Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

Οι Προδοσίες του Δ. Σαββόπουλου. Ξανακούγοντας το “Μη Πετάξεις Τίποτα”.

Στο Κούρεμα ο Δ. Σαββόπουλος εξαπέλυσε μια σφοδρότατη επίθεση εναντίον της Αριστεράς και του Πασόκ, καταμετρώντας τα λάθη και τα αδιέξοδά τους (προσοχή: Δεν μπαίνω στην διαδικασία αυτή τη στιγμή να συμφωνήσω ή να διαφωνήσω μαζί του).
Το πρόβλημα όμως εκείνου του δίσκου ήταν ότι ο Σαββόπουλος δεν είχε μια αξιόπιστη, μια σοβαρή αντιπρόταση. 
Το διαλέγω ό,τι μπορώ, ας είναι και φτηνό εκφράζει μια διαχειριστική λογική, η οποία μπορεί να δικαιωθεί ένεκα των περιστάσεων.
Αλλά όταν κατεδαφίζεις οράματα και θάματα μιας γενιάς –της δικής σου γενιάς– και μάλιστα αφ’ υψηλού –διότι ο Σαββόπουλος δεν εκπροσωπεί απλώς την γενιά του, αλλά την συμβολίζει, είναι το τοτέμ και το ταμπού ταυτοχρόνως της διαβόητης «Γενιάς του Πολυτεχνείου» – χρειάζεται να αντιπροτείνεις κάτι περισσότερο από το συγκυριακά καλλίτερο.
Το Κούρεμα δημιούργησε όμως κι ένα πρόβλημα:
Ο δίσκος ξεσήκωσε, όπως ήταν φυσικό, μια θύελλα. Σε μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, με μια σχεδόν αυτιστική πολιτιστική ζωή, τέτοια «εγκλήματα» δεν συγχωρούνται ποτέ. Οι επιθέσεις που δέχτηκε ο τραγουδοποιός, ο σάλος που δημιουργήθηκε, δικαίως ή αδίκως, ήταν πρωτοφανής. Ο Σαββόπουλος μπορεί να είναι πολλά, αλλά δεν είναι ούτε αφελής, ούτε ανόητος. Είμαι βέβαιος ότι περίμενε αντιδράσεις και επιθέσεις. Εκ του αποτελέσματος όμως φάνηκε ότι δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει το κύμα που δημιουργήθηκε. Ίσως δεν περίμενε ότι τα χτεσινά συντρόφια του τόσο εύκολα θα απαρνιόταν και τρεις και τέσσερις κι εκατό φορές κι ότι θα τον πολεμούσαν με τέτοιο μένος και βιαιότητα. Μπορεί τα προηγούμενα χρόνια να ζούσε αποτραβηγμένος, αλλά την πραγματική απομόνωση την έζησε με το Κούρεμα. Και δεν την άντεξε. Πέντε χρόνια μετά είχε φτάσει η ώρα να απλώσει τα χέρια στους παλιούς συντρόφους και νυν εχθρούς του.

Το Μη Πετάξεις Τίποτα εξυπηρετεί αυτόν τον διπλό στόχο.
Προσπαθεί να προβάλει μια νέα, μεγάλη κι ωραία ιδεολογία: Ό,τι τότε περιγραφόταν σαν «νεο-ορθοδοξία» ή, όπως ο ίδιος ο Σαββόπουλος την τραγουδάει, τον παιδικό του εθνικισμό, τον πιο παγκόσμιο.
Αν θέλεις να κανιβαλίσεις, ο δίσκος σου δίνει πολλές αιτίες. Πολλά τραγούδια, με κορυφαίο τις Ακτίνες του Βορρά, είναι ποτισμένα με τα ιδεολογήματα εκείνης της εποχής, πχ το ορθόδοξο τόξο, το «όνομά μας είναι η ψυχή μας» κτλ.
Αλλά εμείς, εγώ, δεν θέλω να κανιβαλίσω.
Καταρχήν, γιατί αν και ποτέ δεν με γοήτευσαν τα πιο εθνικιστικά συνθήματα (πχ ποτέ δεν ταύτισα το όνομα με την ψυχή), ονειρεύτηκα κι εγώ μια παγκοσμιότητα σε μια διαφορετική βάση –αλλά αυτά ίσως τα πούμε μια άλλη φορά.
Κι έπειτα, παρότι κάνω σκληρή κριτική σε ό,τι εκπροσωπεί ο Σαββόπουλος το σύμβολο, αυτό το ίδιο το σύμβολο βαθιά μέσα μου το λυπάμαι. Και παρά το γεγονός ότι θέλω να το σκοτώσω, βαθιά μέσα μου πενθώ, αλλά πλέον είναι θέμα δικής «μου» επιβίωσης, αν με καταλαβαίνετε. Και, κυρίως, εγώ τον Σαββόπουλο τον άνθρωπο συνεχίζω να τον αγαπώ βαθιά και να του οφείλω 1-2 πράγματα.
Πάμε παρακάτω.
Δεν θα μείνω λοιπόν στα επικαιρικά ιδεολογήματα του δίσκου. Έχουν την αξία τους, δεν αντιλέγω, αλλά κατά την γνώμη μου δεν είναι το μείζον.
Περισσότερη σημασία έχει η ιδεολογική γεωγραφία του δίσκου: Ελλάδα, Κύπρος, Κωνσταντινούπολη, Σερβία, Βουλγαρία, η Ανατολική Ρωμανία, η καθ’ ημάς Ανατολή. Αυτός ο κόσμος, ιδεολογικός και κατασκευασμένος εν πολλοίς, αλλά πολύ παλιός και βαθιά ριζωμένος σε συνειδήσεις, είναι που κυριαρχεί σε αυτόν τον δίσκο. Όπως και σε παλιότερους δίσκους του Σαββόπουλου.
Ναι, ο κόσμος αυτός, της νεο-ορθοδοξίας, του ορθόδοξου τόξου, υπήρχε και στους πρώτους-πρώτους δίσκους του καλλιτέχνη: Μην ξεχνάτε του Παλαιολόγου τα κόκκινα σανδάλια, την Μαύρη Θάλασσα, τον Μπάλο την αγάπη που δουλεύει για τον Σοσιαλισμό. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ενώ οι «συνεπείς» αριστεροί βγάζανε φλύκταινες με τα νέα σαββοπουλικά τραγούδια, οι άλλοι, εμείς, δεν είχαμε κανένα πρόβλημα με τους παλιούς του δίσκους. Τους ακούγαμε και τους τραγουδάγαμε όλους, από το Φορτηγό ακόμα. Με αυτή την έννοια το Μη Πετάξεις Τίποτα, όπως και το Κούρεμα, ήταν η φυσική κατάληξη μιας πορείας. Πιστεύω δηλαδή πως όταν λέει ότι πήγε
όπου μ’ οδηγούσε δίχως να το αντιληφθώ
η καταγωγή μου και η τέχνη που εξασκώ
είναι απολύτως ειλικρινής.
Από την άλλη όμως ο δίσκος αυτός έχει κι έναν άλλο στόχο: Να ξαναβρεθεί ο δημιουργός με το κοινό του ή, εν ανάγκη, να κατασκευάσει κάποια άλλη.
Ο Σαββόπουλος δεν εκλιπαρεί την συγγνώμη. Εμμένει στις διαπιστώσεις του Κουρέματος, αν και δεν τις κάνει σημαία σε αυτόν τον δίσκο
Κι εμείς που αριστερίσαμε, ποιο τάχα ήταν το λάθος;
Εφιάλτης ήταν το είδωλο, αλήθεια όμως το πάθος.
Αντιθέτως, προσπαθεί να δημιουργήσει έναν καινούργιο χώρο που θα μπορούν να συναντηθούν τόσο οι παλιοί σύντροφοι όσο και οι νέοι συνοδοιπόροι του: την περίφημη άλλη Αριστερά. Έναν ου-τόπο, όπου μπορεί να συνυπάρχει π.χ. ο Δεσποτίδης και η Αλεξανδροπούλου με τον Ίωνα Δραγούμη, τον Μπελογιάννη, τον Μπακογιάννη, την Δέλτα, τον Ρίτσο κτλ.
Επιχειρεί να ξεκαθαρίσει τις σχέσεις με τους παλιούς του συντρόφους. Τους θέλει, αν κι εκείνοι το επιθυμούν, συνοδοιπόρους του, αλλά όχι κριτές του.
Θα ‘θελα η καρδιά μου να κριθεί
Από τους δασκάλους μας
Μικρούς μα και μεγάλους μας
Όσους προπαντώς έχουν για πάντα κοιμηθεί
Όταν όμως λογοδοτείς μόνο στους δασκάλους και μάλιστα σε κείνους που έχουν κοιμηθεί, τότε απευθύνεσαι κι εκφράζεις ένα άλλο, ευρύτερο σύνολο κι όχι πλέον την γενιά σου. Ο Σαββόπουλος προσπαθεί με το Μη Πετάξεις Τίποτα να αναδειχθεί από εκφραστή ςτης γενιάς του, σε φωνή του Έθνους -ή μάλλον του Γένους. Να γίνει ο Τραγουδοποιός του Γένους.
Δεν είχε αυταπάτες για το πόσοι από τους επικριτές του θα μετάνιωναν και θα τον ακολουθούσαν σε έναν τέτοιο δρόμο. Γι’ αυτό κατασκευάζει κι άλλους δύο τόπους συνάντησης:
α) Την μνήμη. Κατασκευάζει ένα παρελθόν για τους ανθρώπους της γενιάς του, που έρχεται μάλλον με το σκοτεινό παρόν που περιγράφανε οι πρώτοι δίσκοι του: Ένας μεσήλικας εξιδανικεύει τα χρόνια της νεότητάς του –ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει;
β) Την πίστη. Υπαινιγμοί για την σχέση του με την Εκκλησία υπήρχαν και στους παλιότερους δίσκους του. Εδώ όμως η πίστη του ομολογείται ανοιχτά και η Εκκλησία προτείνεται ως εναλλακτικός τόπος συνάντησης:
Κι εμείς που αριστερίσαμε, ποιο τάχα ήταν το λάθος;
Εφιάλτης ήταν ο είδωλο, αλήθεια όμως το πάθος.
Και βούλιαξε στον χείμαρρο, στο δίκιο του πνιγμένο
Και ξάφνου βγήκε από τα κλαδιά της Πίστης φωτισμένο.
Καλές και οι αναμνήσεις, καλές και οι εξομολογήσεις, οι αλλαγές και οι επαναφορές, αλλά, το ξέρουμε, δεν αρκούν. Γι’ αυτό κι ο Σαββόπουλος απευθύνεται και σε ένα εντελώς νέο ακροατήριο, κατασκευάζει ένα εντελώς νέο ακροατή:
Τον Μικρό Μονομάχο.
Είναι ο δεκαπεντάρης του 1994, είναι η ελπίδα του Σαββόπουλου. Διότι μπορεί να θέλει να κριθεί από τους δασκάλους του, η δικαίωση όμως δεν έρχεται ποτέ από το παρελθόν, αλλά μόνο από το μέλλον. Κι ο Μικρός Μονομάχος, αυτός που
της διάσωσης το έργο θα νιώσει
της συντήρησης το έργο θα υψώσει
όσο πάει και πιο ακραία θα κινείται
και θα χάνει τον εαυτό του και θα είναι
τελευταίος κρίκος κι ένας
της σειράς και της καδένας προς το φως…
μπορεί να πραγματοποιήσει το όνειρο που περιγράφει στον δίσκο. Αυτός που θα ενστερνιστεί και θα απορρίψει, θα επιβραβεύσει και θα τιμωρήσει. Ο δεκαπεντάρης του 1994, ο σημερινός τριαντάρης, αυτός που θα ζει τις συνέπειες της Κρίσης που –μη ξεχνιόμαστε– δημιούργησε η γενιά του Σαββόπουλου, είναι ο τελικός, ο απόλυτος κριτής. Και το κοινό που ονειρευόταν ο Σαββόπουλος.
Τι πέτυχε ο δίσκος;
Έχει μερικά πολύ καλά τραγούδια: Το σπαρακτικό Είδα την Σούλα και τον Δεσποτίδη, το ομώνυμο Μη πετάξεις τίποτα, που πολύ με συγκινεί, το Πώς με κατάντησε η αγάπη, τον Μικρό Μονομάχο φυσικά. Το Ρεφραίν, σ’ αγαπώ και το Φιλημένη μεσ’ τους κινηματογράφους είναι πολύ γλυκερά για τα γούστα μου. Το Πρεσθλάβες έχει ενδιαφέρον, αλλά μου δίνει πάντα την εντύπωση ότι ο Σαββόπουλος έχει άγχος να φανεί πρωτότυπος στιχουργικά σε αυτό.
Ο Σαββόπουλος και οι συνεργάτες του προσπαθούν να δώσουν έναν Βαλκανικό ήχο στα κομμάτια: Χάλκινα και κιθάρες και ακορντεόν, αλλά και ούτι και μπουζούκια και πλήκτρα. Σήμερα, πολλά τραγούδια μου φαίνονται φουσκωμένα ενορχηστρωτικά. Κατά την γνώμη μου, ο Μπρέγκοβιτς στον δίσκο με τον Νταλάρα έδωσε τον καλλίτερο νεοβαλκανικό ήχο –αλλά αυτός κοιτούσε μουσικά προς την Δύση τότε. Ο Σαββόπουλος νομίζω ότι προσπάθησε να επαναλάβει εδώ αυτό που έκανε στα Τραπεζάκια με τον «ομόνοια sound» κι απλώς δεν πέτυχε τόσο πολύ. Ίσως γιατί ο ήχος του τότε σκυλάδικου είχε περισσότερο βάθος και ρίζα μέσα στην ελληνική κοινωνία, απ’ ότι ο βαλκανικός.
Η μεγάλη αποτυχία του δίσκου ήταν στην προσέγγιση με τους πρώην συντρόφους. Πολλοί από αυτούς πήγαν στις συναυλίες του και τα ΜΜΕ γενικά καλωσόρισαν τον δίσκο χωρίς να μπαίνουν όμως σε λεπτομέρειες. Το θεμέλιο όμως ήταν πολύ αδύναμο κι έσπασε με την πρώτη δόνηση: Το άρθρο του Μ. Σαββίδη στο ΒΗΜΑ (22 Μαΐου 1994) Μην Πιστέψεις Τίποτα ήταν αρκετό για να ξεσπάσουν νέες επιθέσεις εναντίον του–αυτή τη φορά του αποδόθηκε κι ο νεοεφευρεθείς τότε τίτλος του «ελληναρά»
Δηλαδή, θα αναρωτιούνται κάποιοι, θες να μας πεις ότι ο Σαββόπουλος δεν πρόδωσε τίποτα;
Για μένα η μεγάλη στροφή του Σαββόπουλου δεν έγινε ούτε με το Κούρεμα, ούτε με το Μη Πετάξεις Τίποτα, αλλά αργότερα: Ήταν η προσχώρησή του στον σημιτικό «εκσυγχρονισμό». Με άλλα λόγια, δεν με ενόχλησαν οι συναυλίες στα ακριτικά στρατόπεδα –όσοι υπηρετήσαμε στα σύνορα, ξέρουμε τι σημαίνει για τους φαν να γίνει μια τέτοια συναυλία στο στρατόπεδό τους– αλλά η συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αν θέλουμε σώνει και καλά να βρούμε ανακολουθίες, αλλαγές, «προδοσίες», αυτή για μένα είναι η μεγάλη του Σαββόπουλου –η οποία δεν σφραγίστηκε από κάποιο δίσκο, ευτυχώς.
Φυσικά, ο Σαββόπουλος δεν ήταν ο μόνος που από τα οράματα της «Καθ’ ημάς Ανατολής» προσχώρησε εν μιά νυκτί στον «εκσυγχρονισμό»: Προηγήθηκε η μεταστροφή του Στέλιου Ράμφου. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι το Μη Πετάξεις Τίποτα είναι σύνθημα που λανσάρισε ο Ράμφος, ο οποίος συνήθιζε να λέει: Δεν πετάμε τίποτα, όλα τα μεταμορφώνουμε και τους δίνουμε νέο νόημα.
Γι’ αυτό  όμως γεμίσαμε με τόση σαβούρα…
Σημειωματάριο

3 σχόλια:

  1. Παρακαλώ να κατεβάσεις το κείμενο μου που αναδημοσιεύεις στο ιστολόγιό σου, χωρίς να έχεις ζητήσει την συγκατάθεσή μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα,
    Πρώτον μου το έστειλες με mail και δεύτερο αναγράφεται ο συντάκτης και η πηγή!
    Συγχαρητήρια για το κείμενο σου και μην μου ξαναστείλεις άλλα!
    Καληνύχτα..!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Για να εξηγούμαστε: Το γεγονός ότι έχεις γραφτεί συνδρομητής στο μπλογκ μου, δεν σημαίνει με κανένα τρόπο ότι εγώ σου έστειλα το κείμενό μου για... να το βάλεις στο δικό σου μπλογκ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή