Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Όταν θα παρελαύνουν οι Θεσπιείς


Μιλάω με σπασμένη φωνή,
δεν εκλιπαρώ τον οίκτο σας.
Μέσα μου μιλούν χιλιάδες,
που κάποτε φώναζαν οργισμένα στον ήλιο.
Μια γενιά που έψελνε τα δικαιώματά της,
κουνώντας λάβαρα πανηγυριού, σειώντας σπαθιά,
γράφοντας στίχους εξαίσιους, μιας πρώτης νεότητας,
ποτίζοντας τα σπαρτά με περίσσιο αίμα.
Μικρά παιδιά που αφέθηκαν στο έλεος τ’ ουρανού...
1821, 2021. Ματιές μπρός-πίσω ρίχνει ο νούς. 
Όταν διαθέτει τη σοφία να θυμάται, όταν έχει τη δύναμη να ονειρεύεται
Κάθε ματιά στα μελλούμενα δεν είναι αλλοίθωρη αν εμπεριέχει εικόνες από τη θέαση του παρελθόντος, κοντινού ή μακρινού, ανάλογα με το πόσο απλωμένη στο μέλλον είναι η πατημασιά μας
Ποιός μπορεί να δεί όχι το μακρυνό μέλλον, αλλά το αύριο ή το σήμερα χωρίς νάχει ρίξει τη ματιά του στο παρελθόν ;

Κοινωνίες και άτομα, που καυχώνται για την απαλλαγή τους από τη "σκιά" του παρελθόντος τους, οδηγήθηκαν και οδηγούνται σε ένα σκοτεινό μέλλον. Μένουν ορφανοί και άοπλοι στα χέρια και τη βούληση εξουσιών. Που λογαριάζουν γι' αυτούς χωρίς αυτούς, αποτολμώντας να σχεδιάζουν χωρίς τα διδάγματα της Ιστορίας. Της οποίας -τα διδάγματα- ενίοτε ανασταίνουν Εφιάλτες και Ερινύες,  μαρτύρια μιας Ύβρεως, εκδικητές μιας παρεκτροπής. 

Κι' έτσι οι άθεσμοι συμβουλάτορες και οι διανοητές των εξουσιών κλήθηκαν να διακηρύξουν το τέλος της Ιστορίας. Κατά παραχώρηση από τους εξουσιαζόμενους. Ζήτησαν και απαιτούν να καταδικασθεί η Ιστορία σε θάνατο. Όσο παρανοϊκό και αν ακούγεται, το αποτόλμησε ο "φιλόσοφος" των Αγορών Φουκουγιάμα πριν λίγα χρόνια...

...και τα κυπαρίσσια τις νύχτες, στέλνουν μυστηριώδη νοήματα στους επιλήσμονες...*

*******
Θα παραταχθεί, ανακοινώθηκε, σύσσωμο το υπουργικό συμβούλιο, ο Πρωθυπουργός και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για να εισπράξουν τις τιμές μας για τους ήρωες του 1821. Τιμές ανατοκιζόμενες τοκογλυφικώς με βούλες και συμβάσεις που ρευστοποιούνται ολημερίς και ολονυκτί στα ταμεία των δανειστών. Κι' αν τα μαντήλια που θα ανεμίζονται θα είναι κόκκινα, κι' αν οι σημαίες του πένθους θα ψιθυρίζουν θούριους και θρήνους, η παράσταση θα τελεσθεί. 

Συναγμένες μαϊμούδες εν μέσω κλοιού από δεκάδες και εκατοντάδες γορίλες, προστάτες και εποπτεύοντες θα εισπράξουν τις τιμές. Που υποτίθεται ότι θα τις ενεχειριάσουν στους ήρωες του 21 με κάποιο τρόπο. Σαν αυτό τον τρόπο που βρήκε ο πρώην δήμαρχος Ζαχάρως να μεταβιβάσει τις δωρεεές των ομογενών Αυστραλών για τους πυρόπληκτους της Ηλείας στις υποκόσμιες επενδύσεις του. Ή σαν τον τρόπο που βρήκε ο κ. Παπακωνσταντίνου να σουφρώσει το ταμείο βοήθειας για τους πυροπαθείς. Διότι, κάθε τί που εισπράττεται, σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση, θα μεταβιβάζεται αυθορεί και παραχρήμα στις τσέπες των δανειστών και των υπηρετών τους, ως τιμή μας, προς τους απελευθερωτές της χώρας από τον φόβο της χρεωκοπίας.

Έτσι τιμές θα αποδοθούν στον κ. Ράϊχενμπαχ, το ΔΝΤ, την τρόϊκα και όλους τους σύγχρονους φιλέλληνες. Η τρέχουσα παλλιγενεσία του έθνους ανέδειξε νέους ήρωες: τα ζόμπι της ελεύθερης οικονομίας και της δανειακής υποδούλωσης. Όσοι εκλεκτοί παρευρεθούν -με προσκλήσεις- θάχουν την ευλογία να εισπνεύσουν τον αέρα του νέου πατριωτισμού που οραματίζεται ο Μπένυ, ο Αντωνάκις και ο Βορίδις.  

Για τις σκηνοθετικές ανάγκες προσχωρήστε σε αυτή την φαντασίωση και δείτε: τον Μπένυ Κολοκοτρώνη, τον Παπαδήμο Αθ. Διάκο, την Διαμαντοπούλου Μπουμπουλίνα, τον Σαμαρά Παπαφλέσα, τον Βορίδη Νικηταρά, τον Αβραμόπουλο Καραϊσκάκη, τον Καρατζαφέρη καλόγερο Σαμουήλ, τον κυρ Φώτη μετά της κυρίας Ρεπούση στων Ψαρρών την ολόμαυρη ράχη,  και τον Γιωργάκις...
  ά, όχι! Αυτός ήταν ο Υψηλάντης, στην φιλική εταιρεία που προετοίμασε την παλλιγενεσία.

*******

Μυστικά το ξεστόμισε η Μνήμη, η Μούσα του Ελικώνα, στο αυτί της Ιρέν**.

Το ανεπανόρθωτο θα μας συμβεί μόνον όταν θα ξυπνήσουμε 
ανάμεσα στους νεκρούς και θα δούμε τότε πως ποτέ δεν ζήσαμε.

...και έτσι θα κληθούν να παρελάσουν οι 700 Θεσπιείς.

   , που αψηφώντας το θάνατο μείναν έως το τέλος να φυλάνε Θερμοπύλες, κάτω από τα βέλη του Μαρδόνιου. Ποιητές της Πόλης, τιμητές του έρωτα και των Μουσών. Μείναν για να σπείρουν την ομορφιά των έργων τους ως τα κύματα του Αιγαίου, αγνοώντας την πίστωση της Ιστορίας. Αυτοί  που ήξεραν να πιστώνουν τους νεκρούς των με δίστιχους ύμνους και έργα λαξευτά. Αυτοί που μείναν αγνοημένοι από τους λογιστές της Ιστορίας για 2.500 χρόνια. 

Τόσα χρειάστηκαν για να λάμψει κάποτε το μεγαλείο αυτής της μικρής πόλης του Ελικώνα που θυσίασε όλους τους μάχιμους πολίτες της για το Κοινό. Μη καιροσκοπώντας, μη οικονομώντας δυνάμεις για τα μετόπισθεν, ακόμη και για την ύστατη μάχη για τη φλόγα της μικρής τους εστίας. Μείναν, κι' ας μην γαλουχήθηκαν ποτέ με τα πρωτόκολλα πατριωτισμού Λακεδαιμονίων εφόρων και, εφόδια πολεμικών αρετών μη διαθέτοντες. Γιατί εκεί στην κοιλάδα των Μουσών ο πόλεμος ήταν ξορκισμένος από τη ζωή.

, και έτσι έμειναν οι Θεσπιές  θρύλλος, δέντρο θαλερό, ποτισμένο από τους στίχους του Ησιόδου. Ν' αναπαύονται οι καρδιές κάτω από τα κλαριά του, πάνω από το ευωδιαστό χώμα τούτης της γής. 

Και εκατοντάδες χρόνια μετά, σε τούτη τη γή, θα υποκλίνονταν στον πολιτισμό της οι εξουσίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και αν, κάποτε, τούτη η γή πυρπολήθηκε από τη λήθη των αιώνων, δάφνες άκαυστες έσωσαν τη μνήμη της ως τα τωρινά τα χρόνια. Έτσι ο Δημόφιλος ο Διαδρομέας μεθαύριο θα είναι εκεί, στην παρέλαση και πάλι. Να αποδώσει τις τιμές που αρμόζουν στους Εφιάλτες της Ιστορίας.

Θα παρελάσει ο Δημόφιλος ο Διαδρομέας με τους Θεσπιείς του κάτω από τη σκιά π' αφήσαν τα βέλη του Μαρδόνιου, στη γή των Θερμοπυλών. Μπροστά από τους μηδίσαντες και τον Εφιάλτη -πως επέζησαν αιώνες τώρα- που παρέδοσαν τα κλειδιά της πόλης, αποκομίζοντας την εύννοια του Ξέρξη. Μα αυτού θα του τύχει ένα χρόνο μετά 'κείνη η συμφορά στη Σαλαμίνα που θα τον αναγκάσει να επιστρέψει στην Ασία. Παραδίνοντας ως νεκρούς τους μηδίσαντες στη λήθη, μα ούτε 'κείνη δεν τους καταδέχθηκε. Και με τη σειρά της, φτηνά θα τους πουλήσει στις Ερινύες του Κιθαιρώνα, νάχουν ένα σκιάχτρο για τους αιώνες που θάρθουν.


...Η γενιά μου ήταν μια αστραπή, 
που πνίγηκε η βροντή της.
Η γενιά μου καταδιώχτηκε σα ληστής,
σύρθηκε στο συρματόπλεγμα,
μοίρασε σαν αντίδωρο τη ζωή και το θάνατο.
Οι άνθρωποι της γενιάς μου δεν πεθαίναν στα νοσοκομεία,
κραύγαζαν έξαλλοι στα εκτελεστικά αποσπάσματα.
Τα χέρια τους ήταν μαγνήτες,
τρώγαν πικρό ψωμί, καπνίζαν εφημερίδες,
ζητώντας ευλαβικά μια θέση σ’ αυτήν τη γη.
Όπου κι αν στάθηκαν οι σκιές τους ριζώσαν,
άδικα προσπαθείτε δε θα ξεριζωθούν ποτέ.
Θα προβάλλουν μπροστά στα τρομαγμένα σας μάτια.
Τώρα τα καταλάβαμε όλα,
Καταλάβαμε τη δύναμή μας… 
και για τούτο μιλώ,
με σπασμένη φωνή που κλαίει
κάθε φορά στη θύμησή τους….
Κραυγή ∆εκάτη Πέμπτη 
Κλείτος Κύρου

* Τάσος Λειβαδίτης
**Ηρωϊδα του Ίψεν
Πίνακας: Vincent van Gogh

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου