Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010

Ισχύς ελλείψει αντιπάλου

«Αυτή τη μάχη ή θα την κερδίσουμε όλοι μαζί ή θα βουλιάξουμε όλοι μαζί». 
 
Να απευθύνθηκε άραγε προς τους Έλληνες πολίτες ο πρωθυπουργός το Σάββατο στην ομιλία του στη ΔΕΘ;  
Κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος. Πάντως ο ίδιος, τόσο με την παρουσία του στη Διεθνή Έκθεση, όσο και με τον ανασχηματισμό, φρόντισε να στείλει κυρίως μηνύματα προς το εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ.
 
Αφού... «ανασχημάτισε» όλη κι όλη μια Μπατζελή, η οποία αίρει πλέον όλες τις «αμαρτίες» της κυβέρνησης, αφού έβαλε στην κυβέρνηση όλους τους κατά καιρούς «πικραμένους» με την πολιτική του, αφού φρόντισε να ψαλιδίσει τα φτερά πολλών από τους μέχρι πρότινος ισχυρούς του σχήματος εν όψει της ισχυροποίησης των άμισθων – από την κυβέρνηση μόνο; – συμβούλων του, εν τέλει φαίνεται να καταλήγει:
«Κανένας μας δεν είναι άμοιρος ευθυνών και κανένας δεν μπορεί να κερδοσκοπεί για αποφάσεις που πήραμε όλοι μαζί».
Από την άλλη πλευρά φαίνεται όμως να απευθύνεται – έστω κι αν ο ίδιος δεν το επέλεξε ή δεν το σκέφτηκε καν – σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Άλλωστε είναι προφανές από καιρό ότι η συλλογική ενοχοποίηση της κοινωνίας και της πολιτικής για το κατάντημα της χώρας αποτελεί κεντρική επικοινωνιακή επιλογή τόσο της κυβέρνησης όσο και των ΜΜΕ.

Αν όμως αυτό είναι απολύτως κατανοητό και αναμενόμενο εκ μέρους του πρωθυπουργού, της κυβέρνησης και των συγκροτημάτων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης και του αγώνα πολιτικής και επιχειρηματικής επιβίωσης, που διαρκώς γίνεται όλο και πιο σκληρός για όλους, είναι αξιοπερίεργο το ότι δεν λαμβάνει μια επί της ουσίας απάντηση από το σύνολο της αντιπολίτευσης...


Ετεροκαθοριζόμενη αντιπολίτευση

Αλήθεια, όμως, τι απάντηση να πάρει π.χ. από τη Ν.Δ., η οποία, αντιτιθέμενη στο Μνημόνιο, ψάχνει ακόμη να βρει «μείγμα πολιτικής» που θα μας βγάλει «γρηγορότερα» και «πιο ανώδυνα» από δαύτο; Ποιος έχασε όμως το μείγμα για να το βρουν στη Ρηγίλλης; Και τι είδους μείγμα είναι αυτό που μπορεί να υπερβεί τη δεσμευτικότητα του Μνημονίου και της πολύ χειρότερης (κι ακόμη πιο δεσμευτικής) δανειακής σύμβασης;

Άλλωστε στη Νουδούλα είναι εδώ και χρόνια πολιτικά αναξιόπιστοι και ανίκανοι να αντιπαρατεθούν επί της ουσίας στο νυν κυβερνών κόμμα κι ο λόγος δεν είναι άλλος απ’ το ότι φαίνεται να κατατρύχονται από το «σύνδρομο ΠΑΣΟΚ», όπως εξ άλλου το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της «όλης» αντιπολίτευσης.

● Ο Κ. Καραμανλής ο νεότερος δεν ήταν αυτός που – εν αντιθέσει με τον θειό του – δήλωνε θαυμαστής του Ανδρέα Παπανδρέου;

● Ο Α. Σαμαράς δεν είναι αυτός που διαμαρτυρόταν προσφάτως, σοσιαλιστικότερος του Παπανδρέου και δίκην... Παναγιωτακόπουλου, ότι «Τα σοσιαλιστικά οράματα του ΠΑΣΟΚ το 1974 "πνίγηκαν" στο νεοφιλελεύθερο μνημόνιο του 2010»;

Δεν είναι όμως μόνο η σημερινή Ν.Δ. που κατατρύχεται από το «σύνδρομο ΠΑΣΟΚ» ούτε η μόνη η οποία μοιάζει να καθορίζει την πολιτική της όχι αυτόνομα, αλλά επί τη βάσει των σχεδιασμών και των πεπραγμένων του κυβερνώντος κόμματος. Τα ίδια – και ενίοτε χειρότερα – φαίνεται να συμβαίνουν σε ολόκληρο το πολιτικό στερέωμα:

1. Ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γ. Καρατζαφέρης δεν είναι αυτός που επαιρόταν δημοσίως ότι, πέραν των αναρίθμητων δημόσιων παρεμβάσεών του, συμβούλευε τον πρωθυπουργό υπέρ της προσφυγής στο ΔΝΤ; Το ότι έριξε τους τόνους δεν αναιρεί το ότι συνεχίζει και σήμερα να υπερακοντίζει για μέτρα ακόμη δυσμενέστερα για την κοινωνία από τα ήδη γνωστά.

2. Παραμένοντας στον χώρο της Δεξιάς, η Ντόρα Μπακογιάννη δεν ήταν αυτή που, στη βάση της στήριξης του Μνημονίου, διαφοροποιήθηκε προκαλώντας τη διαγραφή από το τέως κόμμα της;

3. Πηγαίνοντας λίγο πιο αριστερά, η αποκόλληση των ανανεωτικών του ΣΥΝ υπό τον Κουβέλη, με τη δημιουργία της Δημοκρατικής Αριστεράς, δεν συνοδεύτηκε πολύ γρήγορα από την αναζήτηση – επιτυχή σε πολλές περιπτώσεις, με κορυφαίο παράδειγμα τον Δήμο Αθηναίων – συμμαχιών με το ΠΑΣΟΚ;

4. Οι Οικολόγοι Πράσινοι άλλωστε δεν έχουν ανακοινώσει ήδη – με όρους... – τη συμμαχία τους με Δημοκρατική Αριστερά και ΠΑΣΟΚ στον Δήμο Αθηναίων, στο πλαίσιο της υποψηφιότητας Καμίνη; Δεν παραμένουν, ακόμη και σήμερα, πιστοί στη λογική των συνεργασιών με οποιονδήποτε παρέχει δεσμεύσεις για «πιο πράσινη» πολιτική;

5. Ο Αλ. Αλαβάνος δεν είναι αυτός που – αφού επί χρόνια αποζητούσε τη «συνάντηση» με τη σοσιαλιστική εκδοχή του ΠΑΣΟΚ – ως υποψήφιος περιφερειάρχης κηρύσσει την «ελεύθερη Αττική» ως πρώτο βήμα για την «ελεύθερη Ελλάδα» επικαλούμενος δημοσίως ως πρότυπό του τη διάσπαση της Ένωσης Κέντρου από τον Ανδρέα Παπανδρέου προκειμένου να ιδρύσει το ΠΑΣΟΚ;

6. Ο Αλ. Τσίπρας δεν είναι αυτός που επέμεινε μέχρι τέλους στην υποψηφιότητα Μητρόπουλου, ενός από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα στελέχους διαφωνούντος μεν με το μνημόνιο, αλλά ιστορικά πιστού στο ΠΑΣΟΚ, με την επιδίωξη να είναι η δική του απόπειρα διεμβολισμού του κυβερνώντος κόμματος πιο επιτυχημένη απ’ όλες τις προηγούμενες (όλες αποτυχημένες!);

Τι κι αν η διαμάχη Τσίπρα και Αλαβάνου οδηγεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια ακόμη διάσπαση, την οποία όλοι αναμένουν αλλά κανείς δεν ομολογεί περιμένοντας να τη χρεωθούν «οι άλλοι»;

7. Μόνο το ΚΚΕ – έχοντας μάλλον πάρει το μάθημά του από την καταστροφική διετία 1989-1990 – φαίνεται να μην καθορίζει ή να δικαιολογεί τις επιλογές του με άξονα και ευθεία αναφορά στο ΠΑΣΟΚ. 

Όμως και στον Περισσό τα πράγματα δεν είναι, προοπτικά, πολύ ρόδινα, αφού το ΚΚΕ, παρά τα δημοσκοπικά κέρδη του, επιμένει να μην μπαίνει στα βαθιά. Εξαρτώντας και υποτάσσοντας τα πάντα στην κατάκτηση της «λαϊκής εξουσίας», φαίνεται να απέχει συνειδητά από την απόπειρα να διατυπώσει μια πολιτική διεξόδου από τη σημερινή βαθιά κρίση και τη ζοφερή προοπτική της χώρας.


Άνετος...

Με όλα τούτα ως δεδομένα, με την αντιπολίτευση να «αναφέρεται» στο ΠΑΣΟΚ και να περιγράφει τον εαυτό της με όρους που παραπέμπουν είτε στη σύγκλιση μαζί του είτε στον ετεροκαθορισμό της από αυτό, ο Γ. Παπανδρέου έχει κάθε λόγο να ισχυρίζεται πως... έσωσε τη χώρα από τη χρεοκοπία και να προειδοποιεί ότι, αν αποτύχει, θα τους πάρει όλους μαζί του.

Όλα τα παραπάνω ίσως εξηγούν γιατί μια κυβέρνηση με μηδενική διαπραγματευτική ισχύ έναντι των δανειστών και επιτηρητών της Ελλάδας παραμένει ισχυρή στο εσωτερικό και δεν αμφισβητείται επί της ουσίας από μια εναλλακτική πρόταση για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Ίσως εξηγούν γιατί η αντιπολίτευση, θεσμικός ρόλος και καθήκον της οποίας είναι να αμφισβητεί και να αντιπροτείνει, αδυνατεί να επιτελέσει με επάρκεια τον ρόλο της.


...και ειλικρινής!

Πάντως, ο πρωθυπουργός ήταν σε ένα κρίσιμο σημείο ειλικρινής στη χθεσινή του συνέντευξη – άγνωστο πόσο συνειδητά. Είπε, ισχυριζόμενος πως «Δεν υπάρχουν νέα μέτρα», ότι:

«Υπάρχουν αυτά που αποτυπώνονται στη σύμβαση που έχουμε υπογράψει για τα 110 δισ. ευρώ με τον μηχανισμό στήριξης».

Δεν μίλησε για το μνημόνιο, αλλά για τη σύμβαση – προφανώς τη... δανειακή σύμβαση. Αυτήν που όχι μόνο υπερισχύει του μνημονίου, αλλά και περιέχει την οικειοθελή απεμπόληση κάθε είδους κυριαρχίας της χώρας και της αποστερεί ακόμη και το δικαίωμα υπεράσπισης του εαυτού της με ένδικα μέσα σε περίπτωση μη αποπληρωμής μέρους των ελληνικών δανείων.

Ο πρωθυπουργός, εκών - άκων, λέει την αλήθεια. Και αφήνει όλους τους άλλους να βουρλίζονται μαχόμενοι ή υπερασπιζόμενοι τον ανεμόμυλο του μνημονίου. Ενός μνημονίου, το οποίο – για όσους παρακολουθούν έστω και στοιχειωδώς τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση προς την κατεύθυνση της «οικονομικής διακυβέρνησης» – είναι εξαιρετικά πιθανό σε μερικούς μήνες να μην είναι απαραίτητο ούτε καν στους επιτηρητές και ως εκ τούτου τρόικα και κυβέρνηση Παπανδρέου να μας «απαλλάξουν» από δαύτο. Αλλά με όλα τα βάρη και τις συνέπειες των προβλέψεών του στην πλάτη!

Γιατί, λοιπόν, ο πρωθυπουργός να μην είναι άνετος στη Θεσσαλονίκη; Όσο οι εκ δεξιών και οι εξ αριστερών αντίπαλοί του είτε αυτοδιαλύονται είτε πολυδιασπώνται, και μάλιστα τμήματά τους συγκλίνουν ή ταυτίζονται με τις επιλογές του, δεν έχει λόγο να ζορίζεται. Όσο παίζουν στη γήπεδό του και με τους κανόνες του, δεν έχει λόγο να ανησυχεί. Τουλάχιστον όχι γι’ αυτούς...
Από topontiki.gr (η φωτογραφική σύνθεση ήταν το οπισθόφυλλο στο Ποντίκι 9.9.2010)
Του Σταύρου Χριστακόπουλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου