελληνικής οικονομίας:

(α) η δομή της οικονομίας αποθαρρύνει τις επενδύσεις και τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας,
(β) ο ευρύτερος δημόσιος τομέας είναι μεγάλος και μη αποδοτικός,
(γ) η δομή και οι όροι της αγοράς εργασίας περιορίζουν την ευελιξία και την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού,
(δ) το νομικό και δικαστικό σύστημα είναι δύσβατο και αποθαρρύνει τις επενδύσεις και,
(ε) η παραοικονομία είναι πολύ εκτεταμένη.
___
Εμπόδια στην παραγωγικότητα και την ανάπτυξη στην ελληνική οικονομία
A Αποθάρρυνση επενδύσεων και επίτευξης κλίμακας
1▪ Κατακερματισμός και μικρό μέγεθος επιχειρήσεων στους περισσότερους κλάδους
2▪ Υπερβολική ρύθμιση αγορών και επαγγελμάτων
3▪ Περίπλοκες και περιοριστικές διαδικασίες αδειοδότησης και λειτουργίας
4▪ Απουσία ολοκληρωμένου και συστηματικού χωροταξικού σχεδιασμού και χρήσεων γης
5▪ Περίπλοκο και ασταθές φορολογικό πλαίσιο με απουσία κινήτρων για τη δημιουργία κλίμακας
B Μεγάλος και μη αποδοτικός δημόσιος τομέας 
6▪ Μεγάλος και δαπανηρός δημόσιος τομέας με υπηρεσίες χαμηλής ποιότητας
7▪ Χαμηλή αποδοτικότητα λόγω κατακερματισμού και αλληλοεπικάλυψης ευθυνών
8▪ Απουσία μηχανισμού για προσέλκυση ικανών στελεχών από την αγορά
9▪ Έλλειψη μηχανισμού διαχείρισης και ελέγχου απόδοσης και μειωμένη χρήση διπλογραφικού συστήματος
Γ Ανελαστική και περιορισμένη χρήση εργατικού δυναμικού
10▪ Χαμηλό επίπεδο συμμετοχής νέων και γυναικών στην αγορά εργασίας
11▪ Μειωμένη ευελιξία (π.χ., μερική απασχόληση) και κινητικότητα εργατικού δυναμικού
12▪ Δεσμευτικό και μη ευέλικτο πλαίσιο συλλογικών συμβάσεων
13▪ Απουσία συνεργασίας αγοράς και εκπαίδευσης – ελλιπής στήριξη της καινοτομίας
Δ Πολύπλοκο νομικό και δικαστικό σύστημα
14▪ Υπερπληθώρα νόμων (ενίοτε με αντιθέσεις) και ασαφή εφαρμογή τους
15▪ Αυξημένος όγκος δικαστικών υποθέσεων που οδηγεί σε μεγάλες καθυστερήσεις
E Αυξημένη ‘μαύρη’ οικονομία
16▪ Αυξημένη φοροδιαφυγή, συνεχείς μεταρρυθμίσεις στον τομέα ανίχνευσης της φοροδιαφυγής και στο σύστημα είσπραξης φόρων
17▪ Πολλές συναλλαγές και δημιουργία πλούτου εκτός επίσημης οικονομίας
—————————————————————————————————————–
α. Η αποθάρρυνση επενδύσεων και μεγάλων επιχειρηματικών μονάδων
Όπως σε πολλές μεσογειακές χώρες με έντονη την παρουσία οικογενειακών επιχειρήσεων, έτσι και στην Ελλάδα οι μικρές και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας. Ενδεικτικά στη μεταποίηση, πάνω από το 30% των εργαζομένων απασχολείται σε επιχειρήσεις με εννέα ή λιγότερους υπαλλήλους. Ακόμα και στην Ιταλία, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 15% ενώ στη Γερμανία είναι μόλις 5%. Κατά κανόνα, αυτές οι μικρές επιχειρήσεις λειτουργούν σε επίπεδα παραγωγικότητας που είναι χαμηλότερα κατά 40% σε σύγκριση με την παραγωγικότητα σε μονάδες άνω των 250 υπαλλήλων (βάσει μέσων όρων Ε.Ε. 27) (Σχήμα 9).

Παράλληλα με τον μεγάλο αριθμό πολύ μικρών επιχειρήσεων και τα μεγάλα ποσοστά αυτοαπασχολούμενων, παρατηρείται σχετική υστέρηση στην ανάπτυξη μεγάλων μονάδων και στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας. Αυτή η υστέρηση οφείλεται στην ύπαρξη πολλών αντικινήτρων που περιλαμβάνουν υπερ-ρυθμιζόμενους τομείς οικονομικής δράστηριότητας (παράμετροι όπως το επίπεδο ανταγωνισμού, ο αριθμός των συμμετεχόντων και οι περιορισμοί στην είσοδο νεοεισερχομένων ελέγχονται νομοθετικά), πολυνομία και γραφειοκρατία που καθυστερούν τις επενδύσεις, καθώς και ένα φορολογικό και εργατικό νομικό πλαίσιο που δεν ευνοεί την κλίμακα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες με τη μεγαλύτερη υπερ-ρύθμιση στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών (Σχήμα 10).
Έχει αποδειχθεί διεθνώς ότι οι μεγάλοι βαθμοί ρύθμισης προκαλούν αναπόφευκτα χαμηλότερη παραγωγικότητα.
β. Μεγάλος και μη αποδοτικός δημόσιος τομέας
Σε σχέση με το μέγεθος της χώρας και της οικονομίας της, ο δημόσιος τομέας είναι ένας από τους μεγαλύτερους και πιο δαπανηρούς στην Ευρώπη. Υπολείπεται σε μέγεθος κρατών στο Βορρά της Ευρώπης, που αναγνωρίζεται ότι προσφέρουν όμως πολύ καλύτερη ποιότητα κοινωνικών υπηρεσιών και άλλων αγαθών κοινής ωφέλειας. Το World Economic Forum κατατάσσει την Ελλάδα σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα αναφορικά με την ποιότητα των προσφερόμενων δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. Αυτή η χαμηλή ποιότητα σε συνδυασμό με την υψηλή δημόσια δαπάνη, καταδεικνύει την τεράστια αναποτελεσματικότητα του ελληνικού δημόσιου τομέα (Σχήμα 11).

Ταυτόχρονα ο δημόσιος τομέας πάσχει από τον κατακερματισμό και την επικάλυψη αρμοδιοτήτων μεταξύ οργανισμών και υπουργείων, δημιουργώντας επιπλέον βάρη και καθυστερήσεις στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, με συνεπακόλουθη ενίσχυση της παραοικονομίας. Το μεγάλο μέγεθος και η χαμηλή αποτελεσματικότητα προστίθενται στον μακρύ κατάλογο των στρεβλώσεων που ο δημόσιος τομέας επιβάλλει στην οικονομία. Πέρα από το στενό δημόσιο τομέα, υπάρχει ένα πλήθος μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων και οργανισμών, που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος (ακόμη κι αν επίσημα κατατάσσονται στον ιδιωτικό τομέα) και παρουσιάζουν τις ίδιες δομικές στρεβλώσεις στη χρήση των πόρων τους. Η έλλειψη μηχανισμού ελέγχου όσον αφορά στη δημόσια δαπάνη, συμπεριλαμβανόμενων και των δημόσιων προμηθειών, δημιουργεί στρεβλώσεις στους όρους ανταγωνισμού στον ιδιωτικό τομέα. Η εμπορική λειτουργία πολλών επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος. Το γεγονός αυτό και μόνο καταδεινύει τη ζωτική ανάγκη να μειωθεί η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από το δημόσιο τομέα και να βελτιωθεί σημαντικά η αποδοτικότητα του.
γ. Έλλειμμα ευελιξίας και ευρείας συμμετοχής στην αγορά εργασίας
Η Ελλάδα δεν εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες που της προσφέρει το εργατικό της δυναμικό. Πρόσφατα υπήρξαν ορισμένες σημαντικές προσαρμογές προς την κατεύθυνση των ευρωπαϊκών προτύπων, αλλά οι εργοδότες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν αντικίνητρα στις προσλήψεις, κυρίως λόγω του δύσκαμπτου νομικού πλαισίου, της επίδρασης των συλλογικών συμβάσεων στην αύξηση του κόστους εργασίας και στη συχνά στρεβλή λειτουργία του θεσμού της διαιτησίας. Επιπλέον, οι απόφοιτοι των ελληνικών πανεπιστημίων δεν βρίσκουν εύκολα εργασία, πρόβλημα που οφείλεται και στο μεγάλο χάσμα ανάμεσα στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τον επιχειρηματικό κόσμο. Εξαιτίας αυτών των στρεβλώσεων, η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη κινητικότητα στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη και τη μεγαλύτερη μέση παραμονή σε μία δουλειά απ’ όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ (Σχήμα 12).
Η κινητικότητα στην αγορά εργασίας είναι ένας κρίσιμος δείκτης που αντικατοπτρίζει την «υγεία» μίας οικονομίας. Το χαμηλό επίπεδο του δείκτη κινητικότητας αντανακλά και τη χαμηλή συμμετοχή του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό.
δ. Δύσβατο νομικό και δικαστικό σύστημα
Η επιχειρηματική δράση στην Ελλάδα εμποδίζεται από ένα δύσβατο σύστημα απονομής δικαιοσύνης με μεγάλο αριθμό νόμων, που είναι συχνά διφορούμενοι, παρωχημένοι ή και αλληλοαναιρούμενοι (π.χ. στην περιβαλλοντική νομοθεσία), με πολλαπλές επικαλύψεις και συχνές αναθεωρήσεις (π.χ. στον τομέα της φορολογίας). Η επακόλουθη πολυπλοκότητα δημιουργεί μία ανελαστική, μη παραγωγική δημόσια διοίκηση που προκαλεί καθυστερήσεις, σύγχυση και τριβές μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Γι’ αυτούς τους λόγους εν πολλοίς, το δικαστικό σύστημα είναι υπερφορτωμένο με υποθέσεις προς εκδίκαση και πάσχει από έλλειψη διαδικασιών και εξειδικευμένων πόρων που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τη συμφόρηση. Ενδεικτικά, στο Συμβούλιο της Επικρατείας υποβάλλονται κάθε χρόνο 8-9 χιλιάδες νέες υποθέσεις από τις οποίες εκδικάζονται μόνο 3 χιλιάδες περίπου. Εκκρεμοδικεί έτσι ένας όγκος υποθέσεων που εκτιμάται πως θα απαιτηθούν 2-6 χρόνια για να εκδικαστούν. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχουν κριτήρια με βάση τα οποία θα μπορούσαν να ιεραρχηθούν οι υποθέσεις, αλλά ούτε και οργανωτικοί πόροι για να καλύψουν τις πολλές διαδικαστικές απαιτήσεις. Η συσσώρευση υποθέσεων παρατηρείται επίσης και στα κατώτερα διοικητικά δικαστήρια, όπου η έλλειψη δικαστικών λειτουργών και διοικητικού προσωπικού είναι ένα συχνό φαινόμενο.
ε. Εκτεταμένη παραοικονομία
Πηγή:  Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά: Προσδιορίζοντας το Νέο Εθνικό Μοντέλο Ανάπτυξης – Σύνοψη / Το αδιέξοδο του ελληνικού οικονομικού μοντέλου – Έρευνα της εταιρίας McKinsey&Company 
Η μελέτη «Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά» ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2010, ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 και εκπονήθηκε από το γραφείο της McKinsey & Company στην Αθήνα. Χορηγοί της μελέτης ήταν ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, η Ελληνκή Ένωαη Τραπεζών και η ίδια η McKinsey & Company Το αποτέλεσμα είναι μία ανεξάρτητη μελέτη, που απηχεί αποκλειστικά και μόνο τα αποτελέσματα των αναλύσεων και τα συμπεράσματα που εξήγαγε η McKinsey & Company
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου