Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2009

Τα τρία διεθνή μέτωπα του Γ. Παπανδρέου


Κάθε άλλο παρά τυχαία θα πρέπει να θεωρείται η ανάληψη της ευθύνης του υπουργείου Εξωτερικών από τον ίδιο τον πρωθυπουργό κ. Γ. Παπανδρέου για το επόμενο τετράμηνο.

Η Ελλάδα, αν θέλει να υπερβεί τα σημερινά της οικονομικά αδιέξοδα, αλλά και το κλίμα απομονωτισμού που τη χαρακτηρίζει, θα πρέπει στο άμεσο χρονικό διάστημα, τους πρώτους μήνες διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, να ανακτήσει τόσο την αξιοπιστία της, ιδιαίτερα προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, όσο και τον ηγετικό της ρόλο στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου.

Οσο κι αν οι πρώτοι χειρισμοί θυμίζουν την εποχή 2000-2004, οι συνθήκες έχουν αλλάξει επί τα χείρω για την Ελλάδα. Αφενός γιατί η χώρα μας απουσίαζε ουσιαστικά από το διεθνές προσκήνιο την τελευταία πενταετία, όταν άλλες χώρες αξιοποιώντας τη συγκυρία βρέθηκαν σε δεσπόζουσα θέση και αφετέρου και στην παρούσα φάση η ελληνική διπλωματία έναντι των άλλων εκβιάζεται από την προώθηση του επονομαζόμενου κλειστού πυρήνα των εθνικών της θεμάτων.

Ουσιαστικά δηλαδή και με την οικονομία της να βρίσκεται στο ναδίρ, επηρεάζοντας αρνητικά τη διπλωματική της θέση, θα πρέπει να ασχοληθεί σε μια πρώτη φάση με το Κυπριακό, το Σκοπιανό και τα Ελληνοτουρκικά.

Και τα τρία αυτά ζητήματα έχουν μια κοινή συνισταμένη, το Συμβούλιο Κορυφής του Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες.

Αν στο μεσοδιάστημα δεν υπάρξουν θεαματικές εξελίξεις σε κάποιο από τα παραπάνω ζητήματα, η Ελλάδα ενδεχομένως να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να ασκήσει διπλό βέτο τόσο ως προς την πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη όσο και σε σχέση με τον προενταξιακό διάλογο των Σκοπίων με την Ενωση.

Διαπραγματεύσεις

Απέναντι στα δεδομένα αυτά ο νέος πρωθυπουργός αναλαμβάνει δράση, με αφετηρία την Τουρκία και την Κύπρο, για να ανατρέψει το κλίμα.

Ακολουθεί τη στρατηγική των καθαρών ελληνικών θέσεων στο κάθε ζήτημα ξεχωριστά, σε συνδυασμό με τις "κόκκινες γραμμές"που θέτει η ελληνική διπλωματία σε κάθε διαπραγμάτευση.

Ταυτόχρονα αξιοποιεί μαζί με το διπλωματικό του επιτελείο το ευρωπαϊκό κεκτημένο, που γνωρίζει πολύ καλά ότι εγκλωβίζει του κοινοτικούς εταίρους από τις επιμέρους εθνικές τους προτεραιότητες και τους αναγκάζει να φανούν συμμέτοχοι με την ελληνική επιχειρηματολογία.

Με τον τρόπο αυτό η νέα κυβέρνησης εκτιμά ότι ακόμη και αν ασκήσει βέτο τον Δεκέμβριο δεν θα βρεθεί σε κλοιό απομόνωσης στις Βρυξέλλες, ενώ θα κατορθώσει το οικονομικό της επιτελείο να πετύχει όσο το δυνατόν ευνοϊκότερες συνθήκες για τη χρονική αντιμετώπιση του ελλείμματος και των δημοσιονομικών αδιεξόδων, που πιέζουν τη χώρα και στο εσωτερικό της μέτωπο.
Αποψη του κ. Παπανδρέου, γνωστή από το παρελθόν, είναι ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα, μέσα από πολυμερή διπλωματία και μεγάλη κινητικότητα, να αποφεύγει τα αδιέξοδα που κάποιες ισχυρότερες από αυτήν χώρες, συνήθως χαρακτηριζόμενες ως συμμαχικές, προσπαθούν να δημιουργήσουν προκειμένου να τη σύρουν σε προδιαγεγραμμένες επιλογές και αποφάσεις.

Τα τρία μέτωπα

Η πολυμερής διπλωματία που δείχνει ότι ακολουθεί η νέα κυβέρνηση και η νέα ηγετική ομάδα στο υπουργείο Εξωτερικών έχει τρία μέτωπα.

Το ένα είναι το Βαλκανικό.

Το δεύτερο είναι το Μεσογειακό, που υπό τις νέες συνθήκες εκτός από τις χώρες των Αράβων σχετίζεται και με το Ισραήλ, που αναζητεί νέες ισχυρές συμμαχίες στη Μεσόγειο και την Ευρώπη, απέναντι στη νεοοθωμανική Τουρκία.

Το τρίτο προς τις επονομαζόμενες Μεγάλες Δυνάμεις. Τις Γερμανία, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο σε ευρωπαϊκό επίπεδο. ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα σε διεθνές επίπεδο.


Στόχος, πέραν της παραδοσιακής άσκησης της διπλωματίας, για την επίλυση των εθνικών θεμάτων και την ενίσχυση του προφίλ της χώρας είναι και η άσκηση οικονομικής διπλωματίας.

Και στο επίπεδο αυτό έχουν αλλάξει οι συνθήκες την τελευταία 6ετία σε βάρος της χώρας μας. Και στο πεδίο αυτό έχουν χαθεί ευκαιρίες και συγκυρίες σημαντικές. Ομως, όπως στην παραδοσιακή διπλωματία δεν υπάρχουν, με αξιακό τρόπο, μόνιμοι νικητές και ηττημένοι, πολύ περισσότερο αυτό ισχύει στην οικονομική διπλωματία.

Ιδιαίτερα μάλιστα μετά την τελευταία παγκόσμια κρίση, κατά την οποία στις αγορές προστέθηκαν και ως πρωταγωνιστές και τα κράτη, με παίκτες τις εθνικές τους κυβερνήσεις.

Η Ελλάδα μπορεί στην παρούσα φάση να διαπιστώνει το κυρίαρχο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας που παρουσιάζεται στους διεθνείς δείκτες, αλλά σε κάθε περίπτωση -εκ της θέσεώς της, του ρόλου της και της μη αποικιοκρατικής παραδόσεώς της- δύναται με συνεπή προσπάθεια να βρεθεί σε σημαντική θέση στον κόσμο των επενδύσεων, της ανάπτυξης και της διείσδυσης σε άλλες χώρες.

Ταυτόχρονα -έστω και αν δεν έχει πλέον στη διάθεσή της "εθνικούς πρωταθλητές", όπως ο ΟΤΕ, διατηρεί την ισχύ της στον τραπεζικό τομέα που μπορεί να αποτελέσει αιχμή του δόρατος τόσο στη συγκέντρωση επενδύσεων στο εσωτερικό όσο και στην εξάπλωση ελληνικών επιχειρήσεων σε όλο τον κόσμο.

Εξωστρεφής χαρακτήρας

Σύμφωνα με τους στρατηγικούς σχεδιασμούς του επιτελείου Παπανδρέου, κυρίαρχο αφετηριακό ζήτημα είναι η Ελλάδα να αποκτήσει και πάλι τον εξωστρεφή της χαρακτήρα.

Να μην αντιμετωπίζει τη διπλωματική και οικονομική της επικράτεια εντός των συνόρων της. Στη συνέχεια η Ελλάδα μπορεί να κινηθεί στη λογική και τη δομή των ομόκεντρων κύκλων.

Στον πρώτο κύκλο υπάρχουν χώρες τού αμέσου γεωπολιτικού της περιβάλλοντος. Μεταξύ αυτών είναι και όλες οι γειτονικές βαλκανικές.Μοναδική εξαίρεση τα Σκόπια, που είτε θα δεχθούν τη σύνθετη ονομασία σε συμφωνία με την Ελλάδα είτε θα κινδυνεύσουν με διάλυση και ένταξη των εδαφών και πληθυσμών τους στις γειτονικές χώρες απ' όπου άλλωστε ιστορικά προέρχονται.

Οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής θα ενταχθούν σε πιο σύντομο ή ύστερο χρόνο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, οπότε και για την Ελλάδα θα αποτελέσουν οικονομική ενδοχώρα και παράγοντες αναπτυξιακής δυναμικής.

Σε σχέση με τις χώρες της Μεσογείου η Ελλάδα μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο και σε κάθε περίπτωση καθοριστικό για το ευρωπαϊκό μέλλον της Τουρκίας. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να επιλυθούν τα διμερή, χρόνια ζητήματα και το Κυπριακό.

Ακόμη και στην περίπτωση της ειδικής σχέσης (εφόσον παραμείνουν οι ενστάσεις Γερμανίας και Γαλλίας) ο ρόλος της χώρας μας θα είναι σημαντικός στην όλη εξέλιξη και τους όρους του.

Σε κάθε περίπτωση ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας μπορεί με πρωτοβουλία της Ελλάδας να συνδυαστεί και με ανάλογη σχέση του Ισραήλ με την Ε.Ε.

Αντίστοιχα και στο επίπεδο των αραβικών χωρών η Ελλάδα σε συνεννόηση με τη Γαλλία τού Νικολά Σαρκοζί μπορεί να επικαιροποιήσει και να προωθήσει εκ νέου την περίφημη Μεσογειακή Ενωση, εταίρο σε συλλογικό επίπεδο και όχι πλέον ειδικό με την Ευρωπαϊκή Ενωση και αυτό άσχετα με το ποια θα είναι η θέση του Ιράν σχετικά.

Εμπόριο - επενδύσεις

Στο τρίτο επίπεδο, το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας συσχετίζεται και ως κυρίαρχης εμπορικής δύναμης στη ναυτιλία τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Κίνα. Στο επίπεδο αυτό βρίσκεται και ο ενεργειακός ορίζοντας για τη χώρα μας ταυτόχρονα με τον τομέα της συγκέντρωσης των επενδύσεων ή των εξαγωγών των ελληνικών επιχειρήσεων, που θα αλλάξουν την εικόνα της χώρας σε σχέση με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα.

Οι σχέσεις με τις ΗΠΑ μόνο να βελτιωθούν μπορούν το επόμενο χρονικό διάστημα, αποκτώντας ουσιαστικό περιεχόμενο. Πέραν του αμυντικού βραχίονα του ΝΑΤΟ και της διπλωματικής σημασίας που έχουν οι μεταξύ μας σχέσεις και επιρροές, τα funds και οι επενδυτικές τράπεζες των ΗΠΑ έχουν κυρίαρχο ρόλο στον τομέα των επενδύσεων και της διεθνούς εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.

Κρίσιμο ζήτημα, τουλάχιστον στην πρώτη φάση της ανάταξης της χώρας, θα έχουν οι σχέσεις με τη Γερμανία εντός των ευρωπαϊκών τειχών. Ιδιαίτερα μετά την προκλητική στάση που διατηρεί το Βερολίνο λίγο πριν αλλά και μετά την επιλογή του ελληνικού λαού στις 4 Οκτωβρίου.

Η στάση της Γερμανίας σε σχέση με τα ναυπηγεία, με τη διάθεση της νέας κυβέρνησης να επαναδιαπραγματευθεί την ανάκτηση μεριδίου του ελληνικού ΟΤΕ και οι πιέσεις που προβλέπεται να ασκηθούν για την περαιτέρω δανειοδότηση της ελληνικής οικονομίας από την ΕΚΤ δείχνουν ότι η χώρα μας αντιμετωπίζεται περίπου ως ευρωπαϊκή αποικία από τον γερμανικό παράγοντα.

Η διέξοδος στο πεδίο αυτό δεν θα είναι εύκολή για την ελληνική διπλωματία, αλλά πολύ εύκολα μπορεί να συσχετισθεί με τα περιθώρια που μπορούν να δοθούν από τον άξονα Λονδίνου-Μόσχας σε διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο και σε συνάρτηση με τη βαλκανική "σκακιέρα" επιρροών και επενδύσεων.

Ο Γ. Παπανδρέου μπορεί τους πρώτους μήνες διακυβέρνησης να ασκήσει στο διπλωματικό επίπεδο πολιτική ως διαχείριση κρίσης. Σε ύστερο πάντως χρόνο και εντός του 2011 είναι βέβαιο ότι θα έχει κατορθώσει να έχει προωθήσει τη στρατηγική της πολυμερούς και πολυεπίπεδης διπλωματίας, που έχει πολύ σοβαρές πιθανότητες εντός της τετραετίας να έχει ως αποτέλεσμα μια εντελώς διάφορη άποψη για την εικόνα και το status της Ελλάδας στον κόσμο.

Του Μενέλαου Τασιόπουλου
axiaplus

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου