Η Κρίση είναι ιδεολογική και Πολιτική.
Του Στάθη Σαραφόπουλου,
Οικονομολόγου,
π. Βουλευτή Δράμας.
Η κρίση που μαστίζει την Παγκόσμια Οικονομία με αποκορύφωμα τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών αποτελεί αντικείμενο δεκάδων, συχνά αντικρουόμενων, αναλύσεων. Για τους νεοφιλελεύθερους το πρόβλημα είναι ο κρατισμός και η ανεπαρκής απελευθέρωση των αγορών. Για τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους φταίει η απληστία και η ανηθικότητα κάποιων χρηματιστών. Σπάνιες είναι οι προσεγγίσεις που βασίζονται σε μια ανάλυση των αντικειμενικών συνθηκών που οδήγησαν την παγκόσμια οικονομία στη κατάσταση που ζούμε σήμερα. Έστω και να η ευθύνη των κερδοσκόπων στην παρούσα φάση είναι βαρύνουσα, τα πραγματικά αίτια της κρίσης είναι πάρα πολύ βαθύτερα.
Για να δώσει κανείς μια επαρκή απάντηση στο ερώτημα, γιατί αυτή η κρίση;, είναι απαραίτητο να ανατρέξουμε στην Οικονομική Θεωρία και Ιστορία. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄70, μετά από μακρά περίοδο συνεχούς ανάπτυξης των δυτικών οικονομιών, επήλθε μια επίσης σκληρή Οικονομική Κρίση. Στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν αυτό το φαινόμενο μέσω μιας μακροοικονομικής προσέγγισης σημαντικοί Οικονομολόγοι κυρίως από την Γαλλία (Michel Aglietta, Robert Boyer, Ali\ain Lipietz) συγκρότησαν την θεωρία της ρύθμισης (regulation).
Η βασική αυτής της Θεωρίας είναι ότι σε κάθε ιστορική περίοδο αντιστοιχεί ένα καθεστώς συσσώρευσης πλούτου που επιτρέπει την αύξηση της παραγωγικότητας αλλά και ένα σύστημα ρύθμισης που εγκαθιστά τις απαραίτητες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες για την εύρυθμη λειτουργία του πρώτου (συσσώρευση πλούτου). Το σύστημα ρύθμισης αποτελείται από κωδικοποιημένες πρακτικές που συνδέουν τους παραγωγικούς φορείς μεταξύ τους και καταλήγουν σε ένα γενικότερο πλαίσιο συμβιβασμού μεταξύ κοινωνικών τάξεων σε ότι αφορά τον τρόπο διαμοιρασμού του παραγομένου πλούτου. Δηλαδή γίνεται μια δίκαιη κατανομή, του πλούτου, μεταξύ των συντελεστών του που είναι το Κεφάλαιο και η Εργασία.
Από τις αρχές τις δεκαετίας του ΄50 μέχρι τα μέσα τις δεκαετίας του ΄70 η μαζική εκβιομηχανοποίηση της παραγωγής επέτρεψε την συνεχή αύξηση της παραγωγικότητας και την ανάλογη συσσώρευση πλούτου. Το σύστημα ρύθμισης εκείνης της περιόδου, παράλληλα με τον πλουτισμό των κατόχων κεφαλαίου, επέτρεψε και την πραγματική αύξηση εισοδήματος για τους εργαζόμενους. Μέσω των συχνών αυξήσεων μισθών, αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μεταξύ συνδικάτων και επιχειρηματιών, των συλλογικών συμβάσεων , του συστήματος συνταξιοδότησης και του κοινωνικού κράτους η αγοραστική δύναμη αυξήθηκε παράλληλα με την παραγωγικότητα. Έτσι οι εργαζόμενοι μπόρεσαν για πρώτη φορά να συμμετάσχουν στην μαζική κατανάλωση.
Σαν αποτέλεσμα επήλθε η συνεχής ενδυνάμωση της ζήτησης και ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης των δυτικών οικονομιών για περισσότερα από είκοσι συνεχόμενα χρονια.
Όμως στα μέσα της δεκαετίας του '70 η παραγωγικότητα της άρχισε να φθίνει. Το πετρελαϊκό Σοκ του ΄70 δεν άργησε να μετατραπεί σε γενικευμένη οικονομική κρίση η οποία σημάδεψε την επόμενη δεκαετία.
Κατεδάφιση του Κοινωνικού Κράτους.
Τα χρόνια που ακολούθησαν απετέλεσαν μια περίοδο κατεδάφισης του συστήματος ρύθμισης της χρυσής 30ετίας από τις κυβερνήσεις Reagan και Thatcher, ακολούθησαν:
- Μετωπική Σύγκρουση με τα Συνδικάτα που οδήγησε στην αποδυνάμωση τους.
- έκαναν Μαζικές Ιδιωτικοποιήσεις, με αποτέλεσμα την
- Απορρύθμιση των Αγορών και του Χρηματιστηρίου και την
- Ελαστικοποίηση της Αγοράς Εργασίας.
Όταν η παραγωγικότητα άρχισε πάλι ν΄ αυξάνεται στα μέσα της 10ετίας του ¨90 με την εισαγωγή νέων Τεχνολογιών στο παραγωγικό σύστημα οι προϋπάρχοντες μηχανισμοί διαμοιρασμού του πλούτου ήταν ήδη ετοιμοθάνατοι.
Το τελειωτικό κτύπημα ήρθε από τις κυβερνήσεις Clinton και Blaire σε ΗΠΑ και Μεγ. Βρετανία αντίστοιχα, αλλά και σε Ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες με την προτροπή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υιοθέτησαν το μοντέλο του άκρατου νεοφιλελευθερισμού.
Στις αρχές του 21ου αιώνα το νέο καθεστώς είχε πια σταθεροποιηθεί .
Η γενίκευση βασίστηκε στο ολιγοπώλιο των πολυεθνικών και στην χρηματιστηριακή κερδοσκοπία.
Ταυτόχρονα οι Καπιταλιστές νέας κοπής αποδείχθηκαν πολύ πιο άπληστοι από τους πατερναλιστές προκατόχους τους.
Η νεοφιλελεύθερη τάξη πραγμάτων δεν είχε προβλέψει το μοίρασμα του συσσωρευμένου πλούτου μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Έτσι η αξία της ΕΡΓΑΣΙΑΣ έπεσε σε τέλμα παρ' όλη την πρόοδο της παραγωγικότητας.
Η Όξυνση των Κοινωνικών Ανισοτήτων.
Όπως δείχνει έρευνα του πανεπιστημίου του Barkeley της ΗΠΑ οι μισθοί έμειναν σχεδόν στάσιμοι μεταξύ 2000 και 2007.
Ταυτόχρονα το κόστος Υγείας (+68%) και της Παιδείας (+46%) εκτοξεύτηκε στα ύψη. Το ποσοστό του συνόλου του πληθυσμού χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ανέβηκε από 13,9% στο 15,6%.
Μεταξύ 2000 και 2006 τα ¾ του ρυθμού ανάπτυξης της αμερικάνικης Οικονομίας κατέληξαν στις τσέπες του πλουσιοτέρου 1% του πληθυσμού.
Αυτό το κομμάτι των Αμερικανών είδε το εισόδημα του να αυξάνεται με ρυθμό 11% ενώ ο μέσος όρος αύξησης ήταν 0,9% την ίδια περίοδο.
Ενώ το 1970 το 1% των πλουσιοτέρων αμερικανών κέρδιζε το 5% του συνόλου των μισθών, το 2007 το ποσοστό αυτό έφθασε το 12%.
Μια ανάλογη εικόνα είχαμε και στην Ελλάδα και στην πλειονότητα των Ευρωπαϊκών χωρών.
Με την ΑΠΕΙΛΗ της μεταφοράς της βιομηχανικής δραστηριότητας σε χώρες χαμηλού κόστους εργασίας, οι μισθοί συμπιέστηκαν και η πραγματική αγοραστική δύναμη μειώθηκε.
Όποιο κριτήριο και αν εξετασθεί είναι προφανές ότι στην νέα πραγματικότητα ο διαμοιρασμός του πλούτου ευνοεί με πρωτοφανή τρόπο το ΚΕΦΑΛΑΙΟ σε βάρος της ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
Παράλληλα ή Ταυτόχρονα όμως η διαιώνιση του συστήματος απαιτεί υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κάτι που εξαρτάται από την Οικονομική δραστηριότητα και άρα από την ζήτηση.
Πως μπορεί η αγορά να εξασφαλίσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης συμπιέζοντας ταυτόχρονα του μισθούς και τις κοινωνικές απολαβές;
Η λύση που βρέθηκε ήταν ο ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ. Οι αυξήσεις μισθών και το κοινωνικό κράτος αντικαταστάθηκαν από την πλασματική αγοραστική δύναμη των δανείων. Η επιλογή αυτή έγινε από την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ.
Οι διαδοχικές νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις τα τελευταία 30 χρόνια μειώνουν σταθερά την φορολογία του Κεφαλαίου και απορυθμίζουν την Οικονομία της αγοράς. Η Fed κράτησε χαμηλά επιτόκια ευνοώντας έτσι τον δανεισμό.
Οι ενδιάμεσοι παραπλάνησαν πτωχά νοικοκυριά τα οποία αγόραζαν χρόνια χρήμα φθηνό είτε για κατοικία είτε για κατανάλωση. Οι Τράπεζες χορηγούσαν χρήμα χωρίς να ελέγξουν την δυνατότητα των δανειοληπτών να ξεπληρώσουν.
Τα Χρηματιστήρια (Wall Street) επέτρεπαν την μετοχοποίηση των Χρεών και την μεταπώληση τους στις διεθνείς αγορές με τα γνωστά αποτελέσματα.
Έτσι το πρόβλημα μεταφέρθηκε από τα Χρηματιστήρια στην πραγματική Οικονομία.
Η Τραπεζική Αγορά βρίσκεται στην ¨Κατάψυξη". Οι Τράπεζες δεν δανείζουν Χρήματα η μία στην άλλη γιατί φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Η Παγκόσμια αγορά διέρχεται κρίση ρευστότητας με αποτέλεσμα οι δυσκολίες για τις επιχειρήσεις να πολλαπλασιάζονται.
ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ η κρίση και η μείωση της δανειοδότησης κάνει τους καταναλωτές πιο συντηρητικούς.
Η μείωση της ΖΗΤΗΣΗΣ επηρεάζει αρνητικά τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Η ανεργία αυξάνεται στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη όπου καταστρέφονται θέσεις εργασίας.
Το μέλλον δείχνει αβέβαιο.
Το Συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η παρούσα κρίση δεν οφείλεται απλά στην απληστία κάποιων χρηματιστών, ούτε μόνο στην έλλειψη κανόνων στην αγορά των δανείων. Πρόκειται για μία πραγματική κρίση αξιών του καπιταλισμού και είναι αποτέλεσμα της συστηματικής απαξίωση της Εργασίας προς όφελος του Κεφαλαίου.
Η εκ νέου εξισορρόπηση του παγκοσμίου οικονομικού συστήματος δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μέτρα της Οικονομίας της Αγοράς. Απαιτείται ριζική αναθεώρηση του Ιδεολογικού και Πολιτικού Οικοδομήματος του νεοφιλελευθερισμού που κυριάρχησε τις τελευταίες δεκαετίες.
Δράμα, 17 Νοεμβρίου 2008.