Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Η τουρκική συμπεριφορά δεν άλλαξε διά μέσου των αιώνων

  • Στο περιουσιακό οι Τούρκοι εφαρμόζουν στην Κύπρο ό,τι έκαναν και στους Κωνσταντινουπολίτες
Εφαρμόζουν τις ίδιες πρακτικές επί οθωμανικής αυτοκρατορίας, επί Κεμάλ αλλά και σήμερα σ’ ό,τι έχει να κάνει με τις περιουσίες των μη μουσουλμάνων είτε αφορά κατοίκους της Τουρκίας είτε αφορά την κατεχόμενη Κύπρο.
Η πολιτική που εφαρμόζει σήμερα η Τουρκία στην Κύπρο σ’ ό,τι αφορά το περιουσιακό δεν είναι κάτι καινούργιο ούτε μοναδικό. 

Είναι μια πολιτική που είχε εφαρμοστεί στο παρελθόν εντός της ίδιας της Τουρκίας η οποία, σύμφωνα με τον καθηγητή Νεοκλή Σαρρή, έχει τις ρίζες της στο Ισλάμ και την οθωμανική αυτοκρατορία.  
Ούτε η συμπεριφορά της Τουρκίας αλλά και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας στα κατεχόμενα έχει...
αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες καθώς, όπως σημειώνει ο κ. Σαρρής, η στάση των Τούρκων στην Κύπρο είναι η ίδια που είχαν εφαρμόσει και στην περίπτωση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ακόμα και στο θέμα των αποζημιώσεων φαίνεται πως η τουρκική πλευρά ακολουθεί σήμερα την ίδια πρακτική που ακολούθησε τη δεκαετία του ’20 όταν αρνήθηκε να αποζημιώσει τους Έλληνες που είχαν φύγει από την Τουρκία.
Παρόλα όσα λέγονται περί της κοσμικότητας του τουρκικού κράτους η στάση και η συμπεριφορά των κυβερνώντων στην Άγκυρα δεν έχει αλλάξει μέσα από τους αιώνες και καταδεικνύει τη συνέχιση της «οθωμανικής κληρονομιάς». Σύμφωνα με τον κ. Σαρρή «η πολιτική σκέψη και πράξη των κυβερνώντων στην Άγκυρα, δεν έπαψε να υπάρχει από της συστάσεως της λεγόμενης τουρκικής δημοκρατίας». Για να αντιληφθεί κάποιος την οθωμανική νοοτροπία πρέπει να γνωρίζει την ισλαμική πολιτική σκέψη καθώς είναι αυτή που την καθορίζει. Σύμφωνα με την ισλαμική σκέψη ο κόσμος διαχωρίζεται σε δύο κατηγορίες, στον κόσμο της σωτηρίας και στον κόσμο του πολέμου. Αυτός ο πόλεμος είναι και πνευματικός αλλά και πραγματικός, όπως όλοι τον ξέρουμε.
Αναλύοντας την ισλαμική πολιτική σκέψη ο κ. Σαρρής αναφέρει ότι η επέκτασή της καθορίζει και το κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό καθεστώς των μη μουσουλμάνων μέχρι να γίνουν όλοι μουσουλμάνοι, που είναι και ο στόχος του Ισλάμ. Αυτοί οι μη μουσουλμάνοι χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:

  • Η μια κατηγορία των μη μουσουλμάνων, που έχουν αναγνωρισμένο θρήσκευμα από το Ισλάμ, όπως οι Χριστιανοί και οι Ιουδαίοι, από τη στιγμή που δέχονται την υπερέχουσα εξουσία των μουσουλμάνων, υποκύπτουν και φυτοζωούν. Ζουν με τέτοιους περιορισμούς που στις μέρες μας είναι ένας κοινωνικός αποκλεισμός και βεβαίως σε πολύ φτωχό επίπεδο. Είναι αυτοί που δέχονται την υπερέχουσα εξουσία που πληρώνουν ειδικούς φόρους, οι λεγόμενοι ραγιάδες.
  • Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτή των εμπορευομένων ξένων. Είναι οι ξένοι που εμπορεύονται με μια ισλαμική χώρα και μένουν στη χώρα αυτή. Γι’ αυτούς υπάρχει ένα καθεστώς προστασίας ενόσω η χώρα τους διατηρεί καλές σχέσεις με την ισλαμική χώρα. Από τη στιγμή που η χώρα τους παύει να έχει καλές σχέσεις με την ισλαμική χώρα, ούτε η περιουσία τους ούτε η ίδια τους η ύπαρξη είναι σε ασφάλεια και είναι όμηροι του ισλαμικού καθεστώτος.
  • Η τρίτη κατηγορία είναι οι πολέμιοι, τους οποίους όπου τους βλέπεις τους σφάζεις. Οι Νεότουρκοι και πιο πριν ο Αμπντούλ Χαμίτ Β είχαν κηρύξει ιερό πόλεμο του Ισλάμ. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι σφαγές των Αρμενίων και των Χριστιανών.
Έτσι βλέπουμε πως όλα αυτά πάνω στα οποία στηρίζεται το Ισλάμ αποτελούν και σήμερα ακόμη το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η Τουρκία ασχέτως του αν αυτοαποκαλείται κοσμικό κράτος και ανεξάρτητα του εάν θέλει να γίνει και μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου οι αντιλήψεις και οι προσεγγίσεις είναι πολύ διαφορετικές.
Βαθύς γνώστης της τουρκικής ιστορίας ο Νεοκλής Σαρρής αναφέρει πως τα αιτήματα των δυτικών προς την Τουρκία για εκσυγχρονισμό και εκδημοκρατικοποίηση δεν είναι σημερινά αλλά πάνε πίσω ενάμιση σχεδόν αιώνα. Σύμφωνα λοιπόν με τον κ. Σαρρή «ένα μόνιμο αίτημα των δυτικών δυνάμεων ήταν να αναγνωρίσει η οθωμανική αυτοκρατορία το δικαίωμα της περιουσίας και κυρίως για τους ξένους υπηκόους. Μετά από πολλές πιέσεις στα μέσα του 19ου αιώνα είχε βγάλει η οθωμανική αυτοκρατορία ένα νόμο περί ακινήτων στον οποίο βλέπουμε το εξής παράδοξο: υπάρχει άρθρο το οποίο λέει ότι οι ξένοι μπορεί να αγοράζουν ακίνητα στη χώρα αλλά υπό τον όρο η χώρα τους να έχει καλές σχέσεις με την οθωμανική κυβέρνηση». Εφάρμοσε δηλαδή κατά γράμμα αυτό που έλεγε το ίδιο το Ισλάμ. Και έτσι από τη στιγμή που οι ενέργειες του ξένου κράτους θεωρούνται από την οθωμανική κυβέρνηση ως επιζήμιες τότε τα ακίνητα αυτά θα τα αρπάζει το κράτος.
Ούτε βεβαίως αυτή η πρακτική όταν την εξουσία στην Τουρκία την ανέλαβε ο Κεμάλ Ατατούρκ και οι Νεότουρκοί του. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό που συνέβη με τα ακίνητα των Κωνσταντινουπολιτών, που ήταν Έλληνες υπήκοοι, οι οποίοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
Ο κ. Σαρρής μάς κατέθεσε και τη δική του προσωπική μαρτυρία όντας Κωνσταντινουπολίτης με περιουσία η οποία ωστόσο δεν του αναγνωρίζεται από το τουρκικό καθεστώς. Μας ανέφερε συγκεκριμένα: «Εν συνέχεια, όπως είναι η δική μου περίπτωση, δεν μου αναγνωρίστηκαν τα δικαιώματα της κληρονομιάς, διότι ενώ όλες οι αρχές έλεγαν ότι υπάρχει αμοιβαιότητα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας οι Τούρκοι επικαλούνταν αόριστες πληροφορίες ότι οι Τούρκοι στην Ελλάδα δεν κληρονομούν. Μέσα στη δικογραφία υπάρχει ένα χειρόγραφο σημείωμα και αποκόμματα εφημερίδων που λένε ότι εγώ βρίζω την Τουρκία και συνεπώς θα πρέπει να στερηθώ του δικαιώματος της περιουσίας μου. Αποτέλεσμα ήταν να μην πάρω δύο περιουσίες που μου ανήκουν». Αυτό που έγινε για τον ίδιο, εκτιμά ο κ. Σαρρής αποσκοπούσε στο «να ακουστεί και όσοι είναι σε παρόμοια θέση μαζί μου να κλείνουν το στόμα τους και να μη διαμαρτύρονται».
Παρόλο που από το 1926 εισήλθε στο τουρκικό δίκαιο το ευρωπαϊκό εντούτοις η συνείδηση των Τούρκων δικαστών παρέμεινε οθωμανική.
Αυτή, αναφέρει ο Ελλαδίτης καθηγητής, είναι η πολιτική παράδοση στην Τουρκία σε σχέση με την περιουσία των ξένων στην Τουρκία και κυρίως σε σχέση με τους υποτελείς μη μουσουλμάνους. «Αυτό εφαρμόζεται και στην περίπτωση της Κύπρου».
Η ίδια αντίληψη έχει επικρατήσει και στη Συνθήκη της Λοζάνης. Τα συμβαλλόμενα μέρη, δηλαδή η Τουρκία και η Ελλάδα, όταν θα πραγματοποιείτο η ανταλλαγή των πληθυσμών όφειλαν να αποζημιώσουν για την ακίνητη περιουσία. Έτσι μετά την υπογραφή της Συνθήκης άρχισαν διαπραγματεύσεις μεταξύ τω δύο μερών οι οποίες όμως διακόπτονταν με υπαιτιότητα της Τουρκίας. Η Ελλάδα όμως κάθε φορά που διακόπτονταν και επανάρχιζαν οι συνομιλίες κάτι πλήρωνε ως αποζημίωση. Η Ελλάδα πλήρωσε για τις 350 χιλιάδες μουσουλμάνους που πήγαν στην Τουρκία. Αντίθετα η Τουρκία δεν πλήρωνε για το 1,5 εκατομμύριο Έλληνες που έφυγαν και πήγαν στην Ελλάδα. Και μέχρι τέλους δεν πλήρωσε τίποτε.
Η λεγόμενη ελληνοτουρκική φιλία του 1930 αυτό είχε ως βάση. Ο Βενιζέλος είπε τότε «δεν πληρώνουν που δεν πληρώνουν οι Τούρκοι, αλλά τουλάχιστον δεν βρισκόμαστε σε ένα ανταγωνισμό οπλικών συστημάτων στο Αιγαίο». Το τίμημα όμως το πλήρωσαν οι πρόσφυγες που δεν πήραν καμιά αποζημίωση για τις περιουσίες που είχαν χάσει στην Τουρκία σε αντίθεση με τους Τούρκους που είχαν πάρει σημαντική αποζημίωση.
Τη νύφη της ελληνοτουρκικής φιλίας, καταλήγει ο κ. Σαρρής, την πλήρωσαν οι πρόσφυγες.

Τα τρία κακά για τον άνθρωπο
Για να καταδείξει ακόμα πιο χαρακτηριστικά το πόσο επισφαλές είναι να κατέχει κάποιος περιουσία στην Τουρκία ο κ. Σαρρής μάς μετέφερε αυτό που έλεγαν κάποτε οι Γάλλοι. Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα κυριαρχούσε στη Γαλλία η εξής έκφραση για τα τρία κακά που μπορεί να συμβούν στη ζωή σου: το πρώτον «να έχεις καράβι στη Μαύρη θάλασσα», το δεύτερον «να έχεις γυναίκα στη Ρουμανία» και το τρίτον ήταν «να έχεις ακίνητα στην Τουρκία».
Ήταν δηλαδή επισφαλές να έχεις ένα καράβι στη Μαύρη θάλασσα καθώς λόγω τρικυμιών κινδύνευες να το χάσεις, να έχεις γυναίκα στη Ρουμανία όπου ήταν φιλελεύθερων αντιλήψεων και άρα κινδύνευες από απάτη και τρίτο να έχει κάποιος ακίνητο στην Τουρκία που μπορούσε ανά πάσα στιγμή να το χάσει.

Η Κύπρος, η μόνη χώρα όπου η μειοψηφία θα επιβάλλεται της πλειοψηφίας

ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ, σημειώνει ο κ. Σαρρής, επικαλούνται συνεχώς την πολιτική ισότητα στην Κύπρο προσπαθώντας μέσα από τη θέση αυτή να προωθήσουν τη δική τους πολιτική που δεν είναι άλλη από την πολιτική ανισότητα σε βάρος της πλειοψηφίας. Αν αυτό συμβεί, λέει ο κ. Σαρρής, η Κύπρος θα είναι η μοναδική χώρα του κόσμου όπου η μειοψηφία θα επιβάλλεται επί της πλειοψηφίας.
Όμως για το τι είναι πλειοψηφία και μειοψηφία υπάρχει διαφορετική προσέγγιση. Βάσει των στατιστικών της Κύπρου πλειοψηφία είναι οι Έλληνες και μειοψηφία οι Τούρκοι (με ή χωρίς τους εποίκους). Οι Τούρκοι όμως μετρούν τα πράγματα πολύ διαφορετικά και δεν θεωρούν ότι είναι οι ίδιοι μειοψηφία, ασχέτως αν μερικές φορές για λόγους εντυπωσιασμού των ξένων αφήνουν να φανεί ότι συμφωνούν με τη συγκεκριμένη άποψη.
Οι τουρκικοί υπολογισμοί πάνε πέραν των μερικών χιλιάδων Τουρκοκυπρίων τους οποίους προσθέτουν στα 50 εκατομμύρια Τούρκων. Βάσει λοιπόν της δικής τους λογικής και αριθμητικής, μειοψηφία δεν είναι οι Τούρκοι της Κύπρου αλλά οι Έλληνες που είναι σαφώς λιγότεροι. «Είναι το σχήμα το οξύμωρο το οποίο οι δικοί μας είτε δεν καταλαβαίνουν ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν», υπογραμμίζει ο κ. Σαρρής.

Το δίκαιο του κατακτητή και τα βακούφια

«ΠΕΡΑΝ όλων των άλλων που καθορίζουν την τουρκική πολιτική στο περιουσιακό υπάρχει και “το δίκαιο του κατακτητή” το οποίο συνεχίζει να είναι το ίδιο όπως και στην οθωμανική περίοδο, αναφέρει ο καθηγητής. Οι Οθωμανοί κατακτώντας μια περιοχή προέβαιναν σε λεπτομερείς καταγραφές των πάντων. Κατέγραφαν τα σπίτια, τους μύλους, τις οικογένειες, τα αρσενικά, τα θηλυκά, τις μέλισσες κ.λπ. Αυτό γινόταν προκειμένου να φορολογούν τα πάντα.
Επίσης υπήρχε η αντίληψη ότι όλη η γη ανήκει στον σουλτάνο και αυτός τη μοιράζει στους υπηκόους του. Γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει η αντίληψη ότι “το κράτος τη δίνει, το κράτος την παίρνει”. Είναι γι’ αυτό που δεν υπάρχει η έννοια της ιδιοκτησίας κάτι που υφίσταται μέχρι και σήμερα. Αυτή την πολιτική εφάρμοσε και το καθεστώς Ντενκτάς ευθύς μετά την τουρκική εισβολή και μέχρι σήμερα επιμένει ότι οι περιουσίες στα κατεχόμενα ανήκουν το ψευδοκράτος».
«Πολλές φορές στα κατεχόμενα υποστηρίζουν πως ελληνοκυπριακές περιουσίες ανήκουν στο ΕΒΚΑΦ και όχι στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Η θέση αυτή στηρίζεται στο ότι περιουσίες ανήκουν στα βακούφια διαφόρων Τούρκων πασάδων που ήταν στην Κύπρο επί οθωμανικής αυτοκρατορίας. Όμως αυτά τα βακούφια, όπως μας εξήγησε ο κ. Σαρρής, δεν ήταν νόμιμες πράξεις, αλλά παράνομες πράξεις κάποιων πασάδων που ήθελαν να ελέγχουν διάφορες περιοχές. Προκειμένου να ελέγχει και εισπράττει φόρους ένας πασάς “μπορούσε να χαρακτηρίσει περιοχές ολόκληρες ως δικές του” χωρίς την ίδια ώρα να καταθέτει οποιουσδήποτε τίτλους ιδιοκτησίας. Επειδή όμως υπήρχε ο φόβος ότι με τέτοιες ενέργειες ένας πασάς μπορεί να αποκτήσει δύναμη, δεν του επιτρεπόταν αυτές τις περιουσίες που ο ίδιος χαρακτήριζε ως δικές του να τις μεταβιβάζει στα παιδιά του και βεβαίως δεν είχε και το δικαίωμα να παίρνει όλα τα χρήματα γιατί μετά θα γινόταν πολύ ισχυρός. Ως εκ τούτου οι πασάδες δημιουργούσαν διάφορα ιδρύματα στα οποία πήγαιναν τα έσοδα από τις φορολογίες στις περιοχές αυτές. Τη διοίκηση του ιδρύματος την αναλάμβανε στη συνέχεια ο γηραιότερος της οικογένειας. Στη βάση αυτής της παράνομης πράξης των πασάδων θεωρεί το ΕΒΚΑΦ ότι οι περιουσίες στα κατεχόμενα αλλά και ενδεχομένως στις ελεύθερες περιοχές τού ανήκουν».

Αποζήμιωση στην αξία ενός αβγού!
«ΣΤΗΝΊμβρο, εξηγεί ο κ. Σαρρής, που είναι πιο κοντινός ο παραλληλισμός, εκτός του ότι μετέτρεψαν το νησί σε ανοικτή φυλακή και έστελναν καταδίκους να διαμένουν εκεί, οι Τούρκοι είχαν εφαρμόσει και πολιτική απαλλοτριώσεων. Για κάθε στρέμμα έδιναν ως αποζημίωση την αξία ενός αβγού! Δηλαδή δεκάρες. Αποτέλεσμα ήταν να φύγουν όλοι όσοι δεν είχαν φύγει.
Τώρα που τα πράγματα είναι καλύτερα κάποιοι έχουν πάει και έχουν ανακαινίσει τα σπίτια τους για να πάνε δέκα μέρες μέσα στο καλοκαίρι.
Αυτό θα συμβεί και στην Κύπρο. Σε περίπτωση μιας «καλής λύσης» θα επιστρέψουν 20, 30, 40 στα σπίτια τους, θα τους επιτρέπεται μια φορά το χρόνο να ανάβουν ένα κερί στην εκκλησία, η οποία όλες τις άλλες ημέρες θα είναι κλειστή. Ακόμα και να τους πουν να επιστρέψουν όλοι οι πρόσφυγες στα σπίτια τους θα είναι τέτοια η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που δεν θα μπορέσαν να ζήσουν».
 
Του Ανδρέα Πιμπίσιη
Πηγή: "ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου