Θυμάται κανείς το Σαουδάραβα σεΐχη Αχμέντ
Γιακί Γιαμανί, υπουργό Πετρελαίου της χώρας του από το 1962 έως το
1985; Σίγουρα όχι.
Ομως, ο διάσημος τότε Σαουδάραβας υπουργός και σήμερα
δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας είναι ο άνθρωπος από τον οποίο
ξεκίνησαν τεράστιες και παγκόσμιες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές
αλλαγές.
Σπουδασμένος στα καλύτερα αγγλικά και
αμερικανικά πανεπιστήμια, ο σεΐχης Γιαμανί, γόνος πλούσιας οικογένειας
νομομαθών, υπήρξε, το 1973, ο δημιουργός του μεγαλύτερου καρτέλ στον
κόσμο - αυτού των χωρών παραγωγών πετρελαίου ΟΠΕΚ .
Την ίδια χρονιά, ύστερα από σκληρή μάχη
με...
τους εταίρους του, κατάφερε να τετραπλασιάσει την τιμή του μαύρου
χρυσού και να βυθίσει τη βιομηχανική Δύση σε μια βαθιά ιστορική κρίση,
αυτή της ενεργειακής της υποδομής και υπάρξεως.
Το περίφημο «πετρελαϊκό
σοκ» υπήρξε τεράστιο για την παγκόσμια οικονομία και προκάλεσε δομική
κρίση ολκής, η οποία όμως, ταυτοχρόνως, υπήρξε και η αφετηρία ποικίλων
μακροοικονομικών, μικροοικονομικών, κοινωνικών και γεωπολιτικών αλλαγών
και ανακατατάξεων...
Συσσώρευση απίστευτου πλούτου
Μία από τις μεγάλες αυτές αλλαγές, σε μία
ιστορική για τη Δύση εποχή, ήταν η συσσώρευση απίστευτου πλούτου στις
χώρες-μέλη του ΟΠΕΚ, που την περίοδο 1973-1979 αντιπροσώπευε 560 δισ.
δολάρια, ήτοι το 10% του τότε παγκόσμιου ΑΕΠ. Και, όπως ήταν φυσικό, ο
πλούτος αυτός αναζητούσε καλές αποδόσεις και καταφύγια.
Δημιουργήθηκε έτσι σε παγκόσμιο επίπεδο
μία κολοσσιαία αγορά πετροδολαρίων, τα οποία τροφοδότησαν το παγκόσμιο
σύστημα με εντυπωσιακή και πληθωριστική, ταυτοχρόνως, ρευστότητα,
προσδίδοντας και νέο περιεχόμενο στις μέχρι τότε χρηματοοικονομικές,
τραπεζικές και χρηματοπιστωτικές λειτουργίες.
Η παγκόσμια κεφαλαιαγορά γέμισε με
πληθωριστικά πετροδολάρια και, ενώ οι κυβερνήσεις και πολλοί
οικονομολόγοι αναζητούσαν τρόπους καταπολέμησης του πληθωρισμού,
τραπεζίτες, χρηματιστές και χρηματοοικονομικοί εξωθεσμικοί παράγοντες
αναζητούσαν νέου τύπου χρηματοοικονομικά εργαλεία, τα οποία για μια
ακόμη φορά αφετηρία τους είχαν τις ΗΠΑ.
Ετσι, κάπου το 1976, για όλους όσοι έχουν
ισχυρή μνήμη, υπό συνθήκες πετροδολαριακής ευφορίας, στις ΗΠΑ, επί
κυβερνήσεως Κάρτερ, η Κυβερνητική Εθνική Ενωση Ενυπόθηκων Δανείων
(ΚΕΕΕΔ) δημιούργησε τα πρώτα χρεόγραφα που εξασφαλίζονταν με ενυπόθηκες
απαιτήσεις. Με άλλα λόγια, συγκέντρωσε σε ένα καλάθι διάφορα ενυπόθηκα
στεγαστικά δάνεια που είχε συνάψει και, στη συνέχεια, εξέδιδε ομόλογα
στη βάση αυτού του συνόλου.
Κατά συνέπεια, αντί να περιμένει τριάντα
χρόνια για να συγκεντρώσει τα κέρδη από ένα ενυπόθηκο στεγαστικό δάνειο,
η ΚΕΕΕΔ μπορούσε να λαμβάνει προκαταβολικά ένα εφάπαξ ποσόν από τους
αγοραστές του ομολόγου. Σε αντάλλαγμα, οι επενδυτές που αγόραζαν τα νέα
αυτά ομόλογα θα λάμβαναν ένα τμήμα της ροής εσόδων από τους χιλιάδες
ιδιοκτήτες σπιτιών που ξεπλήρωναν τις υποθήκες τους.
Το σχέδιο αυτό ήταν επαναστατικό. Χάρη σε
αυτό που γρήγορα ονομάστηκε «τιτλοποίηση», τα μη ρευστοποιήσιμα
περιουσιακά στοιχεία, όπως τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, μπορούσαν
τώρα να συγκεντρωθούν και να μεταμορφωθούν σε ρευστοποιήσιμα περιουσιακά
στοιχεία καθ’ όλα εμπορεύσιμα στην ανοιχτή αγορά.
«Τα νέα αυτά εργαλεία είχαν ένα όνομα:
χρεόγραφα που εξασφαλίζονται με ενυπόθηκες απαιτήσεις ή ενυπόθηκα
χρεόγραφα. Με τον καιρό, και άλλοι κυβερνητικοί οργανισμοί, όπως η
Freddie Mac και η Fannie Mae, μπήκαν στο κόλπο της τιτλοποίησης. Το ίδιο
και επενδυτικές τράπεζες, χρηματιστηριακές εταιρείες, ακόμα και
εργολάβοι, που μάζευαν ολοένα και μεγαλύτερους αριθμούς ενυπόθηκων
στεγαστικών δανείων σε νέα και ολοένα πιο επικερδή καλάθια. Οι επενδυτές
σε όλο τον κόσμο τα έκαναν ανάρπαστα.
Η παγκοσμιοποίηση
Η χρηματοοικονομική επανάσταση είχε
ξεκινήσει και η έκρηξή της σηματοδοτούσε και την αρχή για τη ραγδαία
πορεία της παγκοσμιοποίησης. Και τούτο, διότι η χρηματοοικονομική
καινοτομία συνοδευόταν και από τεχνολογική πρόοδο, που στηριζόταν στις
ταχύτητες μεταφοράς γνώσεων, πληροφοριών, κεφαλαίων και προσβάσεων σε
πηγές που βοηθούν τις λήψεις αποφάσεων.
Ο σεΐχης, Αχμέντ Γιακί Γιαμανί, κατάλαβε
αμέσως τις παραπάνω εξελίξεις. Ετσι, αφού το 1979 με τους εταίρους του
προκάλεσε και τη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση, πίεσε τις τότε κυβερνήσεις
Ρέιγκαν και Θάτσερ να προχωρήσουν και στη σταδιακή απελευθέρωση της
διεθνούς κινήσεως κεφαλαίων και γενικά των χρηματοοικονομικών πράξεων.
Τον δε Ιούλιο του 1982, ο Γιαμανί, μαζί με άλλους υπουργούς πετρελαίου
και πολύ γνωστούς τραπεζίτες, ίδρυε την Investcorp, μία εταιρεία
επενδύσεων που έμελλε να παίξει σημαντικό γεωοικονομικό ρόλο.
Οι πρώτες σημαντικές επενδύσεις της
εταιρείας αυτής πραγματοποιήθηκαν στην ελβετική ωρολογοποιία και στην
γαλλική αγορά κοσμημάτων. Στη συνέχεια, η εταιρεία επεκτείνεται στον
όμιλο πολυτελών ειδών Vendome και σε τρεις ιδιωτικές γαλλικές τράπεζες.
Επίσης, παράρτημα του επενδυτικού ομίλου δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ,
στον αποκαλούμενο τομέα των «σκιωδών τραπεζών», ο οποίος κατά πολλούς
υπήρξε και η αφετηρία για τη σημερινή οξεία χρηματοοικονομική κρίση.
«Στις ΗΠΑ, αυτές οι επενδυτικές τράπεζες
καθοδηγούσαν, τυπικά, τη δημιουργία των καλαθιών των ενυπόθηκων
χρεογράφων. Δουλεύοντας με οποιονδήποτε είχε δημιουργήσει το καλάθι των
ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων -μία τράπεζα, έναν μη τραπεζικό δανειστή ή
έναν υποστηριζόμενο από το κράτος φορέα- μία επενδυτική τράπεζα
βοηθούσε στο στήσιμο μιας εταιρείας ειδικού σκοπού (SPV). Η SPV, στη
συνέχεια, εξέδιδε ενυπόθηκα ή ομόλογα χρεόγραφα, πουλώντας τα στους
επενδυτές.
Θεωρητικά, με το σύστημα αυτό, όλοι
έπαιρναν αυτό που ήθελαν. Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού έπαιρνε δάνειο, ενώ ο
χρηματομεσίτης και ο εκτιμητής κέρδιζαν την αμοιβή τους. Ο δανειστής
του ενυπόθηκου στεγαστικού δανείου έβγαζε σημαντικό κέρδος χωρίς να
περιμένει τριάντα χρόνια. Η επενδυτική τράπεζα αποκόμιζε μία παχυλή
προμήθεια για τη βοήθειά της, παρότι ξεφορτωνόταν τον κίνδυνο του
ενυπόθηκου στεγαστικού δανείου στις πλάτες κάποιου άλλου. Και, τέλος,
εξίσου σημαντικό, οι επενδυτές που αγόραζαν τα χρεόγραφα προσέβλεπαν σε
μια σταθερή ροή εισοδήματος, καθώς οι ιδιοκτήτες των σπιτιών θα
αποπλήρωναν τα δάνειά τους», γράφει ο Ν. Ρουμπινί.
Την περίοδο εκείνη, ο αείμνηστος Πίτερ
Ντράκερ, ο διεθνής γκουρού του μάνατζμεντ, σε ένα πολύκροτο άρθρο του
στο «Χάρβαρντ Μπίζνες Ριβιού», τόνιζε ότι η οικονομία μεταμορφώνεται, με
τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες να έχουν το πάνω χέρι έναντι των
αντίστοιχων της πραγματικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, εξηγούσε ότι
οι παγκόσμιες ροές κεφαλαίων αντιπροσώπευαν μαζί με τις συναλλαγματικές
πράξεις περί τα 500 δισ. δολάρια την ημέρα και ήταν περίπου 15 φορές
ανώτερες από το αντίστοιχο ετήσιο ποσό του διεθνούς εμπορίου αγαθών, το
οποίο τότε αντιπροσώπευε κάπου 14 τρισ. δολάρια.
Υπογράμμιζε έτσι ότι η χρηματοοικονομική
πτυχή της οικονομίας συνιστά συντελεστή παραγωγής πλούτου -τον οποίο οι
επιχειρήσεις δεν μπορούν να αγνοήσουν δεδομένου ότι θα αντιπροσωπεύει
και σημαντικό μέρος της πιθανής κερδοφορίας τους. Επίσης, ο Π. Ντράκερ
έγραφε ότι η χρηματοπιστωτική οικονομία, σε συνδυασμό με τις αλλαγές
στην φύση της εργασίας, στις δυτικές κοινωνίες, θα δημιουργεί κραυγαλέες
ανισότητες, θα επιτρέπει το γρήγορο πλουτισμό των νέων «λευκών κολάρων»
και θα κάνει συχνότερες τις «φούσκες».
Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού και
στο βαθμό που η κινεζική οικονομία υιοθετούσε τους μηχανισμούς της
αγοράς, ο γνωστός Αμερικανός οικονομολόγος Τζέφρεϊ Σακς έκανε λόγο για
μια νέα και παγκόσμια ανακατανομή του πλούτου, τονίζοντας ότι είχε
σημάνει για τη Δύση η αρχή του τέλους της ευημερίας, όπως την είχε
γνωρίσει την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Κατά τον Αμερικανό οικονομολόγο, οι
ανακατατάξεις από την επαναθεώρηση και τη βαθιά μεταβολή του διεθνούς
καταμερισμού της εργασίας θα δημιουργούσαν νέα και σοβαρά προβλήματα
στις δυτικές πραγματικές οικονομίες, οι οποίες θα αντιμετώπιζαν νέους
όρους ανταγωνισμού και μεταφορά των παραδοσιακών παραγωγικών τους
δραστηριοτήτων στις χώρες χαμηλότερου εργατικού κόστους.
Συμπληρώνοντας τις απόψεις αυτές, οι
οικονομολόγοι Ζόλταν Ακς και Φίλιπ Αουστερβαλντ έκαναν λόγο για το
«τέλος της ανάπτυξης» στις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο και τόνιζαν
ότι η κρίση που θα προέκυπτε από το γεγονός αυτό θα αποτελούσε μία
ριζική επαναθεώρηση της καπιταλιστικής λογικής και των συνδεδεμένων με
αυτήν χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων. Πρότειναν έτσι μία ανανέωση της
καπιταλιστικής λογικής προς την κατεύθυνση της «θεσμικής φιλανθρωπίας»,
η οποία θα πρέπει πλέον να συμβαδίζει με μία διαφορετική, αλλά πάντα
απαραίτητη ανάπτυξη του επιχειρηματικού πνεύματος.
Στη βάση αυτής της λογικής, ο γνωστός
Αμερικανός φιλόσοφος και συγγραφέας, Φράνσις Φουκουγιάμα, αναρωτιέται σε
τελευταίο άρθρο του αν η δυτική μεσαία τάξη μπορεί να επιβιώσει στις
σημερινές έντονα ανταγωνιστικές, αλλά και γρήγορα μεταβαλλόμενες
συνθήκες, στις οποίες καθοριστικό, αλλά αρνητικό ρόλο εις βάρος της
δημοκρατίας παίζουν οι ομάδες οργανωμένων συμφερόντων. «Το διακύβευμα
στις σημερινές συνθήκες κρίσης», γράφει ο Φ. Φουκουγιάμα, «είναι μάλλον η
διαφοροποίηση του καπιταλισμού και ο βαθμός στον οποίον οι κυβερνήσεις
θα βοηθήσουν τις κοινωνίες να προσαρμοστούν στις αλλαγές.
Η παγκοσμιοποίηση θα πρέπει να γίνει
αντιληπτή όχι ως ένα μοχθηρό φυσικό φαινόμενο, αλλά μάλλον ως πρόκληση
και ευκαιρία, που πρέπει να γίνει αντικείμενο πολύ προσεκτικών πολιτικών
χειρισμών».
Ανάπτυξης νέας προβληματικής
Γύρω από αυτή τη διατύπωση του Φ.
Φουκουγιάμα, αναπτύσσεται ήδη, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, μια
νέα προβληματική σχετικά με το ρόλο του κράτους αλλά και την ικανότητα
των αγορών να αυτορυθμίζονται.
Κεϋνσιανοί οικονομολόγοι, όπως για
παράδειγμα οι Γάλλοι Φιλίπ Ασκενάζι και Ντανιέλ Κοέν, παραδέχονται ότι η
αυτορρύθμιση των αγορών είναι μύθος -πλην όμως, αναγνωρίζουν ότι ούτε
τα συντεχνιακά και αντιπαραγωγικά κράτη μπορούν να ανταποκριθούν στις
πραγματικές προκλήσεις του 21ου αιώνα, η σοβαρότερη από τις οποίες είναι
αυτή της αναζήτησης μιας άλλης ευημερίας για τις μεσαίες τάξεις, ώστε
να αποφευχθούν οι σε παγκόσμιο επίπεδο συγκρούσεις τους.
«Ο δρόμος προς μια νέα ευημερία», λέει ο
Γάλλος διανοούμενος και οικονομολόγος Ζακ Αταλί, «δεν θα έλθει ποτέ, αν,
σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν βρεθεί αποδεκτή λύση για το δημόσιο χρέος. Το
τελευταίο αποτελεί βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας και, για να
αποφευχθούν τα χειρότερα, απαιτείται η διεθνής διαχείρισή του. Υπό τον
όρο όμως ότι θα τεθούν και σαφέστατοι ρυθμιστικοί κανόνες λειτουργίας
του χρηματοοικονομικού συστήματος και των καταχρήσεών του. Αυτή η κρίση
μάς προσφέρει πολλές ευκαιρίες για σοβαρές και ρηξικέλευθες
μεταρρυθμίσεις. Είναι κρίμα να τις χαραμίσουμε…».
Οντως, αν ζούσε και ο Γιόζεφ Σουμπέτερ, ή ακόμα και ο Κέυνς, μάλλον τα ίδια θα έλεγαν.
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ – Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Υπαρχει
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαζι με το μιζοκομμα του Πασοκ να στειλουμε στον αγυριστο και το μιζοκομμα της ΝΔ
Ολα τα υπαλληλακια της siemens ΦΥΛΑΚΗ