Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Υπάρχουν πράγματι λεφτά;

Του Γιάννη Μαρίνου

Κάτω από τη βαριά σκιά της οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο με σοβαρές επιπτώσεις στην Ελλάδα, αλλά και με τα πρόσθετα εγχώρια οικονομικά αδιέξοδα λόγω διογκωμένων και πάλι ελλειμμάτων, καλπάζοντος δημοσίου χρέους, επενδυτικής άπνοιας και καταρρέουσας ανταγωνιστικότητας, είναι φυσικό ο προεκλογικός αγώνας να επηρεάζεται αντίστοιχα.

Με στατιστικά στοιχεία δυσνόητα και χρησιμοποιούμενα συχνότατα επιλεκτικά ή και παραποιημένα ώστε να εντυπωσιάζουν το συνήθως ανενημέρωτο κοινό, φθάσαμε στο ερώτημα:

Υπάρχουν λεφτά ή έχουμε περίπου πτωχεύσει;
Το ερώτημα, υποστηρίζει ο κ. Παπανδρέου, δεν είναι αν υπάρχουν λεφτά, αλλά πού πάνε.


Οπως γενικά διαπιστώνεται, η φοροδιαφυγή ξεπέρασε κάθε όριο, οι σπατάλες του Δημοσίου και το ανίκανο, αντιπαραγωγικό και διεφθαρμένο κράτος δημιουργούν ελλείμματα και παρεμποδίζουν την αύξηση του εθνικού πλούτου, ο οποίος επίσης κατανέμεται ανισομερώς και άδικα σε βάρος των αδύναμων λαϊκών στρωμάτων.


Πρώτη λογική απορία: Αν υπάρχουν λεφτά, γιατί τότε αυξάνονται τα δημόσια ελλείμματα και καταφεύγουμε στον ασφυκτικό για την οικονομία μας υπέρογκο δανεισμό;
Οι αναγνώστες της στήλης αυτής γνωρίζουν ότι τα τοκοχρεολύσια για το τρέχον έτος δεν είναι 10 ή 12 δισ. ευρώ, όπως διαπληκτίζονταν λόγω αγνοίας ένας τέως υπουργός της ΝΔ και μια ευρωβουλευτής του ΠαΣοΚ, αλλά 42 δισ. ευρώ έναντι συνόλου προβλεπομένων εσόδων 65 δισ. ευρώ για το 2009.

Δηλαδή μετά την εξόφληση τόκων και χρεολυσίων απομένουν μόνο 23 δισ. ευρώ για να καλυφθεί το σύνολο των κρατικών δαπανών.
Δηλαδή ένα ποσό που δεν επαρκεί ούτε καν για τους μισθούς και τις συντάξεις του Δημοσίου που προβλέπονται σε 25 δισ. ευρώ.
Αρα ο υπέρογκος δανεισμός είναι αναπόφευκτος.
Και καθώς προέκυψε και η παγκόσμια κρίση, έγινε βραχνάς για την οικονομία μας που προαναγγέλλει εφιαλτικό μέλλον για τα παιδιά και τα εγγόνια μας.

Σε μια κοινωνία που επί 30 χρόνια καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει είναι απόλυτη η ανάγκη να συμπιεστεί το δημόσιο χρέος προτού αυτό μας πνίξει (όπως παραδέχθηκε αυτοκριτικά, αλλά πολύ αργά, ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου).


Οσον αφορά τα 31 δισ. ευρώ που προβάλλονται από το ΠαΣοΚ ως ανείσπρακτοι φόροι από τους οποίους προσδοκά να χρηματοδοτήσει τις οικονομικές υποσχέσεις που έδωσε στο εκλογικό σώμα, θα πρέπει να γνωρίζει ότι 18 δισ. ευρώ είναι οφειλές επιχειρήσεων που έχουν πτωχεύσει και 7 δισ. ευρώ υπερχρέη των ζημιογόνων ΔΕΚΟ (Ολυμπιακή, ΟΣΕ κ.λπ.) που οφείλουν στο Δημόσιο.
Αρα ουκ αν λάβοις παρά των μη εχόντων.

Εκείνο δε που αποκρύπτει ο λαϊκισμός κομμάτων και ΜΜΕ είναι ότι επιπλέον 3 δισ. ευρώ είναι οι βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες αλλά μη εισπραττόμενες οφειλές, πρόστιμα και τόκοι υπερημερίας από φυσικά πρόσωπα, κυρίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, αλλά και ποδοσφαιρικές και εκδοτικές επιχειρήσεις.

Σε αυτές περιλαμβάνονται και οφειλές από ουκ ολίγους μισθωτούς και συνταξιούχους.
Τα χρέη αυτά αποφεύγει να εισπράττει το Δημόσιο γιατί αλλιώς θα έπρεπε, ενδεχομένως, να βγάλει στο σφυρί ακόμη και το σπίτι ή το μαγαζί των οφειλετών, που δεν είναι μόνο τα δήθεν ιδιωτικά μονοπώλια, όπως ισχυρίζεται μονότονα η εθελοτυφλούσα Αριστερά, αλλά κυρίως μικρομεσαίοι, που ανέρχονται σε πάνω από το 90% του συνόλου των επιχειρήσεων.

Αλλωστε αυτοί, όπως και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, διαπρέπουν επίσης και στη φοροδιαφυγή, καθώς και οι παραοικονομούντες (π.χ. εκπαιδευτικοί και γιατροί) ή διεφθαρμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, τους οποίους καμία κυβέρνηση δεν τολμά να θίξει γιατί είναι πολλές οι ψήφοι, αλλά και διότι τους υπερασπίζονται με αγωνιστικό πάθος οι διακομματικά συνένοχοι συνδικαλιστές τους.
Αλλά για όλα αυτά πολλά θα έχουμε να πούμε την επομένη των εκλογών, αν δεν προκύψει ακυβερνησία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου