Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

Οχυρωμένο με ρευστό το τραπεζικό σύστημα

Την εκτίμηση ότι παρά τα προβλήματα ρευστότητας που έχουν εμφανιστεί και την αύξηση του κόστους δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, οι τράπεζες διαθέτουν ακόμη επαρκή ρευστότητα για να χρηματοδοτήσουν το ενεργητικό τους, αναφέρουν μεταξύ άλλων ο ανώτατος εκτελεστικός διευθυντής της Τράπεζας Κύπρου Α. Ηλιάδης και ο αντιπρόεδρος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου Σπύρος Παντελιάς.

Το θέμα της ρευστότητας αναδεικνύεται μείζον για το τραπεζικό σύστημα, γιατί έχει αυξηθεί κατακόρυφα το κόστος δανεισμού καθιστώντας επαχθέστατη για τις τράπεζες τη διαδικασία άντλησης ρευστότητας από τις ξένες αγορές. Οι ξένοι δανείζουν δύσκολα τις ελληνικές τράπεζες, και αν τις δανείζουν το κόστος τείνει να εξελιχθεί σε απαγορευτικό.

Ο Ανδρέας Ηλιάδης της Τράπεζας Κύπρου υποστηρίζει ότι πολλές τράπεζες, και μεταξύ...
...αυτών και η Κύπρου, είχαν προβλέψει ώστε να διασφαλίσουν υψηλή ρευστότητα με χαμηλό κόστος. Οι κυπριακές τράπεζες, σημειωτέον, εμφανίζουν το πλεονέκτημα της καλής σχέσης δανείων προς καταθέσεις.
Υπενθυμίζεται ότι στην τελευταία δημοπρασία παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ η Κύπρου άντλησε 3,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 1%, τα οποία πρέπει να επιστρέψει έως τα τέλη του 2010.

Το κόστος δανεισμού του Δημοσίου προφανώς έχει επιδεινωθεί, αλλά συνολικά οι τράπεζες δεν είναι τόσο πιεσμένες.
Την άποψη ότι το τραπεζικό σύστημα θα αντιμετωπίσει και αυτό το πρόβλημα ρευστότητας επαρκώς διατυπώνει ο Σπύρος Παντελιάς του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.

Η μεγάλη άνοδος του spread είναι πρόβλημα, αλλά οι τράπεζες δεν περίμεναν την τελευταία στιγμή για να καλύψουν τις ανάγκες ρευστότητάς τους.
Ο κ. Παντελιάς θεωρεί ότι το ΤΤ διαθέτει πλεονέκτημα αυτή την περίοδο καθώς διαθέτει επαρκέστατη ρευστότητα και μάλιστα χαμηλού κόστους, καθώς το 60% των καταθέσεων είναι ταμιευτηρίου. Το τραπεζικό σύστημα δεν κινδυνεύει, προφανώς και θα ήθελε χαμηλότερα επιτόκια στην αγορά ώστε να μπορεί να δανεισθεί με καλύτερους όρους, αλλά δεν κινδυνεύει.

Στην ερώτηση αν οι τράπεζες μέσω της μη χορήγησης δανείων θα προστατεύσουν τη ρευστότητά τους ο κ.Παντελιάς αναφέρει ότι οι τράπεζες το τελευταίο διάστημα έχουν στραφεί σε αναχρηματοδοτήσεις. 
 Στο ερώτημα αν θα επηρεαστούν τα κέρδη των τραπεζών το 2010 τόσο ο κ. Ηλιάδης όσο και ο κ. Παντελιάς συμφωνούν ότι θα πιεστούν, αλλά η αντίδραση κάθε τράπεζας θα είναι διαφορετική. Η Κύπρου θα ανακοινώσει στόχο κερδοφορίας για το 2010 και θα τον υλοποιήσει, αναφέρει ο κ. Ηλιάδης. Όλο αυτό το αρνητικό κλίμα με την οικονομία, την πίεση στις τράπεζες, την επίδραση στην κερδοφορία θα οδηγήσει σε deals τις τράπεζες; Ίσως, όμως αυτό ειπώθηκε και στο παρελθόν αλλά δεν υλοποιήθηκαν deals. Για το ΤΤ ο κ. Παντελιάς αναφέρει ότι «ο βασικός μέτοχος μας έχει δώσει την κατεύθυνση να αναπτύξουμε το ΤΤ και όχι να πωληθεί».

 Σε τεντωμένο σχοινί οι σχέσεις Κατσέλη με τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα

ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΗ να τεντώσει ακόμα περισσότερο το σκοινί στην κόντρα της με τις τράπεζες είναι η υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Λούκα Κατσέλη. Την ίδια στιγμή τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα απειλούν με τσουνάμι αυξήσεων, εντός του μήνα, στα επιτόκια επιχειρήσεων και νοικοκυριών, με πρόσχημα την εκτίναξη σε επίπεδα ρεκόρ των επιτοκίων δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και των νομοθετικών πρωτοβουλιών της υπουργού Οικονομίας. Οι αυξήσεις αυτές ενδέχεται να φτάσουν μέχρι και το 1% επιβαρύνοντας σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη οικονομικά περίοδο τα επιτόκια δανεισμού χιλιάδων επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Όλα αυτά ενώ το Υπουργείο Οικονομίας κατάφερε παρά τις αντιδράσεις να ψηφιστεί το νομοσχέδιο για τη ρύθμιση των χρεών των επιχειρήσεων και ενώ αναμένεται να φέρει εντός της εβδομάδας στη Βουλή και το νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Μάλιστα, η πλευρά της υπουργού φέρεται αποφασισμένη να απαντάει σε κάθε πρόκληση που δέχεται από την πλευρά των τραπεζών, εμμένοντας στην επιθετική στάση που είχε τηρήσει προεκλογικά, όταν είχε στοχοποιήσει τα τραπεζικά ιδρύματα ως υπεύθυνα για την ασφυξία ρευστότητας που επικρατεί στην αγορά.

Στην επιχειρηματολογία της η κ. Κατσέλη λέει ανοιχτά ότι οι τραπεζίτες αντί να χρησιμοποιήσουν το κρατικό πακέτο στήριξης των 28 δισ. ευρώ για να χορηγήσουν δάνεια στα νοικοκυριά και να ενισχύσουν τη ρευστότητα στην αγορά, το αξιοποίησαν για να αυξήσουν την κερδοφορία τους αγοράζοντας φθηνά χρήμα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το οποίο διοχέτευαν για αγορές κρατικών ομολόγων με υψηλότερο επιτόκιο. Απέναντί της βρίσκει συνασπισμένο το σύνολο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, το οποίο έχει στρέψει τα βέλη του εναντίον της κατηγορώντας την ότι με το νομοσχέδιο για την προστασία των δανειοληπτών δημιουργεί κουλτούρα κακοπληρωτών, οι οποίοι ουσιαστικά θα επιβαρύνουν με τη στάση τους και τους συνεπείς πελάτες, καθώς οι τελευταίοι θα πληρώσουν με υψηλότερα επιτόκια την ασυνέπεια των πρώτων.

Στην εντεινόμενη διαμάχη μεταξύ των δύο πλευρών επιχειρήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα από την πλευρά των τραπεζών να αλλάξει ο συνομιλητής τους εκ μέρους της κυβέρνησης, πραγματοποιώντας συνάντηση με τον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου, τον οποίο επιχείρησαν να κάνουν κοινωνό των τελευταίων εξελίξεων.

Απρόβλεπτος σύμμαχος στην πλευρά των τραπεζών, υιοθετώντας το σύνολο των επιχειρημάτων τους, στάθηκε και ο οίκος Fitch, ο οποίος δια του Έλληνα αναλυτή του στο Λονδίνο Σπύρου Μίχα διατύπωσε την εκτίμηση ότι το σχέδιο νόμου που ρυθμίζει τις οφειλές των υπερχρεωμένων νοικοκυριών ενδέχεται να οδηγήσει σε μείωση των εισπράξεων και αύξηση των defaults σε τίτλους με βάση ενυπόθηκα δάνεια και άλλες μορφές καταναλωτικής πίστης. Προειδοποίησε μάλιστα για πιθανή πιστοληπτική υποβάθμιση των εν λόγω τίτλων, για να εισπράξει την απάντηση του Υπουργείου Οικονομίας ότι «χωρίς το σχέδιο νόμου τα εν λόγω ακίνητα θα εκπλειστηριάζονταν σε κατά πολύ μικρότερες αξίες, δίχως να ικανοποιηθούν αντίστοιχα οι τράπεζες. Οι δε υπερχρεωμένοι δανειολήπτες θα μπορούν πλέον να εξυπηρετούν τα στεγαστικά τους δάνεια υπό ευνοϊκότερους όρους, καθώς θα έχουν απαλλαγεί από ένα σημαντικό μέρος των λοιπών οφειλών τους».

Αποφασισμένη να υποχρεώσει την πλευρά των τραπεζιτών να εφαρμόσουν τα νομοσχέδιά της είναι η υπουργός Οικονομίας, η οποία προχώρησε μεσοβδόμαδα στη συγκρότηση ομάδας εργασίας με τη συμμετοχή εκπροσώπων των μελών της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Στόχος της κίνησης της Λ. Κατσέλη, η οποία αρχικά ερμηνεύτηκε ως απόπειρα η υπουργός να «βάλει νερό στο κρασί της», είναι ο συντονισμός των ενεργειών μεταξύ Υπουργείου και πιστωτικών ιδρυμάτων για την απρόσκοπτη εφαρμογή του νόμου για τη ρύθμιση επιχειρηματικών και επαγγελματικών οφειλών. Μάλιστα την προσεχή εβδομάδα θα πραγματοποιηθεί η πρώτη συνάντηση εργασίας μεταξύ αρμόδιων στελεχών του ΥΠΟΙΑΝ και των εκπροσώπων των πιστωτικών ιδρυμάτων, προκειμένου να δοθούν αναγκαίες διευκρινίσεις.

Νέος πονοκέφαλος με τα τιτλοποιημένα δάνεια

ΕΝΤΟΝΟΤΑΤΕΣ ανησυχίες για την ποιότητα των εγγυήσεων των ελληνικών τραπεζών θέτουν ξένοι τονίζοντας ότι τα ABS, δηλαδή τα τιτλοποιημένα δάνεια, πλέον δεν πληρούν τους όρους πιστοληπτικής διαβάθμισης που θέτει η ΕΚΤ ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών και της αύξησης των προβλέψεων.

Εγγυήσεις

Οι ελληνικές τράπεζες, για να κρατούν υψηλά την πιστοληπτική διαβάθμιση των τιτλοποιημένων δανείων που έχουν καταθέσει στην ΕΚΤ, υποχρεώνονται να συμπληρώνουν με ρευστό, δηλαδή να βάζουν εγγύηση ρευστό στην Κεντρική Τράπεζα ώστε να διασφαλίσουν τις εγγυήσεις τους.

Η ΕΚΤ στα μέσα Μαρτίου θα ανακοινώσει τον ακριβή χρόνο απόσυρσης των μέτρων παροχής ρευστότητας προς τις τράπεζες, και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έως τότε θα πρέπει να έχει αναζητήσει άλλες μορφές άντλησης ρευστότητας.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι προς το τέλος του 2010 δεν θα δέχεται π.χ. ομόλογα κάτω από Α- πιστοληπτικής διαβάθμισης -η Ελλάδα βρίσκεται στο ΒΒΒ+ δηλαδή σε χαμηλότερη διαβάθμιση.

Είναι προφανές ότι το εγχείρημα είναι δύσκολο καθώς οι ξένοι κλείνουν τις πόρτες στις ελληνικές τράπεζες, προφανώς όχι όλες, και όσες δανείζουν το πράττουν για μικρά χρονικά διαστήματα.

Το πρόβλημα με ορισμένες ελληνικές τράπεζες είναι ότι όταν δανείστηκαν από την ΕΚΤ χρησιμοποίησαν ως εγγυήσεις ομόλογα του ελληνικού δημοσίου και τιτλοποιημένα δάνεια τα ABS.

Όμως και ενώ στα ομόλογα τα προβλήματα είναι γνωστά λόγω πιστοληπτικής διαβάθμισης, έχουν ανακύψει σοβαρότατα προβλήματα με τα τιτλοποιημένα δάνεια, τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί ως εγγύηση στην ΕΚΤ. Τα τιτλοποιημένα δάνεια, στεγαστικά, επιχειρηματικά κ.ά. φαίνεται ότι έχουν πιεστεί σημαντικά, καθώς πολλά εξ αυτών έχουν επηρεαστεί από την αύξηση των προβληματικών δανείων.


Εγκλωβισμένοι στο ντόμινο μιας κρίσης ρευστότητας

Toυ Δ.Γ.Παπαδοκωστόπουλου

ΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος είναι αυτό που όλοι απεύχονται.

Μια κρίση αυτού του είδους δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα προκαλούνταν εξαιτίας της αδυναμίας του Δημοσίου να δανείζεται.

Τα πράγματα θα μπορούσαν να οδηγηθούν εκεί από ένα διαφορετικό δρόμο. Οι τράπεζες έχουν ήδη αρχίσει να πιέζονται από τα ανταγωνιστικά επιτόκια που προσφέρουν τα κρατικά ομόλογα. Τα επιτόκια καταθέσεων σήμερα στην καλύτερη περίπτωση ξεκινούν από το 0,5% για να φθάσουν στις προθεσμίες να προσεγγίσουν με το ζόρι το 2%.

Την ίδια στιγμή το πενταετές ομόλογο του Δημοσίου δίνει επιτόκιο της τάξεως του 6,25%, που ανταγωνίζεται ευθέως τα τραπεζικά επιτόκια. Ήδη το καμπανάκι από την πλευρά των τραπεζών έχει χτυπήσει και ο αντίλαλος έχει μεταφερθεί εντός και εκτός της χώρας. O διεθνής οίκος αξιολόγησης FITCH πρόσφατα υπονόησε υποβάθμιση των ελληνικών τραπεζών στην περίπτωση που προχωρήσει το νομοσχέδιο της Λούκας Κατσέλη με τις ευνοϊκές ρυθμίσεις χρεών.

Πρόσφατα κορυφαίοι τραπεζίτες της χώρας συναντήθηκαν με τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου αλλά και με τον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Και στις δύο συναντήσεις τέθηκε το ζήτημα της ρευστότητας και μάλιστα με πολύ δραματικούς όρους.

Το περιβόητο πακέτο βοήθειας των 28 δισ. ευρώ όπως αποκάλυψε πρόσφατα η Λούκα Κατσέλη χρησιμοποιήθηκε κατά το ήμισυ από τις τράπεζες, με στόχο να θεραπεύσουν τις δικές τους πληγές. Τα πιστωτικά ιδρύματα δέχονται σήμερα έντονη κριτική για την απροθυμία τους να δώσουν δάνεια, δηλαδή να ενισχύσουν τη ρευστότητα στην αγορά. Ο υπαρκτός φόβος τους είναι οι επισφάλειες που δημιουργεί η ύφεση.

Ταυτόχρονα όμως αποτελούν και τον μοναδικό μοχλό μεταφοράς του χρήματος στους καταναλωτές και τους επιχειρηματίες. Η άρνησή τους να δανειοδοτήσουν τις επιχειρήσεις μπορεί προσωρινά να αποτελεί για τις τράπεζες προστατευτικό μέτρο, αλλά την ίδια στιγμή συμβάλλει στην επέκταση της ύφεσης.

Σε κάθε περίπτωση το τραπεζικό σύστημα φαίνεται να είναι πιασμένο στο δόκανο των εύκολων κερδών των τελευταίων χρόνων, που η κοινωνία (μέσω της κυβέρνησης) ζητά τώρα την επιστροφή τους. Σε κάθε περίπτωση η λογική επιτάσσει τη στήριξη του παραγωγικού τομέα της οικονομίας. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να γίνει με τις τράπεζες απούσες ούτε με τις τράπεζες απισχνασμένες και πεσμένες κάτω.

Μεσοπρόθεσμα καμία αναπτυξιακή προοπτική δεν μπορεί να στηριχτεί, έστω και με την υπόνοια ότι θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να εξελιχθεί στη λαβωμένη χώρα μας μια κρίση ρευστότητας. Ας θυμηθούμε ότι πρόσφατα, όταν από το Υπουργείο Οικονομικών δήλωσαν ανεπίσημα ότι θα φορολογηθούν οι καταθέσεις, ξεκίνησε μια εκροή δισεκατομμυρίων ευρώ, που συνεχίζεται ακόμα.

Το ευφυέστερο θα ήταν αντί για φορολόγηση να είχε γίνει λόγος για προσέλκυση καταθέσεων στην Ελλάδα. Κάτι που ούτε σήμερα έχει γίνει, σε αντίθεση με την γείτονα Ιταλία που κατάφερε να προσελκύσει πολύτιμους πόρους στην οικονομία της.

 Οι πιέσεις τώρα στα πιστωτικά ιδρύματα

Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη χαμηλή ρευστότητα - Έχασαν και το πλεονέκτημα του φθηνού κόστους δανεισμού από την ΕΚΤ.

Του Πέτρου Λεωτσάκου

Το 2010 θα αποδειχθεί η πιο δύσκολη χρονιά στην ιστορία των τραπεζών καθώς το τραπεζικό σύστημα έχει εγκλωβιστεί στα γρανάζια των προβλημάτων της χώρας. Η ρευστότητα βρίσκεται υπό πραγματική πίεση ενώ οι ξένες τράπεζες δεν δανείζουν τις ελληνικές, και αν το πράττουν, όχι για διαστήματα μεγαλύτερο από 1 με 2 εβδομάδες.

Εσχάτως πυκνώνουν οι περιπτώσεις που οι ελληνικές τράπεζες βρίσκουν κλειστές πόρτες στις διεθνείς αγορές και ειδικά από τις μεγάλες τράπεζες του εξωτερικού στη repo αγορά.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τράπεζες όπως η Unicredit Group, η Deutsche Bank, η JP Morgan, Morgan Stanley, Santander αρνούνται να δανείσουν τις ελληνικές τράπεζες.

Αντιθέτως περιπτώσεις όπως της HSBC, της Commertzbank ή της Hypovereisbank δάνειζαν μέχρι πρότινος τις ελληνικές τράπεζες. Οι ξένοι φοβούνται να αυξήσουν την επενδυτική τους έκθεση στην Ελλάδα καθώς ανησυχούν για τις προοπτικές της χώρας. Αν μια τράπεζα δεν μπορεί να δανειστεί στη repo αγορά, δεν μπορεί να δανειστεί πουθενά. Δηλαδή, απλά, δεν μπορεί να εκδώσει ομολογιακά δάνεια ή καλυμμένες ομολογίες.

Καθίζηση

Το κόστος δανεισμού έχει εκτοξευθεί, η κερδοφορία θα πιεστεί καίρια λόγω της καθίζησης των δανείων και των δυσχερειών στην οικονομία, οι επισφάλειες θα αυξηθούν στο 10,5% με 11% την τρέχουσα χρονιά.

Το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα, όπως αναφέρει κορυφαίος τραπεζίτης, πρώτη φορά έχει στριμωχτεί τόσο πολύ κυρίως λόγω ρευστότητας, η οποία δημιουργήθηκε μετά το μπαράζ κερδοσκοπικών πιέσεων που δέχεται η Ελλάδα.

Τα τραπεζικά στελέχη κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου τονίζοντας ότι οι συνθήκες στην αγορά αν δεν βελτιωθούν, θα συμβάλουν στην περαιτέρω πίεση στον τραπεζικό κλάδο. Η κατακόρυφη αύξηση του κόστους δανεισμού του Δημοσίου, το spread στις 355 μ.β. στην 10ετία ή απλά ότι το κράτος δανείζεται στο 6% και 7%, προκαλούν τριγμούς στις τράπεζες οι οποίες θα πρέπει να δανείζονται τουλάχιστον 1% υψηλότερα του κόστους δανεισμού του κράτους, π.χ. την 5ετία στο 7%. Το βασικότερο πρόβλημα για το σύστημα είναι η ρευστότητα. Οι βασικοί λόγοι είναι οι εξής:

1. Οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν 46 με 48 δισ. ευρώ ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που πρέπει να χρηματοδοτήσουν. Καλούνται να χρηματοδοτήσουν ομόλογα από τις καταθέσεις τους, όμως λόγω της μεγάλης έκθεσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος στα ελληνικά ομόλογα το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να αγοράσει περισσότερα από 6 δισ. ευρώ από τα 46 με 48 δισ. ευρώ που διαθέτει, δηλαδή τα 46 ή 48 δισ. να φθάσουν έως τα 52 ή 54 δισ. ευρώ το πολύ.

Οι τράπεζες έχασαν και το πλεονέκτημα του φθηνού κόστους δανεισμού από την ΕΚΤ, και πλέον απλά τα ομόλογα μπορεί να εμφανίζουν υψηλές αποδόσεις αλλά οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να αγοράσουν πλέον και πολλά.

Τα ομόλογα συνήθως χρηματοδοτούνται μέσω κυρίως της repo αγοράς. Δηλαδή, δανείζονται στη διατραπεζική από άλλες τράπεζες, κυρίως ξένες, με εγγύηση ελληνικά ομόλογα διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους. Όμως το τελευταίο διάστημα παρατηρείται το φαινόμενο οι τράπεζες να μην μπορούν να δανειστούν από τη repo αγορά, γιατί απλά οι ξένοι δεν θέλουν ως εγγύηση ελληνικά ομόλογα επειδή φοβούνται την έκθεσή τους στην Ελλάδα. Στη repo αγορά αντιμετωπίζουν προβλήματα, ενώ είναι πολλές οι κλειστές πόρτες που βρίσκουν οι ελληνικές τράπεζες όταν ζητούν ρευστότητα στη διατραπεζική από ξένους.

2. Αναχρηματοδοτούν δάνεια και χρειάζονται ρευστότητα, ενώ πρέπει να χρηματοδοτήσουν και θυγατρικές τους στο εξωτερικό.

3. Έλαβαν ρευστότητα από την ΕΚΤ, η οποία ανέρχεται σε 32 με 34 δισ. ευρώ μετά τις αποπληρωμένες που έχουν υπάρξει, ενώ λήγουν και 12 δισ. ευρώ πάσης φύσεως ομολογιακά δάνεια των τραπεζών.

Σε αντίθεση με άλλες χώρες, οι τράπεζες στην Ελλάδα δεν δημιούργησαν πρόβλημα στο κράτος αλλά το κράτος δημιούργησε πρόβλημα στις τράπεζες με την εκτίναξη του κόστους δανεισμού. Όταν το κράτος δανείζεται την 5ετία με 6,1%, μια τράπεζα θα δανειστεί με 7%.

Οι τραπεζίτες ορθά υποστηρίζουν ότι στην Αμερική οι τράπεζες κατέρρευσαν και ήρθε το κράτος να τις στηρίξει, στη Βρετανία οι τράπεζες δημιούργησαν το πρόβλημα στην οικονομία και στηρίχτηκαν από το κράτος, στην Ελλάδα όμως πέραν της μικρής στήριξης που παρασχέθηκε στο τραπεζικό σύστημα δεν απαιτήθηκε το κράτος να διασώσει τις τράπεζες. Οι Έλληνες τραπεζίτες πληρώνουν αυτή την περίοδο την αμφισβήτηση της διεθνούς αγοράς στην ελληνική οικονομία και όχι στο τραπεζικό σύστημα.
Των Πέτρου Λεωτσάκου, Νίκου Φιλιππίδη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου